Ένα Σ/Κ στο Ντίσελντορφ με Kraftwerk, αφροβρετανική τέχνη και μια παράσταση της Πίνα Μπάους

ΚΥΡΙΑΚΗ Ένα Σ/Κ στο Ντίσελντορφ με Kraftwerk, αφροβρετανική τέχνη και μια παράσταση της Πίνα Μπάους Facebook Twitter
Ήταν κι η πρώτη φορά που έκανα ένα ταξίδι χωρίς πρόγραμμα, χωρίς να έχω τσεκάρει τι αξίζει να δεις, χωρίς να έχω και όρεξη για πολλά-πολλά, -μετά από μια χιονοθύελλα και χρόνιο περιορισμό λόγω Covid, το μόνο που χρειαζόμουν ήταν άσκοπο περπάτημα και χαζολόγημα.
0

Όλες τις φορές που έχω βρεθεί στο Ντίσελντορφ ήμουν περαστικός. Και βιαστικός. Πάντα έτρεχα από το αεροπλάνο στον σταθμό του τρένου για να προλάβω μια συναυλία ή πήγαινα τρέχοντας στο Βούπερταλ για μια παράσταση της Πίνα Μπάους.

Ήταν η πρώτη φορά που είχαμε μια ολόκληρη μέρα κενή, έτσι κάναμε μια βόλτα στην πόλη, που είναι, όπως πολλές γερμανικές πόλεις, χτισμένη κατά μήκος ενός ποταμού, συγκεκριμένα του Ρήνου. Ήταν και η πρώτη φορά που έκανα ένα ταξίδι χωρίς πρόγραμμα, χωρίς να έχω τσεκάρει τι αξίζει να δεις, χωρίς να έχω και όρεξη για πολλά πολλά – μετά από μια χιονοθύελλα και χρόνιο περιορισμό λόγω Covid, το μόνο που χρειαζόμουν ήταν άσκοπο περπάτημα και χαζολόγημα.

Τις αφίσες που έγραφαν «Kraftwerk» και βρίσκονταν παντού στην πόλη τις είδα από το αεροδρόμιο, αλλά δεν έδωσα σημασία. Έτσι κι αλλιώς το Ντίσελντορφ είναι η πόλη των Kraftwerk, του συγκροτήματος που επηρέασε όσο κανένα άλλο την εξέλιξη του ηλεκτρονικού ήχου, κι αυτό σήμερα μπορεί να το πει κανείς με σιγουριά.

Το 2020, όταν πέθανε από καρκίνο ένας από τους δύο ιδρυτές τους, o Florian Schneider, γράφτηκαν πολλά για τη σημασία που είχε το πρωτοπόρο συγκρότημα στη σύγχρονη μουσική, αλλά όποιος δεν βίωσε την έκρηξη του ηλεκτρονικού ήχου τις δεκαετίες του ’80 και του ’90 δύσκολα θα εκτιμήσει σήμερα την αξία του. Το πιο πιθανό είναι ότι για έναν σημερινό 18χρονο οι Kraftwerk δεν σημαίνουν και πολλά.  

Περνώντας έξω από το Μουσείο Κουνστπαλάστ συνειδητοποιήσαμε ότι οι αφίσες διαφήμιζαν μια έκθεση, και μάλιστα μία από τις καλύτερες εκθέσεις που γίνονται αυτήν τη στιγμή στην Ευρώπη. Στο Ντίσελντορφ ήταν μεγάλο γεγονός, στη Γερμανία γενικά, γιατί είναι η πρώτη φορά που γίνεται μια ανάλογη έκθεση αφιερωμένη στην ιστορία του ηλεκτρονικού ήχου.

Η έκθεση «Electro – From Kraftwerk to techno» για κάποιον που έχει ζήσει την άνθηση της ηλεκτρονικής μουσικής και τις ένδοξες μέρες των πάρτι είναι μια χρονοκάψουλα αναμνήσεων και στιγμών συγκίνησης πάνω στην πίστα. Για τους νεότερους είναι ένας ωραίος τρόπος να δουν συγκεντρωμένη όλη την ιστορία της, αν κάνουν τον κόπο να πάνε μέχρι εκεί (αυτοί που κάνουν ουρές είναι κυρίως άνθρωποι πάνω από 40). 

Η σημασία του συγκροτήματος δεν έχει μειωθεί με τα χρόνια. Η δουλειά διαφορετικών μεταξύ τους ονομάτων που γνωρίζουν τεράστια επιτυχία, όπως οι Daft Punk, ο Jay-Z και οι Coldplay, μουσικοί ήρωες όπως ο David Bowie, καθώς και underground δράσεις, όπως αυτές των Laibach, επιβεβαιώνουν τη μεγάλη διάρκεια των Kraftwerk.  

