Από την ημέρα που ακούστηκαν οι πρώτες νότες του διάσημου θέματος του Τζων Γουίλιαμς για τον Σούπερμαν του Ρίτσαρντ Ντόνερ μέχρι τις μέρες μας έχει κυλήσει μπόλικο νερό στο αυλάκι. Σήμερα οι ταινίες με υπερήρωες πρωτοστατούν στην κινηματογραφική αγορά. Η αρχή έγινε με το Dark Knight που μετατράπηκε σε event, ξεπερνώντας σε διάσταση ένα συνηθισμένο καλοκαιρινό μπλοκμπάστερ, ουσιαστικά όμως η επικύρωση αυτής της νέας εποχής έρχεται με το Avengers των Marvel Studios το 2010, το οποίο θα εισάγει στο κινηματογραφικό λεξικό τον όρο «διευρυμένο σύμπαν» . Στην Marvel τα πρώτα χρόνια λειτουργούσαν με την λογική τηλεοπτικής σειράς, τις δημιουργικές αποφάσεις λάμβανε μια επιτροπή πολλών ανθρώπων και στη συνέχεια ανέθεταν τα σκηνοθετικά ηνία σε κάποιον, για να εκτελέσει πιστά κι ανώδυνα τις αποφάσεις της επιτροπής. Αν αυτός ο κάποιος προσπαθούσε να παρεκκλίνει από το σχέδιο, θα είχε την τύχη του Έντγκαρ Ράιτ που απολύθηκε, ενώ δούλευε 8 χρόνια πάνω στο Ant-Man. Το αποτέλεσμα ήταν ταινίες που λειτουργούσαν μια χαρά για μεσημεριανές κυριακάτικες προβολές, δίχως όμως ιδιαίτερη ευρηματικότητα, δίχως αξιομνημόνευτα set pieces – αυτά χρειάζονται μεράκι-, δίχως τίποτα πραγματικά τολμηρό – ο σποραδικός χαβαλές δεν λογίζεται ως τόλμη. Οι διαμαρτυρίες μερίδας των φαν φαίνεται να έφτασαν στα αυτιά του στούντιο κι έτσι οι τελευταίες του παραγωγές έχουν λίγο παραπάνω ρίσκο, το Doctor Strange μάλιστα κάνει με την σκηνή της τελικής του μονομαχίας μια έξυπνη αναφορά στην κουραστική «επανάληψη» της τελευταίας πράξης από ταινία σε ταινία, όχι μόνο του στούντιο, αλλά των υπερηρωικών παραγωγών γενικότερα. Αυτό είναι που μας κάνει συγκρατημένα αισιόδοξους για την τρίτη εκδοχή των περιπετειών του Ανθρώπου Αράχνη μέσα σε μόλις δεκαπέντε χρόνια. Αναφερόμαστε στο Spiderman:Homecoming, που παίζεται στις αίθουσες τώρα.
Πολύ πριν από αυτή την εκκωφαντική έκρηξη υπερηρωισμού στην μεγάλη οθόνη όμως, είχαμε δει ταινίες που είχαν το στίγμα του δημιουργού, που διέθεταν κάτι ξεχωριστό, που αρνήθηκαν να ακολουθήσουν την εισπρακτικά ασφαλή οδό. Από αυτές κάποιες έπιασαν τον παλμό κοινού και κριτικών, όπως τα Μπάτμαν του Τιμ Μπέρτον και του Νόλαν, κάποιες άλλες όμως όχι. Και με τον καιρό ξεχάστηκαν. Αν έβγαιναν στο σινεμά σήμερα, πιθανότατα θα δέχονταν επαίνους για τον ρεβιζιονισμό τους και σίγουρα θα έβγαζαν κάποια χρήματα παραπάνω. Ας θυμηθούμε λοιπόν έξι από αυτές, οι οποίες πρέπει να επανεκτιμηθούν και να αποκτήσουν την θέση που τους αξίζει στην υπερηρωική φιλμογραφία .
Nτάρκμαν (Darkman, 1990)
Χρόνια πριν ο Σαμ Ρέιμι αναλάβει τα ηνία του «Spiderman», επιχείρησε να αναβιώσει κινηματογραφικά τις περιπέτειες του Ανθρώπου Σκια κι αφού δεν πήρε τα δικαιώματα – κάτι που θα καταφέρει τέσσερα χρόνια μετά ο Ράσελ Μαλκάχι (Highlander) στο κατά διαστήματα απολαυστικό «The Shadow» με τον Άλεκ Μπόλντουιν – δημιούργησε τον Ντάρκμαν. Ο Ντάρκμαν είναι ένας ιδιοφυής, καλοσυνάτος επιστήμονας, που μετατρέπεται σε έναν κυριευμένο από οργή και μίσος εκδικητή, όταν ομάδα γκάνγκστερ τον καίει ζωντανό. Το στυλιζαρισμένο φιλμ του Ρέιμι διαθέτει μια διεστραμμένη αίσθηση του χιούμορ – οι αδερφοί Κοέν έβαλαν το χεράκι τους στο σενάριο –, μια τραγική τελευταία πράξη με τον ήρωα να αποδέχεται με αποστροφή, αυτό που έχει καταντήσει και τον πάντα αξιόπιστο Λιαμ Νίσον στον πρωταγωνιστικό ρόλο να δίνει δείγματα της action περσόνας, που επρόκειτο να αναπτύξει σε μεταγενέστερο στάδιο της καριέρας του. Τηρουμένων των αναλογιών, η ταινία κινήθηκε συμπαθητικά στα ταμεία και θριάμβευσε στην αγορά του video, όπου γνώρισε δύο φριχτές συνέχειες, από τις οποίες απείχαν σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής. Δυστυχώς σήμερα έχει σχεδόν ξεχαστεί. Ευκαιρία να την (ξανα)ανακαλύψετε.
Άφθαρτος (Unbreakable, 200)
Ερχόμενο στις αίθουσες με περισσή μυστικοπάθεια έναν χρόνο μετά την απρόσμενη, κολοσσιαία εισπρακτική και καλλιτεχνική επιτυχία της «Έκτης Αίσθησης», το «Unbreakable» μάλλον απογοήτευσε μερίδα θεατών, που περίμενε από τον Μ. Νάιτ Σιάμαλαν ένα άτυπο σίκουελ του φαντασματικού θρίλερ με τον Μπρούς Γουίλις, καθώς τους έφερε αντιμέτωπους με ένα βαθιά μελαγχολικό φιλμ. Τα χρώματα του, οι ρυθμοί του, το παίξιμο των ηθοποιών του, οι οποίοι σχεδόν ψιθυρίζουν, όλα μοιάζουν έτσι ενορχηστρωμένα, ώστε να αποδώσουν την θλίψη ενός αρσενικού που ξυπνά κάθε πρωί με την αίσθηση, πως δεν κάνει εκείνο για το οποίο είναι προορισμένος. Και μεγαλύτερη αμαρτία από μια ζωή χαμένη ίσως και να μην υπάρχει.
Γύρω στα μισά της ταινίας όμως συνειδητοποιούμε, πως αυτό που παρακολουθούμε είναι ουσιαστικά ένα superhero origin. Ένα έκτακτο superhero origin το οποίο , εν έτει 2000, θα τοποθετήσει τον υπερήρωα στον πραγματικό κόσμο, αντιμέτωπο με ρεαλιστικούς εχθρούς και καθημερινές αγωνίες, όπως το να εκπληρώσει τις προσδοκίες της συζύγου του, που περιμένει από αυτόν να είναι σύντροφος και προστάτης, αλλά και του ανήλικου γιου του, που βλέπει στο πρόσωπο του πατέρα του έναν από τους ήρωες στις σελίδες των κόμικ, που ξεφυλλίζει, και περιμένει από αυτόν να ανταποκριθεί αναλόγως. Η ενηλικίωση της κόμικ περιπέτειας ξεκινά -και τελειώνει;- εδώ.
