Το όνομα του Λάρι Κλαρκ έχει συνδεθεί με τους χαρακτηρισμούς "προβοκάτορας" και "ηδονοβλεψίας" από την αρχή της καριέρας του. Το φωτογραφικό λεύκωμα Tulsa που εκδόθηκε το 1971 τον έβαλε ηχηρά στον καλλιτεχνικό χάρτη, αφού παρουσίασε με μοναδικό για τα δεδομένα της εποχής ρεαλισμό τις ζωές νεαρών ανθρώπων στην Τούλσα της Οκλαχόμα, τη γενέτειρά του. Ο ίδιος ήταν τζάνκι την περίοδο που τραβούσε τις φωτογραφίες οι οποίες περιλαμβάνουν σεξ, ναρκωτικά και χρήση όπλων, ενώ μερικοί από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες όλων των εποχών έχουν επηρεαστεί από τη συγκεκριμένη δουλειά, ανάμεσα στους οποίους ο Μάρτιν Σκορσέζε με τον Ταξιτζή, ο Φράνσις Φορντ Κόπολα με το Rumble Fish και ο Γκας Βαν Σαντ με το Drugstore Cowboy.
Δεν αντιμετωπίζει τους πρωταγωνιστές του με κριτική διάθεση, κάτι που ενδεχομένως θα τον έκανε αυτόματα παρωχημένο και "παλιό", αλλά ζει μαζί τους, τους προσεγγίζει ενεργά στην καθημερινότητά τους και αναπνέει μέσα από τις συνήθειές τους.
Με το Kids του 1995, το αξέχαστο κινηματογραφικό του ντεμπούτο ο Κλαρκ έγινε παγκοσμίως γνωστός. Η ταινία ακολουθούσε ένα εικοσιτετράωρο από τις ζωές μιας παρέας εφήβων στη Νέα Υόρκη των 90s, παρουσιάζοντας με ωμότητα, στα όρια του μηδενισμού, μια γενιά χωρίς μέλλον, της οποίας η αυτοκαταστροφική πορεία είναι προδιαγεγραμένη στα πρότυπα των λούζερ γονιών τους. Σεξ, ουσίες και ένας serial killer ιός που θέριζε στη μεγάλη του έξαρση, ο HIV, έκαναν το Kids απόλυτα αμφιλεγόμενο, ενώ από εκεί γεννήθηκαν δύο μετέπειτα σταρ, η Κλόε Σεβινί και η Ροζάριο Ντόσον. Το περιοδικό 01 ήταν το πρώτο ελληνικό έντυπο που είχε δημοσιεύσει εκτενές ρεπορτάζ για την ταινία και τον δημιουργό της και όσοι είχαν παρακολουθήσει την πρώτη προβολή της στις Νύχτες Πρεμιέρας εκείνης της χρονιάς θυμούνται μια κατάμεστη αίθουσα στην οποία μπορούσες να "αισθανθείς τη δυσφορία στον αέρα".
Ακολούθησαν κι άλλες, περισσότερο ή λιγότερο επιτυχημένες ταινίες από τον σκηνοθέτη, με σημαντικότερη ίσως το Ken Park του 2002, όπου και πάλι συνεργάστηκε με τον σεναριογράφο του Kids Χάρμονι Κορίν διχάζοντας το κοινό με μια δημιουργία που περιείχε από αληθινές σκηνές σεξ και τρίο, μέχρι έναν ολοκληρωμένο αυνανισμό επί της οθόνης.