Η έκθεση που ξεκίνησε το 2020 από το Μουσείο Design του Λονδίνου και γίνεται σε συνεργασία με το Musée de la Musique του Παρισιού συνοψίζει την 100ετή ιστορία της ηλεκτρονικής μουσικής σε περισσότερα από 500 εκθέματα.

Μουσικά όργανα, πρωτόγονες επινοήσεις για παραγωγή ήχου και αντικείμενα που έχουν συνδεθεί με την ηλεκτρονική κουλτούρα (όπως τα κράνη των Daft Punk και του Squarepusher) μέχρι flyers, αφίσες, βίντεο και φωτογραφίες από μια ολόκληρη εποχή, το τετράγωνο βαλιτσάκι με τους δίσκους του Jeff Mills, γραφιστικά, εξώφυλλα δίσκων, όλα όσα δημιούργησαν μια καινούργια γλώσσα και ένα νέο είδος που άλλαξε όχι μόνο τη μουσική αλλά και την αισθητική και την κουλτούρα από τις αρχές των ’80s και μετά.

Kraftwerk Facebook Twitter
Kraftwerk Ralf Robot, 2019 © Kraftwerk Courtesy Sprüth Magers

Στο επίκεντρο όλων αυτών είναι οι Kraftwerk, και δικαιολογημένα, όχι μόνο επειδή ήταν πάντα παιδιά του Ντίσελντορφ (δεν έφυγαν ποτέ από την πόλη), αλλά επειδή είναι το συγκρότημα που έδωσε υπόσταση στην έννοια «φουτουριστική μουσική» και έγινε «μέντορας» για την πρώτη γενιά ποπ μουσικών που δημιούργησε με ηλεκτρονικά όργανα. Το new wave, η πρώιμη synth pop, οι νεορομαντικοί, τα Blitz kids του Λονδίνου, οι OMD, ο David Bowie, ο Gary Numan, οι Visage, οι Depeche Mode, οι Soft Cell, θα είχαν άλλο ήχο αν δεν υπήρχαν οι Kraftwerk, όπως και το αμερικανικό techno. Κάποιοι ίσως να μην υπήρχαν καν.

Ο Juan Atkins και ο Arthur Baker «πάτησαν» πάνω στη μουσική και στα διαγαλαξιακά εφέ των κομματιών των Kraftwerk για να οραματιστούν το μέλλον και ο Afrika Bambaataa έφτιαξε το «Planet Rock», αφού έπαιζε τους δίσκους των Kraftwerk στα block parties. Εκτός όλων των άλλων, οι Kraftwerk έπαιξαν σημαντικό ρόλο και στη δημιουργία του χιπ-χοπ ήχου. Το δηλώνουν οι πρωτεργάτες του σε ηχητικά αποσπάσματα και βίντεο της έκθεσης.  

Για κάποιους μουσικοκριτικούς, όπως ο Mark Fisher, οι Kraftwerk είναι το πιο επιδραστικό συγκρότημα στην ιστορία της ποπ μουσικής. «Πού είναι το αντίστοιχο των Kraftwerk στον εικοστό πρώτο αιώνα;» αναρωτιόταν πριν από μερικά χρόνια, πριν δώσει τέλος στη ζωή του. «Ίσως είναι άδικο να περιμένεις από μια ποπ μπάντα να σου υποδείξει το μέλλον της μουσικής. Οι Kraftwerk, ωστόσο, με την οραματική μουσική τους, το κατάφεραν. Ήταν μουσική χωρίς καθόλου κιθάρες, χωρίς οφειλές στα μπλουζ και, το βασικό, χωρίς frontman για να μπορείς να ταυτιστείς μαζί του» γράφει ο βιογράφος των Kraftwerk, David Buckley.

Οι Kraftwerk «ήταν ένας ολοκληρωτικός θεωρητικός αφανισμός όσων προηγήθηκαν και όλων των αξιωμάτων στα οποία είχε βασιστεί η σύγχρονη ροκ μουσική». 

Kraftwerk Facebook Twitter
Ο Mesias Maiguashca και ο Karlheinz Stockhausen στο στούντιο ηλεκτρονικής μουσικής, WDR Köln, 1971 © Foto: Werner Scholz / Stockhausen-Stiftung für Musik

«Η αισιόδοξη φουτουριστική μουσική που ξεκίνησαν να παράγουν πριν από πάνω από τέσσερις δεκαετίες στο περίφημο στούντιό τους Kling Klang, στην περιοχή με τα κόκκινα φανάρια του Ντίσελντορφ, κατέληξε να είναι το σάουντρακ για το παρόν μας στον εικοστό πρώτο αιώνα» γράφει ο Uwe Schütte στο εξαιρετικό βιβλίο του «Kraftwerk: Future Music from Germany».

