O Solmeister (προφέρεται Σολ-μάιστερ) δεν είναι ο καλύτερος ράπερ που μπορείς να πετύχεις στην Ελλάδα. Σίγουρα, όμως, είναι από τις πιο ενδιαφέρουσες περιπτώσεις νέου δημιουργού που ξέρει ακριβώς τι είναι αυτό που κάνει.
Έχει υπόβαθρο, έχει concept, κάνει μια μουσική μείξη από ροκ, ποπ πανκ και αγνό emo (τότε που ήταν στις καλές μέρες του) με βασικό μοτίβο το χιπ-χοπ και πάνω σε αυτά διηγείται ιστορίες εμπνευσμένες από δικές του εμπειρίες.
Ο Μανώλης Σολιδάκης (αυτό είναι το όνομά του) γράφει πολύ και συνεχώς. Γράφει μουσική, γράφει στο Tumblr του δίνοντας συμβουλές στα πιτσιρίκια που τον θεωρούν δικό τους άνθρωπο και του ανοίγουν την ψυχή τους, οι στίχοι των κομματιών του αποτελούν μικρά διηγήματα και πρόσφατα έγραψε και μια νουβέλα με τίτλο Εγχειρίδιο επιβίωσης για τους κοινωνικά ανασφαλείς πάνω στην οποία έστησε ολόκληρο live με τρομερή ανταπόκριση από το κοινό του. Και είναι ίσως ο μοναδικός emo ράπερ που μπορείς να βρεις στην Αθήνα.
Ξέρεις τι λείπει από την Ελλάδα; Ένας Kendrick Lamar. Λείπει κάποιος που θα παίξει με τον ήχο του σήμερα, αλλά με sensibility, του στυλ «ξέρω ότι αυτό που κάνω είναι και τέχνη». Δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχει αυτή η αντίληψη ότι ένας ραπάς δεν μπορεί να είναι και conscious.
Στο ραντεβού έρχεται ένα παιδί μετρημένο, ντυμένο στα μαύρα, με μια εμφάνιση που θυμίζει τους emo που κάθονταν με τις ώρες στην πλατεία Συντάγματος πριν από μερικά χρόνια και καθόλου τον ράπερ που έχεις συνήθως στο μυαλό σου.
Τον ρωτάω πώς κάποιος που είναι γέννημα-θρέμμα Μαρουσιώτης με καταγωγή από την Κρήτη δεν ασχολήθηκε με τη ροκ και άρχισε να κάνει χιπ χοπ από τόσο νεαρή ηλικία.
«Είναι ένα πολύ ευαίσθητο μείγμα η μουσική με την οποία μεγάλωσα», λέει, «γιατί ο πατέρας μου άκουγε χιπ-χοπ αμερικανικό, φάση φανκ, De La Soul, και η μάνα μου καψουροτράγουδα ελληνικά, οπότε νομίζω ότι κάπως έχει βρει το δρόμο του όλο αυτό στη δική μου μουσική. Ήταν και ροκάς ο πατέρας μου, της περιφερειακής σκηνής, πανκ, χιπ-χοπ και ό,τι άλλο βάραγε. Κι επειδή πάντα υπάρχει το στοιχείο της επανάστασης, λογικά δεν θα έπρεπε να ακούω τη μουσική που άκουγε ο πατέρας σου.
»Ο βασικός λόγος, όμως, για τον οποίο ακολούθησα το χιπ-χοπ και δεν το απέρριψα είναι ότι στο ιδιωτικό σχολείο όπου πήγαινα, στον Δούκα, ένιωθα ούτως ή άλλως εξωγήινος, οπότε το να μπορώ να φοράω φαρδιά ή να είμαι ο μόνος που άκουγε χιπ-χοπ μου έδινε κάτι έξτρα.
»Για τη δική μου γενιά και την προηγούμενη το χιπ-χοπ ήταν de facto υποκουλτούρα επανάστασης. Και ήταν πολύ σημαντικότερο το ότι αποτελούσε κουλτούρα γιατί είχε τα πάντα, από ενδυματολογικό κώδικα, μουσική και λίγη slang, η οποία έγινε πολύ slang στη συνέχεια».
