Ένα από τα πράγματα που σίγουρα μάθαμε μέσα στην πανδημία ήταν ότι μπορούμε να δουλέψουμε από παντού. Τα διά ζώσης meetings έγιναν zoom calls, ο χώρος του γραφείου εξαφανίστηκε και ένα λάπτοπ ήταν αρκετό για να είσαι εντάξει στις επαγγελματικές σου υποχρεώσεις.
Εν μέσω παγκόσμιων περιορισμών και με τις ψυχολογικές επιπτώσεις του εγκλεισμού να γίνονται όλο και περισσότερο εμφανείς, δεν ήταν λίγοι εκείνοι που επέλεξαν να γίνουν ψηφιακοί νομάδες. Άνοιγαν την κάμερα ή τον υπολογιστή τους και δούλευαν, κι αυτό μπορούσαν να το κάνουν από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου κι αν επέλεγαν. Την ίδια στιγμή πολλές εταιρείες καθιέρωσαν την εργασία χωρίς φυσική παρουσία, ενώ άλλοι, που το αντικείμενό τους κινούνταν γύρω από την τεχνολογία ή μπορούσε να υλοποιηθεί μέσα από αυτήν, συνέχισαν να λειτουργούν ως ελεύθεροι επαγγελματίες από το νέο τους «σπίτι».
Social media editors, video-creators, copywriters, φωτογράφοι, γραφίστες, μηχανικοί λογισμικών: τα επαγγέλματα που ευνοούν την εξερεύνηση νέων προορισμών με ταυτόχρονη εργασία είναι πολλά και λόγω της πανδημίας φάνηκε ότι μπορούν να γίνουν ακόμη περισσότερα. Τα μαθήματα γιόγκα μπορούν να γίνουν σε μια παραλία του Μεξικού, τα ιδιαίτερα των Αγγλικών μέσα από κάποιο hostel της Βαρκελώνης, μια συνεδρία ενός ψυχολόγου με τον ασθενή του από οποιοδήποτε μέρος προσφέρει το απόλυτο αγαθό για τους digital nomads: σύνδεση στο ίντερνετ. Αυτό είναι στις μέρες μας το χρυσό εισιτήριο για μια σειρά από εμπειρίες που μέχρι πρότινος δεν θα μπορούσες καν να διανοηθείς, μην μπορώντας να ξεμακρύνεις από το σπίτι.
Στην Ελλάδα το θεσμικό πλαίσιο για την προσέλκυση ψηφιακών νομάδων υπάρχει και βασίζεται στην digital nomads visa που προσφέρει δυνατότητα δωδεκάμηνης παραμονής στη χώρα. Τη στιγμή που όλο και περισσότερες χώρες τείνουν να δημιουργούν ευνοϊκές συνθήκες παραμονής για τους ψηφιακούς νομάδες, οι Έλληνες που βγάζουν ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή γίνονται όλο και περισσότεροι.
Η Μαρία Βασλή είναι account manager σε διαφημιστική εταιρεία. Εργαζόταν remotely και πριν από την πανδημία, όμως η κλεισούρα και ο φόβος, εξαιτίας των οποίων δεν έβγαινε από το σπίτι, την έκαναν να κλείσει ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για τη Μαδέρα τον Απρίλιο του 2021.
«Έφυγα για να αλλάξω παραστάσεις, να κάνω κάτι διαφορετικό, να τολμήσω κάτι καινούργιο», λέει. Εκεί έμεινε στο πρώτο χωριό για digital nomads που λειτουργούσε πιλοτικά. Παρά το γεγονός ότι είχε αγχωθεί μήπως δεν της επιτρεπόταν να εργαστεί από απόσταση, χωρίς καθόλου φυσική παρουσία, δεν αντιμετώπισε κάποιο πρόβλημα.
Social media editors, video-creators, copywriters, φωτογράφοι, γραφίστες, μηχανικοί λογισμικών: τα επαγγέλματα που ευνοούν την εξερεύνηση νέων προορισμών με ταυτόχρονη εργασία είναι πολλά και λόγω της πανδημίας φάνηκε ότι μπορούν να γίνουν ακόμη περισσότερα.
«Είπα ότι θα πήγαινα για τρεις εβδομάδες και κατέληξα να μείνω δύο μήνες. Δεν ήθελα να φύγω γιατί περνούσα πολύ ωραία», συμπληρώνει. Έκτοτε η Μαρία επισκέφθηκε πολλές χώρες, δουλεύοντας παράλληλα. Το καλοκαίρι που ακολούθησε το πέρασε στην Ιταλία. Πήγε στη Ρώμη και στη Νάπολη, έκανε road trip μέχρι το Μιλάνο, ενώ πριν από τα Χριστούγεννα επισκέφθηκε το Πράσινο Ακρωτήρι στην Αφρική, όπου και έμεινε μέχρι το τέλος του Ιανουαρίου. Ταξίδεψε στο Βερολίνο και παρά το γεγονός ότι η βάση της είναι η Θεσσαλονίκη, πέρασε μεγάλα διαστήματα και στην Αθήνα.
«Οι εμπειρίες που ξεχωρίζω είναι πάρα πολλές», λέει. «Όλες εκείνες οι στιγμές που περάσαμε με τους υπόλοιπους digital nomads και με το community που φτιάξαμε. Πολύ απλά πράγματα: τα δείπνα όταν μαζευόμασταν ο ένας στο σπίτι του άλλου το βράδυ, οι πεζοπορίες τα Σαββατοκύριακα, το να ξυπνάμε το πρωί πριν από την ανατολή του ήλιου και να ανεβαίνουμε στο βουνό για να τη δούμε.
Πέρα από τα υπέροχα μέρη, λοιπόν, αυτό που κρατάω είναι ότι είχαμε φτιάξει μια παρέα που ήταν σαν οικογένεια. Ήμασταν εκεί ο ένας για τον άλλον και αυτό αντικατέστησε κατά πολύ την πραγματική μας οικογένεια. Ήταν family away from family και home away from home».
Τα πλεονεκτήματα
«Ένας digital nomad μπορεί να δουλεύει είτε ως υπάλληλος, στην περίπτωση που η εταιρεία τού δίνει την ευκαιρία να το κάνει remotely, ή ως freelancer, να έχει τη δική του εταιρεία ή να είναι content creator, να γυρνά τον κόσμο και να δημιουργεί περιεχόμενο σχετικά με τα ταξίδια του ή οτιδήποτε άλλο θέλει. Αυτές είναι οι συχνότερες κατηγορίες.
Τα προτερήματα είναι σαφώς η ευελιξία που έχεις και ότι μπορείς να δουλέψεις απ’ οπουδήποτε εσύ επιλέγεις. Η βάση σου δεν είναι σταθερή, οπότε αν βαρεθείς το μέρος όπου βρίσκεσαι, επιλέγεις να πας κάπου που σου αρέσει περισσότερο.
Είναι διαφορετικό να είσαι κλεισμένος όλη μέρα στο σπίτι σου, να μην μπορείς να δεις κανέναν, και διαφορετικό να είσαι σε ένα μέρος όπου ξυπνάς το πρωί και βλέπεις τον Ατλαντικό Ωκεανό, όπως έκανα εγώ όταν ήμουν στη Μαδέρα ή στο Πράσινο Ακρωτήρι. Το πιο σημαντικό είναι ότι εσύ επιλέγεις τη ζωή σου. Δεν είσαι αναγκασμένος να μείνεις κάπου εξαιτίας μιας δουλειάς ή μιας εταιρείας».
Ο Γιώργος Παπαδημητρίου έφυγε για το εξωτερικό λίγους μήνες αφού τελείωσε τις σπουδές του στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών της Πάτρας τον Αύγουστο του 2018. Έστειλε αιτήσεις σε κλινικές του εξωτερικού για θέσεις πάνω στο αντικείμενό του. Λόγω της μικρής του εμπειρίας θεωρούσε απίθανο να λάβει κάποια θετική απάντηση.
Για να κάνει ακόμα πιο άπιαστο το όνειρο, αποφάσισε να κάνει αιτήσεις μόνο σε ειδυλλιακούς προορισμούς όπως η Σιγκαπούρη, η Ταϊλάνδη και η Μαλαισία. Λίγες ημέρες μετά ήρθε η απρόσμενη απάντηση από μια κλινική νευροανάδρασης στη Μπανγκόκ. Έπρεπε να μετακομίσει μέσα σε λίγες εβδομάδες.