«Άνοιξε απλά τα αυτιά σου: η ιδέα της χρήσης μηχανών για τη δημιουργία ηλεκτρονικής μουσικής έχει εντυπωθεί βαθιά στο DNA της σύγχρονης ποπ μουσικής από τη δεκαετία του ’80. Η βρετανική synth-pop, τα χορευτικά είδη μουσικής όπως η techno και το house, η πειραματική electronica και η γιαπωνέζικη bubblegum ποπ έχουν όλες με τον έναν ή τον άλλο τρόπο επηρεαστεί από τους Kraftwerk. Η σημασία του συγκροτήματος δεν έχει μειωθεί με τα χρόνια –η δουλειά διαφορετικών μεταξύ τους ονομάτων που γνωρίζουν τεράστια επιτυχία όπως οι Daft Punk, ο Jay-Z και οι Coldplay, μουσικοί ήρωες όπως ο David Bowie καθώς επίσης και underground δράσεις όπως των Laibach επιβεβαιώνουν την μεγάλη διάρκεια των Kraftwerk.  

Το ερώτημα του Mark Fisher μπορεί έτσι να απαντηθεί, επισημαίνοντας, όμως, ότι δεν υπάρχει ανάγκη για ένα ισοδύναμο των Kraftwerk στο τοπίο της σημερινής μουσικής, επειδή ο ήχος των Kraftwerk είναι πανταχού παρών. Όμως, δεν στόχευε σε αυτό η ερώτησή του. Αυτό που αναρωτιέται είναι γιατί δεν υπάρχουν καθόλου μπάντες και καλλιτέχνες που “σπάνε” εντελώς τους κανόνες, τις συμβάσεις και τα μοτίβα που διέπουν την ποπ μουσική όπως την ξέρουμε. Μουσική η οποία, με το να ακούγεται εντελώς διαφορετική θα αποδείκνυε ότι υπάρχει ενδεχόμενο για την άφιξη κάτι αυθεντικά καινούργιου –κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά. Αντιθέτως, αυτό που μας πουλιέται είναι απλά η επανάληψη, η παραλλαγή και το αναμάσημα όσων ήδη υπάρχουν: μια ξανασυσκευασμένη έκδοση του παρελθόντος.   

Kraftwerk Facebook Twitter
Kraftwerk, Der Katalog– 1 2 3 4 5 6 7 8, Roboter, 3D Konzert, K20, Kunstsammlung NRW, Düsseldorf 2013 © Peter Boettcher Courtesy Sprüth Magers

  

Η εξήγηση είναι απλή: δεν υπάρχει μουσική του μέλλοντος σήμερα, επειδή δεν υπάρχει και μέλλον. Σύμφωνα με τον Fisher, το μέλλον έχει ακυρωθεί. Τον αγώνα για έναν καλύτερο κόσμο πάντα τον καθοδηγούσε η υπόσχεση ότι τα πράγματα θα γίνουν καλύτερα, αυτά που έρχονται. Όταν οι Beatles υποσχέθηκαν μια τέτοια προοπτική το 1967 στο κομμάτι τους “Getting Better”, το εννοούσαν πραγματικά. Το τραγούδι εξέφραζε την οπτιμιστική διάθεση μιας επαναστατικής γενιάς στα τέλη της δεκαετίας του ’60. Μέχρι το τέλος του εικοστού αιώνα αυτές οι μεγάλες προσδοκίες είχαν γίνει πολύ μικρότερες.

Σήμερα, όταν σκεφτόμαστε το αύριο βλέπουμε περισσότερες απειλές από ό,τι ευκαιρίες: από την οικονομική κρίση, την υπερθέρμανση του πλανήτη, την πολιτική δημαγωγία και την διάβρωση των δημοκρατικών αξιών, όλα δείχνουν ότι αυτά που έρχονται δεν είναι και τόσο ρόδινα. Πώς θα μπορούσαμε να φανταστούμε να χτίζουμε ένα καλύτερο μέλλον;  

Η λέξη “φουτουριστικός” έχει χάσει το νόημά της, έχει καταλήξει να σημαίνει ένα συγκεκριμένο στυλ και έχει σταματήσει να αναφέρεται σε ένα μέλλον που περιμένουμε να είναι καλύτερο από το παρόν μας. Ομοίως, το φωτεινό μέλλον που υποσχέθηκαν οι Kraftwerk στα ’70s με τη μουσική τους έχει αποτύχει να πραγματοποιηθεί τον εικοστό πρώτο αιώνα. Ναι, ζούμε σε έναν “computer world” όπως έλεγε και ο τίτλος του άλμπουμ τους του 1981, αλλά όπως επίσης προέβλεψαν, οι κυβερνητικές υπηρεσίες χρησιμοποιούν λάθος τον ψηφιακό κόσμο για να εισβάλλουν στα προσωπικά μας δεδομένα και να καταπατήσουν τα ατομικά μας δικαιώματα.

