Στην καραντίνα, μια περίοδο που είχα φοβερές αϋπνίες, είχα κολλήσει και έβλεπα μια από τις εκπομπές της Μάρθα Στιούαρτ, τη σειρά «Mornings with Martha». Η οικοδέσποινα της μαγειρικής αυτής εκπομπής ήταν σχεδόν αγέλαστη −καμία σχέση με τις καλές, πρόσχαρες μαγείρισσες άλλων εκπομπών−, πολύ χαλαρή, φορούσε ένα ακριβό Cartier ρολόι με λουράκι και είχε μια βαριά, σχεδόν μονότονη, υποβλητική φωνή, κατάλοιπο της πολωνικής καταγωγής της.
Δίπλα της, τοποθετημένα σε δυο σκαμπό, ένα πιο ψηλό, ένα πιο χαμηλό, δυο γαλλικά μπουλντόγκ την κοίταζαν ασάλευτα να κόβει με χειρουργική ακρίβεια ψωμί για αυγοφέτες. Κάποια στιγμή γυρίζει και λέει «Έι! Σκυλιά, περιμένετε τις αυγοφέτες σας;» και συνεχίζει να χτυπάει τα αυγά, ενώ εξηγεί με λίγη σιχασιά ότι τα αδέλφια της μπορούν να φάνε έξι ολόκληρες αυγοφέτες.
Σε ένα άλλο επεισόδιο, μια καλεσμένη της με κάτασπρο αμερικανικό χαμόγελο σχεδόν τρέμει ενώ κρατάει ένα πιατάκι με κέικ και η Στιούαρτ τη διατάζει, την ώρα που πάει να το μετακινήσει, «Όχι ακόμα!». Λίγο αστεία και λίγο τρομακτική, η παρουσία της ήταν μαγνητική. Δεν μπορούσες να σταματήσεις να την κοιτάζεις και ακόμα και κάποιος που δεν είχε σχέση με τη μαγειρική, όπως εγώ, ήθελε να σηκωθεί και να φτιάξει μια συνταγή που δεν θα την κατάφερνε ποτέ αλλά εκείνη την έκανε να φαίνεται απίθανα απλή και εύκολη. Είναι μια συγκλονιστική δασκάλα και δύσκολα αποφεύγεις να μπεις στον πειρασμό να φτιάξεις κάτι από αυτά που παρουσιάζει.
Ο ιστορικός και κοινωνικός αντίκτυπος της Μάρθα Στιούαρτ στους θεσμούς της οικογένειας και της εργασίας, η σχέση της με τις διαστάσεις της φυλής, της τάξης και του φύλου στη συγκρότηση της Αμερικής του ’60 είναι αδιαμφισβήτητη.
Είναι βέβαιο ότι η «απόλυτη Αμερικανίδα της εποχής της», όπως την είχε αποκαλέσει το 1995 το «New York Magazine», η «influencer του αιώνα» πριν εφευρεθεί ο όρος, που έπεισε εκατομμύρια ανθρώπους ότι έναν τρόπο ζωής μπορείς να τον έχεις αν τον φτιάξεις εσύ ο ίδιος, δεν είναι χαριτωμένη. Η μόνη στιγμή που φαίνεται να είναι χαλαρή, οι μόνες στιγμές που έχει πλάκα, είναι με τον φίλο της Σνουπ Ντογκ, μάλλον επειδή γίνεται παθητική καπνίστρια των ατέλειωτων μπάφων του (το ομολογεί στην κοινή τους εμφάνιση σε μια εκπομπή το 2015).
Το τρέιλερ του ντοκιμαντέρ «Martha»
Πριν δω το ντοκιμαντέρ του Netflix «Martha», το οποίο τελικά δεν της άρεσε καθόλου (αν και αυτό είναι αναμενόμενο) −επειδή, όπως λέει, μοιάζει με ηλικιωμένη κυρία (είναι 83 ετών), εμφανίζεται να μην έχει χιούμορ, δεν της αρέσουν οι γωνίες λήψης, ασχολούνται πολύ με τον χρόνο που πέρασε στη φυλακή−, διάβασα διάφορες μελέτες που αναλύουν τη Στιούαρτ «ως κοινωνιολογικό φαινόμενο». Η ίδια φυσικά θα τις επέκρινε, όπως έκανε και με το ντοκιμαντέρ που δεν την αγιογραφεί, το οποίο παρουσιάζει βαθύτερα από όσο θα ήθελε η ίδια τον χαρακτήρα της.
