ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ, στη μακρινή «εποχή του χαλκού» το σούπερ μάρκετ ήταν ένα μέρος όπου πήγαινα σχετικά ανέμελη για να ψωνίσω μουστάρδες, σαλάτες και ζαμπόν Φουαντρέ. Πριν από τον τρομακτικό πληθωρισμό, πριν από την πανδημία και κυρίως πριν γίνω μάνα ενός δίχρονου πια που για άγνωστο λόγο φωνάζει δυνατά «ακορντεόοοοοοοοοον» και τρέχει στους διαδρόμους, λίγο πριν απαιτήσει να φάει επί τόπου φράουλες και «στρογγυλό τυράκι».
Πριν από δέκα μέρες περίπου βρέθηκα στον διάδρομο με τις πάνες. Είδα ότι 48 πάνες κάνουν 30 ευρώ. Πραγματικά σοκαρίστηκα. Η αντίστοιχη τιμή πριν από 2,5 χρόνια ήταν γύρω στα 22 ευρώ.
Πριν από δέκα μέρες περίπου βρέθηκα στον διάδρομο με τις πάνες. Είδα ότι 48 πάνες κάνουν 30 ευρώ. Πραγματικά σοκαρίστηκα. Η αντίστοιχη τιμή πριν από 2,5 χρόνια ήταν γύρω στα 22 ευρώ.
Ξέρω πως για κάποιον που δεν έχει παιδί όλο αυτό μπορεί να ακούγεται κάπως αφηρημένο. Οι πάνες είναι ένας είδος ήδη ακριβό, γι’ αυτό οι περισσότεροι παίρνουν υπερ-συσκευασίες από websites ή ψάχνουν για προσφορές. Κάτι που επίσης μπορεί να μη γνωρίζει κάποιος που δεν έχει παιδί είναι πως ένα μωρό λίγων μηνών μπορεί να χρειάζεται από 10 έως και 15 πάνες την ημέρα. (Το έντερο των μωρών δεν είναι ακόμα ρυθμισμένο ‒ να μια όμορφη πληροφορία! Στην επόμενη στήλη ίσως να βάλω φωτό με χρησιμοποιημένη πάνα από fb γκρουπ με ανήσυχες μανάδες ‒ δεν το βγάζω απ’ το κεφάλι μου, συμβαίνει). Στην αρχή μπορεί να φτάσει κανείς να χρησιμοποιεί και 300 πάνες το μήνα. Μια ματιά στα sites των σούπερ μάρκετ δείχνει πως μια πάνα μπορεί να κοστίζει από 0,22 ευρώ το τεμάχιο έως και 0,54. Το κόστος, λοιπόν, ξεκινάει από τα 70 ευρώ και μπορεί να φτάσει τα 160 ευρώ τον μήνα.
Σε περίπτωση που δεν θηλάζει κιόλας μια μητέρα (όχι, δεν μπορούν και δεν θέλουν όλες να θηλάσουν) θα πρέπει να αγοράζει και βρεφικό γάλα. Αυτό κοστίζει γύρω στα 36 ευρώ την εβδομάδα, ποσό που αντιστοιχεί περίπου σε 3 κουτιά. Για ένα νεογέννητο, λοιπόν, χρειάζεται κανείς, με εξαιρετικά συντηρητικούς υπολογισμούς, 200 ευρώ τον μήνα μόνο για πάνες και γάλα. Στις πάνες η αύξηση υπολογίζεται στο 50% την τελευταία διετία, στο δε γάλα στο 13%.
Καταλαβαίνω πως το να γκρινιάζουμε για τις πάνες και τα γάλατα δεν είναι καθόλου σέξι και επίσης «κλοτσάει» και σε ένα κομμάτι γνήσιας ελληνικής ψωροπερηφάνιας («Τι είσαι, κάνας μίζερος να μετράς τα λεφτά για το γάλα του μωρού και να αγοράζεις φτηνές πάνες»;), αλλά μήπως να συνέλθουμε;
Nαι, έχουμε μάθει για την αύξηση του κοστους των πρώτων υλών, τον πόλεμο στην Ουκρανία και την πανδημία που έχουν προκαλέσει την άνοδο των τιμών. Παρ’ όλα αυτά, όμως, όταν μιλάμε για είδη πρώτης ανάγκης και εφόσον ζούμε σε μια «ελεύθερη αγορά», πράγμα που σημαίνει πως οι τιμές μπορεί να συνεχίσουν να ανεβαίνουν επ’ άπειρον, θα περίμενα κάτι παραπάνω για την ακρίβεια σε βασικά είδη από το καλάθι της νοικοκυράς, το οποίο θυμίζει σύντομο ανέκδοτο: τα πιο φτηνά κρέατα, εισαγόμενα τυριά τίγκα στα συντηρητικά, μικροσκοπικές συσκευασίες, καμία πρόβλεψη για πάνες-βρακάκι για μεγαλύτερα μωρά ή παιδάκια (αυτές, φαίνεται, είναι είδος πολυτελείας).
Η Κύπρος μόλις νομοθέτησε το μηδενικό ΦΠΑ σε βρεφικές και παιδικές τροφές καθώς και στις πάνες αλλά και σε μια σειρά από προϊόντα πρώτης ανάγκης (γάλα, ψωμί, σερβιέτες). Εδώ δεν έχουμε ανάγκη, αλίμονο, ώριμοι άνθρωποι είμαστε, υπεράνω, ας μιλήσουμε λίγο ακόμα για το «ράλι των τιμών» και την «έλλειψη πρώτων υλών». Και μετά ας παροτρύνουμε τις νέες οικογένειες να κάνουν μερικά ακόμα παιδάκια.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.