Η ΠΟΛΥΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΗ ΟΜΙΛΙΑ του Κώστα Καραμανλή στην Ολομέλεια της Βουλής ήταν σε αρκετά διαφορετικό ύφος από εκείνο που είχε όταν κατέθεσε στην Εξεταστική Επιτροπή, στην προηγούμενη εμφάνισή του. Προφανώς, τόσο οι αντιδράσεις που είχε προκαλέσει τότε, αρνούμενος κάθε ουσιαστική ευθύνη πλην της αντικειμενικής, όσο και εκείνα που μεσολάβησαν, αλλά και οι δημοσκοπήσεις που κατέγραψαν ότι η κοινή γνώμη απαιτεί κάθαρση για την τραγωδία των Τεμπών, τον ώθησαν να υιοθετήσει άλλη ρητορική, γνωρίζοντας ότι όλα τα μάτια θα ήταν στραμμένα πάνω του.
Ανέφερε ότι «δεν θα κρυφτεί πίσω από οποιαδήποτε βουλευτική ασυλία» και υποστήριξε ότι από τον Οκτώβριο είχε ζητήσει απ’ όσους τον κατηγορούν να καταθέσουν πρόταση για σύσταση προανακριτικής για τα Τέμπη με συγκεκριμένο κατηγορητήριο. Για τη σύμβαση 717, για το έργο της τηλεδιοίκησης, έριξε την ευθύνη στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ που έπρεπε να την είχε παραδώσει από το 2016 και για τον ρόλο του «ανθρώπινου λάθους» είπε ότι δεν ήταν ένα αλλά πολλά κι αυτό βασίζεται στα στοιχεία που δείχνουν ότι «παραβιάστηκε 7 φορές ο Κανονισμός Λειτουργίας» κάτι που «με βεβαιότητα οδήγησε στην τραγωδία» και «αποτελεί αιτιώδη συνάφεια».
Εκτός από τον Νίκο Ανδρουλάκη, που κατάθεσε την πρόταση δυσπιστίας, και τον Κώστα Καραμανλή, η Ζωή Κωνσταντοπούλου ήταν το πρόσωπο της ημέρας χθες στη Βουλή και αναμφισβήτητα ανήκει στους πρωταγωνιστές της Ολομέλειας.
Επί της ουσίας, η ομιλία του Κώστα Καραμανλή δεν συνεισέφερε κάτι, πλην της προσπάθειας να διορθώσει το αλαζονικό ύφος για το οποίο είχε κατηγορηθεί στην Εξεταστική Επιτροπή και του ότι άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο της προανακριτικής επιτροπής, κάτι που έκαναν κι άλλοι από την κυβερνητική πλειοψηφία, πλην όμως υπό τον όρο να έρθουν στοιχεία γι’ αυτόν – κάτι που αφήνει πολλά περιθώρια ερμηνείας και υπεκφυγής.
Παρότι ο Κώστας Καραμανλής έκανε προσπάθεια να εμφανιστεί πιο ταπεινός αυτήν τη φορά στη Βουλή, τα θερμά χειροκροτήματα που εισέπραξε από τους περισσότερους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας προκάλεσαν την αντίδραση της αντιπολίτευσης, ειδικά του Νίκου Ανδρουλάκη, που κατηγόρησε το κυβερνών κόμμα για «μηδενική ενσυναίσθηση», αναφέροντας ότι ο πρώην υπουργός Μεταφορών δεν θα έπρεπε να είναι καν βουλευτής.
Ονομάστηκε το μέσο
Ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ χθες ονόμασε για πρώτη φορά στη Βουλή την εφημερίδα «Το Πρώτο Θέμα» ως το μέσο που δημοσίευσε το μοντάζ με τις τέσσερις λέξεις από έναν διάλογο που αφορούσε άλλο δρομολόγιο. Το δημοσίευμα εκείνο στη συνέχεια αναπαράχθηκε από τα περισσότερα ΜΜΕ και λίγες μέρες μετά επισημάνθηκε και από την ΕΡΤ ότι δεν ήταν όλες οι συνομιλίες που δημοσιεύθηκαν από το δρομολόγιο του δυστυχήματος, κάτι που ωστόσο δεν αναδείχθηκε.
Η γραμμή της κυβέρνησης
Η γραμμή άμυνας της κυβέρνησης απέναντι στις κατηγορίες ότι χάλκευσε και μόνταρε τους διαλόγους των σιδηροδρομικών για να δώσει έμφαση στο ανθρώπινο λάθος ήταν: α) ότι δεν υπάρχει τίποτα που να συνδέει την κυβέρνηση με αυτό και ούτε η αντιπολίτευση παρουσίασε κάποιο στοιχείο στη Βουλή για να στηρίξει τους ισχυρισμούς της, β) δεν είχε κανένα όφελος να «μοντάρει» έναν διάλογο, καθώς το ανθρώπινο λάθος του σταθμάρχη ήταν ομολογημένο από την πρώτη μέρα γ) το ρεπορτάζ της εφημερίδας «Το Βήμα» ανέδειξε κάτι που είχε γραφτεί και αναφερθεί από πέρσι.