Ο ιστορικός και κοινωνικός αντίκτυπος της Μάρθα Στιούαρτ στους θεσμούς της οικογένειας και της εργασίας, η σχέση της με τις διαστάσεις της φυλής, της τάξης και του φύλου στη συγκρότηση της Αμερικής του ’60 είναι αδιαμφισβήτητη. Εκατομμύρια άνθρωποι βασίζονται στη Στιούαρτ ως πηγή χρήσιμων πληροφοριών για όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής − μαγειρική, φιλοξενία, κηπουρική, ανακαίνιση σπιτιού, συλλογές, οργάνωση, χειροτεχνίες, διακοπές, υγιεινή ζωή και κατοικίδια ζώα. Όλα αυτά συνέβησαν μέσω των μέσων ενημέρωσης. Η Στιούαρτ τα χρησιμοποίησε όσο κανένας άλλος, κερδίζοντας εκατομμύρια, αποθεώνοντας το οικιακό αμερικανικό όνειρο, δημιουργώντας μια ευρύτερη πολιτιστική τάση στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ως περσόνα των μέσων ενημέρωσης και expert σε ό,τι αφορούσε την ποιότητα ζωής. Η ίδια δεν έβαλε ποτέ ποδιά στην κουζίνα (τη σιχαίνεται) και πιστεύει ότι είναι μια μοντέρνα φεμινίστρια η οποία διέλυσε το στερεότυπο της γυναίκας που μένει στο σπίτι. «Μου κάνουν επίθεση επειδή είμαι νοικοκυρά, κάτι που ευτελίζεται διαρκώς», λέει.
Κυνηγώντας την τελειότητα
Η λέξη που ακούγεται πιο πολύ στις εκπομπές της Στιούαρτ είναι «τέλειο». Είναι η πιο επίμονη κυνηγός της τελειότητας, η τελειομανία της δεν έχει όριο. Το χαρακτηριστικό αυτό το κληρονόμησε από τον Πολωνό πατέρα της, που ήταν επίσης ένας κακιασμένος, όπως τον αποκαλεί, και αποτυχημένος τελειομανής, ο οποίος λάτρευε τους κήπους, κάτι που κληροδότησε και στην κόρη του. Από αυτόν προφανώς κληρονόμησε και άλλα χαρακτηριστικά της. Δεν αγαπά τη σπατάλη, τους ανθρώπους που δεν δίνουν σημασία στις λεπτομέρειες, όσους υπερεκτιμούν τις δυνατότητές τους και το κόκκινο χρώμα∙ αν δει κόκκινο λουλούδι στους πελώριους κήπους της, το ξεριζώνει.
Μπορεί πολλοί να την κατηγορούν γι’ αυτή την τελειομανία και την πρόταση ενός ανέφικτου τρόπου ζωής, αλλά είναι εκατομμύρια οι οικοδεσπότες, οι καθημερινοί μάγειρες και οι γκουρμέ γκουρού σε όλο τον κόσμο που την έχουν ως σημείο αναφοράς και πηγή έμπνευσης για τη μαγειρική, τη ζαχαροπλαστική, τις χειροτεχνίες και τη φιλοξενία. Η επιρροή της είναι ασταμάτητη και ακόμα και οι εχθροί της αναγνωρίζουν ότι πρόκειται για έναν ζωντανό θρύλο.
Η Στιούαρτ είναι ένα από τα έξι παιδιά μιας οικογένειας από το Νιου Τζέρσεϊ. Το φαγητό στο τραπέζι δεν ήταν ποτέ άφθονο. Εκείνη και τα αδέλφια της έβαφαν το δωμάτιό τους μόνοι τους, έραβαν τα ρούχα τους∙ οι χειροτεχνίες ήταν καθημερινότητα. Ο πατέρας τους τούς ενστάλαξε την πεποίθηση ότι μπορούν να φτάσουν, αν είναι φιλόδοξοι, πιο ψηλά από όλους τους άλλους. Έτσι η νεαρή Μάρθα ξεκίνησε να κάνει μπέιμπι σίτινγκ αλλά και μόντελινγκ −δεν υπήρξε ποτέ σούπερ μόντελ, αλλά ήταν αρκετά επιτυχημένη− για να φέρει χρήματα στην οικογένεια.