— Τι παιδί ήσουν στο σχολείο;
Ήμουν χοντρό παιδί αρχικά, κάτι που δεν βοηθούσε πάρα πολύ, γενικά. Είμαι αμυντικά κοινωνικός, όταν δηλαδή μου είπες «να βρεθούμε στο γραφείο», εγώ σκέφτηκα «γιατί δεν μου έδωσε ραντεβού σε ένα καφέ, να δω τον ίδιο και να μη χρειαστεί να τον ζητήσω, και πώς να τον ζητήσω, με το όνομά του ή ως Μ. Hulot;».
Για όλο αυτό το πράγμα κάνω 15 πρόβες από μέσα μου κι όταν φτάσω στο ραντεβού, ο άλλος βλέπει ως έναν επί το πλείστον νορμάλ άνθρωπο, γιατί δεν έχει δει την πρόβα. Υπάρχουν και άνθρωποι που δεν τους νοιάζει, η αγένεια, ως ένα σημείο, είναι η καλύτερη μορφή ειλικρίνειας, από την άποψη ότι ο άλλος δείχνει ή ότι δεν έχει συνείδηση ή ότι είναι απλώς αδιάφορος για το τι θα συμβεί.
Δεν ξέρω τι είναι χειρότερο από τα δύο, αλλά εμένα με τρώει φοβερά αυτό και ήμουν από μικρός έτσι. Ανέπτυξα χιούμορ, όπως τα περισσότερα άτομα σαν κι εμένα, με αποτέλεσμα να υπάρχει κόσμος που ήθελε να κάνουμε παρέα, αλλά επειδή όλοι οι φίλοι μου έχουν φύγει στο εξωτερικό και ο PaK, ο κολλητός μου, μετακόμισε στη Γερμανία, έχω βρεθεί χωρίς φίλους και όταν με προσεγγίσει ο άλλος δεν ξέρω τι να κάνω, παρόλο που πιθανότατα θα κάνουμε μια χαρά παρέα.
Η μουσική ήταν ένας από τους καλύτερους τρόπους να μπορώ να είμαι ο εαυτός μου, γιατί αν ο άλλος έχει ακούσει τα κομμάτια μου, ξέρει περίπου τι να περιμένει, άρα δεν χρειάζεται να κάνω πρόλογο. Αν με έχει γνωρίσει ως Solmeister, είναι μικρές οι διαφορές απ' τον Μανώλη, άρα έχουμε ένα common ground για να συζητήσουμε. Μετά από πέντε συζητήσεις θα έχουμε γίνει φίλοι. Δεν ήταν συνειδητή κίνηση.
Επειδή δεν είχα να τα πω κάπου, έλεγα «θα γράψω ένα τραγούδι». Μου ήταν εύκολο το χιπ-χοπ και από ένα σημείο κι ύστερα συνειδητοποίησα ότι αυτό ήταν ένα πράγμα που έκανα επειδή δεν ήξερα τι άλλο να κάνω. Πολλές φορές έχω φτάσει στο σημείο να μου συμβεί κάτι άσχημο, να στενοχωρηθώ και να πω «δεν θα γράψω τραγούδι, θα το αντιμετωπίσω αλλιώς», και να συνειδητοποιήσω ότι δεν ξέρω να το αντιμετωπίσω αλλιώς.
Ρωτάω τους ανθρώπους που γνωρίζω «όταν είσαι down τι κάνεις;». Έχω ακούσει διάφορα, από το να πίνουν ουσίες μέχρι να βγαίνουν έξω, οπότε έχω καταλήξει: μάλλον θα παραμείνω στο να γράφω κανένα τραγούδι. Αυτό μετά βρήκε έκφραση σε βιβλίο. Πρέπει να πω ότι έχω σπουδάσει κινηματογράφο, οπότε το να δημιουργώ ιστορίες ήταν πάντα ένα πάθος για μένα.
