Ερωτισμός και σεξουαλικότητα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης

Ερωτισμός και σεξουαλικότητα στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης Facebook Twitter
Στο «Sauvage», ο Καμίλ Βιντάλ Νακέ δεν επιχειρεί καθόλου μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ανδρική πορνεία.
0

Ευτυχώς το σαχλό κλισέ περί ερωτικής πόλης έχει σταματήσει να ακούγεται εδώ και χρόνια στη Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, το 59ο Φεστιβάλ είναι γεμάτο από ταινίες που εξερευνούν τον έρωτα και το σεξ από πολλές και ποικίλες πλευρές. Με το αφιέρωμα για το ελληνικό queer να δεσπόζει, οι δρόμοι της erotica στο σινεμά αναγκαστικά διασταυρώνονται με την περίπλοκη, πολυσήμαντη εξερεύνηση της ταυτότητας, προσωπικής και συλλογικής.


Τίποτε δεν συγκρίνεται με την πολυερωτική, και όχι πανσεξουαλική, οδύσσεια της Αλμπερτίνα Κάρι, Daughters of Fire, μια λεσβιακή φαντασία στη μακρινή Παταγονία, όπου τρεις γυναίκες συναντώνται τυχαία και ξεκινούν ένα λεσβιακό ταξίδι αισθήσεων (που συνορεύουν με τις παραισθήσεις), το οποίο καταλήγει σε ένα παρατεταμένο πάρτι, με μια συμμετέχουσα να απομονώνεται φορώντας ακουστικά στον κήπο, γυμνή από τη μέση και κάτω, να αυνανίζεται, να ολοκληρώνει, να κάνει την απαραίτητη παύση, και να συνεχίζει για μια δεύτερη, έντονη φορά, και να συνέρχεται από την ηδονή του sequel, αποκτώντας επαφή με το περιβάλλον – καμία, παρά μόνο η σταθερή κάμερα, δεν της δίνει σημασία, διότι είναι όλες απασχολημένες με τον χορό και τις εκ περιτροπής παρτενέρ τους.

Η ταινία της Αργεντινής σκηνοθέτιδος δεν συγγενεύει ακριβώς με την αεικίνητα πουσαρισμένη κινηματογράφηση του συμπατριώτη της, Γκασπάρ Νοέ, αλλά απελευθερώνει in extremis τη γυναικεία επιθυμία, χωρίς πόνο και συστολή, μέσω της απενοχοποίησης της οπτικής ενός φακού πρόθυμου, χαρούμενου για την εκρηκτική συμμετοχικότητα.

 

The Daughters of Fire


Αντίθετα, το Μη Με Αγγίζεις της Αντίνα Πιντίλιε ανακατεύει προσωπικές εμπειρίες και μυθοπλαστικά στοιχεία για να ερευνήσει την απουσία επαφής, το σκάλωμα της οικειότητας που ξεκινά από αχαρτογράφητα συναισθηματικά τραύματα και επεκτείνεται σε προκαταλήψεις για την εμφάνιση, την ομορφιά, το σώμα και τη σεξουαλική συμπεριφορά.

Αρτιμελείς ή όχι, οι πρωταγωνιστές είναι μέλη ενός κλινικού πειράματος και η κάμερα της Ρουμάνας σκηνοθέτιδος τοποθετείται στο κέντρο της «ανάκρισης», υποτίθεται για να εμπλέξει τον θεατή σε μια διαλογική εξομολόγηση, που όμως είναι πολύ ψυχρή για να αποδώσει καρπούς, ή έστω ένα πειστικό δράμα.

Το όργιο του φινάλε, που αντίστοιχα είδαμε και στο Daughters of Fire, δεν είναι παρά μια σεταρισμένη διάταξη κορμιών σ' ένα σεξ κλαμπ. Η Αντίνα και η Λόρα της ταινίας δεν θα γίνουν ποτέ κόρες της φωτιάς, αλλά δεν είμαι σίγουρος πως θα βρουν συμπαραστάτες στη μπρεχτική τους μίρλα.

 

Μη Με Αγγίζεις


Στο Sauvage, ο Καμίλ Βιντάλ Νακέ (δεν γνωρίζω αν έχει σχέση με τον Πιέρ, διάσημο φιλόλογο και θεωρητικό της Αρχαίας Ελλάδας, αλλά η Αντίνα μας είπε πως δεν έχει καμία με τον Λουσιάν, τον σκηνοθέτη) δεν επιχειρεί καθόλου μια κοινωνιολογική προσέγγιση στην ανδρική πορνεία.

