Ο Musa και ο Σίμος, δύο άντρες που γνωρίζονται αναπάντεχα μια νύχτα σε ένα κρυφό, απροσδιόριστο μέρος, ερωτεύονται. Σταδιακά και με το πέρας των πρώτων εβδομάδων που είναι μαζί, οπότε ο καθένας εκδηλώνει προσωπικές επιθυμίες οι οποίες αντανακλώνται στις επιθυμίες του άλλου, αποφασίζουν να συγκατοικήσουν στο σπίτι του Σίμου.
Η σχέση τους μπαίνει σε άλλη συνθήκη, στην οποία ο Musa, νεότερος και πιο ζωντανός ως χαρακτήρας, προσπαθεί να προσαρμοστεί σε μια ανοίκεια κατάσταση ενώ ο Σίμος παλεύει να ελέγξει την κτητικότητα και τον διαρκή του φόβο ότι θα χάσει τον εραστή του.
Κάθε φορά που η ζήλια του ξεφεύγει, ο ίδιος, ανεπαρκής και αδύναμος, ακροβατεί στο λεπτό σχοινί που χωρίζει το όνειρο από την πραγματικότητα. Μπαινοβγαίνει σε κλειστούς, ασφυκτικούς, σκοτεινούς χώρους, ζώντας μεταξύ ψευδαισθήσεων και πραγματικότητας, μετατρέποντας τους φόβους του σε ανατριχιαστικούς εφιάλτες. Μέχρι που ένα συμβάν και ένας απροσδόκητος φόνος θα επαληθεύσει τον χειρότερό του εφιάλτη.
Η νέα ταινία του Νίκου Νικολόπουλου «Musa» είναι ένα ερωτικό θρίλερ στο οποίο ξετυλίγεται μια ιστορία αγάπης και μυστηρίου. Βλέπουμε δύο άντρες να ερωτεύονται και να αντικατοπτρίζονται ο ένας στο πρόσωπο του άλλου.
Αν και η ταινία δεν ανήκει προγραμματικά στο είδος του queer κινηματογράφου, καθώς δεν πραγματεύεται ειδικά χαρακτηριστικά της σχέσης ενός ομόφυλου ζευγαριού, οι δύο άντρες λειτουργούν ως μια «δισυπόστατη» ύπαρξη. Ο πυρήνας της ταινίας μιλάει για τον φόβο της απώλειας του ερωτικού άλλου, της επιθυμίας, του ίδιου του εαυτού, μέχρι και της ανθρώπινης ζωής. Ο δημιουργός έδωσε μεγάλη βαρύτητα στο παιχνίδι ταύτισης - αντιδιαστολής ανάμεσα στα δύο κεντρικά πρόσωπα.
Στην ταινία «Musa» η ζωή βιώνεται ως συνεχές όνειρο μέχρι που η στιγμή του θανάτου λειτουργεί ως ξαφνική αφύπνιση, όπου ο ένας εραστής ανακαλύπτει ότι όλα όσα πίστευε ως αληθινά είναι ψευδαίσθηση.
«Ήθελα να πω αυτή την ιστορία με τον τρόπο που συνηθίζουμε να θυμόμαστε τις προσωπικές μας ιστορίες αγάπης: όχι σαν μια ευθεία γραμμή, αλλά σαν μια σπείρα, με θραύσματα της πραγματικότητας, αναμνήσεις και φαντασιώσεις να συγκεντρώνονται και να συμπιέζονται σε σύντομο χρονικό διάστημα», λέει ο Νίκος Νικολόπουλος.
Αφορμή για την έμπνευση της ταινίας ήταν ένα video τραβηγμένο από την dash cam ενός περιπολικού στο Τέξας, στο οποίο είχε καταγραφεί ένα περιστατικό αναίτιας αστυνομικής βίας απέναντι στην Αφροαμερικανίδα Sandra Bland. Η γυναίκα ξυλοκοπήθηκε στη μέση του δρόμου και κατέληξε σε ένα κελί, όπου τελικά βρέθηκε απαγχονισμένη.
