Υπάρχει μια αυταπόδεικτη αλήθεια. Τα τελευταία χρόνια, όσο και αν θεωρείς τον εαυτό σου γνώστη της τεχνολογίας, ο καλπασμός της σε ξεπερνάει. Αυτός ο αγώνας ταχύτητας περιλαμβάνει δύο ειδών παίκτες: αυτούς που τη δοξάζουν και αυτούς που την αναθεματίζουν. Και όλα αυτά εν μέσω της τρομολαγνείας για την επέλαση της τεχνητής νοημοσύνης στη ζωή μας.
Υπάρχει και μια ακόμη αλήθεια. Έχει σημασία σε ποια χέρια θα πέσει το επόμενο τεχνολογικό επίτευγμα. Από την ατομική βόμβα μέχρι την εικονική πραγματικότητα και από τα smartphones μέχρι τα social media, πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι που θα αξιοποιούν τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα με σκοπό είτε να ραδιουργήσουν είτε να μεγαλουργήσουν.
Η Victoria Bousis ξεκίνησε την καριέρα της ως εισαγγελέας στο Ιλινόι και στη συνέχεια πέρασε στον χώρο του παραδοσιακού κινηματογράφου ως παραγωγός ταινιών, κάνοντας αργότερα τη μετάβαση στον χώρο της εικονικής πραγματικότητας.
Για να ακριβολογούμε, δεν πρόκειται για παιχνίδι, αλλά για μια ολόκληρη ταινία με αρχή, μέση και τέλος. Με άγχος, συγκίνηση και κάθαρση. Με τη μόνη διαφορά ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο πρωταγωνιστής.
Το νέο της δημιούργημα, όμως, το «Stay Alive, My Son» («SAMS») αποτελεί ένα έργο τέχνης που έχει έναν και μόνο σκοπό: Να σε βγάλει από το σκοτάδι και να αναζητήσεις την αλήθεια, όπως ο Pin Yathay αναζητά το παιδί του.
Η Victoria Bousis έπεσε πάνω στο βιβλίο του Yathay κατά τη διάρκεια ενός αεροπορικού ταξιδιού.
Πρόκειται για τα απομνημονεύματά του που περιγράφουν με τρομερή λεπτομέρεια τη ζωή στα πρώτα χρόνια του καθεστώτος των Ερυθρών Χμερ και τη γενοκτονία της Καμπότζης. Το βιβλίο ακολουθεί τα βήματα του Pin που αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τον γιο του, ώστε ο δεύτερος να έχει περισσότερες πιθανότητες να ζήσει, όσο ο ίδιος έγινε πρόσφυγας και ζήτησε βοήθεια από τη διεθνή κοινότητα για να ενώσει την οικογένειά του.
Όταν προσγειώθηκε το αεροπλάνο, μια φωνή μέσα της τής ψιθύρισε ότι αυτή η ιστορία πρέπει να ειπωθεί. Αλλά όχι με τον συμβατικό τρόπο. Είχε στα χέρια της κάτι ατόφιο. Έπρεπε το νέο της έργο να είναι τόσο ξεχωριστό όσο αυτή η ιστορία. Πλέον, με αυτήν τη σκέψη, ως XR Director και Creative Technologist, έχει δημιουργήσει τη δική της εταιρεία παραγωγής (UME studios) που πρωτοπορεί στην αφήγηση ιστοριών σε διάφορα μέσα, χρησιμοποιώντας εικονική παραγωγή, τεχνητή νοημοσύνη, web 3.0 και εμπειρίες XR.
Μετά από προσπάθειες δύο ετών, αμέτρητες συναντήσεις με ειδικούς, ταξίδια και εμμονική εστίαση στη λεπτομέρεια, η Victoria Bousis πέρασε το κατώφλι της LiFO για να μας παρουσιάσει –για την ακρίβεια, για να παίξω εγώ– το οσκαρικών προδιαγραφών VR παιχνίδι της και να γίνω ο ίδιος ο Pin Yathay, που αναζητά το παιδί του εδώ και δεκαετίες.
