Αν μη τι άλλο, η Βιρζινί Εφιρά διαθέτει χιούμορ: ονόμασε τη μοναχοκόρη της Άλι, αποτίνοντας φόρο τιμής στην Άλι Μακγκρό του «Love Story» και στον πυγμάχο Μοχάμεντ Άλι. Το κορίτσι που στο αφρίζον ξεκίνημά τoυ ήταν είδωλο της νεολαίας, παρουσιάζοντας το hit parade στη βελγική τηλεόραση, κυνήγησε μια καριέρα στο γαλλικό σινεμά, υπηρετώντας τη θητεία της στην κωμωδία, ώσπου έμαθε να λέει «όχι» μετά τα πρώτα σουξέ και να στρίψει σταδιακά προς το απαιτητικό δράμα.
Λίγο πριν υποδυθεί την αμφιλεγόμενη μοναχή Benedetta στην αναμενόμενη νέα ταινία του Πολ Βερχόφεν, η 42χρονη Εφιρά πείθει εμφατικά ως Ρασέλ, παθιασμένη και πεισματάρα ερωμένη και μητέρα, στο «Μια αγάπη ανέφικτη».
Στη συνάντησή μας στο φιλόξενο μπαλκόνι του Γαλλικού Ινστιτούτου στην Αθήνα, με τον σύντροφο στη ζωή και συμπρωταγωνιστή της στην ταινία Νιλς Σναϊντέρ να την παρακολουθεί χαμογελώντας (σαν να την άκουγε για πρώτη φορά), μας εκμυστηρεύτηκε πώς ακριβώς τούμπαρε τη σκηνοθέτιδα Κατρίν Κορσινί για να πάρει τον ρόλο που τόσο ερωτεύτηκε διαβάζοντας το μυθιστόρημα της Κριστίν Ανγκό και πώς συνδέει το δικό της αίσθημα κατωτερότητας με τα κόμπλεξ της ηρωίδας που υποδύεται.
Και τι έγινε αν αποτύχεις ή αν δεν είσαι φτιαγμένος για μια δουλειά; Τίποτα σημαντικό. Πας παρακάτω. Προχώρησα με τρόπο, η μετάβασή μου έγινε μάλλον απαλά, με κωμωδίες, καθώς υπήρξα μια κινητική παρουσιάστρια, με μπρίο και ενέργεια.
— Συνήθως δεν «πλευρίζετε» σκηνοθέτες για να τους ζητήσετε να παίξετε στις ταινίες τους. Στην περίπτωση του «Μια αγάπη ανέφικτη», ωστόσο, κάνατε μια εξαίρεση, απ' ό,τι διαβάζω. Επειδή είχατε διαβάσει το μυθιστόρημα πριν και αισθανθήκατε επιτακτική την ανάγκη;
Κατά μία έννοια, έτσι συνέβη. Μου φαίνεται εξαιρετικά ενοχλητικό να πιέσω έναν σκηνοθέτη − καλύτερο είναι πάντα να μοιραζόμαστε μια αμοιβαία επιθυμία συνεργασίας. Όταν διάβασα το βιβλίο της Κριστίν Ανγκό, νομίζω δύο χρόνια πριν αναγγείλει τη μεταφορά του στην οθόνη η Κατρίν Κορσινί, δεν με με άγγιξε απλώς αλλά με συγκίνησε πρωτοφανώς.
— Γιατί; Ήταν το ταξίδι μιας γυναίκας στον χρόνο;
Όχι, καθόλου. Με συγκίνησε ιδιαίτερα το σύνδρομο κατωτερότητας της Ρασέλ και ο τρόπος που έβλεπε τη ζωή της μέσα από το συγκεκριμένο πρίσμα. Με προβλημάτισε ο αυτοϋποβιβασμός ενός άξιου ανθρώπου, το πώς μια γυναίκα καθόλα στέρεη αποδομείται σε περιστάσεις στις οποίες φαίνεται ικανή να αντεπεξέλθει, τι σημαίνει να ψάχνεις άνδρες που τελικά σε ταπεινώνουν ή να είσαι μια single μητέρα σε περασμένες δεκαετίες.
Τι έκανα, λοιπόν, για να πάρω τον ρόλο; Βρέθηκα στο ίδιο μέρος με την Κορσινί, στο γαλλικό φεστιβάλ της Ανγκουλέμ, και την «καμάκωσα» για να την πείσω, θεωρώντας πως δεν θα σκεφτόταν εμένα για τον ρόλο. Είχα γυρίσει κυρίως εύθυμες ταινίες, πολλές κωμωδίες, όχι πάντα καλές, αλλά στο φεστιβάλ βρισκόμουν με μια πραγματικά καλή ταινία, τη «Βικτόρια», όπου υποδυόμουν έναν σύνθετο χαρακτήρα, και πίστευα πως, αν τον έβλεπε, θα το εκτιμούσε.
Έμαθα πως είδε την ταινία και της άρεσε πολύ και μετά από μια συνέντευξη στον ίδιο χώρο, καλή ώρα όπως είμαστε τώρα εμείς οι δύο, άρχισα να της μιλάω για πολιτικά θέματα που γνώριζα εκ των προτέρων πως την απασχολούσαν πολύ, για να με προσέξει και ίσως να πει «κοίτα να δεις, ενδιαφέρουσα είναι. Voila!». Και μετά έκανα πρόβες για τον ρόλο.
— Να υποθέσω πως ταυτίζεστε με το κόμπλεξ κατωτερότητας της Ρασέλ...
