ΣΤΑΔΙΑΚΑ ΤΟ Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου έχει εξελιχθεί σε ένα από τα υπολογίσιμα εγχώρια κινηματογραφικά φεστιβάλ, έχοντας κατά καιρούς διευρύνει την έννοια της πρωτοπορίας και αφήσει χώρο σε ένα σινεμά που δεν έχουμε απαραίτητα συνδυασμένο στη συνείδησή με το αβανγκάρντ – στο παρελθόν, για παράδειγμα, είχαμε δει αφιερώματα στον Τζορτζ Στίβενς και τον Σατγιατζίτ Ρέι.
Η φετινή, 13η έκδοση του φεστιβάλ έχει δυο μεγάλους καλεσμένους από το εξωτερικό, τον Πορτογάλο Μιγκέλ Γκόμες, της φήμης του Tabu και των Arabian Nights, που έρχεται στη χώρα μας με το Βραβείο Σκηνοθεσίας του φετινού Φεστιβάλ Καννών στις αποσκευές του, και τον τρομερό Ράντου Ζούντε, που εξελίχθηκε σε αγαπημένο του ελληνικού σινεφίλ κοινού με τις δυο τελευταίες του ταινίες και θα παρουσιάσει, μαζί με αυτές, το άγνωστο στον περισσότερο κόσμο, πολυπρισματικό παρελθόν του.
Υπάρχει επίσης αφιέρωμα στην Αντουανέτα Αγγελίδη, λίγος Γκοντάρ, δυο διαγωνιστικά τμήματα, ειδικές προβολές προσφάτως αποκατεστημένων ταινιών, παράλληλες εκδηλώσεις και πάσης φύσεως προτάσεις για περιπετειώδεις σινεφίλ, πρόθυμους να έρθουν σε επαφή με ένα άλλο σινεμά, το οποίο σπάνια βρίσκει τον δρόμο προς τις αίθουσες.
Εμείς επιλέξαμε 8 προβολές στις οποίες πιστεύουμε ότι αξίζει να χτυπήσετε κάρτα, επισημαίνοντας, όμως, ότι στο συγκεκριμένο φεστιβάλ, περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο, σημασία έχουν οι τυχαίες ανακαλύψεις.
Δεν είμαι εγώ (C’est pas moi): Το άλλοτε enfant terrible του γαλλικού σινεμά Λεός Καράξ επιχειρεί να συνθέσει μια αυτοπροσωπογραφία μέσα σε 40 λεπτά, «όπως οι ζωγράφοι, αλλά χωρίς καθρέφτη», σύμφωνα με τις εξαγγελίες του. Αταξινόμητο, αντισυμβατικό, μοιραία αυτοαναφορικό είναι οι επιθετικοί προσδιορισμοί που θα χρησιμοποιούσαμε για να περιγράψουμε το σύνολο του έργου του. Άρα και αντιπροσωπευτικό.
Τabu: To Grand Tour ανοίγει το φεστιβάλ, ωστόσο το Tabu παραμένει η κορωνίδα της φιλμογραφίας του Πορτογάλου δημιουργού. Δυο ιστορίες που θα δέσουν αρμονικά στο φινάλε, κινηματογραφικές αναφορές –όχι μόνο στον Μουρνάου–, στυλιζαρισμένα κάδρα, αντιαποικιοκρατικές απολήξεις, μια Ευρώπη που χάνεται και ένα κινηματογραφικό ρομάντζο σε μία από τις ομορφότερες ταινίες που μας έδωσε ο 21ος αιώνας.
Aτυχές πήδημα ή Παλαβό πορνό (Bad luck banging or Looney Porn): Το αφιέρωμα του φεστιβάλ στον παλαβό Ρουμάνο Ράντου Ζούντε δίνει μια ευκαιρία να ανακαλύψετε το σινεμά του, να απολαύσετε και την κορυφαία στιγμή του, το Aferim (2015), ωστόσο ετούτο το ευφάνταστο, δηκτικό και πολιτικά καίριο ευθυμογράφημα είναι πλασμένο για να βιωθεί σε συνθήκες γεμάτης αίθουσας, oι οποίες μπορούν να απογειώσουν το (έτσι κι αλλιώς) ξεσηκωτικό κρεσέντο του.