Επίσης, σήμερα δεν υπάρχει “Europe Endless” όπως πανηγύριζαν στο κομμάτι που άνοιγε το άλμπουμ “Trans-Εurope Express” το 1977, αλλά αντιθέτως, βλέπουμε να αναπτύσσεται μια φοβία για την Ενωμένη Ευρώπη και μεγάλος αριθμός κατοίκων της θέλουν να αποκοπούν από την πολιτική και οικονομική ένωση. Βλέπουμε Brexit». 

Kraftwerk Facebook Twitter
Jean Michel Jarres virtuelles Studio, Ausstellungsansicht, Musée de la musique, Philharmonie de Paris, 2019 © Gil Lefauconnier, Ευγενική παραχώρηση Musée de la musique, Philharmonie de Paris

Οι Ktaftwerk ήταν παιδιά από πλούσιες οικογένειες, την ανώτερη τάξη που δημιούργησε το Wirtchaftswunder (οικονομικό θαύμα) μετά τον πόλεμο, κι από γονείς που επωφελήθηκαν από την τεράστια αυτή οικονομική ανάπτυξη. Αυτή η οικονομική ευχέρεια έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο όταν αποφάσισαν να ξοδέψουν χρήματα για τον πανάκριβο ηλεκτρονικό εξοπλισμό στο στούντιό τους. Με καλές σπουδές και οι δύο και μουσικές γνώσεις, έκαναν πραγματικότητα το όραμά τους για τη δημιουργία γερμανικής κουλτούρας.  

Το 1976, ο Hütter, ένας από τους δύο βασικούς Kraftwerk, ο οποίος μαζί με τον Schneider ξεκίνησε το συγκρότημα, είχε πει: «Υπάρχει μια ολόκληρη γενιά στη Γερμανία ανάμεσα στα τριάντα και τα πενήντα που έχει χάσει την ταυτότητά της. Στην ουσία, δεν είχε ποτέ δική της ταυτότητα. Δεν υπήρξε στα αλήθεια γερμανική κουλτούρα μετά τον πόλεμο. Όλοι έχτιζαν ξανά τα σπίτια τους και αγόραζαν τα μικρά Volskwagen. Στα κλαμπ, όταν ξεκινήσαμε να παίζουμε, δεν άκουγες ούτε έναν γερμανικό δίσκο, άνοιγες το ραδιόφωνο και το μόνο που άκουγες ήταν αγγλο-αμερικάνικη μουσική, πήγαινες στο σινεμά και όλες οι ταινίες ήταν γαλλικές και ιταλικές. Ήταν μια χαρά αυτό, αλλά χρειαζόμασταν την δική μας πολιτιστική ταυτότητα». 

Kraftwerk Facebook Twitter
Η πιο συγκινητική στιγμή είναι όταν, βγαίνοντας από την έκθεση, στην τελευταία αίθουσα που αναβιώνει τις σκηνές από ένα rave party μέσα από techno μουσική και τις φωτογραφίες του Αντρέας Γκούρσκι, σταματάνε μεσήλικες παροπλισμένοι clubbers και χορεύουν μοναχικά, αδιαφορώντας αν τους βλέπουν οι γύρω τους. © Jacob Khrist

Το 1974 ο Ralf Hütter και ο Florian Schneider ρίσκαραν και αποφάσισαν να βάλουν γερμανικούς στίχους στο κομμάτι που άλλαξε τα πάντα: στο “Autobahn”. Αυτή η απόφαση ισοδυναμούσε με πολιτική πράξη: Οι Kraftwerk εκμεταλλεύτηκαν την εθνικότητά τους και την έκαναν πλεονέκτημα, αντί να την κρύψουν κάτω από ένα αγγλο-αμερικάνικο προσωπείο, όπως η πλειονότητα των σύγχρονών τους Γερμανών -οι οποίοι είτε υιοθέτησαν ένα αγγλικό όνομα (Tangerine Dream) ή είχαν αγγλόφωνους τραγουδιστές (Can) ή απλά μιμήθηκαν την αγγλο-αμερικάνικη ποπ μουσική, τραγουδώντας στα Αγγλικά (Faust, Ash Ra Tempel και Birth Control).

Χρησιμοποιώντας τη γλώσσα τους και τιμώντας την εθνική τους ταυτότητα, οι Kraftwerk εξέφραζαν τη διάθεση της μεταπολεμικής γενιάς της Γερμανίας να βγάλει τη γερμανική κουλτούρα από τις σκοτεινές σκιές της πρόσφατης ιστορίας και να προχωρήσει προς το μέλλον. Σε ένα μέλλον που, δεδομένων των μαύρων στιγμών του πρόσφατου παρελθόντος, έπρεπε αναπόφευκτα να είναι πιο φωτεινό.

