Πρώτη μέρα στο σχολείο σήμερα για χιλιάδες μαθητές και δασκάλους. Αναστεναγμοί απροθυμίας για όσους επιστρέφουν στις αίθουσες και αναστεναγμοί μελαγχολίας για εμάς τους υπόλοιπους, καθώς σήμερα μας φαίνεται παιχνιδάκι η εποχή που κυριότερη έγνοια μας ήταν μην τυχόν και μας σηκώσει ο μαθηματικός στον πίνακα.
Παιχνιδάκι δεν ήταν. Γιατί κάθε εποχή και κάθε ηλικία έχει τα προτερήματά της, έχει και τα προβλήματά της. Το σχολείο για κάποιους από εμάς είχε περισσότερες δυσκολίες, για άλλους λιγότερο, για όλους μας, όμως, το μικρό γινόταν πολλαπλάσια δραματικό – οι ορμόνες, βλέπεις.
Και από την άλλη, έχεις τους δασκάλους. Να πρέπει να απευθυνθούν σε τόσους ανομοιογενείς, ασχημάτιστους χαρακτήρες, να βρίσκονται στη συχνά δυσάρεστη θέση να λύσουν ζητήματα που σε έναν άλλο, ιδανικότερο κόσμο δεν θα χρειαζόταν, να «μην ξέρουν τι να παίξουν στα παιδιά», που έλεγε κι ο Σαββόπουλος, να παλεύουν να κρατήσουν τις ισορροπίες και να απαντήσουν σε ερωτήσεις που πολλές φορές γίνονται απλώς για να τους δοκιμάσουν – τα παιδιά μπορούν να γίνουν αδίστακτα.
Με αφορμή την έναρξη της σχολικής χρονιάς ανατρέχουμε σε δέκα χαρακτηριστικά φιλμ που αναδεικνύουν τη σχολική εμπειρία, τόσο από την καλή όσο και από την κακή της πλευρά.
Έχουμε δει αρκετές φορές στο πανί την ιστορία ενός ιδεαλιστή δασκάλου που σκύβει πάνω από ένα μάτσο απείθαρχα παιδιά και τους μαθαίνει τον αυτοσεβασμό και τον αλληλοσεβασμό – το ένα προϋπόθεση του άλλου.
Η εκδοχή του Μπράουνινγκ
(The Browning Version, 1951)
του Άντονι Άσκουιθ
Tην τελευταία μέρα διδασκαλίας του σε ιδιωτικό σχολείο, πριν συνταξιοδοτηθεί αναγκαστικά, ένας αυστηρός φιλόλογος διαπιστώνει πως αυτή του η αυστηρότητα τον έκανε δυσάρεστο τόσο στους μαθητές του όσο και στους συναδέλφους του. Μια αναπάντεχη, ευγενική χειρονομία κλονίζει τις πεποιθήσεις του για τη διδασκαλία αλλά και για τη ζωή.
Βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό του Τέρενς Ράτιγκαν, που έχει παρουσιαστεί κατά καιρούς και στη χώρα μας, το φιλμ συνιστά μια συγκινητική ιστορία ανασκόπησης και εξιλέωσης πέρα για πέρα ανθρώπινη, που πιστεύει ακλόνητα στην ικανότητα του ανθρώπου να μετανοήσει ειλικρινά για τα λάθη του και να ζητήσει συγχώρεση. Εξίσου καλό και το σχετικά δυσεύρετο remake διά χειρός Μάικ Φίγκις.
Στον κύριό μας με αγάπη
(To sir with love, 1967)
του Τζέιμς Κλέιβελ
Έχουμε δει αρκετές φορές στο πανί την ιστορία ενός ιδεαλιστή δασκάλου που σκύβει πάνω από ένα μάτσο απείθαρχα παιδιά και τους μαθαίνει τον αυτοσεβασμό και τον αλληλοσεβασμό – το ένα προϋπόθεση του άλλου. Το εν λόγω φιλμ αποτέλεσε πατρόν γι' αυτές τις ταινίες –χωρίς αυτό δεν θα ξέραμε το «Gangsta's Paradise» του Coolio και το Mega δεν θα είχε τι να παίξει τα μεσημέρια‒ κι αν ο διδακτισμός του σου φαίνεται παρωχημένος σε ορισμένα σημεία, λογάριασε ότι θέματα που σήμερα θεωρείς λυμένα, τότε δεν ήταν. Και, δυστυχώς, για μεγάλη μερίδα του πληθυσμού παραμένουν άλυτα.