Τον ενδιαφέρει η ανάγκη για αγάπη ενός νέου άνδρα που πουλάει φτηνά, τυχαία, συνεχώς και απερίσκεπτα το κορμί του, ορμώμενος από το δάσος της Βουλώνης για να καταλήξει, προσωρινά, στο σπίτι ενός ευγενικού άνδρα, που θέλει να τον ημερέψει, ως άλλο κατοικίδιο. Ο αδέσποτος και ανερμάτιστος ήρωας σκηνοθετείται ως κανονικό αγρίμι, που απλώς προσαρμόζεται στις επιθυμίες των άλλων, ενώ παράλληλα σβήνει τη δική του καύλα όπως-όπως.

Ωραίο και δυναμικό το ντεμπούτο του Νακέ, μια ταινία απόλυτα ισορροπημένη ανάμεσα στα ένστικτα και το επίκτητο συναίσθημα που δραπετεύει σε μικρές δόσεις από ένα υβρίδιο ανθρώπου με ζώο, που δεν παραπονιέται ποτέ, δεν λέει εύκολα όχι, και πασχίζει να θέσει όρια στα υποψήφια αφεντικά και τους περιστασιακούς συμμάχους, τη φωλιά και την αγέλη του αντίστοιχα.

Το Sauvage είναι μια από τις καλύτερες επιλογές του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης, πρωτοπαίχτηκε στην Εβδομάδα Κριτικής των Καννών, φέρνει αναγκαστικά στον νου τις Άγριες Νύχτες του Σιρίλ Κολάρ, αλλά είναι σαφώς το πορτρέτο ενός αντι-διανοούμενου.

 

Sauvage


Αναγκαστικά, ένα άνθρωπος που πάσχει από νευροϊνωμάτωση προκαλεί το οξύμωρο, αλλά πραγματικό, βλέμμα αποστροφής, σαν την ορθάνοιχτη νευρική ματιά σε φρέσκο δυστύχημα στο δρόμο. Ο Άνταμ Πίρσον είναι ο Βρετανός ηθοποιός που είδαμε και στο Under the Skin του Γκλέιζερ, και στο γλυκό, μυαλωμένο, ιδιαίτερο Chained for Life του Άαρον Σίμπεργκ είναι ο Ρόζενταλ, ένας performer συγγενής του Ανθρώπου Ελέφαντα (αν και εκείνη είναι διαφορετική ασθένεια), που μαζί με άλλους συναδέλφους του με γενετικές ανωμαλίες και ποικίλες παραμορφώσεις, συμμετέχει στο παράξενο, παλιομοδίτικο φιλμ τρόμου που γυρίζει ένας γερμανικής, της γειτονιάς του Χέρτσογκ, προφοράς b-movie σκηνοθέτης.

Ο περιοδεύων θίασος των freaks και ειδικά ο Ρόζενταλ φιλτράρει την απόδοση της πρωταγωνίστριας, μιας όμορφης κοπέλας που αμέσως τον συμπαθεί, θέλει να τον βοηθήσει και φαίνεται να αντιστέκεται σθεναρά στον οίκτο που συνήθως προκαλεί στους άλλους, διασκεδάζοντας τον με αυθεντική συμπάθεια – ή μήπως πρόκειται για το προσποιητό ενδιαφέρον των ηθοποιών για τη διαφορετική κατάσταση του οποιουδήποτε, ως μέσο πληροφόρησης της δικής τους, άμεσης ή μελλοντικής ερμηνείας; Καθόλου απίθανο.

Η ταινία ξεκινά με ένα απόσπασμα παλιάς συνέντευξης της Πολίν Κέιελ, της επιδραστικής και αφοριστικής Αμερικανίδας κριτικού, η οποία όταν είχε ερωτηθεί για την ομορφιά, απερίφραστα υποστήριξε τις ηθοποιούς με την αρμονική εμφάνιση, και σε μια άρεια κορόνα, παραδέχτηκε πως είναι σαφώς πιο ευχάριστο για τον θεατή να τις χαζεύει.

Ο Σίμπεργκ, με πολλές σινεφίλ αναφορές, χωρίς ωστόσο να τις πετάει δεξιά κι αριστερά χωρίς νόημα, επιχειρεί μια σκεπτόμενη αντιστροφή των όρων και κυρίως σχολιάζει την υποκρισία μέσω της υποκριτικής. Η ωραία και το τέρας κάνουν ως και σεξ στην ταινία μέσα στην ταινία (μπορεί να υπάρχει ακόμη μια στο μίξερ, δεν είμαι σίγουρος) και προσπερνούν άνετα τον οίκτο και το εφέ του αξιοπερίεργου, αποκτώντας επαφή και κατανόηση. Ο Πίρσον είναι εξαιρετικός και εκφραστικός, αν και πιο εντυπωσιακή είναι η ενηλικίωση μιας ενζενί, όπως την ερμηνεύει η Τζες Γουέιξλερ.