«Stay Alive, My Son»: Ένα εικονικό ταξίδι στο παρελθόν με «φάρο» το μέλλον
Για να ακριβολογούμε, δεν πρόκειται για παιχνίδι, αλλά για μια ολόκληρη ταινία με αρχή, μέση και τέλος. Με άγχος, συγκίνηση και κάθαρση. Με τη μόνη διαφορά ότι εσύ ο ίδιος είσαι ο πρωταγωνιστής. Περιπλανιέσαι σε εικόνες που θυμίζουν σκηνή από την «Αλίκη στη Χώρα των Θαυμάτων» ή μια σκοτεινή πίστα από το «Last of Us».
Η ταινία δεν προσπαθεί να σου αυξήσει την ντοπαμίνη για να παίξεις κι άλλο, κι άλλο, κι άλλο. Σου ξυπνά αναμνήσεις και συναισθήματα. Και όλα ξεκινάνε όταν, ως φίλος, επισκέπτεσαι τον Yathay, που είναι πια 80 ετών.
Εκείνος, λοιπόν, σε υποδέχεται. Σου ανοίγει το σπιτικό του. Εσύ έχεις μια συστολή. Να μπεις ή να μην μπεις; Μήπως δεν ήταν καλή ιδέα που χτύπησες το κουδούνι μετά από τόσα χρόνια; Εκείνος, όμως, ευγενικός και καλότροπος – πιστή αντιγραφή του πραγματικού τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά– σε καλοδέχεται. Και σου θυμίζει την ιστορία του.
Ένα τελετουργικό, όμως, που θα κάνει μπροστά στα μάτια σου θα κάνει εσένα τον απόλυτο πρωταγωνιστή της ιστορίας του. Γίνεσαι ο πατέρας που αναζητά τον γιο του. Και το ταξίδι ξεκινά.
Προσγειώνεσαι μέσα στις αναμνήσεις από τα βασανιστήρια που υπέστησαν γυναίκες και παιδιά στην Καμπότζη. Μαθαίνουμε έτσι την ιστορία της χώρας μέσα από τις τύψεις με τις οποίες ζει τόσα χρόνια ο Yathay. Αντιμετωπίζουμε ένα παρελθόν που ο πρωταγωνιστής κουβαλά στην ψυχή του εδώ και σχεδόν 50 χρόνια.
Αν υπήρχε η δυνατότητα της όσφρησης μέσω της εικονικής πραγματικότητας, θα μύριζες τη δυσοσμία από τα πτώματα και το αίμα και τη μούχλα στην ατμόσφαιρα. Άλλωστε, περιηγούμαστε σε ένα ζωντανό μαυσωλείο.
Στην περιπλάνηση θα βρεθούν κάποια στιγμή μπροστά σου, κολλημένες σε τοίχους, οι φωτογραφίες όλων των παιδιών που σκοτώθηκαν. Θυμίζει Άουσβιτς.
Η Victoria Bousis κατάφερε να ενσωματώσει στο παιχνίδι της κάθε μικρή λεπτομέρεια της ιστορίας. Από φωτογραφίες και ζωγραφιές του εξαφανισμένου παιδιού μέχρι και την αγαπημένη του χάρτινη σαΐτα που του είχε μάθει να φτιάχνει ο πατέρας του. Κι εσύ γίνεσαι όλο και πιο έντονα αυτός ο πατέρας.
Μέχρι που φτάνεις λίγο πριν το τέλος, σε μία από τις πιο ανατριχιαστικές στιγμές του παιχνιδιού. Εκεί που η ελπίδα αυξάνει όντως την ντοπαμίνη. Με ένα κλαδί, ο παίκτης μεταφέρεται σε μια σκιασμένη καρδιά, που αναπαρίσταται μεταφορικά από τον θαυμαστό ναό του Angkor Wat για να αναζητήσει τη σωτηρία. Τελικά, ο παίκτης συνειδητοποιεί ότι η θέληση του Yathay να αντέξει το αφάνταστο τροφοδότησε τον βαθύτερο σκοπό να ανακτήσει όλα όσα έχασε ζώντας.
Δεν χρειάζεται να πούμε τι γίνεται στη συνέχεια. Η επιστροφή στον εαυτό μας μάς κάνει να βλέπουμε το καθαρό πρόσωπο του Yathay την ώρα που πετάει μια σαΐτα από το παράθυρο, περιμένοντας να φτάσει στο παιδί του.
Η ταινία καθηλώνει τον παίκτη-θεατή με τα γεγονότα που έχουν μεσολαβήσει στην Καμπότζη από τότε μέχρι σήμερα. Όσο ήταν στην εξουσία το καθεστώς των Ερυθρών Χμερ λειτούργησαν στην Καμπότζη 196 φυλακές, σε μια εκ των οποίων, τη Φυλακή Ασφαλείας 21, φυλακίστηκαν 20.000 άνθρωποι, από τους οποίους επέζησαν μόνο 7. Οι κρατούμενοι μεταφέρονταν στα λεγόμενα Χωράφια του Θανάτου, όπου εκτελούνταν, συχνά με αξίνες για να μην ξοδεύονται σφαίρες, και θάβονταν σε μαζικούς τάφους.
Στις 2 Ιανουαρίου 2001 η κυβέρνηση της Καμπότζης προχώρησε στη σύσταση του Δικαστηρίου των Ερυθρών Χμερ και δίκασε μέλη του καθεστώτος που ήταν υπεύθυνα για τη γενοκτονία. Στις 7 Αυγούστου 2014 ο Nuon Chea και ο Khieu Samphan καταδικάστηκαν σε ισόβια για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Μέχρι το 2009 το Κέντρο Τεκμηρίωσης της Καμπότζης (Documentation Center of Cambodia) είχε χαρτογραφήσει 23.745 σημεία όπου υπήρχαν μαζικοί τάφοι, οι οποίοι περιείχαν τις σορούς τουλάχιστον 1,3 εκατομμυρίων θυμάτων.
Η επιστροφή στην πραγματική ζωή
Και κάπως έτσι έβγαλα τα VR γυαλιά και συνάντησα για πρώτη φορά τη Victoria Bousis. Δεν ήθελε να πούμε τίποτα πιο πριν, ήθελε να ζήσω πρώτα αυτήν τη μοναδική εμπειρία που κατάφερε να μου δείξει σημαντικές λεπτομέρειες από την ιστορία της γενοκτονίας στην Καμπότζη μέσα σε λιγότερο από μια ώρα.
Να σημειωθεί ότι η Victoria συνεργάζεται με την Ύπατη Αρμοστεία των Ηνωμένων Εθνών για τους Πρόσφυγες και το Ελληνικό Συμβούλιο Προσφύγων, με στόχο την υποστήριξη της αξιοπρέπειας των προσφύγων αλλά και τη διατήρηση/επανένωση οικογενειών προσφύγων.
«Ήθελα να αξιοποιήσω την τεχνολογία για να σπάσω τους κανόνες της παραδοσιακής αφήγησης, εκπαιδεύοντας παράλληλα το κοινό πάνω στην ιστορία της Καμπότζης» επισημαίνει η σκηνοθέτις.
«Αυτού του τύπου η αφήγηση έχει βαθύτερο αντίκτυπο επειδή ενισχύει τις αισθήσεις του παίκτη και προκαλεί πολύπλοκα συναισθήματα χαράς, θλίψης, ενοχής (σ.σ. αναφέρεται στις τύψεις του πατέρα που νιώθει ότι παράτησε το παιδί του). Αλληλεπιδρώντας με μια ηλικιωμένη ψηφιακή αναπαράσταση του Yathay σήμερα, επιδίωξα να εξανθρωπίσω την εμπειρία και να εμβαθύνω στη σύνδεση με τον παίκτη, πριν τον αντικαταστήσουμε εμείς».