«Αποφάσισα να πάρω το ρίσκο και να ξεκινήσω μια περιπέτεια στο μακρινό αυτό μέρος του πλανήτη. Αφού εργάστηκα σχεδόν έναν χρόνο σε διάφορες πόλεις της Ταϊλάνδης, ένιωσα την ανάγκη να εξερευνήσω τις γειτονικές χώρες. Μπορούσα να οργανώσω τη δουλειά μου από απόσταση μέσω υπολογιστή, επομένως έβαλα το λάπτοπ μου σε ένα σακίδιο και έκλεισα το πρώτο μου εισιτήριο», λέει.
«Επί έναν χρόνο ταξίδευα στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι εμπειρίες μέσα σε αυτό το διάστημα ήταν πολλές και αξέχαστες, κάποιες περιπετειώδεις: μια εβδομάδα διαλογισμού σε απομονωμένο μοναστήρι της Ταϊλάνδη, κολύμπι με φαλαινοκαρχαρίες στις Φιλιππίνες, πολυήμερες πεζοπορίες στα βουνά της Μιανμάρ, περίεργα φαγητά στις αγορές του Βιετνάμ και παραλίες γεμάτες πιθήκους στα νησιά της Μαλαισίας.
Ο ένας χρόνος έγινε δύο και όταν ένιωσα ότι ήθελα κάτι διαφορετικό, αποφάσισα να επισκεφθώ τη Νότια Αμερική. Πέρασα μήνες στο Ρίο ντε Τζανέιρο, γνώρισα τον Ειρηνικό στο Εκουαδόρ, έμαθα σάλσα στην Κολομβία και επισκέφτηκα το κέντρο του κόσμου στον Αμαζόνιο. Σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά συνεχίζω αυτόν τον τρόπο ζωής με το ίδιο πάθος όπως τη πρώτη μέρα που ξεκίνησα να ταξιδεύω».
Η ελληνική νοοτροπία
«Αυτός ο τρόπος ζωής δεν είναι οικείος για τον σύγχρονο Έλληνα. Τα τελευταία χρόνια που ταξιδεύω έχω συναντήσει Έλληνα μόνο μία φορά! Νομίζω πως γι’ αυτό ευθύνεται ο τρόπος σκέψης που αποκτούμε από μικρή ηλικία. Σχολείο, πανεπιστήμιο και γρήγορα σε ένα γραφείο για να χτίσεις τη καριέρα σου. Ίσως και να ταξιδέψεις μερικές εβδομάδες τον χρόνο. Νομίζω ότι ξεχάσαμε πως υπάρχουν κι άλλοι τρόποι.
Οι Έλληνες πάντοτε ήταν φιλοπερίεργοι. Έχτισαν εμπορικούς δρόμους και σχέσεις με ολόκληρο τον κόσμο και έζησαν τη νομαδική ζωή του εξερευνητή, γι’ αυτό και κατάφεραν σπουδαία επιτεύγματα. Άλλες χώρες, όπως η Γερμανία και η Δανία, έχουν χτίσει ένα σύστημα που ωθεί τους νέους να δουλεύουν και παράλληλα να ταξιδεύουν. Ευνοϊκή φορολογία για τους τηλε-απασχολούμενους και επιδοτήσεις σε νέες online εταιρείες είναι μερικά παραδείγματα. Θεωρώ, ωστόσο, ότι τα επόμενα χρόνια η έννοια του ψηφιακού νομάδα θα γίνει οικεία στους Έλληνες, ιδιαίτερα καθώς πολλοί ταξιδιώτες θα επιλέξουν τη χώρα μας ως βάση για την εργασία τους».
Τα τελευταία χρόνια που ταξιδεύει, ο Γιώργος έχει ασχοληθεί με διάφορα αντικείμενα. Δούλεψε από απόσταση και ως μηχανικός για εταιρεία κρυπτονομισμάτων, ενώ συμμετέχει στην κατασκευή και προώθηση διαφόρων ιστοσελίδων και στη διαχείριση καταστημάτων ηλεκτρονικού εμπορίου. Όσο ταξιδεύει, βρίσκει διαφορετικές ασχολίες, π.χ. διδάσκει αγγλικά και υπολογιστές, επιλέγει τον εθελοντισμό.