Ναι, και το είχα πριν ξεκινήσω τη διαδρομή μου στο σινεμά. Είναι μέρος της κατασκευής της προσωπικής ταυτότητας και το βρίσκω δύσκολο να φέρεις μια μόνιμη αυτοπεποίθηση πριν δοκιμαστείς. Μιλώντας για το ερωτικό κομμάτι της ταινίας, αναρωτιόμουν πόσο ελεύθερη είναι μια γυναίκα μέσα στο κοινωνικό πλαίσιο της εποχής, ακόμα κι αν είναι παθιασμένη με έναν άνδρα. Το σύνδρομο αυτό τυφλώνει τη βούληση.
— Πριν ασχοληθείτε με την υποκριτική ήσασταν ένα αγαπημένο τηλεοπτικό πρόσωπο, το κορίτσι που παρουσίαζε τις μουσικές επιτυχίες. Σας ήταν δύσκολο να μεταπηδήσετε στον κινηματογράφο;
Όλα συνδέονται, όπως βλέπετε! Για να μην παρεξηγηθώ, χαιρόμουν πάρα πολύ με την τηλεοπτική μου εργασία, την απολάμβανα όσο την έκανα. Φυσικά, όσο περισσότερο τοποθετούσα το σινεμά, που λάτρευα, σε ένα άπιαστο βάθρο, τόσο πιο μακρινή μού φαινόταν η πιθανότητα να γίνω μέρος του. «Αδύνατον» έλεγα στον εαυτό μου, προφανώς από σύνδρομο κατωτερότητας. Με το πέρασμα του χρόνου, ευτυχώς, γίνεσαι πιο ανάλαφρος. Περνάς καιρό θέτοντας ερωτήματα αξιακά και όχι ιδιαιτέρως εύστοχα.
Και τι έγινε αν αποτύχεις ή αν δεν είσαι φτιαγμένος για μια δουλειά; Τίποτα σημαντικό. Πας παρακάτω. Προχώρησα με τρόπο, η μετάβασή μου έγινε μάλλον απαλά, με κωμωδίες, καθώς υπήρξα μια κινητική παρουσιάστρια, με μπρίο και ενέργεια.
Μου πρότειναν πραγματικά χάλια ταινίες στην αρχή, αλλά μόλις έκανα επιτυχία ήρθε και η ευθύνη, γιατί ήμουν σε θέση να επιλέξω πλέον. Δεν ήταν εύκολο. Δεν ξέρω τι γίνεται στην Ελλάδα, αλλά στη Γαλλία ο κινηματογράφος και η τηλεόραση είναι δύο χωριστά κλαμπ.
— Τα ίδια κι εδώ. Από τα πολλά θέματα της ταινίας, το ερωτικό, το ταξικό, το μελό, ποιο σας ενδιέφερε περισσότερο; Θεωρείτε την ηρωίδα σύγχρονη;
Απολύτως! Έχει την τάση να ξεφύγει από τη νόρμα, να μην κάνει ό,τι της υποδεικνύουν. Είναι μια επαρχιωτοπούλα που γνωρίζει έναν νέο άνδρα ο οποίος την εισάγει στον Νίτσε και στον σαρκικό έρωτα που δεν έχει γευτεί ποτέ στη ζωή της. Αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Τελικά, πώς ορίζεται η μοντέρνα γυναίκα;
— Φαντάζομαι, από την άρνησή της να αφεθεί να την κατευθύνει ένας ή περισσότεροι άνδρες, με το θάρρος της, αν θέλετε, να μη δεχτεί να σταματήσει επειδή κάποιος της το λέει.
Ακριβώς. Αν και ταυτόχρονα, ενώ κάνει αυτό που νομίζει, κρατάει εκτός νυμφώνος την κόρη της και τη μεγαλώνει μόνη, υποτάσσεται στην αιώνια αγάπη και στο πάθος της για τον ίδιο άνδρα. Η αντίθεση μου φάνηκε προκλητική. Και πλούσια να τη διασχίσω.
— Μια αγάπη σαρκική και παθιασμένη σάς φαίνεται ανέφικτη;
Μου φαίνεται εξαντλητική σε βάθος χρόνου, αλλά δόκιμη. Στο πλαίσιο του πάθους ο ένας προσπαθεί να καταβροχθίσει τον άλλον. Και μέσα στην ένταση χρειάζεται αντοχή για να υποστηρίξεις την επιθυμία σου, πόσο μάλλον να την επιβάλεις.
Για τη μητέρα είναι δίκαιο το αίτημα της αναγνώρισης του παιδιού της από τον πατέρα του ως καρπού του έρωτά τους. Η διαδικασία για εκείνην είναι επώδυνη, επειδή ο εραστής της αρνείται για ταξικούς και οικογενειακούς λόγους, αλλά το βίωμα της κόρης της, ακριβώς επειδή δεν υπάρχει το πάθος για να ισορροπήσει, είναι τρομακτικό.
— Αν έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξετε μία από τις δύο κεφαλαιώδεις ιστορίες της ταινίας, τη σχέση των δύο εραστών ή τη σχέση της μάνας με την κόρη της, ποια θα ήταν αυτή;
Είναι αδύνατον να τις ξεχωρίσω και να πω σε ποια θα επέλεγα να εμβαθύνω περισσότερο. Αλλά επειδή ο συμπρωταγωνιστής μου, ο Νιλς Σναϊντέρ, βρίσκεται ακριβώς δίπλα μου, θα πω πως προτιμώ τους εραστές!
Η ταινία «Μια αγάπη ανέφικτη» προβάλλεται από τις 16 Μαΐου στις αίθουσες.
σχόλια