Έφτιαξαν μουσική με μηχανές, εμπνευσμένη από την εννοιολογική τέχνη, χωρίς να πάρουν στοιχεία από τη δημοφιλή μουσικής της εποχής, αναπτύσσοντας έναν συγκεκριμένο όρο για να περιγράψουν το μουσικό concept τους: «η μουσική μας είναι ηλεκτρονική, αλλά θέλουμε να την σκεφτόμαστε ως έθνικ μουσική από την γερμανική βιομηχανική εποχή –industrielle Volksmusik. Έχει να κάνει με τη γοητεία για όσα βλέπουμε γύρω μας, προσπαθώντας να ενσωματώσουμε το βιομηχανικό περιβάλλον στα κομμάτια μας».      

Στην έκθεση μπορεί κανείς να δει (τρισδιάστατη) και να ακούσει όλη τη μουσική ιστορία των Kraftwerk, μπορεί να δει όμως και πολλούς άλλους οραματιστές και πρωτοπόρους της ηλεκτρονικής μουσικής (από τον ρωσικής καταγωγής συνθέτη Nocolai Obukhov που το 1926 επινόησε το Croix Sonore στο Παρίσι, το θρυλικό στούντιο του Karlheinz Stockhausen στην Κολωνία του 1960, μέχρι το στούντιο του Ζαν Μισέλ Ζαρ και τα μηχανήματα που έφτιαξαν τον ήχο του Detroit τη δεκαετία του ’80, το house και το και το techno, το χιπ χοπ, την electronica των ’90s, μέχρι τα σημερινά προγράμματα δημιουργίας μουσικής). 

Η πιο συγκινητική στιγμή είναι όταν, βγαίνοντας από την έκθεση, στην τελευταία αίθουσα που αναβιώνει τις σκηνές από ένα rave party μέσα από techno μουσική και τις φωτογραφίες του Αντρέας Γκούρσκι, σταματάνε μεσήλικες παροπλισμένοι clubbers και χορεύουν μοναχικά, αδιαφορώντας αν τους βλέπουν οι γύρω τους. Αυτή είναι η πιο μεγάλη επιτυχία της έκθεσης: να σε κάνει να αποχαιρετάς βουρκωμένος έναν ολόκληρο κόσμο που έχει τελειώσει εδώ και καιρό.  

Lynette Yiadom-Boakye Facebook Twitter
Η Lynette Yiadom-Boakye ζωγραφίζει αποκλειστικά μαύρους ανθρώπους, αποκαλύπτοντας με αυτό τον τρόπο την απουσία τους από την απεικόνιση στην ευρωπαϊκή ιστορία της τέχνης.

Μετά το σοκ της έκθεσης στο Μουσείο Κουνστπαλάστ τσεκάραμε τι άλλο παίζει αυτή τη στιγμή στο Ντίσελντορφ –που ζει κι αυτό στη δίνη της επιδημίας και δεν μπορείς να μπεις πουθενά χωρίς έλεγχο. Ανεμβολίαστος δεν μπορείς να χρησιμοποιήσεις ούτε τα μέσα μεταφοράς.

Ακόμα μεγαλύτερη έκπληξη ήταν η αναδρομική έκθεση της Lynette Yiadom-Boakye που είχε στο K20, της Αγγλίδας ζωγράφου με ρίζες από την Γκάνα, η οποία είναι από τις πιο σημαντικές ζωγράφους της σύγχρονης τέχνης. Στην έκθεση που διοργανώνεται σε συνεργασία με την Tate Britain –όπου θα μεταφερθεί από τις 24 Νοεμβρίου- παρουσιάζονται περισσότεροι από πενήντα μεγάλου μεγέθους πίνακές της, που δείχνουν ανθρώπους αφρικάνικης καταγωγής, άντρες και γυναίκες, σε αινιγματικές στιγμές τους, σε απροσδιόριστο χώρο και χρόνο.

Πάντα οι άντρες απεικονίζονται μαζί με άλλους άντρες και οι γυναίκες με άλλες γυναίκες, δεν συνυπάρχουν ποτέ, δεν αποκαλύπτεται ποτέ το όνομά τους και η κατάστασή τους ή ο ρόλος τους στην κοινωνία. Ακόμα και όταν χαμογελούν δεν ξέρεις τι αισθάνονται πραγματικά, είναι προσηλωμένοι στη σχέση με τον διπλανό τους, άνθρωπο ή ζώο, -κυρίως οι άντρες, που κρατούν μια γάτα, έναν παπαγάλο, μια κουκουβάγια ή μια αλεπού. Ο κάθε πίνακας δημιουργεί και διαφορετική διάθεση, η οποία προκύπτει αν παρατηρήσεις προσεκτικά τις εκφράσεις των προσώπων, τις χειρονομίες τους, τα χρώματα, χωρίς όμως να τονίζεται ποτέ το στυλ τους, η μόδα ή η κουλτούρα τους. Κι επίσης οι φιγούρες είναι τοποθετημένες κάπου τυχαία, χωρίς να ορίζεται το πού και το πότε.  

