«Με συγχωρείτε, αλλά δεν είναι η ωραιότερη γάτα του κόσμου; Τη λένε Μίκρα, διότι τη βρήκαμε με τη φίλη μου, τη Μελίνα Τανάγρη, στη μηχανή του αυτοκινήτου της, μάρκας Nissan Micra, μια σταλίτσα, πριν από τέσσερα χρόνια περίπου» λέει ο Άγγελος Παπαδημητρίου, καθώς μας υποδέχεται στο σπίτι του, ντυμένος στα μαύρα και με τις παντόφλες του, στη Νεάπολη Εξαρχείων, μαζί με την τετράποδη συγκάτοικό του, ενώ από τα ηχεία ακούγεται ένα κομμάτι της Καίτης Γκρέυ.
«Αν μου έλεγες πριν από τέσσερα χρόνια ότι θα πάρω γάτα, το λιγότερο θα ξεκαρδιζόμουν στα γέλια. Όταν ήμουν παιδί δεν είχα ποτέ κάποιο κατοικίδιο οπότε δεν ήξερα τι θα πει αυτό. Ώσπου συνέβη εκείνη τη χειμωνιάτικη και πολύ κρύα νύχτα, καθώς με έφερνε πίσω στο σπίτι η Μελίνα. Είχαμε πάει για επίσκεψη στη Φιλοθέη, στου Σαββόπουλου, κι εκεί που την καληνύχτιζα ακούσαμε τα νιαουρίσματα. Ήταν τρία σχεδόν νεογέννητα γατάκια που είχαν μπει στη μηχανή για να ζεσταθούν. Πώς δεν τσουρουφλίστηκαν ένας Θεός το ξέρει!
Αν και δεν είχα ιδέα από ζώα, από ένστικτό και μόνο, τα ανέβασα σπίτι και τα περιποιήθηκα και τα τρία επί οκτώ μήνες. Και παρόλες τις δυσοίωνες προβλέψεις του κτηνιάτρου, επέζησαν όλα! Δύο θηλυκά κι ένα αρσενικό: η Φιλοθέη, ο Νισάν και η Μίκρα. Η Φιλοθέη, η «διανοούμενη», ζει σήμερα με τον ποιητή Νίκο Παναγιωτόπουλο και τη σύζυγό του, ηθοποιό Ρίτα Λίτου, κι ο Νισάν μένει στην εξοχή, στο σπίτι φίλων αρχιτεκτόνων. Εγώ κράτησα τη Μίκρα. Αυτή που ήταν σχεδόν ψόφια όταν την βρήκα, με κλειστά ματάκια. Ήμουν ο πρώτος που είδε κι ίσως με θεωρεί σαν γονιό της.
Το σαλόνι του με τα μαύρα μάρμαρα στο πάτωμα είναι κάθε άλλο παρά φορτωμένο από έπιπλα και αντικείμενα. Περισσότερο απ' όλα ξεχωρίζουν τα έργα του τα οποία είναι κρεμασμένα στους τοίχους ή τοποθετημένα σε διάφορα σε σημεία και κάπως σε «τραβούν» να τα παρατηρήσεις και να τα περιεργαστείς, αλλά και ένα πορτρέτο του από τον Γιώργο Μαυροΐδη, ζωγράφο, καθηγητή στην Καλών Τεχνών και φίλο του.
Κοιμόμαστε πάντα μαζί και είναι πολύ ευγενική απέναντί μου. Έχουμε μια υψηλού επιπέδου σχέση. Όμως όταν την αφήνω, τρελαίνεται, πέφτει σε μαύρη μελαγχολία. Μια-δυο φορές που αναγκάστηκα να την αφήσω λίγες μέρες σε ξενοδοχείο ζώων ή σε σπίτι φίλων, κυριολεκτικά κόντεψε να πεθάνει. Μου είπαν ότι δεν έτρωγε τίποτα για όσες μέρες έλειπα και δεν ήπιε ούτε μια σταγόνα νερό. Όταν γυρίσαμε μαζί πίσω στο σπίτι καθόταν συνέχεια πάνω μου και ξεφυσούσε. Να φανταστείς ότι φέτος δεν πήγα στη Νέα Υόρκη με τις Όρνιθες του Καραθάνου για να μην αφήσω πίσω τη Μίκρα».
Μας λέει πώς άλλαξε τον τρόπο που βιώνει το ίδιο του το σπίτι αυτό το γατί. «Γυρνάω σπίτι μετά από δουλειές και όταν μπαίνω μέσα τα ξεχνάω όλα. Το μόνο που θέλω είναι να την πάρω αγκαλιά, να μου γουργουρίζει και να με "ζυμώνει".
Το σπίτι με το ζωάκι δεν είναι ποτέ πια μόνο του κι έχει αποκτήσει άλλη ζεστασιά. Επίσης, πρέπει να πω ότι είναι πλέον το σπίτι της. Με φιλοξενεί εδώ. Η γάτα δεν είναι σαν το σκύλο που θα σε ευγνωμονεί κάθε μέρα που τον έσωσες. Η γάτα θα έχει ένα ύφος τύπου "Άντε κάτσε, μείνε κι εσύ εδώ. Χάρη σου κάνω"» λέει, καθώς η Μίκρα με ένα σάλτο βρίσκεται πάνω στο τραπέζι της τραπεζαρίας και μας κοιτάει αφ' υψηλού.