— Το χιπ-χοπ είναι το κυρίαρχο είδος αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα. Μπορεί να μην το αντιλαμβάνεται όλος ο κόσμος, αλλά είναι το είδος που ακούν οι έφηβοι στην πλειονότητά τους και εξακολουθούν να το ακούν οι περισσότεροι που έζησαν την πρώτη φάση του στην Ελλάδα. Εσύ πώς τα βλέπεις αυτήν τη στιγμή τα πράγματα;
Εμείς το ζήσαμε κι εγώ, έχοντας σπουδάσει στο εξωτερικό, είδα ότι το χιπ-χοπ στην Ελλάδα είναι η de facto νεανική κουλτούρα από τα μέσα των '00s, όταν συνδέθηκε πολύ με το γκράφιτι. Παλιότερα ήταν περισσότερο υποκουλτούρα.
Πάντως, όταν βλέπεις ότι όλες οι μεγάλες εταιρείες το έχουν υιοθετήσει, σε καμία περίπτωση δεν είναι υποκουλτούρα πλέον. Είναι πολύ ενδιαφέρον point η κυριαρχία του, διότι η Ελλάδα ήταν το τελευταίο μεγάλο οχυρό που έπεσε όσον αφορά το θέμα του εκμοντερνισμού του ήχου.
Δηλαδή, στην Ελλάδα, το 2012, όταν στην Αμερική άκουγες Drake, ακόμα έβρισκες τον ήχο του '90 και έβλεπες τον Sink, που ήταν ο περίγελος. Tώρα, επειδή ήρθε κι εδώ ως μόδα, ξαφνικά αυτό το πράγμα έγινε mainstream, με τους ίδιους τους καλλιτέχνες όμως να αυτοχαρακτηρίζονται underground και να υπάρχει μία μεγάλη σύγχυση, ειδικά στην πιτσιρικαρία, για το τι είναι τελικά underground και τι mainstream.
Για μένα, εκεί που έχει αρχίσει να χάνει έδαφος το χιπ-χοπ είναι ότι πλέον δεν είναι «ψαγμένο» το να το ακούς ‒ και για τους πιο core φανατικούς τυπάδες που ακούγαμε εμείς το 2008 ήταν μεγάλο selling point το ότι μέσα από αυτό θα ήμασταν μοναδικοί.
Έτσι κι αλλιώς, το κοινωνικό μας πλαίσιο εκείνη την εποχή, το σχολείο, μας είχε φτύσει, οπότε ήταν ο τρόπος μας να το φτύσουμε κι εμείς, ο τρόπος μας να πούμε: «Οk, μας θέλετε στην απέξω; E, είμαστε οι απ' έξω κι αυτή είναι η μουσική μας».
Αυτήν τη στιγμή, με τη σύνθεση που υπάρχει, δηλαδή τυπάδες που είναι faux από κάθε άποψη που σου λένε «εμείς είμαστε οι απέξω», δημιουργείς μια σύγχυση που δεν ξέρω για πόσο θα κρατήσει.
Solmeister: Το Βράδυ Εκείνο Έβρεχε Κρύσταλλα
— Aπό μουσικής άποψης, από την άλλη, είναι η καλύτερη εποχή που έχει υπάρξει ποτέ για το ελληνικό χιπ-χοπ.
Αυτό το σέβομαι. Αν τις συγκρίνεις με την εποχή του DIY, όταν έκανα στο σπίτι μου παραγωγές με μπλιμπλίκια, οι παραγωγές τώρα είναι πραγματικά φοβερές.
Είναι και διαφορετικό το entry level από πριν, ξεκινάς εύκολα και μπορείς πολύ γρήγορα, μέσω του YouTube ή κάποιας άλλης πλατφόρμας, να φτάσεις σε ένα πολύ αξιοπρεπές επίπεδο. Εμείς ζήσαμε την εποχή που άκουγες ντραμς και ήταν σαν ηχογραφημένα με παπούτσια.