«Τίποτα δεν είναι δεδομένο. Όλα όσα θεωρούμε ως δεδομένα μπορούν από τη μια στιγμή στην άλλη να χαθούν. Να μας τα στερήσουν. Η επόμενη σκέψη μου αφορούσε τους ανθρώπους που την περίμεναν. Τον σύντροφό της. Τα παιδιά της. Ξεκινήσαμε να γράφουμε το σενάριο με την Άρτεμη Ζερβού. Ήρθαν και άλλες εικόνες και άλλες ιστορίες. Ανατρέξαμε στις μνήμες μας, στις αναφορές μας. Η ιστορία πήγε κάπου αλλού. Το περιστατικό αυτό πέρασε στο φόντο μιας ερωτικής ιστορίας, αλλά το θέμα της απώλειας που βιώνει αυτός που μένει πίσω, το θέμα του φόβου της απώλειας παρέμεινε κεντρικό. Και ο χωρισμός, άλλωστε, ένας θάνατος δεν είναι; Θάνατος είναι η απώλεια της μνήμης», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Στην ταινία «Musa» η ζωή βιώνεται ως συνεχές όνειρο μέχρι που η στιγμή του θανάτου λειτουργεί ως ξαφνική αφύπνιση, όπου ο ένας εραστής ανακαλύπτει ότι όλα όσα πίστευε ως αληθινά είναι ψευδαίσθηση. Όταν αφηγούμαστε ένα πραγματικό γεγονός και προσθέτουμε, πολλές φορές ασυνείδητα, συμπληρωματικά, επινοημένα περιστατικά, καθώς αυτό συμβαίνει ξανά και ξανά, στο τέλος δεν μπορούμε να διακρίνουμε τα πραγματικά από τα φανταστικά μέρη της αφήγησης.
Έτσι και στην ταινία, ο ένας εραστής καταλήγει να πιστεύει όλη την ιστορία ως ακλόνητα αληθινή, θέλοντας να ερμηνεύσει το τρομερό τραύμα της απώλειας με τρόπο που θα έχει νόημα και που θα του επιτρέψει να το αντιμετωπίσει.
«Έτσι συμβαίνει με όλες τις προσωπικές μας ιστορίες, έτσι συμβαίνει και με την ιστορία της ανθρωπότητας», σύμφωνα με τον Νίκο Νικολόπουλο.
Πρόκειται για την ιστορία ενός έρωτα. Ο θεατής εμπλέκεται συναισθηματικά, γιατί νιώθει ότι έχει υπάρξει ή ότι θα βρεθεί στη θέση και των δύο πρωταγωνιστών. «Ίσως όμως, σε χαμηλότερη ευκρίνεια και με σιγανότερους τόνους, να είναι μαζί και μια πολιτική ιστορία που θα σε εμπλέξει και θα σε ζορίσει με διαφορετικούς τρόπους», εξηγεί ο σκηνοθέτης.
Το όνομα Musa, το όνομα του ενός εραστή, του ηθοποιού Στέφανου Μουαγκιέ, ήταν ιδέα της συν-σεναριογράφου Άρτεμης Ζέρβου. «Όταν ψάχναμε όνομα για τον αφρικανικής καταγωγής πρωταγωνιστή μας, ανακαλύψαμε το Musa, που στη διάλεκτο zulu σημαινει "καλός", "ευσπλαχνικός". O όρος έχει και μια έμφυλη χρήση –η παθητική θηλυκή παρουσία που διαχρονικά εμπνέει τον μεγάλο άντρα καλλιτέχνη– που εκνευρίζει πολύ την Άρτεμη.
Η ταινία είναι χτισμένη πάνω σε ένα λεπτό πολιτικό υπόστρωμα. Το εάν και το πού ακριβώς το εντοπίζει κανείς, το πόσο βαθιά φθάνουν για τον καθένα και την καθεμιά οι ρίζες του, ευτυχώς δεν το ορίζει η πρόθεση του σκηνοθέτη.
Υπάρχουν πάντως στιγμές που ο θεατής νιώθει δυσφορία: ίσως εκεί είναι που το πολιτικό γίνεται πιο αντιληπτό. «Υπό μία ή και περισσότερες έννοιες, όλα τα ανθρώπινα έργα είναι πολιτικά», συμπληρώνει ο Νίκος Νικολόπουλος.
Είναι εμφανές πως η ιστορία δεν εξελίσσεται γραμμικά και δεν υπάρχει πλοκή. Το μυστικό της ταινίας είναι πως η όλη ιστορία εξελίσσεται μέσα από την ατμόσφαιρα που φτιάχνει κάθε σκηνή και όχι μέσω κάποιου ορθολογικού σχήματος. Συνδυάζει μεθόδους κλασικού κινηματογράφου με μεθόδους video art. Είναι ένα arthouse, ΛΟΑΤΚΙ+ δράμα, φτιαγμένο από την αρχή, από τη συγγραφή του σεναρίου, έως το τέλος, το τελευταίο cut στο μοντάζ, με απόλυτη καλλιτεχνική ελευθερία, χωρίς χρηματοδότηση αλλά με συμμετοχή καλλιτεχνών-συντελεστών που συμμετείχαν στην ταινία με πολλαπλές ιδιότητες.