«Ένας ψηφιακός νομάς μπορεί να κάνει οτιδήποτε, αρκεί να είναι ανεξάρτητος όσον αφορά την τοποθεσία. Στις μέρες μας σχεδόν όλες οι εργασίες μπορούν μεταφερθούν με κάποιον τρόπο online», συμπληρώνει.
Τα skills
Η Μαρία θεωρεί ότι τα βασικά skills που χρειάζεται ένας digital nomad είναι να είναι χαλαρός και έτοιμος να δεχτεί ό,τι έρθει στον δρόμο του.
«Να μην είσαι με το ρολόι στο χέρι και με τη λίστα των πραγμάτων που πρέπει να κάνεις. Κάποιος μπορεί να νομίζει ότι για να γίνεις digital nomad πρέπει να τα έχεις όλα τέλεια και οργανωμένα από πριν. Όχι, αρκεί να έχεις τα βασικά.
Έκλεισα το εισιτήριο για να ταξιδέψω στην Αφρική δέκα μέρες πριν πάω. Δεν είχα βρει σπίτι, ήξερα μόνο τους φίλους μου που θα ήταν εκεί και ήμουν σίγουρη ότι δεν θα είχα κανένα πρόβλημα. Σίγουρα το να γίνεις digital nomad δεν αφορά κάποιον που βαριέται να κουνηθεί, που του αρέσει η ρουτίνα του και δεν θέλει να δοκιμάζει συνεχώς καινούργια πράγματα».
Ο Τάσος Καραντάκος ταξιδεύει και εργάζεται ως digital nomad εδώ και χρόνια. Τον τελευταίο χρόνο έχει περάσει από τη Γουατεμάλα και τις ΗΠΑ, έχει κοιμηθεί πολλές νύχτες σε πάρκινγκ μέσα σε βαν και έχει μάθει ιστορίες ντόπιων στο Μεξικό. Και όλα αυτά τα έχει ζήσει στο τελευταίο του μόλις ταξίδι, μερικούς μήνες μετά την επιστροφή του από μια αντίστοιχη περιπέτεια χωρίς ημερομηνία επιστροφής στην Ασία.
Είναι βιντεογράφος, editor, φωτογράφος και ασχολείται με το μοντάζ. Στα μέρη στα οποία πηγαίνει δεν μετακινείται πολύ. Αυτό του δίνει τη δυνατότητα κάνει networking στην περιοχή όπου έχει εγκατασταθεί.
«Στην Πόλη του Μεξικού πήγα για τρεις μήνες. Εκεί έκατσα και καλλιέργησα επαφές με επιχειρήσεις καφέ, restaurants, ώστε σιγά σιγά να αρχίσω να έχω πελατεία. Αυτό υπάγεται στην κατηγορία location independent, δηλαδή να μην εξαρτάσαι από την τοποθεσία σου», λέει. Αναφορικά με τα skills και το αντικείμενο εργασίας, θεωρεί πως όλα μαθαίνονται.
«Υπάρχουν πάρα πολλά courses πλέον, δεν χρειάζεται να πας σε σχολή για να μάθει κάτι, εγώ έμαθα τα πάντα από το YouTube, online. Δεν ήξερα τίποτα. Ούτε μοντάζ. Θεωρώ ότι τα δύο μεγαλύτερα skills ή qualities, τα οποία αποκτάς στην πορεία, είναι η πειθαρχία και η αυτοπεποίθηση. Θα συμβούν πράγματα και θα πρέπει να μάθεις πώς να τα αντιμετωπίσεις μόνος σου.
Θα πρέπει επίσης να είσαι καλός “πωλητής”, να μιλάς. Γιατί όλα τα δεδομένα της δουλειάς σου προέρχονται από εσένα, είτε από e-mails είτε από κλήσεις, είτε από ενέργειες που κάνεις ο ίδιος. Εσύ ξεκινάς να προσεγγίσεις έναν πελάτη, κανείς δεν προσεγγίζει εσένα. Θα πρέπει να ξέρεις πώς να καταφέρνεις αυτό που θέλεις».