Το ενδιαφέρον είναι ότι κανένα από τα πρόσωπα που έχει ζωγραφίσει η Lynette Yiadom-Boakye δεν είναι αληθινά, δεν υπάρχουν στην πραγματικότητα, επειδή η καλλιτέχνης ζωγραφίζει ανθρώπους που προκύπτουν από διάφορες πηγές, -από βίντεο, φωτογραφίες, ταινίες και σκηνές που βλέπουν στο δρόμο- και την εμπνέουν να φτιάξει ένα έργο. Μπορεί να θυμίζουν κάποιον, αλλά δεν είναι ποτέ κάποιος συγκεκριμένος.

Η Lynette Yiadom-Boakye ζωγραφίζει αποκλειστικά μαύρους ανθρώπους, αποκαλύπτοντας με αυτό τον τρόπο την απουσία τους από την ευρωπαϊκή ιστορία της τέχνης. Και έχει μελετήσει εκτενώς αυτή την ιστορία. Με τους πίνακές της στο μουσείο σύγχρονης τέχνης K20 ξεκινάει έναν διάλογο για την δύναμη της ζωγραφικής στην εποχή μας, τα αρσενικά και τα θηλυκά πρότυπα, και θέτει ερωτήματα για την αντιπροσώπευση, τον ρατσισμό και την πολυπολιτισμικότητα στην σημερινή κοινωνία.

Πέρα από τα μηνύματα, όμως, η έκθεση που έχει τίτλο «Fly in League With The Night», η πρώτη της Yiadom-Boakye, είναι μια καταπληκτική έκθεση και μόνο ως εικόνες. Χωρίς καθόλου επεξηγήσεις και με μία εντυπωσιακή παρουσίαση που δίνει στα έργα άπλετο χώρο, είναι μια εμπειρία που κουβαλάς για μέρες, επειδή σπανίζουν σήμερα οι καλλιτέχνες που κάνουν παραστατική τέχνη.

Η Lynette Yiadom-Boakye εκτός από ζωγράφος είναι και ποιήτρια και συγγραφέας πρόζας. «Γράφω για τα πράγματα που δεν μπορώ να ζωγραφίσω» λέει «και ζωγραφίζω τα πράγματα για τα οποία δεν μπορώ να γράψω». Γι’ αυτό και δεν μιλάει και ποτέ για τα έργα της. 

Lynette Yiadom-Boakye Facebook Twitter
Ο κάθε πίνακας δημιουργεί και διαφορετική διάθεση, η οποία προκύπτει αν παρατηρήσεις προσεκτικά τις εκφράσεις των προσώπων, τις χειρονομίες τους, τα χρώματα, χωρίς όμως να τονίζεται ποτέ το στυλ τους, η μόδα ή η κουλτούρα τους.

Το Σαββατοκύριακο έκλεισε πανηγυρικά, γιατί καμία από τις δύο εκθέσεις δεν ήταν το highlight του διήμερου. Ο λόγος που είχαμε κάνει το ταξίδι ήταν μια παράσταση της Πίνα Μπάους του 1993, που είχε πολλά χρόνια να παιχτεί, τελευταία φορά είχε παρουσιαστεί στην Σαϊτάμα, στην Ιαπωνία, το 1996. Κι ήταν απλά η καλύτερη παράσταση της Πίνα Μπάους που έχω δει ποτέ, από το σκηνικό, με το πλοίο να έχει προσαράξεις στα βράχια μιας αμμώδους παραλίας μέχρι τις σπαρακτικές κινήσεις των χορευτών που προσπαθούν να επιβιώσουν μετά τον όλεθρο.  

Για το πλοίο (στο καταπληκτικό σκηνικό του Peter Pabst, ανακατασκευασμένο όπως ακριβώς το αρχικό) δεν ξέρεις τίποτα, πώς ξέπεσε στα βράχια, αν επιβίωσαν οι επιβάτες του, για ποιο λόγο ταξίδευε, αυτό που καταλαβαίνεις όμως όταν αρχίζει να ξεδιπλώνεται η παράσταση είναι ότι η αμμώδης παραλία (με τόνους άμμου απλωμένους σε όλη την σκηνή) γίνεται το πεδίο δράσης περιστατικών απόγνωσης, μοναξιάς και συλλογικής μνήμης που παρακολουθείς σαστισμένος και δεν θέλεις να τελειώσουν ποτέ. Στο τέλος, εκεί που όλα είναι μαύρα, η ζωή επιστρέφει ξανά στην παραλία, σε μια λούπα χαράς και λύπης. 