Πέπε (Pepe): Ο Πέπε, ένας ιπποπόταμος που ξέφυγε από τη βίλα του Εσκομπάρ μετά τον θάνατο του διαβόητου αρχιβαρόνου των ναρκωτικών, αποκτά φωνή λίγο πριν τον σκοτώσουν και μας διηγείται(;) παραληρηματικά και αποσπασματικά τα κατορθώματά του(;) – αν μας βλέπετε να βάζουμε πολλά ερωτηματικά είναι επειδή δύσκολα συνοψίζεται το mindfuck που σας περιμένει, εάν επιλέξετε να δείτε την ταινία του Νέλσον Κάρλο Ντε Λος Σάντος Αρίας. Με διαφορά η πιο trip-αρισμένη πρόταση του περασμένου Φεστιβάλ Βερολίνου.
Viet and Nam: Το φιλμ του Τρουόνγκ Μιν Κούι φορά την αλληγορία του στον τίτλο του, απαγορεύτηκε μάλιστα στην πατρίδα του όχι λόγω του queer περιεχομένου του –ο Βιέτ και ο Ναμ είναι δυο ανθρακωρύχοι που βρήκαν (και έχασαν) τον πόθο σε ένα μέρος χωρίς ελπίδα– αλλά λόγω του έντονου πολιτικού και, κατά τους διοικούντες, αντεθνικού περιεχομένου του. Γυρισμένη σε 16 χιλιοστά, πιθανότατα (και τηρουμένων των αναλογιών πάντα) η πιο προσβάσιμη ταινία του διαγωνιστικού τμήματος σε ένα ευρύτερο κοινό.
Έμμονες ώρες στον τόπο της πραγματικότητας: Το ντοκιμαντέρ της Ρέα Βαλντέν, που τοποθετεί τη μητέρα της σε μαύρο φόντο, με μαύρο κοστούμι κι ένα ποτήρι νερό μπροστά της, είναι μια απαραίτητη εισαγωγή στο sui generis φιλμικό σύμπαν της. Μέσα από παραστατική αφήγηση η Αντουανέτα Αγγελίδη ξετυλίγει το κουβάρι της ζωής της, τη σχέση της με την τέχνη αλλά και τη σχέση της τέχνης της με τη δική μας ζωή, σε μια εξομολόγηση δίχως φίλτρο, που θα βοηθήσει τον θεατή να κατανοήσει το υπόλοιπο έργο της – και αξίζει να το κάνει, αυτό είναι το σινεμά που περιμένει να δει κανείς στο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου.
Happy Day: Το 1976, όταν κυκλοφόρησε η ταινία, η Μακρόνησος δεν χρειαζόταν να κατονομαστεί, όλοι μπορούσαν να την αναγνωρίσουν, παρά τις «διαβεβαιώσεις» του σκηνοθέτη περί της φανταστικής φύσης του τόπου και των χαρακτήρων. Αυτή η δημιουργική επιλογή συνδράμει τον διαχρονικό χαρακτήρα της συμβολικής ταινίας του Παντελή Βούλγαρη, άλλωστε η εμφυλιακή ορολογία και διάθεση στις μέρες μας έχει απλώς μεταλλαχθεί. Προβάλλεται για πρώτη φορά σε ψηφιακά αποκατεστημένη κόπια.
Τελευταία Πνοή (Le dernier souffle): Μετά τον Πέδρο Αλμοδόβαρ, άλλος ένας μεγάλος Ευρωπαίος σκηνοθέτης αφουγκράζεται τον αχό του θανάτου και απαντά νηφάλια πλην αδιαπραγμάτευτα, προτάσσοντας την αξιοπρέπεια απέναντί του. Στη νέα, πολύ προσωπική ταινία του Κώστα Γαβρά η στάση αυτή προκύπτει μέσα από τις συζητήσεις ενός ογκολόγου κι ενός συγγραφέα. Βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο των Ρεζί Ντεμπρέ και Κλοντ Γκρανζ.
Το 13ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου διεξάγεται από 5-18 Δεκεμβρίου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας.