Πολύ σωστά ο Ορέστης Ανδρεαδάκης προλόγισε την ταινία του νεαρού Γερμανού σκηνοθέτη Ντίτριχ Μπρίγκεμαν ως την ''έκπληξη του τελευταίου φεστιβάλ Βερολίνου'' και ως ''μία ταινία που την παίρνεις μαζί σου για πολλές ώρες μετά την προβολή της''. Ο ίδιος ο Μπρίγκεμαν βρίσκεται στην Αθήνα και χθες συνομίλησε με το κοινό του κατάμεστου Ideal αμέσως μετά το τέλος της ταινίας του. Το μόνο που είχα να του πω μαζί με τα θερμά μου συγχαρητήρια ήταν πως πρόκειται για έναν άξιο επίγονο του μεγάλου Καρλ Ντράγιερ, μα δυστυχώς έπρεπε να αλλάξω κινηματογράφο για την επόμενη προβολή. Τι ήταν αυτό άραγε που θα με έκανε να ξεστομίσω τέτοια...βαριά κουβέντα για την περίπτωση του κυρίου Μπρίγκεμαν; Κατ' αρχάς το σεναριακό εύρημα του:
Ένα 14χρονο κορίτσι, η Μαρία, μεγαλώνει σ' ένα ασφυκτικά θρησκευόμενο περιβάλλον με μία μάνα στα πρόθυρα της υστερίας και έναν άβουλο πατέρα. Μοναδική παρηγοριά της η φιλία της με τη Μπερναντέτ, τη Γαλλίδα νταντά της, επίσης θρησκευόμενη, αλλά σίγουρα πιο χαλαρή από τους γονείς της. Η Μαρία έχει κι ένα 4χρονο αδερφάκι, άρρωστο από αυτισμό και ανίκανο να μιλήσει. Όλη της η έννοια είναι πως θα γίνει καλά ή, σωστότερα, πως θα το κάνει η ίδια καλά με τον δικό της ανορθόδοξο τρόπο. Διότι η Μαρία έχει βάλει σκοπό της ζωής της να θυσιάσει την ύπαρξη της στο Χριστό, ακολουθώντας το δρόμο του μαρτυρίου Του προς τον Σταυρό, για να θεραπευτεί ο μικρός αδερφός της. Σε ένα περιβάλλον που απαγορεύονται δια ροπάλου η ροκ μουσική ως σατανιστική και οι πιο αθώες σχέσεις με τα αγόρια, η φιλάσθενη Μαρία θα παραδώσει πνεύμα στον Κύριο μέσα σε νοσοκομείο, αρνούμενη για οποιαδήποτε σίτηση. Την ώρα που οι νοσοκόμοι θα προσπαθήσουν να την επαναφέρουν στη ζωή, ω! του θαύματος το μικρό αγόρι στα χέρια της μάνας τους θα πει τα πρώτα λόγια του. Το επόμενο θλιβερό στάδιο αυτής της μεταφυσικής τραγωδίας θα είναι η πρόταση για αγιοποίηση της από τη μάνα της στο τραπέζι του εργολάβου κηδειών...
Μία βασανιστική παραβολή, όλο υπαρξιακή αγωνία, χωρίς καμία προσπάθεια σκηνοθετικού εντυπωσιασμού. Αν και καμιά φορά ο εντυπωσιασμός επιτυγχάνεται με τα πιο λιτά μέσα! Ο Ντίτριχ Μπρίγκεμαν γύρισε όλη την ταινία σε 14 σκηνές - μονοπλάνα, καταργώντας στην ουσία το μοντάζ και την έννοια της δράσης. Το Kreuzweg (ελλ. τίτλος Οι σταθμοί του Σταυρού) βλέπεται σαν ένα κινηματογραφικό συγκινητικό δοκίμιο με τη χριστιανική πίστη στο μεταίχμιο του θρησκευτικού ψυχωτικού παραληρήματος και την εμφανέστατη πρόθεση του δημιουργού να αποδομήσει τον συντηρητισμό του καθολικισμού. Δεν είναι τυχαίο που μόλις τελείωσε η προβολή και πήρε το λόγο, ρώτησε αν υπάρχει κάποιος Καθολικός στο θρήσκευμα μεταξύ του κοινού!
