Το πρώτο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ της Πάολας Ρεβενιώτη και του Paola Team Documentaries, τα ''Καλιαρντά'', προβλήθηκε χθες βράδυ σε μια κατάμεστη Όπερα 1 του Odeon, στο πλαίσιο του 21ου Διεθνούς Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας που οδεύει προς το τέλος του. Τελευταία στιγμή μπόρεσα να εξασφαλίσω ένα εισιτήριο και να χωθώ στη σκοτεινή αίθουσα με οξυμένη την περιέργεια μου. Όχι μόνο για το θέμα του ντοκιμαντέρ (όλοι το γνωρίζουμε λίγο-πολύ, άλλος από το περίφημο βιβλίο του ανατρεπτικού λαογράφου Ηλία Πετρόπουλου και άλλος από τα ''καλιαρντά του Κολωνακίου'' της Μαλβίνας Κάραλη, όπως εύστοχα σχολίασε μεσ' στην ταινία ο ποιητής George Le Nonce), αλλά κυρίως για την κινηματογραφική δομή του.
Ας το γράψω λοιπόν εξ αρχής: Η Ρεβενιώτη και η ομάδα της έκαναν καλή δουλειά! Έφτιαξαν ένα ωριαίο ντοκιμαντέρ που δεν κάνει καμία ''κοιλιά'' και βασικά δεν έχει ίχνος ''κουλτουριάρικης'' (δε μ'αρέσει καθόλου αυτή η λέξη και τη χρησιμοποιώ χάριν συνεννόησης) επίφασης. Ένα ντοκιμαντέρ που δημιουργήθηκε επίσης από τους κατάλληλους ανθρώπους και που διαφορετικά θα ήταν κάτι άλλο, ενδεχομένως fake και προς τηλεοπτική κατανάλωση. Όπως πολύ σωστά είπε η ίδια η Πάολα στο Q & A με το κοινό, αμέσως μετά το τέλος της προβολής, το όλο project προέκυψε από τη θέληση της να διασώσει ένα γλωσσικό ιδίωμα που αργοπεθαίνει, αφού πλέον ακούγεται μόνο σε συζητήσεις ηλικιωμένων ομοφυλόφιλων πέριξ της Ομόνοιας.
Τα "Καλιαρντά" είναι μια παραγωγή προσεγμένη και ένα ντοκιμαντέρ πολύτιμο που έχει όλα τα εχέγγυα για να μείνει μαζί με το θρυλικό λεξικό του Πετρόπουλου ως οι δύο μοναδικές καταγραφές ενός ευφυέστατου και ευφάνταστου γλωσσικού ιδιώματος.
Η ιστορία των καλιαρντών είναι εντυπωσιακή και η ταινία φροντίζει να μας τη μάθει με το νι και με το σίγμα: Πώς από γλώσσα των απόκληρων του περιθωρίου πέρασαν μέσα σε σύντομο σχετικά χρονικό διάστημα στην καθημερινότητα ανθρώπων της καθορισμένης κοινωνικής ''κανονικότητας'', κάτι παρεμφερές δηλαδή με το ρεμπέτικο που μεταφέρθηκε από τα πειραιώτικα καταγώγια στα σαλόνια, χάνοντας κάπου τη γοητεία του - τη σύνδεση καλιαρντών και ρεμπέτικου επιχειρεί μπροστά στο φακό ο συγγραφέας και τραγουδοποιός Θωμάς Κοροβίνης.
Τα ''Καλιαρντά'' κερδίζουν σε επίπεδο έρευνας, αλλά και μοντάζ! Οι μαρτυρίες των ανθρώπων αλληλοσυμπληρώνονται - από τους ποιητές Ντίνο Χριστιανόπουλο, George Le Nonce, τον σκηνοθέτη Παναγιώτη Ευαγγελίδη, τους συγγραφείς Θανάση Σκρουμπέλο, Θωμά Κοροβίνη μέχρι τη Νανά, εμβληματική τρανς της Θεσσαλονίκης που πέθανε πρόσφατα και τον ακτιβιστή δημοσιογράφο Γιώργο Τσιτιρίδη -, συναρμολογώντας το παζλ μιας γλώσσας που τείνει να χαθεί, κομμάτι κι αυτή της Ελλάδας μιας επίπλαστης κοινωνικής, οικονομικής και τεχνολογικής ευμάρειας.