— Στο θέμα «ήχος τα πάμε καλά, εκεί που πάσχουμε είναι ο στίχος...
Αυτό που παρατήρησα είναι ότι, γενικά, το χιπ-χοπ είχε σοβαρέψει πολύ. Μπορεί να ξεκίνησε έτσι, πολύ σοβαρό, με Terror X Crew, Active Member, με τύπους που έπαιρναν τον εαυτό τους πάρα πολύ στα σοβαρά, αλλά βγήκαν τα Ημισκούμπρια ως πρώτη αντίδραση σε αυτό κι ελάφρυνε λίγο το κλίμα, με αποτέλεσμα στην επόμενη φάση του να ξανασοβαρέψει, με μια σειρά από σοβαρά γκρουπ όπως οι Ladose, οι Ψυχόδραμα.
Η επόμενη αντίδραση σε αυτό ποια θα ήταν; Θες πάλι τη μουσική του πάρτι, light πράγματα, να μη σε κουράζει ο στίχος. Έτσι φτάσαμε στην κατάσταση των τελευταίων χρόνων. Όλα κινούνται κυκλικά. Τώρα θα γίνει άλλη μια στροφή στο βάθος.
Εμένα αυτό μου κίνησε λίγο το ενδιαφέρον -πώς εμφανίστηκε στη ζωγραφική ο μοντερνισμός, το post modernism και το post-postmodernism; Το ένα ξεκινάει παίρνοντας τον εαυτό του στα σοβαρά, το επόμενο παίζει με τις συμβάσεις, το στοιχείο του σοβαρού και την ειρωνεία (που είναι αυτό που περνάμε τώρα, γιατί η ειρωνεία αυτήν τη στιγμή δίνει και παίρνει), και μετά έχεις την αντίδραση στην ειρωνεία που λέει «φτάνει, θέλουμε να ξαναπάρουμε μερικά πράγματα στα σοβαρά, δεν πάει άλλο».
Αυτήν τη στιγμή πιστεύω ότι με το κύμα του cloud rap και του vaporwave, όλη αυτή την ειρωνεία, το επόμενο πράγμα που θα προκύψει θα είναι να μιλήσουμε σοβαρά για δέκα πράγματα. Ξέρεις τι λείπει από την Ελλάδα; Ένας Kendrick Lamar.
Λείπει κάποιος που θα παίξει με τον ήχο του σήμερα, αλλά με sensibility, του στυλ «ξέρω ότι αυτό που κάνω είναι και τέχνη». Δεν καταλαβαίνω γιατί υπάρχει αυτή η αντίληψη ότι ένας ραπάς δεν μπορεί να είναι και conscious.
— Ο Kendrick αντιπροσωπεύει μια ολόκληρη κουλτούρα. Είναι εύκολο να γίνει αυτό στην Ελλάδα με Έλληνα καλλιτέχνη; Ποιος θα ήταν ο Έλληνας αντίστοιχος και τι θα αντιπροσώπευε κοινωνικά; Εδώ το ραπ ήταν και είναι, έτσι κι αλλιώς, ένα είδος των λαϊκών στρωμάτων και εκφράζει αντίδραση.
Εμένα μου λες; Ξέρεις πόσο έχω φάει τη στάμπα «βόρεια προάστια» στη μάπα; Ο λόγος που έχει γίνει όλη αυτή η επανάσταση μέσα μου κατά του χιπ-χοπ, ως ένα σημείο, βέβαια, γιατί προφανώς είναι η μουσική με την οποία μεγάλωσα, είναι γιατί από το 2008 που ξεκίνησα άκουγα «τι να μας πείτε εσείς, ρε μπούληδες, από τα βόρεια;». Λες και ζούμε στην Εκάλη ή στον Διόνυσο.
