ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΙΛΟΓΗ ΤΟΥ Κύπριου πρώην επιτρόπου Χρήστου Στυλιανίδη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης επιδιώκει δύο πράγματα, τα οποία πάνω-κάτω είναι τα ίδια που επιδίωκε και με την επιλογή Αποστολάκη, που δεν του βγήκε.
Το ένα είναι να βγάλει τη διαχείριση των φυσικών καταστροφών από την κομματική αντιπαράθεση και να αποφύγει την αντιπολιτευτική κριτική. Μετά την έκταση της φετινής καταστροφής από τις πυρκαγιές και το πολιτικό κόστος που αποτυπώνεται στις δημοσκοπήσεις, ο πρωθυπουργός αποφάσισε ότι χρειαζόταν ένα υπερκομματικό πρόσωπο για να αναλάβει την ευθύνη αυτή.
Στην περίπτωση του κ. Αποστολάκη, η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ θα υπονομευόταν, αφού θα ήταν και «ο δικός τους υπουργός», ενώ στην περίπτωση του Χρ. Στυλιανίδη, αν δεν τα καταφέρει, θα είναι ο «πρώην επίτροπος» που απέτυχε και όχι κάποιο στέλεχος της ΝΔ. Μέχρι να έρθει η ώρα της κρίσης, όμως (και με λίγη καλή τύχη κάποιοι εύχονται να μην έρθει ποτέ), θα διαφημίζεται ως μεγάλη μεταγραφή.
Το άλλο που επιδιώκει ο πρωθυπουργός είναι η πολιτική εξισορρόπηση μετά την υπουργοποίηση του προερχόμενου από την ακροδεξιά Θάνου Πλεύρη, η οποία απογοήτευσε πολλούς. Επιπλέον, σπινάροντας επικοινωνιακά τη μεταγραφή από την Κύπρο, ελπίζει να ξεχαστεί το επικοινωνιακό φιάσκο με τον Αποστολάκη και να αλλάξει για λίγο η ατζέντα.
Ο Χρ. Στυλιανίδης δεν είναι ένας δοκιμασμένος πολιτικός στην πράξη και στα προβλήματα της καθημερινής διαχείρισης, καθώς η γραφειοκρατία των Βρυξελλών είναι όντως κάτι πολύ διαφορετικό, και ούτε την ελληνική διοίκηση γνωρίζει. Οπότε, από την άποψη αυτή η κυβέρνηση παίρνει ένα ρίσκο.
Ο 64χρονος, οδοντίατρος στο επάγγελμα, Χρήστος Στυλιανίδης ωστόσο δεν είναι ένα απολίτικο-υπερκομματικό πρόσωπο. Έχει συγκεκριμένο πολιτικό στίγμα και θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι άλλη μία πολιτική «ανακάλυψη» του Κώστα Σημίτη, που αξιοποιεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Στη νεότητά του, ως φοιτητής τη δεκαετία του ’70, πέρασε για λίγο από την αριστερά, χωρίς να υπάρξει όμως ποτέ σημαίνον στέλεχος. Πολύ αργότερα, το 1995, ίδρυσε την Κίνηση Πολιτικού Εκσυγχρονισμού, κάτι σαν παράρτημα των εκσυγχρονιστών του Σημίτη (με τους οποίους διατηρούσε στενή σχέση) στην Κύπρο. Αυτό ήταν και το όχημά του για να ξεκινήσει την πολιτική του καριέρα, χωρίς να κρύβει τις φιλοδοξίες του και την επιθυμία του να παίξει ενεργό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή.
Το 1998 διορίστηκε κυβερνητικός εκπρόσωπος στην κυβέρνηση του δεξιού Προέδρου της Κύπρου Γλαύκου Κληρίδη. Στις βουλευτικές εκλογές του 2006 εκλέχτηκε βουλευτής με τον κεντροδεξιό Δημοκρατικό Συναγερμό και επανεκλέχθηκε στις βουλευτικές εκλογές του 2011. Το 2013 υποστήριξε τον Νίκο Αναστασιάδη και έγινε κυβερνητικός εκπρόσωπος, μετά ευρωβουλευτής και στη συνέχεια επίτροπος της Κύπρου στην Ε.Ε. για την ανθρωπιστική βοήθεια και τη διαχείριση κρίσεων.
Τον περασμένο Μάιο ο Χρ. Στυλιανίδης ορίστηκε ειδικός σύμβουλος του αντιπροέδρου της Κομισιόν Μαργαρίτη Σχοινά για την «πρόληψη των διακρίσεων, την υποστήριξη προσπαθειών οικοδόμησης της ειρήνης και τις διαθρησκευτικές διαδικασίες».
Το μυστήριο γύρω από τις σχέσεις του με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη
Λέγεται ότι ο ίδιος επιθυμούσε και δεύτερη θητεία στην Κομισιόν, αλλά η επιδείνωση των σχέσεών του με τον Πρόεδρο της Κύπρου τον εμπόδισε. Οι υποστηρικτές του αποδίδουν τις σημερινές κακές σχέσεις με τον Αναστασιάδη σε διαφωνία του για την υπόθεση των χρυσών διαβατηρίων. Στη Λευκωσία, όμως, από κυβερνητικές πηγές λέγεται ότι κάποια πολύ σοβαρά γεγονότα που αφορούν τις θέσεις του κ. Στυλιανίδη για την Τουρκία ήταν αυτά που τον ανάγκασαν να μην τον προτείνει ξανά για επίτροπο.