Το χιούμορ είναι αναπόσπαστο στοιχείο του ντοκιμαντέρ κι εδώ έγκειται η αξία του ως ντοκουμέντο! Χίλιες φορές δηλαδή να ακούμε τον γλωσσολόγο Κώστα Κανάκη να κάνει τη δική του ανάλυση για τα καλιαρντά εν είδει συζήτησης με την Πάολα ή τις ξεκαρδιστικές ιστορίες της Νανάς απ' το νά'χουμε απέναντι, στη μεγάλη οθόνη, κάποιον που απλά θα έδινε ''κύρος'' στο όλο εγχείρημα δίχως όμως να είχε ουδεμία σχέση με την αντισυμβατικότητα του περιθωρίου. Γέλασα πολύ, πραγματικά, με τις ιστορίες της ίδιας της Πάολας για τις δύο ''αδερφές'' - παπάδες που έκαναν στον Πειραιά ολόκληρη λειτουργία στα καλιαρντά ή της Νανάς για μια παλιά τρανς, γνωστή στην πιάτσα ως...KGB, επειδή ψήφιζε ΚΚΕ!
Ενδιαμέσως, για να εμπλουτιστεί το concept και με άλλο υλικό, παρακολουθήσαμε μικρές δραματοποιημένες σκηνές με γκέι αγόρια που εξακολουθούν να ομιλούν τα καλιαρντά στην καθημερινότητα τους. Προβλέψιμο ως εύρημα σκηνοθετικό, αλλά απαραίτητο για να σπάσει η μονοτονία των ''talking heads'' - παρ' όλο που λόγω του θέματος και της απόδοσης του, η μονοτονία αποφεύχθηκε απόλυτα.
Εν κατακλείδι, τα ''Καλιαρντά'' είναι μια παραγωγή προσεγμένη και ένα ντοκιμαντέρ πολύτιμο που έχει όλα τα εχέγγυα για να μείνει μαζί με το θρυλικό λεξικό του Πετρόπουλου ως οι δύο μοναδικές καταγραφές ενός ευφυέστατου και ευφάνταστου γλωσσικού ιδιώματος. Καταγραφές σοβαρές, όμως, όχι με τη λογική του mainstream και του κωστοπούλειου life style, που ουσιαστικά έβαλαν στα καλιαρντά την ταφόπλακα.
Η Πάολα Ρεβενιώτη δήλωσε σε πρόσφατη συνέντευξη της, με τον δικό της τρόπο, πως στην ηλικία που βρίσκεται, πρέπει να κάνει κάτι δημιουργικό ώστε να μη σκουριάσει. Της αξίζουν συγχαρητήρια, λοιπόν, που παραμένει δημιουργική και που αυτή τη χαρά της δημιουργίας θέλει να μοιράζεται μονίμως με τον κόσμο. Η Πάολα και οι κινηματογραφικές της απόπειρες είναι η φωτεινή πλευρά της δύσκολης ζωής σ' αυτή την πόλη, ο πιο γόνιμος οπτιμισμός μετουσιωμένος σε μια φιγούρα - σύμβολο του αθηναϊκού αντεργκράουντ και των δικαιωμάτων της LGBT κοινότητας στην Ελλάδα, όπως και γενικά των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Θα συμβούλευα την ίδια και το team της να μην ''κάψουν'' το συγκεκριμένο ντοκιμαντέρ σε άλλες ''περιφερειακές'' προβολές - παρουσιάσεις του, αλλά να βάλουν πλώρη για τα μεγάλα κινηματογραφικά φεστιβάλ του εξωτερικού.
Βγαίνοντας στην Ακαδημίας έπεσα πάνω στην κριτικό θεάτρου Σωτηρία Ματζίρη, τη γυναίκα του Νίκου Κούνδουρου, που επίσης παρακολούθησε την προβολή. ''Την πάω πολύ αυτή την Πάολα'' μου είπε, ''νομίζω πως θα γινόταν άνετα φίλη μου''.
Υ.Γ. Ποιος είναι αυτός ο Φώτης, ο οποίος κλείνει την ταινία με την κιθάρα του, ερμηνεύοντας σπαρακτικά μία ακουστική μπαλάντα στα καλιαρντά, κάτι μεταξύ Dylan, Phranc και Άσιμου; Ολόκληρο ντοκιμαντέρ θα μπορούσε να γίνει πάνω του!
σχόλια