Από τη συγγραφή μέχρι τα γυρίσματα, οι συντελεστές της ταινίας αντιμετώπισαν πολλές δυσκολίες λόγω οικονομικών περιορισμών. Είναι γνωστό πως στο ελληνικό κινηματογραφικό τοπίο δεν υπάρχει πρόσφορο έδαφος για ανεξάρτητες, πειραματικές ταινίες, έτσι ο Νίκος Νικολόπουλος έκανε την παραγωγή, τη σκηνοθεσία, την κινηματογράφηση, το μοντάζ και το color grading.
«Είναι εξοντωτικό να οδηγείς το βαν, να φροντίζεις το φαγητό όλων και ταυτόχρονα να σκηνοθετείς, να σκέφτεσαι τα φώτα, να δουλεύεις με τους ηθοποιούς, να αποφασίζεις για το κλείσιμο μιας σκηνής και στο τέλος να ξεφορτώνεις τα αρχεία, όλα σε μια μέρα· και κάθε συνεργάτης και συνεργάτριά σου να βιώνει αντίστοιχα τρομερές και ενίοτε αξεπέραστες ελλείψεις και δυσκολίες», παραδέχεται.
Το ίδιο αναφέρει και ο ένας πρωταγωνιστής, ο Στέφανος Μουαγκιέ: «Άλλαξα τελείως την καθημερινότητά μου. Ήταν μια περίοδος που είχα επιλέξει να μην κάνω τίποτα άλλο, ώστε η προσοχή μου να είναι μόνο σε αυτό».
Λέει πως το πιο δύσκολο πράγμα στην ταινία ήταν η προετοιμασία στο μακιγιάζ για τη σκηνή στην οποία τον χτυπάνε. «Είχε πολλή λεπτομέρεια, πράγμα που σημαίνει ότι πήρε πολλές ώρες και ήταν δύσκολο, γιατί σε κάθε λήψη ανανεώναμε το μακιγιάζ. Το υλικό το καταλάβαινα στο δέρμα μου και το εφιαλτικό ήταν ότι ήμουν δεμένος, πεσμένος στα γόνατα και οι πόνοι ήταν απίστευτοι, γιατί έχω χονδροπάθεια. Πόναγα για πολύ καιρό μετά το τέλος των γυρισμάτων».
Η ταινία αυτή γραφόταν επί τέσσερα χρόνια, λέει ο Νίκος Νικολόπουλος. Όλη η ατμόσφαιρα που βγάζει προτρέπει τον θεατή να βυθιστεί στις προσωπικές του μνήμες, στα πιο κρυφά του συναισθήματα. Κινηματογραφημένη και γραμμένη με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρχει η αγωνία της άμεσης κατανόησης, του τελικού συμπεράσματος, του επιλόγου. Ο δημιουργός καλεί τον θεατή να αφεθεί στις αισθήσεις και στους συνειρμούς του.
Δεν είναι μια εύκολη ταινία, ωστόσο είναι ανοιχτή σε διαφορετικές αναγνώσεις. Ο καθένας μπορεί να ανακαλύψει νέες σχέσεις ανάμεσα στα συμβάντα, στις εικόνες και στα νοήματα. «Φιλοδοξούμε η ταινία να ολοκληρωθεί στο μυαλό κάθε θεατή», αναφέρει ο σκηνοθέτης.
Η ταινία «Musa» θα προβληθεί την Τετάρτη 12/10 & την Τετάρτη 19/10 στις 21:30 στη μεγάλη αίθουσα της Ταινιοθήκης (Ιερά Οδός 48, Κεραμεικός), παρουσία των συντελεστών.
Θα ακολουθήσει πάρτι στο Tarzan Bar (Αγίων Ασωμάτων 3, Θησείο) όπου τη μουσική θα επιλέγει ο πρωταγωνιστής της ταινίας Στέφανος Μουαγκιέ.
Παίζουν: Στέφανος Μουαγκιέ, Θανάσης Γεωργίου, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Ελεάνα Στραβοδήμου
Έκτακτη συμμετοχή: Αντιγόνη Κουλουκάκος, Ευσταθία Τσαπαρέλη, Σύλλας Τζουμέρκας
Σκηνοθεσία, σενάριο, διεύθυνση φωτογραφίας, μοντάζ, color grading: Νίκος Νικολόπουλος
Σενάριο, καλλιτεχνική διεύθυνση, σκηνογραφία: Άρτεμις Ζερβού
Πρωτότυπη μουσική και sound design: Miyaki (Δημήτρης Μιγιάκης)
Site: www.nikosnikolopoulos.com/musa
Facebook: www.facebook.com/MUSAthefilm
Instagram: www.instagram.com/musa_the_film