Στις 21 Φεβρουαρίου του 1996, η Columbia Pictures κυκλοφόρησε, σε περιορισμένο δίκτυο αιθουσών στις ΗΠΑ, μια ταινία περισσότερο για να απαλλαγεί από αυτήν παρά γιατί την πίστευε. Λίγο καιρό πριν, τα test screenings ήταν αποκαρδιωτικά και παρά το μικρό κόστος της (7 εκ. δολάρια), δεν υπάρχουν ουσιαστικές ελπίδες για κέρδη. Όντως, η ταινία φέρνει στα ταμεία περίπου 1 εκατομμύριο, ο σκηνοθέτης της αρχίζει να αμφιβάλλει για το αν μπορεί να είναι όντως σκηνοθέτης, ενώ ο πρωταγωνιστής της είναι έτοιμος να καταταγεί στο στρατό γιατί δεν βλέπει ευοίωνο μέλλον ως ηθοποιός. Η ταινία είναι το Bottle Rocket (ελληνικός τίτλος: Κλέφτες κατά λάθος), ο σκηνοθέτης ο Γουές Άντερσον και ο ηθοποιός ο Όουεν Γουίλσον.
Ο Άντερσον με τον Ουίλσον είχαν γνωριστεί μερικά χρόνια πρίν, στο πανεπιστήμιο του Τέξας, και έγραψαν μαζί το σενάριο της ταινίας, χωρίζοντάς το σε μικρά μέρη. Το πρώτο από αυτά το γύρισαν ως ταινία μικρού μήκους με τον ίδιο τίτλο, η ταινία παίχτηκε σε φεστιβάλ μικρού μήκους στο Ντάλας, εντυπωσίασε κάποιο κόσμο και πήρε τον δρόμο για το Sundance. Εκεί βρέθηκαν οι κατάλληλοι άνθρωποι (μεταξύ των οποίων και ο James L. Brooks), τα άβγαλτα παιδιά πήραν χρήσιμες συμβουλές, βρέθηκαν και οι πόροι για να φτάσουμε στο γύρισμα μιας μεγάλου μήκους ταινίας. Ο Άντερσον έβλεπε την όλη διαδικασία σαν ένα πρότζεκτ εν εξελίξει. Δεν περίμενε να βρει στουντιακή χρηματοδότηση για να ξεκινήσει γυρίσματα, έγραφε και γύριζε σκηνές από το σενάριό του όποτε έβρισκε κάποια χρήματα και έτσι η διάρκεια της ταινίας του συνεχώς μεγάλωνε.
Πέραν του Τζέιμς Κάαν, που βρέθηκε εκεί χάρη στις γνωριμίες των παραγωγών, όχι απλά δεν υπήρχαν άλλα πρωτοκλασάτα ονόματα ηθοποιών, αλλά ουσιαστικά δεν υπήρχαν επαγγελματίες ηθοποιοί. Τα αδέρφια Ουίλσον (Όουεν και Λουκ) δεν είχαν κάποια πιστοποιημένη εκπαίδευση ηθοποιού και μάθαιναν στην πράξη, ενώ η λογική του να παίξει κάποιος που οι δημιουργοί γνώριζαν προσωπικά, επεκτάθηκε και στους μικρότερους ρόλους. Ο Άντερσον και ο Ουίλσον πρότειναν στον ιδιοκτήτη του καφέ που σύχναζαν για χρόνια να παίξει έναν μικρό ρόλο και έτσι ο Κούμαρ Παλλάνα, που αργότερα έγινε καλτ σύμβολο των ταινιών του Άντερσον, βρέθηκε να παίζει σε κινηματογραφική ταινία, 44 χρόνια μετά από ένα μικρό πέρασμα που είχε κάνει στο Viva Zapata του Καζάν.
Το 2000, ο Μάρτιν Σκορσέζε, σε μια παρουσίαση των 10 καλύτερων ταινιών της δεκαετίας του 90, τοποθετεί μέσα σ' αυτές το Bottle Rocket λέγοντας πως το είδε χωρίς να γνωρίζει τίποτα γι΄αυτό και το θεώρησε ό,τι πιο φρέσκο είχε δώσει το αμερικανικό ανεξάρτητο σινεμά εκείνης της περιόδου
Βλεποντας κάποιος το φιλμ σήμερα, μπορεί να βρει αρκετά σημεία που το συνδέουν με τη μετέπειτα φιλμογραφία του Άντερσον. Ήρωες που μοιάζουν εύποροι, προσπαθούν να παλέψουν με τους δαίμονές και τα προβλήματά τους και χτίζουν σιγά σιγά την αυτοπεποίθησή τους. Εδώ, μια ομάδα τριών φίλων προσπαθούν να πείσουν πρώτα τους εαυτούς τους και μετά το πρώην αφεντικό του ενός πως έχουν γίνει επιδέξιοι ληστές, ενώ η συμπεριφορά και η ηθική τους μοιάζει τελείως ξένη με τον κόσμο που θέλουν να μπλέξουν. Η ιστορία έχει μια δόση αυτοαναφορικότητας για τους δημιουργούς, που προσπαθούσαν κι αυτοί να βουτήξουν στα βαθειά νερά του αμερικανικού σινεμά χωρίς να έχουν κάποια προηγούμενη εμπειρία. Πέρα από το περιεχόμενο όμως, πρωτοβλέπουμε την χρήση slow motion σε κομβική σκηνή του φινάλε, αλλά και τη σημασία που έχουν συγκεκριμμένα pop τραγούδια μέσα στην αφήγηση.
Παρά την εμπορική αποτυχία, η αντιμετώπιση από την κριτική ήταν θετική και οι Ουίλσον με Άντερσον συνέχισαν να γράφουν μαζί. Δυο χρόνια αργότερα παρουσίασαν το Rushmore – την, κατά τον γράφοντα, καλύτερη ταινία του Άντερσον ως σήμερα – το οποίο και εκτίναξε τις καριέρες και των τριών. Το 2000, ο Μάρτιν Σκορσέζε, σε μια παρουσίαση των 10 καλύτερων ταινιών της δεκαετίας του 90, τοποθετεί μέσα σ’ αυτές το Bottle Rocket λέγοντας πως το είδε χωρίς να γνωρίζει τίποτα γι΄αυτό και το θεώρησε ό,τι πιο φρέσκο είχε δώσει το αμερικανικό ανεξάρτητο σινεμά εκείνης της περιόδου. Η ταινία φυσικά, λόγω της κουτσουρεμένης καριέρας της, δεν προβλήθηκε στην Ελλάδα και έπρεπε να περιμένουμε ως το 2004 για την κυκλοφορία της σε DVD.
σχόλια