Με καταπληκτική μουσική –επιλογές της Πίνα Μπάους, από άριες μέχρι παραδοσιακά κομμάτια από ολόκληρο τον κόσμο- και μια νέα γενιά χορευτών να δίνει την δική του ταυτότητα υπό την καθοδήγηση της Ισραηλινής καλλιτέχνιδας Saar Magal (χορογράφου, σκηνοθέτη και χορεύτριας) σε συνεργασία με τις Julie Anne Stanzak, Barbara Kaufmann and Héléna Pikon από το Tanztheater του Βούπερταλ, ήταν ένα από τα πιο απολαυστικά χορευτικά έργα που έχω δει ποτέ. Και σίγουρα μια κορυφαία στιγμή της Πίνα Μπάους που δεν σταματάει ποτέ να με εντυπωσιάζει κάθε φορά που ανακαλύπτω και ένα άγνωστο για μένα έργο της.  

πινα μπαους Facebook Twitter
Για το πλοίο (στο καταπληκτικό σκηνικό του Peter Pabst, ανακατασκευασμένο όπως ακριβώς το αρχικό) δεν ξέρεις τίποτα, πώς ξέπεσε στα βράχια, αν επιβίωσαν οι επιβάτες του, για ποιο λόγο ταξίδευε...

Στο πρόγραμμα που συνοδεύει την παράσταση ο Βιμ Βέντερς «ανακρίνει» τον Peter Pabst για το σκηνικό-άθλο που κάνει σχεδόν αδύνατη τη μεταφορά της παράστασης σε άλλες σκηνές του κόσμου.

«Δεν θυμάμαι πια τι σκεφτόμασταν εκείνη την εποχή» λέει ο Pabst, «ανάμεσα στα άλλα είχα διαβάσει ένα άρθρο για την Θάλασσα Αράλη. Εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής είχε υποχωρήσει περίπου εξήντα χιλιόμετρα, ωστόσο όλα τα πλοία είχαν μείνει εκεί που ήταν πριν φύγουν τα νερά. Κάποια στιγμή, επιστρέφοντας από ένα ταξίδι στην Ασία, είδα από το αεροπλάνο τη θάλασσα, φαινόταν εντελώς αλλόκοτη και πολύ στενάχωρη, κι αυτό εξέφρασα με το σκηνικό μου.

Το πλοίο στο σχέδιό μου στεκόταν γερμένο σαν να έπλεε σε φουρτουνιασμένη θάλασσα, σαν να το μετακινεί ένα μεγάλο κύμα. Αλλά το κύμα μου ήταν φτιαγμένο από άμμο και το πλοίο παρέμεινε ακίνητο και ήσυχο. Μου άρεσε πολύ αυτό το σχέδιο, παρότι είχα κάποιες αμφιβολίες, κυρίως επειδή ήταν το πιο επικό από όσα σκηνικά είχα σχεδιάσει. Την Πίνα, όμως, την απασχολούσε κάτι άλλο, φοβόταν ότι έμοιαζε πολύ με το σκηνικό του “Ιπτάμενου Ολλανδού”». 

«Ή με το σκηνικό από το "Και το Πλοίο Φεύγει" του Φελίνι». 

«Αυτό δεν νομίζω ότι την ανησυχούσε. Φοβόταν ότι θα μοιάζει με την όπερα του Βάγκνερ. Αγαπώ, όμως, πολύ τα πλοία και μου αρέσει να ταξιδεύω με αυτά, έτσι το μόνο που είπα στην Πίνα είναι “Πίνα, δεν μπορώ να σου πω αν αυτό το σκηνικό θα είναι το κατάλληλο για το έργο σου, μπορώ να σου υποσχεθώ μόνο ένα πράγμα: αν κατασκευάσω ένα πλοίο για σένα, δεν θα μοιάζει καθόλου με τον Ιπτάμενο Ολλανδό!”. Στην πρεμιέρα έλαβα προσφορές από δύο γιατρούς που ενδιαφέρονταν να το αγοράσουν. Ήθελαν το πλοίο μόλις τελείωναν οι παραστάσεις. Έβαλα τα γέλια, γιατί σκεφτόμουν “αχ, και να ξέρατε πώς είναι κάτω από το κατάστρωμα!”». 