Ο κ. Στυλιανίδης, ωστόσο, ήταν πολύ κοντά με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη στις θέσεις τους για το κυπριακό, καθώς και οι δύο ήταν υποστηρικτές του Σχεδίου Ανάν. Δεν ήταν, δηλαδή, ποτέ σε αντίθετα στρατόπεδα.
Σήμερα από τη Λευκωσία αφήνονται κάποιες αιχμές, χωρίς όμως να λέγεται τίποτα περισσότερο. Ορισμένοι τις συσχετίζουν και με πρόσφατα γεγονότα και επιθέσεις που δέχεται ο Πρόεδρος της Κύπρου για σχέσεις του δικηγορικού του γραφείου με Ρώσους ολιγάρχες, τις οποίες θεωρούν ότι εκπορεύονται (και) από τις Βρυξέλλες, με σκοπό να τον πιέσουν να συναινέσει σε λύση που ο ίδιος δεν θεωρεί υπέρ της Κύπρου. Οι άνθρωποι αυτοί μιλούν για «πρώην συνεργάτες του που την έφεραν και ασήμαντους που τους έκανε εκείνος σημαντικούς», αλλά δεν είναι γνωστό ούτε ποιους εννοούν ούτε τι έχει συμβεί. Γενικά, υπάρχει αρκετό μυστήριο πίσω από την υπόθεση αυτή, καθώς κανείς δεν μιλάει ανοιχτά και καθαρά.
Πάντως, είναι γνωστό ότι ο κ. Στυλιανίδης ήταν από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές του Σχεδίου Ανάν και είχαν κοινή οπτική με τον Αναστασιάδη, γεγονός που τον έφερε κοντά στον Πρόεδρο, ο οποίος και τον αξιοποίησε, αναδεικνύοντάς τον. Ποτέ δεν έκρυψε τις απόψεις του αυτές, κάθε άλλο μάλιστα, καθώς υπάρχουν και δημοσιεύματα του 2005 τα οποία τον φέρουν να είναι από τους λίγους που είχαν παραδεχτεί δημόσια ότι η πολιτική του κίνηση είχε λάβει και χρήματα για την επικοινωνιακή προώθηση του Σχεδίου Ανάν.
Γενικά, ο Χρ. Στυλιανίδης υπηρετεί με συνέπεια τις πολιτικές του θέσεις και παραμένει αίνιγμα ο λόγος που απομάκρυνε πολιτικά τους δύο άνδρες και έγινε η αιτία να παραμεριστεί ο πρώτος από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Οι πληροφορίες ανέφεραν ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός, έχοντας υπόψη τη λεπτή αυτή ισορροπία που έπρεπε να κρατήσει, ενημέρωσε πριν τον Κύπριο Πρόεδρο, ο οποίος λέγεται ότι του είπε, σε ελεύθερη απόδοση, «κάνε ό, τι θέλεις».
Στο Μαξίμου θεωρούν ότι ο Χρ. Στυλιανίδης είναι μια καλή επιλογή, η οποία αυτήν τη φορά τούς βγήκε, υποστηρίζοντας ότι έχει εμπειρία και τεχνογνωσία. Στη ΝΔ κάποιοι βουλευτές, όπως αναμενόταν, δεν είδαν με καλό μάτι την υπουργοποίηση ενός ακόμα «σημιτικού». Η κριτική που του ασκείται είναι ότι πρόκειται για έναν γραφειοκράτη και όχι πολιτικό της δράσης, που ως επίτροπος υλοποίησε απλώς την πολιτική των Βρυξελλών και με την ίδια λογική θα έπρεπε ο πρωθυπουργός να κάνει και τον Αβραμόπουλο υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, όπως σχολίαζε βουλευτής της ΝΔ.
Σε αντίθεση με την επιλογή Αποστολάκη, ο Χρ. Στυλιανίδης πέρασε επικοινωνιακά όπως ακριβώς σχεδίασε η κυβέρνηση, η οποία αυτήν τη φορά πέτυχε αυτό που ήθελε. Αν θα πετύχει και στην Πολιτική Προστασία θα φανεί αργότερα, καθώς θα εξαρτηθεί από τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις που θα επιχειρηθούν, ώστε να αλλάξουν οι παθογένειες που αναδείχθηκαν.
Οι καλές σχέσεις του νέου υπουργού με τις Βρυξέλλες δεν αρκούν για να σβήνουν οι φωτιές και να προλαμβάνονται οι καταστροφές, ούτε καν η απόκτηση απλώς περισσότερων εναέριων μέσων, όπως αποδείχθηκε φέτος.
Ο Χρ. Στυλιανίδης δεν είναι ένας δοκιμασμένος πολιτικός στην πράξη και στα προβλήματα της καθημερινής διαχείρισης, καθώς η γραφειοκρατία των Βρυξελλών είναι όντως κάτι πολύ διαφορετικό, και ούτε την ελληνική διοίκηση γνωρίζει. Οπότε, από την άποψη αυτή η κυβέρνηση παίρνει ένα ρίσκο. Για την ώρα τής αρκεί το μπάλωμα της επικοινωνιακής ζημιάς και το κλείσιμο, με αυτόν τον τρόπο, από την πλευρά της, του απολογισμού των πυρκαγιών. Τα υπόλοιπα θα κριθούν στην πορεία.