ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΚΑΠΟΙΑ ΧΡΟΝΙΑ, ο κοινωνιολόγος Ζιλ Λιποβετσκί και ο κριτικός τέχνης και συγγραφέας Ζαν Σερουά πρότειναν την έννοια του «καλλιτεχνικού καπιταλισμού» για να περιγράψουν κάποια φαινόμενα της σύγχρονης εποχής.
Ο καλλιτεχνικός καπιταλισμός δεν είναι απλώς η συνάντηση της τέχνης με τις αγορές, της καλλιτεχνικής ευαισθησίας με ένα σύστημα υπολογισμών και επενδυτικών ευκαιριών. Είναι κάτι περισσότερο, αφού ο καλλιτεχνικός καπιταλισμός «αισθητικοποιεί τον κόσμο» μέσα από τις τεχνολογίες της μόδας, της διαφήμισης ή των αναρίθμητων εφαρμογών στην κινητή τηλεφωνία.
Φυσικά, εδώ έχουν αποκτήσει ισχυρό ρόλο τα μεγάλα πολιτιστικά ιδρύματα και οι χορηγίες. Στον καλλιτεχνικό καπιταλισμό συλλειτουργούν σύγχρονοι εικαστικοί, έμποροι τέχνης, designers, καλλιτέχνες των σύγχρονων μέσων. Η αιχμή του είναι, όμως, ο καθημερινός καταναλωτής των προϊόντων μιας πλατφόρμας και ο τρόπος που απολαμβάνει, απορρίπτει, σπεύδει να προσέξει ή να αγνοήσει χιλιάδες προτάσεις-ερεθίσματα.
Τα τελευταία χρόνια, μάλιστα, μια νέα οικονομία συναισθημάτων και υπολογισμών έχρισε προσωπικότητες, influencers και στρατούς ακολούθων που έχουν επωμιστεί, με τον τρόπο τους, το κεντρικό πρόσταγμα αυτού του καπιταλισμού: καθετί να αποκτήσει ένα στυλ, μια καλλιτεχνική πινελιά, μια αισθητική. Βλέπουμε έτσι τώρα ότι ακόμα και ένας Τούρκος μαφιόζος που απειλεί με αποκαλύψεις την κυβέρνηση Ερντογάν επιλέγει να εμφανιστεί ως ήρωας κάποιας σειράς του Netflix, ένας στυλιζαρισμένος capo που επιμελείται την εικόνα του. Ή βλέπουμε τη Eurovision ως πίστα μιας queer και ανδρόγυνης αισθητικής που τυποποιείται στις αναδυόμενες αγορές του diversity.
Στο παλαιό και παρωχημένο σχήμα που υποτιμούσε τους καλλιτέχνες και διακωμωδούσε τα όνειρά τους έρχεται τώρα μια εξίσου λάθος απάντηση: η εχθρότητα των καλλιτεχνών προς τις επαγγελματικές αγωνίες και τα προβλήματα των «νοικοκυραίων» ή γενικά των ανθρώπων που υπηρετούν την γκρίζα σφαίρα της καθημερινής παραγωγής.
Η πανδημία, όμως, αποσταθεροποίησε μεγάλο κομμάτι της αγοράς του πολιτισμού. Η προσφυγή στις εξ αποστάσεως πολιτισμικές δράσεις είχε μεγάλο κόστος, ιδίως για τη μικρή καλλιτεχνική παραγωγή και τη σωματική έκφραση. Σε πολλές χώρες ένας κόσμος κυρίως νέων καλλιτεχνών βρέθηκε σε δεινή θέση, ιδίως αν δεν είχαν εξασφαλισμένη εργασία σε θεσμούς, σκηνές και ιδρύματα.
Ο καλλιτεχνικός καπιταλισμός παρουσιάζει, άλλωστε, από μόνος του –και δίχως καν να επιταχύνει τις εξελίξεις η πανδημία– πιο ρευστές και ανασφαλείς πλευρές, αφού επηρεάζεται περισσότερο από το εφήμερο: μόδες, ιδεολογικά ρεύματα, αλλά και από το περιστασιακό ενδιαφέρον των εύπορων ιδιωτών ή τη σχετική αδιαφορία ενός πιο παραδοσιακού πολιτικού κόσμου, ιδίως από τα δεξιά του πολιτικού χάρτη.