Ο Βύρωνας είναι το de facto φρούριο του χιπ-χοπ. Άμα είσαι απ' τον Βύρωνα ή το Γαλάτσι έχεις δικαίωμα να είσαι ράπερ. Το Γαλάτσι, ας πούμε, είναι πολύ γκρίζα περιοχή, που είναι και δεν είναι βόρεια προάστια. Είναι περιοχή μεγαλοαστών, αλλά πήρε το pass γιατί έβγαλε ένα συγκρότημα όπως οι Βήτα Πεις, έβγαλε τον Εισβολέα, άρα τελείωσε, όντας Γαλατσιώτης έχεις και άδεια να κάνεις χιπ-χοπ.
Ο μεγαλύτερος φόβος μου όταν ξεκίναγα με το Cool Kids Never Die ήταν ότι παραείναι διαφορετικό και ότι θα μας πέταγαν ντομάτες. Όταν έβαζα eyeliner με κορόιδευε ακόμα και ο κολλητός μου, αλλά τελικά αυτό που ήθελα να πω ήταν το εξής:
«Έτσι είστε; Δεν με θέλετε στο χιπ-χοπ; Χέστηκα. Πάω να κάνω ό,τι μου καπνίσει». Αυτήν τη στιγμή ακούω τη μουσική που γουστάρω και κάνω αυτό που θέλω.
— Το κοινό σου ποιο είναι;
Δεν έχω την παραμικρή ιδέα. Αυτό που κατάλαβα κάποια στιγμή ‒και ήταν αρκετά σημαντικό‒ ήταν ότι ακόμα και όταν ήμουν χιπ-χοπάς είχα πολύ κοινό που δεν ήταν χιπ-χοπάδες. Δεν μπορώ να καταλάβω τι τους τράβαγε ‒ η αντίληψή μου πάνω στα πράγματα, πάνω στην τέχνη;
Από τον πρώτο δίσκο, το 2010, χρησιμοποιούσα ροκ στοιχεία, γιατί τη ροκ δεν την απέκλεισα τελείως ως μουσική. Ο στίχος μου και το όλο narrative που είχα δεν ήταν ποτέ το τυπικό ή, ακόμα χειρότερα, το στερεοτυπικό χιπ χοπ. Αυτό απωθούσε τους χιπ-χοπάδες. Κι ενώ εγώ στο χιπ-χοπ έβλεπα ένα πατρικό μοντέλο –«μπαμπά, κοίτα με, κάνω ποδήλατο χωρίς χέρια»‒, η κουλτούρα του με έφτυνε.
Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι μερικά από τα καλύτερα κομμάτια μου ήταν story-telling. Είχα γράψει το 2014 ένα κομμάτι με τίτλο η «Αιώνια λιακάδα ενός καθαρού μυαλού» (δεν είναι βασισμένο στην ταινία, αλλά επειδή έχει κοινό μοτίβο την αμνησία, έκλεψα τον τίτλο), μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, και έλεγα στον εαυτό μου «ποιος θα κάτσει να το ακούσει αυτό;». Το είχα στο συρτάρι για δύο χρόνια. Όμως αυτό ήταν αυτό που έκανε kick start για να ξαναξεκινήσει να με ακούει ο κόσμος.
Με το που πήγε καλά αυτό, πάω πίσω και βλέπω το «Εuropa» και τη «Μεθυσμένη πριγκίπισσα», δυο κομμάτια με story-telling επίσης, και λέω «τι μαλάκας που ήμουν που καθόμουν και προσπαθούσα να ικανοποιήσω τα γούστα ενός κοινού που δεν αντιλαμβάνεται αυτό που κάνω αντί να δω ότι έχω κάποιους ανθρώπους που εξαρχής ήταν μέσα γι' αυτό που έχω στο κεφάλι μου».
Το μόνο που έχω καταλάβει για το κοινό μου είναι ότι ενδιαφέρεται για ολόκληρη την ιστορία, ότι δεν με ακούει τμηματικά ή απλώς τη μουσική. Με το να ακολουθείς το κύμα της εποχής –που αυτήν τη στιγμή είναι το τραπ‒ είναι πολύ εύκολο να πας απ' το μηδέν στα 100.000 views. Μετά, όμως, όταν έρχεται η ώρα να παίξεις ένα live, κόβεις 30 εισιτήρια.
