Τριάντα επτά γέφυρες έχει ο Σηκουάνας που συνδέουν τις δυο πλευρές του, αριστερή και δεξιά, όπως και γειτονιές αριστοκρατικές και εργατικές, συνοικίες πολυσύχναστες, κάποιες που αναπτύσσονται και άλλες μακρινές και υποβαθμισμένες.
Και δίπλα σε αυτές και άλλες καινούργιες και παλιές που ενώνουν την πόλη σε έναν απέραντο ιστό. Όπως η νέα γέφυρα στο Saint Denis.
«Ξεκίνησα να φωτογραφίζω πριν τελειώσει η γέφυρα, που κατασκευάζεται στο πλαίσιο του Grand Paris. Τον σταθμό του μετρό εκεί τον έκανε ο Κένγκο Κούμα. Με αυτόν και τον (Marc Mimram) Μαρκ Μίμραμ, αρχιτέκτονα της πεζογέφυρας, δουλεύω χρόνια. Οι μέρες ήταν μεγάλες όταν φωτογράφιζα. Αυτό το έργο μεταμορφώνεται το βράδυ και με ενδιέφερε πώς η σχέση της δομής και του φωτός λειτουργεί σε αυτή την πεζογέφυρα, κάτω από την οποία περνάνε τρένα. Το Παρίσι αναπτύσσεται και επεκτείνεται μέσα από έργα τέτοιων αρχιτεκτόνων. Γειτονιές υποβαθμισμένες αναπτύσσονται και αυτό χαροποιεί απίστευτα τους κατοίκους. Εμένα με ενδιέφερε να καλύψω φωτογραφικά και να δείξω έναν δημοκρατικό, δημόσιο χώρο, έτσι όπως τον αντιλαμβάνεται και ο Μίμραμ. Είναι ένας ύμνος στη ζωή, έτσι το βλέπω το έργο, έτσι το φωτογραφίζω: ο κόσμος χαίρεται να κάθεται εκεί, να κάνει διάλειμμα από τη δουλειά ή να τρώει το γεύμα του, τη χρησιμοποιούν όλοι. Όταν φωτογραφίζω δομές, χώρους μέσα στην πόλη, με ενδιαφέρουν κυρίως ως τοπία», λέει η φωτογράφος του έργου Erieta Attali.
Η πολεοδομική και αρχιτεκτονική πρόταση του έργου βασίζεται σε δύο υποθέσεις: αυτή μιας ορθολογικής και ελεύθερης δομής που υποδέχεται ένα προσαρμόσιμο πρόγραμμα και αυτή ενός μεγάλου δημόσιου χώρου της πόλης που προσφέρει πολλαπλά μονοπάτια και ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
Η νέα σύνδεση μεταξύ των σταθμών Pleyel και Saint-Denis Stade de France ήταν μια ευκαιρία για τη δημιουργία ενός δημόσιου χώρου στο κέντρο της πόλης. Δεν πρόκειται απλώς για έναν λειτουργικό σύνδεσμο αλλά για έναν τόπο διαβίωσης, διέλευσης και «αναπνοής», έναν φιλόξενο, που προσφέρει διεξόδους αναψυχής και «κοιτάζει» στο μαγευτικό πανόραμα που ανοίγεται στον ορίζοντα χάρη στον ποταμό.
Με το έργο αυτό αποκαθίσταται η αίσθηση του να μοιράζεσαι και του ανήκειν. Η σύνδεση των δυο πλευρών του Σηκουάνα εστιάζει στη γειτονιά Landy Pleyel και οι υποδομές, που συχνά θεωρούνται «αναγκαίο κακό», μετατρέπονται σε κοινό αγαθό, σε δημόσιο χώρο προσβάσιμο σε όλους.
Ο στόχος ήταν να κατασκευαστεί μια υποδομή πάνω από το σιδηροδρομικό δίκτυο που συνδέει δύο μητροπολιτικά δίκτυα, τις νέες γραμμές SGP δυτικά και τις γραμμές RER ανατολικά. Ο Μίμραμ με αυτή την πεζογέφυρα προτείνει τη δημιουργία ενός πραγματικά κατοικήσιμου, γενναιόδωρου δημόσιου χώρου που εκμεταλλεύεται τις ιδιαιτερότητες της τοποθεσίας χωρίς να τις αγνοεί, δημιουργώντας αστικούς χώρους αναψυχής στη Landy Pleyel.