Όταν πήγε στο κολέγιο, ήταν η πιο καλοντυμένη φοιτήτρια. Εκεί γνώρισε έναν φοιτητή του Γέιλ, τον Άντι Στιούαρτ, που ήταν πλούσιος, Εβραίος, ραφιναρισμένος, με American Express και Mercedes. Με τον μετέπειτα επιτυχημένο εκδότη παντρεύτηκαν όταν η Μάρθα έγινε 19 ετών. Έκαναν ταξίδι του μέλιτος στην Ευρώπη και εκεί τής αποκαλύφθηκε ένας νέος κόσμος, η κουζίνα, η αρχιτεκτονική, η ιστορία, οι κήποι. Η επιστροφή του ζευγαριού στην Αμερική του ’60 ήταν ένα χαστούκι: κανένας δεν ήταν σοφιστικέ. Ενώ έγινε μητέρα, ρόλος που δεν της ταίριαζε καθόλου, αποφάσισε να δουλέψει στη Wall Street ως χρηματίστρια, κερδίζοντας περισσότερα από 100.000 δολάρια ετησίως στις αρχές της δεκαετίας του ’70, σε μια εποχή που στο χρηματιστήριο δεν υπήρχαν καν γυναικείες τουαλέτες.
Φιλόδοξη μέχρι την τελευταία ίνα της ύπαρξής της, έφυγε από τον κόσμο του χρήματος πριν από την ύφεση του 1974 και ασχολήθηκε με την ανακαίνιση του σπιτιού που αγόρασαν με τον σύζυγό της στο Lily Pond Lane στο East Hampton, ορμητήριό της μέχρι σήμερα, και με το να φυτέψει χιλιάδες δέντρα. Η εσωτερική τάξη που επέβαλε ήταν σαν μια προσωπική ηθική ενάντια στο χάος που επικρατούσε εκεί έξω.
Ο Άντι Στιούαρτ προφανώς βαρέθηκε να ζει με τη Μάρθα να δίνει εντολές και να εμπορευματοποιεί την προσωπική τους ζωή και ο γάμος τους διαλύθηκε. Αυτή η ιστορία την ενοχλεί ακόμα και σήμερα, στο ντοκιμαντέρ θέλει να προσπεράσει γρήγορα το θέμα και να συζητήσουν κάτι πιο ευχάριστο. Δεν το ξεπέρασε ποτέ ότι μετά από 27 χρόνια ο γάμος της κατέληξε σε ένα σκληρό διαζύγιο το 1990.
Από τα κέτερινγκ που έκανε αρχικά, με έμπνευση από τις νεκρές φύσεις των Ολλανδών ζωγράφων, επεκτάθηκε στη συγγραφή βιβλίων, με ικανότητες που απέκτησε μελετώντας τα βιβλία μαγειρικής της Τζούλια Τσάιλντ για τη γαλλική κουζίνα. Έγραψε πάνω από 70 βιβλία με χειροτεχνίες, συμβουλές lifestyle και τεχνικές μαγειρικής. Όταν χώρισε, είχε ήδη εκδώσει μια σειρά επιτυχημένων βιβλίων, αλλά δεν της έφτανε αυτό το κοινό των 500.000 αναγνωστών. Αν και ήταν βαθιά δυστυχής στην προσωπική της ζωή, πόνταρε σε περισσότερους αναγνώστες και άρχισε να εκδίδει το περιοδικό «Martha Stewart Living», με την ίδια στο εξώφυλλο πάντα και κυκλοφορία που άγγιζε το 1995 τα 1,2 εκατομμύρια αναγνώστες. Το τηλεοπτικό της σόου «Martha Stewart Living», που προβλήθηκε από το 1993 έως το 2004, και το «The Martha Stewart Show», που προβλήθηκε από το 2005 έως το 2012, εκτίναξαν την αναγνωρισιμότητά της.