The Breakfast Club
(1985)
του Τζον Χιουζ
Αν στην αρχή της ταινίας οι ήρωές της φαντάζουν σχήματα που θα συναντήσεις σε κάθε αμερικανική σχολική ταινία, έχεις πέσει στην παγίδα που σου έστησε ο Τζον Χιουζ. Γιατί αυτό που ακολουθεί δεν μοιάζει με καμία ταινία του είδους, κι ας ενέπνευσε δεκάδες, και καταρρίπτει ετικέτες και στερεότυπα, δίνοντας ένα γερό χτύπημα στην επίθεση «ομοιογένειας» που έπληττε από παντού έναν Αμερικανό νεολαίο που μεγάλωνε στα χρόνια του Ρίγκαν.
Διάλογοι καταδικασμένοι να αναπαραχθούν ατελείωτα, αναίσχυντος λαϊκισμός η εκκίνηση με «Don't you forget about me», ενώ το τελευταίο πλάνο σε κάνει να πιστεύεις ότι ο Χιουζ ήξερε πως έφτιαχνε μια ταινία γενιάς την ώρα που τη γύριζε.
O Κύκλος των Χαμένων Ποιητών
(Dead Poets Society, 1988)
του Πίτερ Γουίαρ
Ένα από τα σταθερά επανερχόμενα μοτίβα στη φιλμογραφία του Πίτερ Γουίαρ είναι εκείνο του Ανθρώπου απέναντι στη Φύση. Στον «Κύκλο των Χαμένων Ποιητών» ο άνθρωπος στρέφεται εναντίον της δικής του φύσης, έχοντας κατασκευάσει ένα σύστημα εχθρικό στη δημιουργικότητα και στον αυθορμητισμό.
Όλοι θα θέλαμε να έχουμε κάποτε έναν καθηγητή σαν τον Τζον Κίτινγκ του Ρόμπιν Γουίλιαμς, που θα έκανε το μάθημα συναρπαστικό, θα μας προέτρεπε να αντισταθούμε στη λυσσαλέα κομφορμιστική επίθεση που δεχόμασταν από το σχολικό περιβάλλον και θα μας ενέπνεε να «αδράξουμε τη μέρα».
Μέσα στις δέκα καλύτερες ταινίες των '80s.
To κορίτσι του Μπέβερλι Χιλς
(Clueless, 1995)
της Έιμι Χέκερλινγκ
Με ηρωίδα μια ελαφρόμυαλη δημοφιλή μαθήτρια λυκείου, το «Clueless» όχι μόνο δεν παίρνει τον εαυτό του στα σοβαρά αλλά σατιρίζει αγρίως το υπερκαταναλωτικό, ναρκισσιστικό πρότυπο των '90s, τουλάχιστον μέχρι να ξεμείνει από ευρήματα και να παραδοθεί στις συμβάσεις του είδους που υπηρετεί. Παράλληλα, είναι από τις ταινίες στις οποίες θα ανατρέξεις αν θέλεις να πάρεις ένα δείγμα της αισθητικής της δεκαετίας. Τότε φάνταζε μοντέρνο, σήμερα λειτουργεί ως χρονοκάψουλα.
Ο Χάρι Πότερ και η Φιλοσοφική Λίθος
(Harry Potter and the Philosopher's Stone, 2001)
του Κρις Κολόμπους
Ότι πρόκειται για παραμύθι το αντιλαμβάνεσαι όχι επειδή το σχολικό περιβάλλον είναι γεμάτο μαγικά και μυθικά πλάσματα αλλά επειδή τα παιδιά είναι μες στην τρελή χαρά που ξεκινά η σχολική χρονιά. Ακολούθησαν καλύτερες ταινίες στο franchise, αλλά η ταινία του Κρις Κολόμπους είναι ίσως η μόνη από αυτές που συνέλαβαν στο πανί την αίσθηση η οποία σε καταλάμβανε τις φορές εκείνες που το σχολείο μπορούσε να γίνει συναρπαστικό επειδή εκείνο που διδασκόταν αποκτούσε απρόσμενο ενδιαφέρον, είτε λόγω αντικειμένου είτε, ευτυχέστερα, λόγω διδάσκοντος.