The Hulk (2003)
Το Hulk του Ανγκ Λι σήμερα μνημονεύεται περισσότερο ως παράδειγμα μεγάλης πτώσης στις εισπράξεις στο box-office κατά το δεύτερο σαββατοκύριακο, παρά για οτιδήποτε άλλο. Μεγάλο άδικο για μια ταινία, που δείχνει να ενδιαφέρεται περισσότερο για τον ήρωα και την ουσία του, αντί να τον χρησιμοποιεί ως αφορμή για αδιάκοπη δράση, όπου ο σαματάς και τα οπτικά εφέ αντικαθιστούν τα ευρήματα. Στην ταινία θα βρεις πολλά δάνεια από τα κινηματογραφικά "τέρατα" της παραγωγού εταιρείας Universal μέχρι την Πεντάμορφη και το Τέρας, η βασική αναφορά όμως είναι ο μύθος Φρανκενστάιν, καθώς στον πυρήνα της βρίσκεται η πάλη ανάμεσα στο Πλάσμα και τον Δημιουργό του, αλλά και o αγώνας της νέας (και κάθε νέας) γενιάς, να απομακρυνθεί από την αρτηριοσκλήρυνση της παλαιότερης και να χαράξει την δική της πορεία. Ταυτόχρονα ο Ταιβανέζος δημιουργός αναπλάθει επιτυχώς την κομιξάδικη αισθητική, εφευρίσκοντας τρόπους να μεταβεί από πλάνο σε πλάνο, έτσι ώστε να σου δίνει την εντύπωση ότι πηγαίνεις από καρέ σε καρέ, όπως στις ιλουστρασιόν σελίδες, που ξεφύλλιζες μετά μανίας στα νιάτα σου. Αν αγαπάς πραγματικά τα κόμικ, δεν βλέπω τι άλλο μπορεί να θέλεις από μια κομιξάδικη περιπέτεια.
O Τιμωρός (The Punisher, 2004)
Aπό τις έξι ταινίες που απαρτίζουν αυτή την λίστα, το «The Punisher» είναι το μοναδικό, που, όσο καλή θέληση και να έχεις, καλή ταινία δεν το λες, αν και είναι σαφώς ανώτερο από τις άλλες δύο κινηματογραφικές εκδοχές του ήρωα, της ομότιτλης του '89 με τον Ντολφ Λούντγκρεν και του κακουργηματικά κακόγουστου «Punisher: War Zone» του 2008. Ο ίδιος ο Punisher είναι ένας ιδιαίτερος υπερήρωας , ουσιαστικά μοναδική του υπερδύναμη είναι η περιφρόνηση της Καινής Διαθήκης. Αντιλαμβανόμενος αυτή του την ιδιαιτερότητα ο Τζόναθαν Χέινσλυ μεταφέρει τις περιπέτειες του ήρωα με αρμοστή «βρωμιά» στην οθόνη, η ταινία θα μπορούσε κάλλιστα να φέρει το σηματάκι της Cannon Films στην εισαγωγή, παραπέμπει ευθέως στο σινεμά δράσης που πρέσβευε αυτή η λατρεμένη από τους μπιμουβάδες εταιρεία παραγωγής στα 80's.
Δοκιμάστε το μόνο προετοιμασμένοι για θέαμα δεύτερης διαλογής και ίσως εκπλαγείτε από τις ουκ ολίγες εκλάμψεις pulp ιδιοφυίας, όπως η σκηνή στο diner, που μπορείτε να παρακολουθήσετε στο συνημμένο video. Η σύλληψη –γιατί η εκτέλεση χωλαίνει ελαφρώς - θα έκανε τους Κοέν να τρίβουν τα χέρια τους με ευχαρίστηση.