Απ' ότι είδα στο πρόγραμμα των Νυχτών Πρεμιέρας, δεν έχει προγραμματιστεί επαναληπτική προβολή. Σε λίγες εβδομάδες, όμως, βγαίνει κανονικά στις ελληνικές αίθουσες από τη SEVEN. Το Kreuzweg είναι ένα διαμάντι συμπαραγωγής Γερμανίας - Γαλλίας, που απέσπασε στη Μπερλινάλε το βραβείο σεναρίου και το βραβείο της Οικουμενικής Επιτροπής. Μην το χάσετε!
Από τον γαλλόφωνο Καναδά η επόμενη ταινία που συμμετείχε στο Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών του Φεστιβάλ Κανών και που προβλήθηκε χθες βράδυ στην αίθουσα Odeon Όπερα 1. Μία ασπρόμαυρη νεανική κομεντί του Στεφάν Λαφλέρ, νωχελική μεσ' στη ραστώνη ενός φαινομενικά ξέγνοιαστου καλοκαιριού.
Ηρωίδα η νεαρή Νικόλ που αρνείται να μεγαλώσει και εγκαθίσταται στο εξοχικό σπίτι των γονιών της με τη Βερονίκ, την καλύτερη της φίλη. Τα δυο κορίτσια σχεδιάζουν να πάνε ταξίδι στην Ισλανδία μέχρι που στο σπίτι εγκαθίστανται επίσης ο μεγαλύτερος αδερφός της Νικόλ, που είναι μουσικός, μαζί με τη ροκ μπάντα του. Τότε οι ισορροπίες θα ανατραπούν. Η Βερονίκ θα τα φτιάξει με τον ντράμερ της μπάντας, τον οποίο ''ζαχάρωνε'' και η Νικόλ, αρνούμενη στη συνέχεια να ακολουθήσει τη φίλη της στην Ισλανδία. Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο δύσκολη όταν η Νικόλ θα απολυθεί από τη δουλειά της σε μαγαζί με second hand ρούχα, κατηγορούμενη ότι έκλεψε εμπόρευμα. Στο τέλος, η Νικόλ μοιάζει να ξαναγίνεται παιδί και βρίσκει παρηγοριά στην επαφή της με έναν πιτσιρίκο που είναι ερωτευμένος μαζί της και που μιλάει με φωνή ώριμου άντρα - από τις πιο ξεκαρδιστικά αστείες παρουσίες στην ταινία αυτή του μικροκαμωμένου αγοριού με την αταίριαστη ''μεγαλίστικη'' φωνή! Παίρνει όμως και την εκδίκηση της από τους άλλους: Ρίχνει το ταμπούρο από τα ντραμς του νεαρού μουσικού στην πισίνα με φανερή ικανοποίηση! Στο τελευταίο πλάνο, μια και το ταξίδι στην Ισλανδία ματαιώθηκε, πηγαίνει η Ισλανδία στον Καναδά, αφού - ποιητική αδεία - το νερό της πισίνας γίνεται θερμοπίδακας Γκέιζερ και ξερνάει τη ντραμς στα ουράνια!
Το Tu dors Nicole (ελλ. τίτλος Ξύπνα με όταν μεγαλώσω) είναι ουσιαστικά μία ταινία για το Ωραίο και το Μεγάλο που βρίσκεται συχνά στα πιο απλά πράγματα της καθημερινότητας. Κατά τη γνώμη μου θα μπορούσε να είναι μισής και όχι μιάμισης ώρας διάρκειας, παρουσιάζοντας έτσι πιο συμπυκνωμένες τις προσωπικές εκρήξεις στο μικρόκοσμο των ηρώων της. Βλέπεται όμως ευχάριστα για το σπιρτόζικο χιούμορ της, τους εκκεντρικούς χαρακτήρες της και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της που άνετα θα χαρακτηριζόταν hommage στο σινεμά του Φρανσουά Τριφό!
Η ταινία προβλήθηκε στο τμήμα Πανόραμα των φετινών Νυχτών Πρεμιέρας και δεν υπάρχει προγραμματισμένη επαναληπτική προβολή.
σχόλια