Οι τρεις υπερκατασκευές διαμορφώνουν το αστικό τοπίο, σχηματίζοντας συνθέσεις που παραπέμπουν σε πέτρες και ιστούς αράχνης και αναπτύσσονται στον ουρανό του Saint-Denis. Κατά μήκος των μονοπατιών, προσφέρονται ποικίλες και ψυχαγωγικές δραστηριότητες τόσο για τους ποδηλάτες όσο και για τους πεζούς. Στα δυτικά, η ανωδομή, καθώς αναδύεται από τον σταθμό Pleyel, είναι συνεχής στο μικρό εύρος της ανεξάρτητης διάβασης. Σχηματίζει μια προέκταση που μοιάζει με βράχο, όπου μπορεί κανείς να καθίσει, να χαλαρώσει και να χαρεί τον ήλιο.
Η δομή δίπλα στη γέφυρα αποτελείται από ένα σύστημα πολλαπλών τόξων που φιλοξενεί την καλλιτεχνική εγκατάσταση της Nadine Schütz. Η κατασκευή θα μπορούσε να μετατραπεί σε έναν προστατευμένο και διαφανή χώρο, ένα κατοικημένο θερμοκήπιο. Η πλατεία στο κέντρο είναι φυσικά οργανωμένη σε τοπογραφικό επίπεδο, συνδέοντας δύο πεζόδρομους, έναν προς βορρά και έναν προς νότο.
Τα κλιμακωτά καθίσματα ενσωματώνονται φυσικά σε αυτή την τοπογραφία, με σκαλοπάτια και μια ράμπα για άτομα με μειωμένη κινητικότητα. Αυτή η πλατεία είναι φιλόξενη και ανοιχτή σε όλους, προσφέροντας ένα ευχάριστο περιβάλλον μέρα και νύχτα.
Η δομή του κήπου του σταθμού στα ανατολικά αποτελείται από πολλαπλές καμάρες που σχηματίζουν μια απαλή και κυρτή ανοιχτή μορφή. Ένα φυτικό σύστημα σχηματίζει έναν κατακόρυφο κήπο και χρησιμεύει ως μια φιλόξενη, κατάφυτη υποδοχή. Οι σκάλες, απλές και κυλιόμενες, θα επιτρέπουν την πρόσβαση στις πλατφόρμες του ανυψωμένου εντός της γέφυρας σταθμού Pleyel. Το έργο είναι έτσι οργανωμένο ώστε οι χρήσεις του να διαμορφώνουν έναν χώρο γύρω από μια δημόσια περιοχή μιας μεταβαλλόμενης πόλης που μπορεί να κατοικηθεί ουσιαστικά. Η δομή είναι ιεραρχική, διατεταγμένη, ορατή και συνιστά μια ορθολογική, αλλά ελεύθερη στατική μονάδα που ανταποκρίνεται στους περιορισμούς του υλικού και στην ανάγκη κατανομής του στις κατασκευές.
Η πολεοδομική και αρχιτεκτονική πρόταση του έργου βασίζεται σε δύο υποθέσεις: αυτή μιας ορθολογικής και ελεύθερης δομής που υποδέχεται ένα προσαρμόσιμο πρόγραμμα και αυτή ενός μεγάλου δημόσιου χώρου της πόλης που προσφέρει πολλαπλά μονοπάτια και ψυχαγωγικές δραστηριότητες.
Θεωρώντας τη λιτότητα ως θεμέλιο, διερευνώντας ιδιαίτερα την ικανότητα των υλικών να συναρμολογούνται και να αλληλοσυμπληρώνονται, η Marc Mimram Architecture and Engineering προσπαθεί, μέσω της επιλογής των υλικών και του σχεδιασμού των χώρων, να παράγει βιώσιμη, στιβαρή και αναστρέψιμη αρχιτεκτονική. Το έργο γίνεται αντιληπτό ως μια ευρεία διαδικασία κατά τη διάρκεια της οποίας οι πόροι μετασχηματίζονται.
Ο Mαρκ Mίμραμ γεννήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 1951 στο Παρίσι. Είναι Γάλλος μηχανικός και αρχιτέκτονας που έχει διακριθεί για καλλιτεχνικά έργα, κατοικίες και δημόσιες εγκαταστάσεις. Είναι καθηγητής στην École d’architecture de la ville et des territoires Paris-Est. Είναι δημιουργός πολυάριθμων αρχιτεκτονικών έργων στη Γαλλία και στο εξωτερικό, συμπεριλαμβανομένων της πεζογέφυρας PS0 με άνοιγμα 70 μέτρων στον Eastern Ring Road στην Τουλούζη, της πεζογέφυρας πάνω από τον Ρήνο μεταξύ Kehl και Στρασβούργου, της πεζογέφυρας La Garde-Adhémar στο κανάλι Donzère, της πεζογέφυρας Solférino στο Παρίσι και της πεζογέφυρας Joséphine Baker στον σιδηροδρομικό σταθμό La Rochelle9. Το 2021 κατασκεύασε το κτίριο Airtime8 στο 13ο διαμέρισμα του Παρισιού, έδρα του Εθνικού Μουσικού Κέντρου.