Ό,τι έκανε τραβούσε την προσοχή, ήταν πρωτότυπο και εκείνη είχε τον τρόπο να ξεζουμίζει αδίστακτα τους συνεργάτες της για να πετύχει το αποτέλεσμα που ήθελε. Μπορεί να έφερε την επανάσταση στο «do it yourself», αλλά όσοι μιλούν στο ντοκιμαντέρ λένε πως όσο περισσότερα ξέρεις γι’ αυτή τόσο λιγότερο τη συμπαθείς.
Η εκκωφαντική πτώση μιας τέλειας οικοδέσποινας
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, η εμπλοκή της σε ένα σκάνδαλο διαρροής πληροφοριών που αφορούσαν τη μετοχή ενός φίλου της την οδήγησε στη φυλακή. Ο εισαγγελέας βρήκε στο πρόσωπό της το τέλειο παράδειγμα τιμωρίας των διασήμων και το τσίρκο στο οποίο μετατράπηκε η όλη διαδικασία στα δικαστήρια ωχριά μπροστά στα ριάλιτι. Ξεκίνησε το κυνήγι της «σκύλας» και η Αμερική παρακολουθούσε την πτώση της και την τιμωρία της «κυρίας τέλειας» σχεδόν με ένοχη απόλαυση. Οδηγήθηκε στη φυλακή, όπου την αποκαλούσαν «M. Diddy», και όταν αποφυλακίστηκε τέθηκε σε αυστηρό κατ’ οίκον περιορισμό. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου η καθαρή της περιουσία, που ήταν πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, δέχτηκε σοβαρό πλήγμα. Το 2005 επανήλθε με το «Martha’s show», αλλά όλα έδειχναν ότι το άστρο της είχε δύσει. Επικεντρώθηκε στο να αναστήσει τις επιχειρήσεις της και έδειχνε να ενδιαφέρεται ελάχιστα για το τι πιστεύει το κοινό γι’ αυτή. Όλοι θυμούνται μια τολμηρή δημοσιογράφο να τη ρωτά σχετικά με τη φυλάκισή της και το σκάνδαλο των μετοχών στη διάρκεια μιας εκπομπής, ενώ εκείνη έκοβε με φονικό βλέμμα και με απάθεια ένα μαρούλι, δίνοντας την εντύπωση ότι ευχαρίστως θα έκοβε τα δάχτυλα της δημοσιογράφου, λέγοντας απότομα «θέλω να συγκεντρωθώ στη σαλάτα μου». Κανένας δεν θα μπορούσε να προσποιηθεί απάθεια εκείνη τη στιγμή, μόνο η Στιούαρτ, που είναι συναισθηματικά απαθής, γι’ αυτό ίσως και τόσο ανθεκτική.
Αλλά δεν είχε πει ακόμα την τελευταία της λέξη. Το 2015 ήταν καλεσμένη μαζί με τους μισούς κορυφαίους κωμικούς της Αμερικής, αληθινά σκληρά καρύδια που δεν της χαρίστηκαν καθόλου, και ράπερς που την κορόιδευαν κατάμουτρα στο «Comedy Central Roast of Justin Bieber». Αφού τους κάρφωσε δημοσίως με την ίδια σκληρότητα που της είχαν δείξει και εκείνοι, έδωσε συμβουλές στον νεαρό σταρ ως πρώην τρόφιμος σωφρονιστικού ιδρύματος, λέγοντάς του «Τζάστιν, δεν θα άντεχες ούτε μια εβδομάδα. Γι’ αυτό πρόσεχε», πριν αναφέρει λεπτομερώς έναν ξεκαρδιστικό οδηγό φυλακής που σίγουρα δεν θα μπορούσε να γραφτεί ποτέ σε κάποιο από τα περιοδικά της. «Τζάστιν, δεν έχεις ιδέα», συνέχισε. «Είμαι σίγουρη ότι είναι υπέροχο να έχεις 60 εκατομμύρια ακόλουθους στο Twitter. Αλλά το μόνο μέρος όπου θα σε ακολουθούν οι άνθρωποι στη φυλακή θα είναι στο ντους». Εκείνη τη βραδιά, με όλο το Χόλιγουντ να κοιτάζει άλαλο μια γυναίκα που θεωρούσε κομψή και πλούσια νοικοκυρά, η Στιούαρτ πήρε την ταυτότητά της πίσω και επανεφηύρε τον εαυτό της.