Φέτος ο Λάρι Κλαρκ επιστρέφει με τη νέα του δημιουργία, The Smell Of Us, που έκανε την πρεμιέρα της στο πρόσφατο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας. Το ερώτημα που εγείρεται βέβαια εδώ είναι αν έχει κάτι καινούριο να προσθέσει στη σημερινή εποχή, στη γενιά του tumblr και των selfies στο instagram, το βλέμμα του 71χρονου πλέον δημιουργού. Ο διευθυντής του Πανοράματος Ευρωπαϊκου Κινηματογράφου, στο πλαίσιο του οποίου κάνει πρεμιέρα αύριο η ταινία, και παλαίμαχος κριτικός κινηματογράφου, Νίνος Φένεκ Μικελίδης, θεωρεί ότι ακόμα και σήμερα ο Λάρι Κλαρκ έχει κάτι να πει στο κοινό. Αυτό το καταφέρνει γιατί δεν έχει αποσιοποιηθεί ούτε στιγμή από την αγαπημένη του θεματική, τα "δεινά" της εφηβίας και το ξύπνημα της σεξουαλικότητας. Δεν αντιμετωπίζει δηλαδή τους πρωταγωνιστές του με κριτική διάθεση, κάτι που ενδεχομένως θα τον έκανε αυτόματα παρωχημένο και "παλιό", αλλά ζει μαζί τους, τους προσεγγίζει ενεργά στην καθημερινότητά τους και αναπνέει μέσα από τις συνήθειές τους.
Ο Κλαρκ ανήκει φυσικά στο πάνθεον των σκηνοθετών που δημιουργούν για να διχάζουν, πράγμα που κάνει τη δουλειά του αυτομάτως ενδιαφέρουσα, όπως εξηγεί ο κ. Μικελίδης. Ως άλλος Παζολίνι ξεσηκώνει και προκαλεί πάντα συζητήσεις, πάντως σίγουρα δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο. Αυτή τη φορά απομακρύνεται από την αγαπημένη του αμερικανική ήπειρο για χάρη της γαλλικής πρωτεύουσας και καταδύεται στις συνήθειες μιας παρέας σκεϊτάδων που συναντιέται καθημερινά πίσω από το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης για να εξασκηθεί στο αγαπημένο της σπορ, να συζητήσει, να "φτιαχτεί", αγνοώντας το πλήθος των φιλότεχνων που βρίσκεται εκεί. Είναι αχώριστοι και δεμένοι με περίπλοκες οικογενειακές σχέσεις. Η πλήξη, το δέλεαρ του εύκολου χρήματος και η ανωνυμία του διαδικτύου θα παίξουν σημαντικό ρόλο στην καταστροφή του κόσμου τους.
Ο μπολιασμός του καθαρά αμερικανικού πνεύματος που χαρακτηρίζει το έργο του με την ευρωπαϊκή αισθητική προκαλεί μεγάλο ενδιαφέρον, ενώ ο κ. Μικελίδης θεωρεί ότι θα μπορούσε να έχει χρησιμοποιήσει οποιαδήποτε ευρωπαϊκή μητρόπολη για να το πετύχει. Οι αντιδράσεις που έχει προκαλέσει η ταινία ποικίλουν και πάλι από την απόλυτη λατρεία μέχρι την αποστροφή, και οι χαρακτηρισμοί από την "καθαρή τέχνη" μέχρι το "πορνό". To Indiewire έγραψε πως πρόκειται για "μια ταινία τόσο απαίσια που καταφέρνει να ξεπεράσει την αποκρουστικότητα του τίτλου της". To Variety από την άλλη το χαρακτήρισε "γαλλικό Kids, το οποίο ωστόσο δεν πρόκειται να σοκάρει τόσο πολύ παρότι δείχνει πολλά περισσότερα από τον προ εικοσαετίας προκάτοχό του, απλά και μόνο επειδή μας υπενθυμίζει ότι η γενιά του Ίντερνετ μπορεί να κάνει και να δει τα πάντα". To Hollywood Reporter επισήμανε από την άλλη ότι "δυστυχώς οι έφηβοι στις ΗΠΑ σίγουρα δεν θα καταφέρουν να απολαύσουν αυτό το ιμπρεσιονιστικό, ρεαλιστικό και ταυτόχρονα καταθλιπτικό δημιούργημα για τις εμπειρίες της εφηβικής ηλικίας στις μεγάλες πόλεις του 21ου αιώνα, αφού, τα συντηρητικά μυαλά δεν θα επιτρέψουν τη διανομή της ταινίας στη μεγάλη οθόνη".
Info
The Smell Of Us
Τετάρτη 22/10, 8.15 μ.μ. στον κινηματογράφο Άστυ, στο πλαίσιο του 27ου Πανοράματος Ευρωπαϊκού Κινηματογράφου.
σχόλια