Ένα σχολείο πολύ ροκ
(School of Rock, 2003)
του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ
Το πρωινό ξύπνημα θα γινόταν ασφαλώς πολύ πιο ευχάριστο αν, αντί για τα θαύματα του Αγίου Στέφανου και τα αίτια του Β' Αποικισμού, ήξερες ότι θα ακούσεις για τα riff-άκια του Κιθ Ρίτσαρντς και τη διαμάχη Ντέιβιντ Γκίλμουρ - Ρότζερ Γουότερς. Αυτό το ελκυστικότατο, ιδεατό (και ιδεώδες) μάθημα αποτελεί τη μαγιά για την πιο mainstream σκηνοθετική δουλειά του Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ, όπου ένας δαιμονισμένος Τζακ Μπλακ βρίσκεται στο στοιχείο του και αφήνεται να αλωνίσει.
Στα χρόνια που ακολούθησαν αποτέλεσε έμπνευση για μιούζικαλ του West End και φαντασίωση χιλιάδων μουσικόφιλων μαθητών.
Τα παιδιά της χορωδίας
(Les Choristes, 2003)
του Κριστόφ Μπαρατιέ
Λίγο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο δάσκαλος μουσικής πιάνει δουλειά ως επιτηρητής σε αυστηρό οικοτροφείο ανηλίκων και εφευρίσκει μια εναλλακτική μέθοδο προσέγγισης των παιδιών διά της μουσικής. Crowdpleaser που αγαπήθηκε στη χώρα μας όσο λίγα στην εποχή του, το φιλμ του Κριστιάν Μπαρατιέ αποτελεί μάννα εξ ουρανού για θεατές που αναζητούν καλόψυχο, στρωτό αφηγηματικό σινεμά, βρίσκοντας το ατού μίας από τις ευγενικότερες κινηματογραφικές φιγούρες εκπαιδευτών στο πρόσωπο του Ζεράρ Ζινιό και στην υπέροχη μουσική του Μπρουνό Κουλέ.
Ανάμεσα στους τοίχους
(Entre les murs, 2008)
του Λοράν Καντέ
Ένας δάσκαλος, ο Φρανσουά Μπεγκοντό, υποδύεται μια φανταστική εκδοχή του εαυτού του στην οθόνη σε ένα δράμα κοινωνικού ρεαλισμού που καταγράφει περιστατικά εντός και εκτός αίθουσας από μια ολόκληρη σχολική χρονιά. Η ταινία του Λοράν Καντέ πήρε τον Χρυσό Φοίνικα το 2008, αποθεώθηκε από μεγάλη μερίδα της κριτικής, αλλά δίχασε το κοινό έτσι όπως φλερτάρει αισθητικά με ένα τεχνητό, σχολικό reality show. Αναμφίβολα, όμως, αποτελεί ένα ενδιαφέρον κινηματογραφικό πορτρέτο της σχολικής εμπειρίας, τόσο από την πλευρά του διδάσκοντος όσο και από εκείνη των διδασκομένων.
Bad Genius
(2017)
του Ναταγούτ Πουνπιρίγια
Tαινία «απάτης» από την Ταϊλάνδη, φέρουσα ταξικό πρόσημο και δυτικότροπη αισθητική, όπου ιδιοφυής μαθήτρια λυκείου μικρομεσαίων καταβολών εφευρίσκει έναν τρόπο για να βοηθά πλούσιους, αλλά όχι ιδιαίτερα οξυδερκείς συμμαθητές της να κλέβουν στις εξετάσεις. Τα σχολικά τεστ δεν τους αρκούν και σύντομα επιχειρούν ένα πιο σύνθετο κόλπο ώστε να πετύχουν σε μια διεθνή διαγωνιστική διαδικασία με έπαθλο τη φοίτηση σε αμερικανικά κολέγια.
Έκτακτη ψυχαγωγία μετά κριτικής κατά του στηριγμένου στην εξεταστική διαδικασία εκπαιδευτικού συστήματος, που διδάσκει στα παιδιά τον... αγενή, ανθυγιεινό ανταγωνισμό. Αν η ταινία ήταν ισπανική, θα μιλούσε περισσότερος κόσμος στη χώρα μας γι' αυτή.
σχόλια