Οι δυσκολίες και η γραφειοκρατία
«Τόσο σ’ εμένα όσο και σε πολλούς φίλους μου νομάδες λείπει το να έχουμε έναν κύκλο. Πολλές φορές με ρωτούν αν μου λείπει η οικογένειά μου. Δεν μπορείς τα έχεις όλα. Αν θες να κερδίσεις κάποια πράγματα, πρέπει να κάνεις κάποιες θυσίες. Ένα αρνητικό είναι επίσης ότι ως ελεύθερος επαγγελματίας πρέπει εσύ να βρεις την πελατεία σου, δεν υπάρχει αφεντικό να σε πληρώνει κάθε μήνα.
Μια μεγάλη δυσκολία είναι και η πειθαρχία. Επειδή δεν δουλεύεις εννιά-πέντε, πρέπει να προγραμματίζεις εσύ τη μέρα σου και να βρίσκεις τον χρόνο να δουλέψεις. Έμενα σε παραλιακή πόλη στο Μεξικό και πολλές φορές που όλοι οι φίλοι μου που ήταν και digital nomads ήθελαν να βγουν, εγώ είχα την πειθαρχία να μείνω μέσα».
Από την πλευρά του ο Γιώργος θεωρεί πως η μοναξιά μερικές φορές αποτελεί ένα ζήτημα που αντιμετωπίζουν πολλοί ψηφιακοί νομάδες. «Ειδικά οι Έλληνες, είμαστε κοινωνικοί και έχουμε συνηθίσει να έχουμε συνεχώς φίλους και οικογένεια γύρω μας. Ωστόσο με τον καιρό μαθαίνεις να εκτιμάς τον χρόνο με τον εαυτό σου και αναγνωρίζεις περισσότερο τα άτομα που βρίσκονται κοντά σου», λέει.
«Η πανδημία έκανε τα ταξίδια αρκετά πιο περίπλοκα», συνεχίζει ο Γιώργος. «Πολλές χώρες είχαν κλειστά σύνορα ή απαιτούσαν κουραστικές γραφειοκρατικές διαδικασίες για να επιτρέψουν την είσοδο. Το θετικό ωστόσο είναι ότι πολλά άτομα ξεκίνησαν να δουλεύουν από το σπίτι. Επομένως η πανδημία έδωσε μεγαλύτερη ώθηση στην εργασία από απόσταση. Στη διάρκειά της πολλοί εργαζόμενοι απ’ όλο τον κόσμο μετανάστευσαν σε χώρες με ήπια μέτρα και έλεγχο, όπως ήταν το Μεξικό».
Ο Τάσος, από τη μεριά του, θεωρεί ότι η πανδημία ώθησε αρκετό κόσμο να φύγει σε άλλα μέρη, όχι όμως από την Ελλάδα.
«Πάρα πολλά παιδιά έφυγαν από την Ευρώπη, την Αμερική, την Αυστραλία, από τον δυτικό κόσμο και έρχονταν στο Μεξικό, έβρισκαν “καταφύγιο” σε αυτό, γιατί ήταν, και συνεχίζει να είναι, από τις λίγες χώρες που ήταν πάντα ανοιχτές. Ήταν ένα μέρος απόδρασης από την πανδημία. Θεωρώ λοιπόν ότι αυτή πυροδότησε ένα κύμα digital nomads αλλά όχι τόσο πολύ από τη χώρα μας».
Η Μαρία θεωρεί ότι η πανδημία έδωσε σε πολλούς την ευκαιρία να φύγουν λόγω του ότι γνώρισαν τη remote εργασία. «Πολλοί άνθρωποι που δούλευαν μέχρι την πανδημία ή και κατά τη διάρκειά της από το σπίτι πήραν την απόφαση να αλλάξουν τη ζωή τους, να ξενοικιάσουν, να πουλήσουν όλα τους τα υπάρχοντα και να φύγουν».