Ταξίδια
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

To «Pop corn» (1969), είναι το πιο αναγνωρισμένο και το πιο αγέραστο electro-pop κομμάτι στην ιστορία της μουσικής

Μουσική / To «Pop corn» (1969), είναι το πιο αναγνωρισμένο και το πιο αγέραστο electro-pop κομμάτι στην ιστορία της μουσικής

Ο πρόσφατος θάνατος του ανθρώπου που το έγραψε, του πρωτοπόρου της ηλεκτρονικής Gershon Kingsley, μας δίνει την αφορμή για να θυμηθούμε την ιστορία του
ΦΩΝΤΑΣ ΤΡΟΥΣΑΣ
Ταξίδι στο Κάουνας, την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2022

Ταξίδια / Ταξίδι στο Κάουνας, την Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης για το 2022

Ο Χρήστος Παρίδης μεταφέρει το κλίμα από την πόλη της Λιθουανίας, που είναι πανέτοιμη για μια σειρά εκδηλώσεων, όπου το ντιζάιν και η αρχιτεκτονική θα κατέχουν κεντρικό ρόλο, και για πολλά ακόμα διεθνή καλλιτεχνικά γεγονότα με ηχηρά ονόματα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Kraftwerk: Η μουσική σαν επιστημονική φαντασία

Μουσική / Kraftwerk: Η μουσική σαν επιστημονική φαντασία

Κατάδυση στο μουσικό και τεχνολογικό σύμπαν του γερμανικού γκρουπ που πολλοί συγκρίνουν με τους Beatles, ως προς την επιδραστικότητα, λίγο πριν από την πολυαναμενόμενη εμφάνισή τους στην Αθήνα
ΑΠΟ ΤΗ ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Ταξίδι στην Οξφόρδη, στην πόλη που έχει μόνο νέους

Ταξίδια / Ένα τριήμερο στην Οξφόρδη των βιβλιοθηκών και του φοιτητόκοσμου

Μια ξενάγηση στην παλαιότερη πανεπιστημιούπολη της Αγγλίας, εκεί όπου ο Τόλκιν έγραψε τον «Άρχοντα των Δαχτυλιδιών» αλλά και στις τοποθεσίες όπου γυρίστηκαν οι ταινίες του Χάρι Πότερ.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Η Ζίτσα είναι το τέλειο μέρος για να χτίσεις μια γεμάτη ζωή»

Γειτονιές της Ελλάδας / «Η Ζίτσα είναι το τέλειο μέρος για να χτίσεις μια γεμάτη ζωή»

Ο Κώστας δεν έφυγε ποτέ από τη Ζίτσα, ενώ η Άννα άφησε τη δικηγορία και τη Νέα Υόρκη για να ζήσουν μαζί εκεί, να δουλεύουν τον φούρνο του χωριού, να κάνουν workshops και να φιλοξενούν συναυλίες στη φάρμα τους.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Ο Πέτρος Κέλλας βρήκε τον παράδεισό του στο Περιβόλι Γρεβενών

Γειτονιές της Ελλάδας / Ο Πέτρος βρήκε τον παράδεισό του σε ένα από τα μεγαλύτερα Βλαχοχώρια

Μαζί με τη σύζυγό του μετακόμισαν στην καρδιά της Βάλια Κάλντα, στο Περιβόλι Γρεβενών, που τον χειμώνα μετρά μόλις δέκα μόνιμους κατοίκους – και δεν το μετανιώνουν.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Το Μπουλούκι, ένα περιοδεύον εργαστήριο για τις παραδοσιακές τεχνικές δόμησης, βάζει το δικό του -σημαντικό- λιθαράκι στη διατήρηση της μνήμης και της ζωής στην ορεινή Ήπειρο

Γειτονιές της Ελλάδας / Δύο νέοι αρχιτέκτονες ανακατασκεύασαν τη στέγη ενός σχολείου στα Τζουμέρκα

Το Μπουλούκι, ένα περιοδεύον εργαστήριο για τις παραδοσιακές τεχνικές δόμησης, βάζει το δικό του -σημαντικό- λιθαράκι στη διατήρηση της μνήμης και της ζωής στην ορεινή Ήπειρο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Δοτσικό Γρεβενών

Γειτονιές της Ελλάδας / Πήρε μόλις 5 δευτερόλεπτα στην Εύα για να αποφασίσει να αναλάβει το καφενείο στο Δοτσικό

Μια τριαντάχρονη διοργανώνει τέκνο πάρτι σε ένα καφενείο, σε ένα κυριολεκτικά «αγγελοπουλικό» σκηνικό με έξι μόνιμους κατοίκους στη Βόρεια Πίνδο.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΥΡΙΑΖΗΣ
Στον Σίβα της Κρήτης βρίσκεται ένα από τα πιο ιδιαίτερα καφενεία της Ελλάδας

Ταξίδια / Στον Σίβα της Κρήτης βρίσκεται ένα από τα πιο ιδιαίτερα καφενεία της Ελλάδας

Στο προπολεμικό στέκι του Κώστα Αργυράκη, στην πεδιάδα της Μεσαράς, θα συζητήσεις για τον Νίτσε και τον Καζαντζάκη και θα θαυμάσεις έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου.   
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