Ένα από τα διακριτικά χαρακτηριστικά του καλλιτεχνικού καπιταλισμού είναι πως διακινεί κατά κανόνα αριστερές, ελευθεριακές και γενικά προοδευτικές ιδέες. Τα λεξιλόγια και τα συναισθήματα που επιμελείται, είτε στις πιο συμβατικές ιδρυματικές του ενσαρκώσεις είτε στις εναλλακτικές του σκηνές, υμνούν τη διαφορετικότητα, την κοινωνική δικαιοσύνη, την ηθική περιβαλλοντική συνείδηση.
Στον καλλιτεχνικό καπιταλισμό βρήκαν έκφραση οι νέες ευαισθησίες για το φύλο και τη φυλή, πολύ πριν διεισδύσουν με κάποιες αξιώσεις στις κρατικές νομοθεσίες και στους κώδικες δεοντολογίας των άλλων επιχειρήσεων. Οι λόγοι στις οσκαρικές βραδιές, η στράτευση πολλών ποπ σταρ, τα αποσπάσματα από βιβλία ή συνεντεύξεις θεωρητικών της πιο ριζοσπαστικής σκηνής που συνοδεύουν μεγάλες εικαστικές διοργανώσεις, ο αντιρατσισμός που υψώνει τείχη απέναντι στην ακροδεξιά μέσα στις δημοφιλείς πλατφόρμες, όλα αυτά είναι απόδειξη αυτής της εξέλιξης.
Το απολιτικό έχει πάψει προ πολλού να είναι η πρέπουσα στάση. Η ουδετερότητα ή η έλλειψη τοποθέτησης κάποιου καλλιτέχνη εμφανίζονται ως ενδείξεις σκοταδόψυχου ατομικισμού ή συντηρητικής μικροπρέπειας. Ο καλλιτεχνικός καπιταλισμός φιλοξενεί, λοιπόν, πολλές αντικαπιταλιστικές προτροπές, όσο παράδοξο κι αν ηχεί κάτι τέτοιο.
Αν σταθούμε, όμως, στα ρήγματα στον πολιτισμό και στην καλλιτεχνική ζωή των τελευταίων χρόνων, υπάρχει κάτι που είναι πραγματικά ανησυχητικό. Οι νεότεροι καλλιτέχνες διεκδικούν μια θέση στην καλλιτεχνική αγορά και την ίδια στιγμή φαίνεται να περιφρονούν βαθύτατα όλες τις άλλες πλευρές της παραγωγής και της οικονομικής ζωής. Στο παλαιό και παρωχημένο σχήμα που υποτιμούσε τους καλλιτέχνες και διακωμωδούσε τα όνειρά τους έρχεται τώρα μια εξίσου λάθος απάντηση: η εχθρότητα των καλλιτεχνών προς τις επαγγελματικές αγωνίες και τα προβλήματα των «νοικοκυραίων» ή γενικά των ανθρώπων που υπηρετούν την γκρίζα σφαίρα της καθημερινής παραγωγής.
Η μονομέρεια του καλλιτεχνικού καπιταλισμού έχει μεταφυτευτεί και στους «προλεταριακούς» κόσμους του, δηλαδή σε ομάδες και άτομα που πιστεύουν πως υπηρετούν εναλλακτικά, κοινωνικά παραδείγματα καλλιτεχνικής δράσης. Σε πολλούς χώρους κυκλοφορεί πια ως αυτονόητη η άποψη ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να ενισχύουν περισσότερο τις καλλιτεχνικές προθέσεις ή τα εκφραστικά όνειρα των νέων και λιγότερο άλλες ανάγκες και ενδιαφέροντα. Διακινείται η ιδέα ότι η μοναδική αυθεντική αλήθεια μιας χώρας είναι η αισθητική της και όχι λ.χ. η ποιότητα των δρόμων της, η κατάσταση της τεχνικής και επαγγελματικής της εκπαίδευσης ή τα δίκτυα των υποδομών της.
Αυτός ο νεκραναστημένος αριστοκρατισμός μοιάζει να ενισχύεται όσο πιο επισφαλής γίνεται κοινωνικά και οικονομικά η θέση του καλλιτέχνη στο παρόν. Μεταξύ των υποσχέσεών του και των ματαιώσεών του, ο καλλιτεχνικός καπιταλισμός παράγει τις δυσφορίες που τον τρέφουν και τις αρνήσεις που τον αναζωογονούν για λίγο. Θα δούμε πώς θα αναδημιουργηθεί μετά την πανδημία, επουλώνοντας τις πληγές του ή επιδεικνύοντας με ζέση τις καταστροφές του με το ταλέντο που πάντα διέθετε.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.