Παρά το γεγονός ότι ο κορωνοϊός έθεσε περιορισμούς σε πολλές χώρες, δημιούργησε και κάποιες καταστάσεις που έκαναν γόνιμο το έδαφος για τους ψηφιακούς νομάδες. «Ο τουρισμός δεν υπήρχε όλο αυτό το διάστημα κι αυτό έκανε πολύ πιο εύκολη τη διαδικασία του ταξιδιού για τους digital nomads, καθώς υπήρχαν πολλά διαθέσιμα καταλύματα σε μειωμένες τιμές. Κάποιες φορές και τα εισιτήρια ίσως ήταν φθηνότερα».
«Αν ταξιδεύεις στην Ευρώπη, δεν υπάρχει κανένας περιορισμός αν θέλεις να μείνεις πέντε-έξι μήνες, γιατί η κυκλοφορία είναι ελεύθερη. Σε χώρες που είναι εκτός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πρέπει να ελέγξεις τις απαιτήσεις για τη visa. Οι περισσότερες χώρες έχουν visa για digital nomads, ωστόσο ακόμα δεν έχει καθιερωθεί παντού. Μπορείς να ταξιδέψεις με την τουριστική βίζα, που στις περισσότερες περιπτώσεις σού δίνει έναν μήνα, ενώ έπειτα μπορείς να ανανεώσεις για άλλους δύο μήνες ή ενενήντα μέρες.
Οπότε αυτό που θα συμβούλευα κάποιον που θέλει να φύγει εκτός Ευρώπης είναι πριν φύγει να ελέγξει πολύ σχολαστικά τις προϋποθέσεις που υπάρχουν για τη visa στη χώρα της επιλογής του. Κατά τα άλλα, θα έλεγα ότι το πιο σημαντικό κριτήριο για να αποφασίσεις σε ποιο μέρος θα πας είναι αν υπάρχει σε αυτό ήδη ένα community με digital nomads. Το να πας σε ένα μέρος όπως η Μαδέρα, που έχει ένα πολύ δυνατό community, ή στο Μπαλί ή στη Λισαβόνα, βοηθάει σίγουρα περισσότερο γιατί υπάρχουν άνθρωποι εκεί που θα σε βοηθήσουν».
Το νόημα της αναζήτησης
«Ξεκίνησα να ταξιδεύω γιατί ένιωθα μέσα μου ένα κενό», θυμάται ο Γιώργος. «Ότι κάτι περισσότερο υπάρχει στη ζωή από το κυνήγι για επιτυχία και χρήματα. Θεώρησα ότι θα έβρισκα την απάντηση κάπου εκεί έξω και αναζήτησα την “αλήθεια” σε μακρινές χώρες.
Με τον καιρό όμως τα ταξίδια μού έδειξαν ότι η ευτυχία είναι μόνο στο χέρι σου και ανεξάρτητη από το πού ή με ποιους βρίσκεσαι. Έμαθα να απολαμβάνω τον χρόνο με τον εαυτό μου και όταν είδα πως μπορώ να αντιμετωπίζω μόνος περίπλοκες καταστάσεις στο εξωτερικό, απέκτησα μεγαλύτερη πίστη στις ικανότητές μου. Έμαθα να παίρνω ευχαρίστηση από τα μικρά πράγματα στη ζωή.
Είμαστε τόσο εγκλωβισμένοι στην καθημερινή ρουτίνα και στο κινητό μας, που δεν μπορούμε πλέον να απολαύσουμε ένα ηλιοβασίλεμα ή έναν περίπατο στη φύση. Όταν έρχεσαι σε επαφή με επιβλητικά φυσικά τοπία νιώθεις μικρός και συνειδητοποιείς τη θέση σου στον κόσμο.
Επίσης, η άμεση επαφή με διαφορετικούς πολιτισμούς σε καθησυχάζει, δείχνοντάς σου πως όλοι οι άνθρωποι έχουμε τις ίδιες ανησυχίες και φόβους. Πως όλοι μας, ανάλογα με την κουλτούρα της χώρας όπου έχουμε γεννηθεί, βλέπουμε τη ζωή με διαφορετικό τρόπο, αλλά κοινός παρονομαστής είναι η ανάγκη μας για ασφαλή, ποιοτική και ελεύθερη ζωή».