Σούπερμαν, η Επιστροφή (Superman Returns, 2006)
Ο μεσσιανισμός είναι δομικό στοιχείο του υπερηρωικού κόμικ. Ο υπερήρωας είναι εκείνος από τον οποίο περιμένουμε να φορτωθεί τα κρίματα μας και να μας σώσει από τις δυνάμεις του Κακού. Αν δεν αποδεχτείς αυτή την σύμβαση, διαφωνείς επί της αρχής με οποιαδήποτε υπερηρωική ταινία. Προσπερνώντας λοιπόν εκείνους που ενοχλήθηκαν από το «Superman Returns» επειδή είδαν σε αυτό μια χριστιανική αλληγορία, είναι απορίας άξιον γιατί θεωρείται αυτή η ταινία ατυχής μεταφορά των περιπετειών και όχι το ανερμάτιστο «Man of Steel» του Ζακ Σνάιντερ. Στο «Superman Returns» ο Μπράιαν Σίνγκερ μεταφέρει αυτούσιο τον ρομαντισμό της αρχικής ταινίας του Ρίτσαρντ Ντόνερ, εκσυγχρονίζοντας το (αρκετά) γερασμένο του θέαμα, και συλλαμβάνει ιδιοφυώς το δράμα του ήρωα σε εκείνη την σκηνή που ίπταται πάνω από την γη, ακούγοντας τις εκκλήσεις σε βοήθεια των ανθρώπων, καλούμενος να αποφασίσει, που θα πρωτοσπεύσει, καθώς αδυνατεί να τους βοηθήσει όλους. Προσθέτει επίσης κάτι καινούργιο στην μυθολογία του ήρωα και κλείνει την ταινία ολοκληρώνοντας τον κύκλο, που ξεκίνησε με το original, σε μια σκηνή ακράτητου συναισθηματισμού, που θα πρέπει πραγματικά να είσαι πολύ σκληρόπετσος, ώστε να μην βουρκώσεις.
Στα μάτια μου αυτά το κάνουν μια καλή μεταφορά. Τουλάχιστον.
Watchmen (2009)
Το graphic novel του Άλαν Μουρ φιγουράρει κατά διαστήματα στις λίστες με τα σπουδαιότερα βιβλία όλων των εποχών και συνιστά από μόνο του ένα τρανταχτό επιχείρημα απέναντι σε εκείνους, που αρνούνται να πάρουν στα σοβαρά την 9η τέχνη. Ουκ ολίγοι δημιουργοί επιχείρησαν να το μεταφέρουν στο σινεμά κι ο κλήρος έλαχε στον Ζακ Σνάιντερ. Η Warner ξεκίνησε το επιθετικό promotion της ταινίας έναν χρόνο πριν, προγραμμάτισε την ταινία να βγει στις αίθουσες την ίδια περίοδο, που οι «300» του ίδιου σκηνοθέτη σάρωσαν στο box-office λίγα χρόνια πριν, όταν τελικά κυκλοφόρησε όμως σημείωσε χλιαρές εισπράξεις και έλαβε ανάμεικτες κριτικές.
Στο «Watchmen» o Σνάιντερ παραμερίζει (ορθώς) την ιδιότυπη αφήγηση του κόμικ, καθώς πρόκειται για διαφορετικό format, αφαιρεί και κάποια στοιχεία που μάλλον δεν θα έδειχναν ωραία στο πανί και παραδίδει μια αυθάδικη, πιστή στο πνεύμα τoυ graphic novel ταινία, που εξισορροπεί έξοχα ανάμεσα στην αυτοπαρωδία και την τραγωδία και αναρωτιέται όχι μόνο αν χρειαζόμαστε τον Θεό, αλλά και τί τύπου Θεό χρειαζόμαστε. Όχι ακριβώς αυτό που θα ήθελε κάποιος, που αναζητούσε να αποδράσει ανώδυνα για δυο ώρες σε μια αίθουσα.
σχόλια