Είχα τη μεγάλη χαρά να παίξω στην Αθήνα στο six d.o.g.s, όπου περίμενα να μαζέψουμε περίπου 250 άτομα για να περάσουμε καλά, και κάναμε sold out από την προπώληση, απ' το πουθενά! Βάζουμε δεύτερη μέρα και είχαμε άλλα 250 άτομα.
Solmeister: Τα Όνειρα των Κοριτσιών Έχουν Μουσική Υπόκρουση
— Πες μου για την εικόνα σου. Δεν είναι η τυπική ενός ράπερ.
Δεν είναι τίποτα η δική μου η εικόνα. Είναι κάπως emo. Και το κοινό μου στο live ήταν ροκάδες, χιπ-χοπάδες ανάμεικτοι, 15χρονα, 18χρονοι και 25χρονοι.
Αυτό που συνειδητοποίησα με όλο το narrative του Cool Kids για την εφηβεία, που συνδυάζει στην ουσία το emo και το pop punk του 2006 με λίγο σημερινό χιπ-χοπ, είναι ότι ο πιτσιρικάς ακούει την εφηβεία του στο χιπ χοπ κομμάτι και ο 25άρης στο ροκ. Με κάποιον τρόπο όλα αυτά έρχονται και δένουν. Χαίρομαι που είμαι στη φάση που δεν έχει αρχίσει ο ένας να σνομπάρει τον άλλο.
— Μπορείς να μου εξηγήσεις γιατί τόσο νεαρόκοσμος έχει στραφεί στο χιπ-χοπ και στο ροκ «πεθαίνει»;
Επειδή το ροκ δεν έχει ελληνικό στίχο. Κι αν θέλω να ακούσω αγγλικό στίχο, γιατί να ακούσω τον Έλληνα και να μην ακούσω τον Αμερικανό; Αν είναι ένα πράγμα που θα ήθελα με κάποιον τρόπο να γίνει, είναι να δημιουργηθεί ξανά μια σκηνή, όπως παλιά, που είχαμε τις Τρύπες, τα Ξύλινα Σπαθιά...
Ο ελληνικός στίχος έπαιξε μεγάλο ρόλο στη διάδοση του χιπ-χοπ, γιατί μπορεί να ταυτιστεί όποιος σε ακούει ‒ οι ροκάδες το έχασαν αυτό. Φοβούνται τα ελληνικά γιατί είναι πολύ δύσκολο να τα κάνεις να ακούγονται cool, και αν είναι ένα πράγμα για το οποίο ευγνωμονώ το χιπ-χοπ είναι που μας εκπαίδευσε σε αυτό, όσο κι αν μας πόνεσε: για να ολοκληρώσεις ένα κομμάτι με 70 κάτι στίχους, εκπαιδεύεσαι, και ας γίνεται όλο αυτό υπό πίεση.
Στην ουσία, από το ροκ πήρα αυτό που μου έλειπε από το χιπ-χοπ, τη δομή. Δεν άντεχα άλλο κουπλέ, ρεφρέν, κουπλέ, ρεφρέν, κλείσιμο. Γιατί όταν ξεκινάγαμε, η φόρμα για να φτιάξεις ένα χιπ-χοπ beat ήταν η λούπα: η λούπα με ντραμς, η λούπα με ντραμς και ένα συνθάκι, κουπλέ, ρεφρέν, κουπλέ, ρεφρέν, out.
Αυτό που μου είχε λείψει και με έκανε να κολλήσω με τους My Chemical Romance, που τους έχω κάνει και tattoo, ήταν ότι δεν ήξερες πού θα σε πάει το κομμάτι, ηχητικά και στιχουργικά. Άλλαζαν μέτρο στα μισά του κομματιού, κάτι το οποίο έλειπε από το χιπ-χοπ. Δεν είχαμε ποτέ τα 3/4. Τώρα με το τραπ έχουμε κάπως το τρίηχο, το triplet flow, κάτι είναι και αυτό.
