Ο Απειλούμενος Δολοφόνος
Ο René Magritte εμπνεύστηκε το θέμα του πίνακα από ένα από τα πέντε ποιήματα του βέλγου υπερρεαλιστή ποιητή, και φίλου του, Paul Nougé, που φέρουν τον τίτλο "Images peintes" (Ζωγραφισμένες εικόνες).
Υπάρχει στο δωμάτιο, στη μέση λίγων σκόρπιων ρούχων, μία γυναίκα σχεδόν γυμνή, ένα πτώμα σπάνιας διαστροφής.
Αν δεν ήταν η νεκρή αυτή, τίποτα δεν θα διατάραζε ένα μέρος τόσο γαλήνιο. Τα πάντα εκεί αποπνέουν μία χαλαρωτική καθαρότητα : το παστρικό δάπεδο, το τραπέζι με τα λιγοστά αντικείμενα, μια ψηλή ανθοστήλη από σκούρο ξήλο. Και η εσάρπα, έτσι όπως πέφτει μαλακά πάνω στο λαιμό, στον ώμο, πάνω στο παράξενο τραύμα, μας κάνει με λίγη καλή θέληση να φανταστούμε ένα κομμένο κεφάλι.
Πάνω στην ανθοστήλη -ως είθισται- ένας στοχαστικός γάτος κοιτάει το πτώμα.
Με την πλάτη του γυρισμένη στη νεκρή, ένας νεαρός άντρας διακριτικά κομψός και πολύ όμορφος, λίγο σκυμμένος, ελαφρά σκυμμένος πάνω στο ηχείο του φωνογράφου, ακούει.
Ίσως με ένα χαμόγελο στα χείλη.
Στα πόδια του, μια βαλίτσα. Πάνω σε μια καρέκλα, το καπέλο του και το παλτό του.
Πίσω από το περβάζι του παραθύρου, στο βάθος του δωματίου, εξέχουν τέσσερα κεφάλια που κοιτούν τον δολοφόνο.
Στο διάδρομο, από κάθε πλευρά της ορθάνοιχτης πόρτας, προχωρούν δύο άντρες που δεν μπορούν ακόμη να ανακαλύψουν το θέαμα.
Είναι άσχημοι.
Σκυμμένοι, με την πλάτη στον τοίχο.
Ο ένας ξεδιπλώνει ένα μεγάλο δίχτυ, ο άλλος κραδαίνει ένα ρόπαλο.
Όλα αυτά θα φέρουν τον τίτλο : ο απειλούμενος Δολοφόνος.
(Μτφ. Σ.Σ.)