 

Chained for Life


Στο We, ο Ολλανδός σκηνοθέτης Ρενέ Έλερ δεν ασχολείται τόσο με τις αναστατωμένες ορμές μιας παρέας νέων αγοριών και κοριτσιών, ένα ζεστό καλοκαίρι σε ένα χωριό στα σύνορα Βελγίου με Ολλανδία, όσο με την κυνική εκμετάλλευση των προνομίων αυτής της μικρής, ανερχόμενης ελίτ, όταν τα μέλη της αρχίζουν να βαριούνται και αναλαμβάνει την επιστασία τους ο πιο προβληματικός, αρχηγικός και ανήθικος της παρέας.

Εδώ το σεξ γίνεται παιχνίδι εξουσίας από την κάστα των οκνών, μια idle class που φαίνεται να έχει χάσει το όποιο μικρό γούστο είχε στο παρελθόν. Χωρισμένο σε κεφάλαια, το We κερματίζει την αφήγηση με έντεχνη ανάπτυξη, παρουσιάζει αρετές στο ύφος αλλά αδυναμία στη θερμοκρασία του.

 

We

Ανάμεσα στον Θείο Μπούνμι του Απιτσατπόνγκ Βερεσεθάκουλ και τον Δεσμώτη του Ιλίγγου του Άλφρεντ Χίτσκοκ (ναι, όντως), το Διαβολόψαρο (Manta Ray) του Ταϊλανδού Φατιπόνγκ Αρουνφένγκ είναι το ακριβώς αντίθετο του Daughters of Fire: ένα μικρό ποίημα για την υπέρβαση της αφοσίωσης. Ο στενός δεσμός ανάμεσα σε έναν ψαρά με βαμμένα ξανθά μαλλιά κι έναν βαριά τραυματισμένο, τον οποίο βρίσκει στους βάλτους, σώζει από βέβαιο θάνατο και φροντίζει μέχρι να σταθεί στα πόδια του, δεν είναι ακριβώς φιλικός, ούτε όμως και σαρκικός, αλλά παίρνει διαστάσεις ερωτικής εμμονής, με ενδιαφέρουσα προβολή στον χώρο και τον χρόνο, όταν ο πρώτος εξαφανίζεται χωρίς λόγο και προειδοποίηση και ο «σωσμένος» παίρνει, κατά κάποιον τρόπο, τη θέση του, αργοπορημένα, αλλά λυτρωτικά.

Χαύνη και λυγερή, σαν τις ταινίες του Βερεσαθάκουλ, η ταινία είναι αφιερωμένη στους Ροχίνγκιας, τους απάτριδες της Μιανμάρ που θεωρούνται ο πιο καταδιωγμένος λαός αυτή τη στιγμή στον πλανήτη.

Καθώς ο βαριά τραυματίας στην ταινία δεν μιλάει καθόλου, γίνεται σαφές πως ο σκηνοθέτης εμπιστεύεται περισσότερο την εικόνα από τον λόγο για τα θέματα που τον απασχολούν. Και σε ένα ντεμπούτο αυτοπεποίθησης και εικαστικής ομορφιάς (προέρχεται από τις Καλές Τέχνες και εντυπωσιάστηκε από το αντίστοιχο έργο που είδε στο πλαίσιο της έκθεσης «Ρωμαϊκή Φιλευσπλαχνία», στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης στην Αποθήκη Β, από καλλιτέχνες που εμπνεύστηκαν από ταινίες του διαγωνιστικού), που σύρεται λίγο παραπάνω από τα αλληγορικά και αφηγηματικά κυβικά του, αλλά λάμπει σαν το θανατηφόρο φωσφορίζον ψάρι του τίτλου.

 

Manta Ray

 

Κι αν αναρωτιέστε γιατί απουσιάζουν οι ελληνικές ταινίες, τουλάχιστον σε εκείνες που είδα, στο διεθνές διαγωνιστικό ή στο εθνικό πανόραμα, ερωτισμό δεν διέκρινα.

Οθόνες
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yπόθεση Γκολντμάν»: Μια αληθινή ιστορία τροφοδοτεί ένα καταπληκτικό δικαστικό δράμα

Οθόνες / «Yπόθεση Γκολντμάν»: Μια αληθινή ιστορία τροφοδοτεί ένα καταπληκτικό δικαστικό δράμα

Η πολύκροτη δίκη του Πιέρ Γκολντμάν στη Γαλλία των ‘70s αποτελεί πηγή έμπνευσης για ένα σχολαστικό δικαστικό δράμα που στοχεύει σε κάτι (πολύ) ευρύτερο από μια δραματοποιημένη αναπαράσταση της δίκης.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Joker - Folie À Deux: Ένα μουσικοχορευτικό σίκουελ που θα ανακουφίσει και θα απογοητεύσει