Βεβαίως, εάν στην πορεία προσκομιστούν στοιχεία που να συνδέουν την κυβέρνηση με το μονταρισμένο διάλογο, η γραμμή άμυνας θα καταρρεύσει. Επίσης, η κυβέρνηση φάνηκε ότι δεν περίμενε να δεχθεί επίθεση για (κακές) πρακτικές που ισχύουν διαχρονικά, όπως η διαρροή αποδεικτικού υλικού, θεωρώντας την ανοχή αυτή δεδομένη. Για τον λόγο αυτό, όπως φαίνεται, δεν έχει γίνει καμία ουσιαστική έρευνα, όπως δεν γίνεται σχεδόν ποτέ σε παρόμοιες περιπτώσεις, κάτι που όμως δεν μπορεί να δικαιολογήσει τις παραλείψεις της κυβέρνησης που δεν έκανε κάτι για να βάλει τέλος σε αυτές τις κακές (και παράνομες) πρακτικές.
Πρωταγωνίστρια η Ζωή Κωνσταντοπούλου
Εκτός από τον Νίκο Ανδρουλάκη, που κατάθεσε την πρόταση δυσπιστίας, και τον Κώστα Καραμανλή, η Ζωή Κωνσταντοπούλου ήταν το πρόσωπο της ημέρας χθες στη Βουλή και αναμφισβήτητα ανήκει στους πρωταγωνιστές της Ολομέλειας. Επιτέθηκε όσο κανείς άλλος αρχηγός κόμματος στην κυβέρνηση και κατηγορήθηκε επίσης από τους υπουργούς όσο κανείς για συναισθηματική εκμετάλλευση, επέβαλε την παρουσία της ακόμα και όταν της έκλειναν το μικρόφωνο, μιλούσε στο κοινό της, θυμίζοντας μέρες του 2015, και πιθανότατα θα είναι από τους κερδισμένους μετά το πέρας της διαδικασίας, καθώς οι προσωπικές της παρεμβάσεις επισκίασαν όλα τα άλλα πρόσωπα της αριστερής αντιπολίτευσης.
Πολλοί βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ και της Νέας Αριστεράς, αλλά και του ΠΑΣΟΚ ακόμα, δεν ήταν πολύ άνετοι με τη συμμετοχή του κόμματος της Ζωής Κωνσταντοπούλου στη συμμαχία της πρότασης δυσπιστίας, αλλά δεν μπορούσαν να την εξαιρέσουν, καθώς δεν είχαν καμία δικαιολογία γι’ αυτό. Μερικοί δεν έκρυβαν την ανησυχία τους ότι θα τους επισκίαζε και θα έκλεβε την παράσταση, πράγμα που συνέβη.
Η διαμαρτυρία του Βελόπουλου
Αυτό που δεν ήθελαν με τίποτα στην αντιπολιτευτική συμμαχία της δυσπιστίας, και το απέκλεισαν από την αρχή, ήταν το κόμμα του Κυριάκου Βελόπουλου, παρότι η «Ελληνική Λύση» είχε δηλώσει ότι συμφωνούσε και θα στήριζε την πρόταση. Ο αποκλεισμός της όμως δημιούργησε ενόχληση και τώρα μιλάνε για «δώρο στον Μητσοτάκη», παρότι ο Βελόπουλος δήλωσε ότι θα ψηφίσουν υπέρ. Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της «Ελληνικής Λύσης», Κωνσταντίνος Χήτας, χαρακτήρισε ντροπή τον αποκλεισμό κομμάτων και επιτέθηκε στον Νίκο Ανδρουλάκη: «Οι υπόλοιποι τι είμαστε; Ντροπή στον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να κάνει λόγο για κόμματα του συνταγματικού τόξου».
Επίθεση όμως από την «Ελληνική Λύση» δέχθηκε και ο εκπρόσωπος Τύπου του ΠΑΣΟΚ, Θανάσης Γλαβίνας, επειδή δήλωσε ότι ο Κυριάκος Βελόπουλος δεν στηρίζει την πρόταση δυσπιστίας. Η ανακοίνωση του γραφείου τύπου της «Ελληνικής Λύσης» στην αρχή της εβδομάδας, όταν διαπίστωσαν τον αποκλεισμό τους, έλεγε ότι η πρόταση του ΠΑΣΟΚ δεν έχει κανένα αντίκρισμα, αντιθέτως θα συσπειρώσει τη Νέα Δημοκρατία λίγο πριν από τις εκλογές. Αλλά, «παρ’ όλα αυτά, η Ελληνική Λύση θα στηρίξει την πρόταση, επισημαίνοντας όμως ότι άλλο επικοινωνία και άλλο πολιτική με ουσία».