Η «Μάρθα» είναι σκληρό καρύδι
Η «Big Martha», όπως την αποκαλούν στην οικογένειά της, έχει διεισδύσει σε κάθε σημείο της αμερικανικής αγοράς. Όπως ο Ραλφ Λόρεν και ο Κάλβιν Κλάιν (και τα δύο παιδιά της εργατικής γειτονιάς του Μπρονξ), η γεννημένη στο Νιου Τζέρσεϊ Στιούαρτ έχει χτίσει μια αυτοκρατορία που βασίζεται σε μια ξεχωριστή αντίληψη για το αμερικανικό στυλ. Η αισθητική της είναι παρηγορητική, σχεδόν νοσταλγική, και επιδιώκει να αναδημιουργήσει έναν κόσμο στον οποίο δεν υπήρχαν μείγματα κέικ, φούρνοι μικροκυμάτων, IKEA, μια ζωή που θα μπορούσε να ζήσει κανείς σε οποιοδήποτε αμερικανικό προάστιο αυτήν τη στιγμή, με τη βοήθεια μερικών καλών συνταγών και συμβουλών διακόσμησης.
Το όνομά της είναι από τα ισχυρότερα brands, είναι μια ποπ σταρ, μια Madonna της οικιακής ζωής. Πολλοί την περιγράφουν ως μια αδίστακτη καιροσκόπο που συλλέγει λαθραία ιδέες, τσακίζει τους συνεργάτες της και παρουσιάζει τις συνταγές άλλων μαγείρων ως δικές της.
Η Στιούαρτ είναι μια γυναίκα που δεν επαναπαύεται ποτέ. Κοιμάται 4 ώρες, ξυπνάει από τα χαράματα και αρχίζει να δίνει ακατάπαυστα οδηγίες στους δεκάδες ανθρώπους που έχει στο προσωπικό της. Επαγγελματικά, είναι μια σκληρή και ασυμβίβαστη ανταγωνίστρια. Η κύρια απογοήτευσή της, λέει, είναι ότι «δεν υπάρχει αρκετός χρόνος μέσα στην ημέρα».
Την περιγράφουν ως «Martha Dearest». Μπορεί να ξεσπάσει την οργή της στο πλατό και αμέσως μετά να ενεργοποιήσει τη γοητεία της όταν την τραβάει η κάμερα, είναι μια αληθινή πριμαντόνα. Πιστεύει ότι αξίζει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον γύρω της, γι’ αυτό πολλές φιλίες και συνεργασίες τινάχτηκαν στον αέρα. Ακόμα και ο γάμος της κατέρρευσε, αφού υποτιμούσε και επέκρινε συστηματικά το έτερό της ήμισυ, στο οποίο οφείλει τουλάχιστο την επαφή της με την πολυτελή, άνετη ζωή.
Μέσω της αυτοκρατορίας της από περιοδικά, βιβλία, τηλεοπτικές εκπομπές, καταλόγους, στήλες εφημερίδων, έναν ιστότοπο, ένα ραδιοφωνικό πρόγραμμα και ένα franchise Kmart, προσέγγιζε πάνω από 90 εκατομμύρια ανθρώπους κάθε μήνα στις αρχές του 2000.
Η ασταμάτητη Μάρθα Στιούαρτ, που τον Μάιο του 2023, στα 81 της, εμφανίστηκε στο εξώφυλλο του «Sports Illustrated Swimsuit Issue» ως μοντέλο, φιλοδοξεί να μεγαλώσει ακόμα περισσότερο την περιουσία της, που σήμερα αποτιμάται σε περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια. Η βασίλισσα εξακολουθεί να εργάζεται ασταμάτητα και δεν θα φαινόταν σε κανέναν παράξενο αν ήθελε να γίνει ξανά δισεκατομμυριούχος.