Ανταπόκριση από τη Βενετία / Joker - Folie À Deux: Ένα μουσικοχορευτικό σίκουελ που θα ανακουφίσει και θα απογοητεύσει

Κάποιοι θα περιμένουν τη συνέχεια που δεν αρνήθηκε κανείς από τους συντελεστές κατηγορηματικά στην κοινή συνέντευξη τύπου στο Φεστιβάλ Βενετίας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
KAOS: Το λυκόφως των θεών και η «Κρήτη» της πιο τρελής φαντασίας

Daily / KAOS: Το λυκόφως των θεών και η «Κρήτη» της πιο τρελής φαντασίας

Η νέα σειρά του Netflix είναι ένα μεθυστικό – και λίγο βαρύ ίσως – κοκτέιλ όπου συμπλέκονται γλυκά κι αυθαίρετα διάφοροι αρχαιοελληνικοί μύθοι, με ιδανικό πρωταγωνιστή τον Τζεφ Γκόλντμπλουμ στο ρόλο ενός σύγχρονου Δία.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
The Room Next Door: Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ κινηματογραφεί την πολιτική επιλογή της ευθανασίας σαν ελεγειακό αποχαιρετισμό

Ανταπόκριση από τη Βενετία / The Room Next Door: Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ κινηματογραφεί έναν ελεγειακό αποχαιρετισμό

Η πρώτη αγγλόφωνη μεγάλου μήκους ταινία του Ισπανού auteur προσφέρει δυο αξιοσημείωτους γυναικείους ρόλους σε δυο σπουδαίες ηθοποιούς: την Τίλντα Σουίντον και την Τζούλιαν Μουρ — SPOILER ALERT
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Όλα είναι Δράμα!: 47ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας

Πολιτισμός / «Όλα είναι Δράμα»: Τι θα δούμε στο 47ο Διεθνές Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους

Οι οικογενειακές σχέσεις, οι φιλίες που δοκιμάζονται, ο πρώτος έρωτας, η απότομη ενηλικίωση καθώς και τα κοινωνικά ζητήματα που ταλανίζουν τη σύγχρονη Ελλάδα εμπνέουν για άλλη μια φορά τους νέους μικρομηκάδες.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
«The Deliverance» στο Netflix: Ακόμα ένας άχαρος κινηματογραφικός «Εξορκιστής»

Οθόνες / «The Deliverance» στο Netflix: Ακόμα ένας άχαρος κινηματογραφικός «Εξορκιστής»

Ο Λι Ντάνιελς του «Precious» και του «The United States vs Billy Holiday» ζητά τη βοήθεια της Άντρα Ντέι και της Γκλεν Κλόουζ για να αναμετρηθεί με το φάντασμα του Φρίντκιν και ηττάται κατά κράτος.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Babygirl, το οργασμικό χάσμα γενεών σε ένα συνοπτικό ψυχο-θρίλερ, περισσότερο ευχάριστο απ’ ότι άβολο.

Ανταπόκριση από τη Βενετία / Babygirl, το οργασμικό χάσμα γενεών σε ένα συνοπτικό ψυχο-θρίλερ, περισσότερο ευχάριστο απ’ ότι άβολο

Σεξ και καριέρα, ταμπού και ηδονή, για τη γενναία Νικόλ Κίντμαν στο Babygirl, που κάνει update στον διάλογο ανάμεσα στις «Αποκαλύψεις» και τη «Γραμματέα».
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Alien: Romulus» – Ένα ψυχαγωγικό compilation με τα μεγάλα hits των προηγούμενων ταινιών

Οθόνες / «Alien: Romulus» – Ένα κινηματογραφικό best of από προηγούμενες ταινίες της σειράς

Ο Φέντε Άλβαρες επιχειρεί, επί της ουσίας, ένα χαλαρό remake του πρώτου «Alien», επικαλούμενος στοιχεία και χαρακτηριστικά στιγμιότυπα (και) από τα υπόλοιπα κεφάλαια της σειράς.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Γιώργου Τσαγκόζη

Μυθολογίες / «Το Blues Brothers με ανεβάζει όταν είμαι down»: Οι 10 αγαπημένες ταινίες του Γιώργου Τσαγκόζη

Η ταινία που παραλίγο να κοστίσει την περιουσία του Κόπολα και αυτή του Ρίντλεϊ Σκοτ που καθόρισε την αισθητική του cyberpunk, Ταρκόφσκι και Pixar. Ο δημοσιογράφος Γιώργος Τσαγκόζης επιλέγει ταινίες που βλέπει ξανά και ξανά.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΝΙΝΕΤΤΑ ΓΙΑΚΙΝΤΖΗ