Το ροκ μού ξεκλείδωσε μια δημιουργικότητα που είχα ξεχάσει ότι υπήρχε, με ξανακαύλωσε. Ξέρεις ποια είναι η έλλειψη που θα φάει το χιπ-χοπ; Η πρωτοτυπία. Γιατί δεν φτάνουν μόνο η ειρωνεία κι ένα ωραίο beat. Το μεγαλύτερο λάθος που κάνουν οι πιτσιρικάδες είναι που αντιγράφουν τους κορυφαίους αυτήν τη στιγμή. Γιατί αυτοί το έχουν καταλάβει.
Ο Υποχθόνιος είναι σε αυτήν τη φάση δεκαετίες τώρα, ξέρει πώς παν' τα πράγματα, αλλά ένας πιτσιρικάς που θέλει να του μοιάσει δεν ξέρει ότι αυτό το είδος δεν θα κρατήσει για πάντα. Τι κράτησε για πάντα; Ο Υποχθόνιος κάνει πολύ συνειδητά ό,τι κάνει.
Solmeister: Χειρομαντεία (Piano Version) ft. Marseaux
— Σβήνεις τα σχόλια των haters;
Και σχόλια σβήνω και μπλοκάρω! Θεωρώ ότι αν δεν σε ενδιαφέρει να δεις αυτό που κάνω γι' αυτό που είναι, δεν έχεις θέση στον κόσμο μου. Καταλαβαίνω ότι συγκεντρώνω ευαίσθητα άτομα που βλέπουν κάτι σε αυτό και έχω μπει λίγο στη διαδικασία να τους προστατέψω. Δεν θέλω να γεμίσω αρνητισμό.
Δεν δημιουργώ content για haters, γιατί σίγουρα ένας από τους λόγους που το τραπ είναι τόσο πετυχημένο είναι ότι όσοι το φτιάχνουν κοιτάνε να δημιουργήσουν φανατικούς, κι ας είναι ορκισμένοι εχθροί. Εγώ δεν το θέλω αυτό, δεν με νοιάζει, αν δεν το πιάνεις αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε, τη θετική κοινότητα που δημιουργείται, δεν σε θελουμε.
Είναι και λίγο exclusive για τους ανθρώπους που είναι διατεθειμένοι να ξοδέψουν λίγο απ' τον χρόνο τους ώστε να καταλάβουν τι προσπαθεί να πει το κομμάτι. Δεν με ενδιαφέρει τι θα πει ο καθένας κι ας μη φτάσω στο σημείο να χτυπάω εκατομμύρια για να με βρίζουν. Χέστηκα! Με ενδιαφέρει περισσότερο το cult following.
—Πες μου για το Tumblr σου. Πώς δημιουργήθηκε αυτή η κατάσταση, να σου λένε τόσα παιδιά τα εσώψυχά τους;
Επειδή ξεκίνησα εγώ πρώτος να λέω τα εσώψυχά μου. Και αυτό το οποίο στηρίζω είναι η ειλικρίνεια, δηλαδή εκεί δεν είμαι κάποιος άλλος από αυτό που είμαι στ' αλήθεια.
Στο Tumblr με έβαλε η πρώην μου. Γενικά, το Τumblr έχει τη φιλοσοφία του reblog και είναι σαν να φτιάχνεις ένα scrap book με πράγματα που σου αρέσουν.
Και επειδή ως Solmeister εμφανίζομαι, δεν αλλάζω ψευδώνυμο, μου σκαει μια μέρα μια ερώτηση «είσαι ο αληθινός Solmeister;». «Ο ένας και μοναδικός» απαντάω, και μου κάνουν τρεις ερωτήσεις για τα κομμάτια μου. Ήταν μια ερώτηση που πήρε πολλά reblogs, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί ένας πρώτος πυρήνας με φαν οι οποίοι έρχονταν με ρωτούσαν για τα κομμάτια.