Στη συνέχεια, μου δείχνει φωτογραφίες, εξηγώντας πώς κατάφεραν να αναπαραστήσουν τόσο πιστά τη μορφή του 80χρονου άνδρα. Δεν διαφέρει ούτε καν η όψη των χεριών του. H UME πρωτοστάτησε, αποτυπώνοντας την εμφάνιση και την κίνηση πραγματικών ανθρώπων μέσα σε εικονικά περιβάλλοντα.
Η απόδοση του πραγματικού κόσμου στον εικονικό
Για να ψηφιοποιήσουν τον Yathay σε Metahuman, οι καλλιτέχνες χαρακτήρων στα UME Studios χρησιμοποίησαν περίπου 240.000 polygons, μαζί με ένα πολύπλοκο σύστημα rigging με 891 οστά για το κεφάλι και 321 οστά για το σώμα. Η ίδια προσοχή στη λεπτομέρεια δόθηκε και στα ρούχα.
Ωστόσο, σημασία έχει να μεταφέρει στον χρήστη το βίωμα του ξεριζωμού από την οικογένεια. Από ό,τι φαίνεται, το έχει καταφέρει. «Μια πρόσφυγας από την Αιθιοπία, σε μια εκδήλωση των Ηνωμένων Εθνών, έφτασε στη μέση του παιχνιδιού και άρχισε να κλαίει. Όταν τη ρώτησα τι συνέβη, μου είπε "ένα από τα παιδιά μου πέθανε όταν περπατούσαμε στην έρημο". Ένα κορίτσι από το Αφγανιστάν ήρθε και μου είπε κλαίγοντας ότι εδώ και 15 χρόνια ψάχνει την αγκαλιά του πατέρα της. Την αναζητά σε κάθε ξένο άνθρωπο που συναντά» συμπληρώνει η Bousis.
Επιπλέον, υπόσχεται ότι θα βάλει και τον Yathay να παίξει, την άνοιξη του 2024. Θα είναι μια μοναδική στιγμή. «Δεν θα φάω για πέντε μέρες από την αγωνία» σχολιάζει. Και εξηγεί για τον πατέρα που στα 80 του περιμένει ακόμα τον γιο του να φανεί στην πόρτα: «Ακόμα και αν εντοπιστεί σήμερα, η διαδικασία επανένωσης είναι αναποτελεσματική, αφήνοντας γονείς και παιδιά απομονωμένους, αβοήθητους και τραυματισμένους από την απώλεια».
Τους επόμενους μήνες, η Ελληνοαμερικανίδα δημιουργός θα κλείσει συμφωνία με διανομέα για να παρουσιαστεί το project σε διάφορες πλατφόρμες. Ακόμη, συζητιέται η αξιοποίησή του σε μουσεία και cultural spaces παγκοσμίως. Ευελπιστεί ότι κάποια στιγμή θα είναι διαθέσιμη και μια εκδοχή του σε 2D, γιατί σκοπός της είναι το «SAMS» να γίνει προσβάσιμο σε όλους.
Το επόμενο βήμα της είναι να παρευρεθεί στο Global Refugee Forum στη Γενεύη την επόμενη εβδομάδα. Στις αρχές του νέου έτους την έχουν καλέσει να δώσει ένα masterclass στη Venice Film Academy, που είναι μέρος της Biennale. Παράλληλα δουλεύει ένα immersive project σε συνεργασία με ένα πολύ μεγάλο fashion brand.
Το «Stay Alive, My Son» είναι μια εμπνευσμένη ιστορία για τον άρρηκτο δεσμό μεταξύ γονέα και παιδιού και το αξιοσημείωτο θάρρος των απλών ανθρώπων, που θριαμβεύουν πάνω από τις αντιξοότητες. Ενισχυμένες από την τεχνολογία, ιστορίες όπως αυτή μας υπενθυμίζουν τη δύναμη που έχουμε να υπερβαίνουμε τις αντιξοότητες και να γινόμαστε φάροι ελπίδας για τους άλλους.
Το 2024 είναι η χρονιά της Victoria Boussis.