Ο Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ του αγωνιώδους και σε πραγματικό χρόνο γυρισμένου Tape, των animation αιχμής A scanner darkly και Waking Life και των εξαιρετικών, και τόσο διαφορετικών σχολικών κομεντί ενηλικίωσης, Dazed and Confused και School of Rock δεν θα καταδεχόταν να κάνει απλώς μία ακόμη ρομαντική κομεντί – άλλωστε έχει δοκιμάσει την επίδραση του χρόνου στο συναίσθημα στην τριλογία του Before.
Το Hit Man προσεγγίζει τη λεπτή γραμμή που χωρίζει την πραγματική ταυτότητα από τη συνεχή παράσταση που δίνουμε δημόσια είτε για να κρύψουμε τις αδυναμίες μας είτε γιατί έτσι έχουμε μάθει πως θα αρέσουμε περισσότερο και θα γοητεύσουμε. Ο Τεξανός δημιουργός έγραψε το σενάριο μαζί με τον πρωταγωνιστή Γκλεν Πάουελ (με τον οποίο συνδέεται με πολυετή φιλία) πάνω σε παλιότερο άρθρο εφημερίδας, κατά το οποίο ένας καθηγητής Φιλοσοφίας, ο Γκάρι Τζόνσον, δεινός αναλυτής συμπεριφοράς και ψυχισμού και υπόδειγμα ταλαντούχου δασκάλου για τους πιστούς φοιτητές του, συνεργάζεται στενά με την αστυνομία παριστάνοντας τον πληρωμένο εκτελεστή για να αποκαλύπτει τα δόλια σχέδια επίδοξων κακοποιών, προλαβαίνοντας το επικείμενο έγκλημά τους.
Στο περιθώριο της ψυχαγωγικής ποιότητας του σοφιστικέ Hit Man, ο Λινκλέιτερ, ταυτόχρονα με τις συνέπειες μιας εσφαλμένης αισθηματικής επιλογής, διερωτάται για τη φύση του εκτελεστή, μια μυθολογική κατασκευή από το σινεμά και την pop κουλτούρα, που εδώ για πρώτη φορά εξετάζεται σε ένα πιο υπαρξιακό επίπεδο, πέρα από το λογοπαίγνιο του άνδρα που χτυπάει και «την πέφτει», στο ίδιο ρήμα.
Είναι άσος στις μεταμφιέσεις και, κυρίως, ψυχολογεί τα θύματά του καίρια και αποτελεσματικά, παίρνοντας ικανή και ασφαλή απόσταση από τον ντροπαλό εαυτό του χάρη στην περσόνα που κάθε φορά ενσαρκώνει. Οι περισσότερες από τις προσωπικότητες που ενδύεται είναι εξωφρενικές και ο Λινκλέιτερ δράττεται της ευκαιρίας για να δημιουργήσει τις απαραίτητες προϋποθέσεις για μια ιλαρή κωμωδία στις συνδέσεις του αστυνομικού θρίλερ που κάθε φορά διακόπτεται με τη σύλληψη του δράστη, μέχρι την έλευση της εντυπωσιακής Μάντισον Φιγκουερόα Μάστερς, μιας γυναίκας που τον συναντά έντρομη και τον παρακαλεί να «καθαρίσει» τον κακοποιητή σύζυγό της, ώσπου ανακαλεί την απόφασή της, αναγκάζοντάς τον έτσι να υποπέσει στο πρώτο του παράπτωμα στα μάτια της υπηρεσίας που μέχρι τούδε τον εμπιστευόταν για το άψογο σκορ του και τον θαύμαζε για τις εξωπραγματικές επιδόσεις που είχε σε επίπεδο προσαρμοστικότητας και μεταμόρφωσης.
Από εκεί ξεκινά η ρομαντική κομεντί μιας ταινίας με κυριολεκτικά πολλά πρόσωπα, όλα έξοχα μπλεγμένα στο κοκτέιλ του σέξι love story που απειλείται από έναν άβγαλτο και ανασφαλή ερωτευμένο και μια μυστηριώδη καλλονή που κινδυνεύει να παρεξηγηθεί από την ειλικρίνειά της. Η χημεία μεταξύ Πάουελ και Αρζόνα συγχωρεί κάποιες σεναριακές αναληθοφάνειες, κυρίως όμως ο σκηνοθέτης της ταινίας, λίγο πριν αναλάβει το τιτάνιο, αλά Boyhood εγχείρημα των αποσπασματικών εικοσαετών γυρισμάτων της διασκευής του Merrily we roll along, διασκεδάζει σοβαρά με πιο ελαφρύ υλικό.
Όπως ένας πρωταθλητής στην κολύμβηση ξεχωρίζει για την πλευστότητά του, έτσι και ο Λικνκλέιτερ δένει τα ετερόκλητα στοιχεία του Hit Man με ζηλευτή κινηματογραφικότητα, μια δημιουργική συμπλοκή των ειδών που ρέει και δεν ξενίζει, αναδεικνύοντας τον Πάουελ σε χαρισματικό πρωταγωνιστή έναν χρόνο μετά την τεράστια εμπορική επιτυχία του πνιγμένου στα κλισέ Λατρεύω να σε μισώ. Εδώ πείθει απόλυτα για μια βαθιά αμφιβολία που υπονομεύει την αυτοπεποίθησή του, ίσως επειδή δίπλα του δεν έχει τη μονοδιάστατη Σίντνεϊ Σουίνι αλλά την εκφραστική Άντρια Αρζόνα που καθοδηγείται σωστά στις αποχρώσεις του χαρακτήρα της, πάντα με κέφι και ενέργεια.
Στο περιθώριο της ψυχαγωγικής ποιότητας του σοφιστικέ Hit Man, ο Λινκλέιτερ, ταυτόχρονα με τις συνέπειες μιας εσφαλμένης αισθηματικής επιλογής, διερωτάται για τη φύση του εκτελεστή, μια μυθολογική κατασκευή από το σινεμά και την pop κουλτούρα, που εδώ για πρώτη φορά εξετάζεται σε ένα πιο υπαρξιακό επίπεδο, πέρα από το λογοπαίγνιο του άνδρα που χτυπάει και «την πέφτει», στο ίδιο ρήμα.
Η ταινία «Hit Man» κάνει πρεμιέρα στους κινηματογράφους στις 4/7.