Μετά άρχισα να δίνω πιο εκτενείς απαντήσεις, επειδή μου αρέσει το γράψιμο, κι αυτές έπιασαν, με αποτέλεσμα να έχω άπειρο κόσμο να μου λέει «δεν έχω ακούσει ποτέ τη μουσική σου, μου άρεσαν πολύ αυτά που γράφεις, μπήκα να τσεκάρω τη μουσική σου και τώρα μου αρέσει και αυτή».
Έχω έναν στίχο που λέει «ίσως να μην τύχω ποτέ καθολικής αποδοχής / γιατί για να μ' ακούσεις πρέπει πρώτα να με ερωτευτείς / κι είμαι δύσκολος άνθρωπος και σπασμένος / επομένως ο έρωτας μαζί μου είναι παράλογος και παράφορος». Κι αυτό έχω δει να συμβαίνει εκεί πέρα, δηλαδή ότι δεν προσλαμβάνουν το κομμάτι μου ως ένα ερωτικό τραγούδι, λένε ότι είναι του Μανώλη και είναι τόσο βαθιά η σχέση γιατί μου αρέσει να κρατάω μια υγιή ισορροπία μεταξύ ρεαλισμού και παραμυθιού. Θα δώσω πληροφορίες, αλλά σε ό,τι είναι άξιο αναφοράς.
Επίσης, δεν απαντάω στο «τι εννοεί αυτό;». Άκου καλύτερα. Θεωρώ πάρα πολύ επιβραβευτικό όταν καταλαβαίνουν τι θέλει να πει ένας στίχος.
— Οι συμβουλές που ζητάνε είναι για πολύ προσωπικά θέματα που σε αυτή την ηλικία, την εφηβική, θέλουν πολύ προσεχτικό χειρισμό. Δεν σε τρομάζει αυτό;
Έχω πει άπειρες φορές να πάρουν τηλέφωνο σε γραμμές βοήθειας. Βρίσκομαι αρκετές φορές κι εγώ σε ένα σημείο που μπλοκάρω. Προσπαθώ να είμαι ενθαρρυντικός και όταν ο άλλος είναι σε πολύ σκοτεινό σημείο προσπαθώ να του απαντήσω με χιούμορ για να αποφορτίσω την κατάσταση. Προσπαθώ να απαντώ με θετικότητα και με κουράγιο.
Σε σοβαρές περιπτώσεις, αν ακούσω τη λέξη «αυτοκτονία» π.χ., πάντα δίνω το τηλέφωνο της Κλίμακας. Έχω καταλάβει ότι σε πολλές περιπτώσεις κι ένας καλός λόγος βοηθάει. Προσπαθώ να είμαι τουλάχιστον μια νότα αισιοδοξίας γιατί έχω περάσει κι εγώ φάσεις τρελής μοναξιάς και ξέρω ότι η κατάσταση μπορεί να βελτιωθεί.
— Μανώλη, πώς βιοπορίζεσαι;
Έχω φτάσει στα 25 κι αισθάνομαι τυχερός που δουλεύω. Εργάζομαι στην ομάδα μπάσκετ του Ρεθύμνου, κάνω μάρκετινγκ και μου δίνεται η ευκαιρία να βγάζω ένα πάγιο ποσό τον μήνα μέσω των μουσικών μου γνώσεων. Αφού έμαθα να πουλάω τον εαυτό μου και να φτιάχνω sites, ασχολήθηκα με αυτό.
Η θλιβερή ιστορία είναι ότι σιγά-σιγά συνειδητοποιώ ότι δεν κάνω τίποτε άλλο. Πραγματικά, όλη μου η ζωή τα τελευταία χρόνια είναι να ερωτεύομαι, να στενοχωριέμαι, να γράφω τραγούδια και να περιμένω να ξαναερωτευτώ. Δεν έχω άλλα χόμπι και είναι τρομερά θλιβερό αυτό.
Solmeister - Μαθήματα Πτώσης
Ο Solmeister θα επιστρέψει στο Temple στην Αθήνα τον Ιούνιο.
Instagram: @solmeister13
Tumblr: solmeister13.tumblr.com
Facebook: facebook.com/SolmeisterFanPage
σχόλια