«Πάντως όταν κατάλαβα τα πόσα αντιλαμβάνεται η γάτα μου, πραγματικά αισθάνθηκα μειωμένης αντίληψης. Καμιά φορά τη βλέπω να κοιτάει μελαγχολική. Κοιτάει κάπως στο βάθος. Δεν κοιτάει εμάς. Κάπου κοιτάει αυτή μέσα σε αυτό το χάος που ζούμε, το φιλοσοφικό. Κάτι ξέρει παραπάνω. Είμαι σίγουρος γι' αυτό».
Το σαλόνι του με τα μαύρα μάρμαρα στο πάτωμα είναι κάθε άλλο παρά φορτωμένο από έπιπλα και αντικείμενα. Περισσότερο απ' όλα ξεχωρίζουν τα έργα του τα οποία είναι κρεμασμένα στους τοίχους ή τοποθετημένα σε διάφορα σε σημεία και κάπως σε «τραβούν» να τα παρατηρήσεις και να τα περιεργαστείς, αλλά και ένα πορτρέτο του από τον Γιώργο Μαυροΐδη, ζωγράφο, καθηγητή στην Καλών Τεχνών και φίλο του.
«Ο Μαυροΐδης συνήθιζε να ζωγραφίζει μόνο γυναίκες, έχει κάνει ελάχιστους άνδρες. Ο ίδιος ο Γιώργος μου έλεγε πως είναι το ωραιότερο πορτρέτο που είχε φτιάξει ποτέ. Το ζωγράφισε το 1986. Θυμάμαι πήγαινα καθημερινά σπίτι του επί δέκα χρόνια, καθόμασταν στο εργαστήριο του από τις 3 μέχρι τις 9 και κουβεντιάζαμε. Μεγάλη μορφή».
Ο Άγγελος Παπαδημητρίου είναι μια υπέροχη προσωπικότητα, ένας καλλιεργημένος άνθρωπος που χαίρεσαι να περνάς χρόνο μαζί του και να συζητάς. Επίσης, είναι αυτό που συμβαίνει όταν η ζωή και η τέχνη γίνονται ένα. Εικαστικός, ηθοποιός, τραγουδιστής, μα πάνω απ' όλα ένας αισιόδοξος, θετικός άνθρωπος.
«Για μένα δεν υπάρχει καμία διαφορά, είτε κάνω τα εικαστικά μου, είτε παίζω, είτε τραγουδάω. Όλα είναι το ίδιο. Οποιαδήποτε έκφραση του ανθρώπου εγώ τη χαρακτηρίζω καλλιτεχνική. Όποια έχει μια απόπειρα επικοινωνίας και απευθύνεται προς έναν άλλον άνθρωπο τη θεωρώ μία καλλιτεχνική πράξη» θα πει σε κάποια στιγμή της συνάντησής μας. Είναι τελικά ένας καλλιτέχνης που ξέρει πώς να γίνεται ο ίδιος έργο τέχνης.
Μου αρέσει που είναι τόσο άνετος και προσιτός παρότι έχει καταφέρει ένα σωρό σημαντικά πράγματα στη ζωή του: Πήρε βραβείο από την Ακαδημία Κινηματογράφου για τον ρόλο του στην ταινία «Ξενία» του Κούτρα, εκπροσώπησε με τα έργα του τη χώρα μας πριν από αρκετά χρόνια στην Μπιενάλε της Βενετίας και έχει παίξει σε αξιοσημείωτες θεατρικές παραστάσεις.
«Σε αυτό το σπίτι μένω εδώ και τριάντα χρόνια. Το αγόρασα από την Όλια Λαζαρίδου. Ανήκε σε μια θεία της ζωγράφο, την κυρία Στίγκα. Κάποια στιγμή μάλιστα, όσο ακόμα ζούσε, είχαμε έρθει και την είχαμε επισκεφθεί μαζί με την Όλια. Μου άρεσε από την πρώτη στιγμή γιατί είχε πει στην Όλια: "Πάρε αυτόν τον πίνακα". Ήταν ένας πίνακας με κυδώνια που μόλις είχε ζωγραφίσει. "Τον έβλεπα, καθώς τον ζωγράφιζα, και είπα, μωρέ δεν κάνω ένα γλυκό κυδώνια καλύτερα!". Ε, αυτό με κέρδισε αμέσως. Δικός μου άνθρωπος, σκέφτηκα, και γίναμε κατευθείαν φίλοι. Μου το είχε πει η Όλια από τότε. "Αυτό το σπίτι είναι δικό σου". Κι όταν κάποια στιγμή πέθανε η θεία της το αγόρασα».
Θυμάται, λέει, όταν ήταν μικρός που έμενε πίσω από το Πεδίον του Άρεως, και ανέβαινε στην ταράτσα απ' όπου έβλεπε κάτω τα περίφημα βαριετέ του Οικονομίδη. Του αρέσει πολύ η γειτονιά του και ειδικά το γεγονός πως ό,τι θελήσει το βρίσκει σε απόσταση αναπνοής. Από βιβλιοπωλεία μέχρι κρεοπωλεία κι από κινηματογράφους μέχρι θέατρα. «Δεν ξέρω τι να πρωτοδιαλέξω! "Έτσι" να κάνω και βρίσκω τα πάντα».
«Στη Νεάπολη Εξαρχείων είναι τοποθετημένο και το αγαπημένο μου διήγημα του Μιχαήλ Μητσάκη που έχω τυπώσει πάνω σε αυτές τις πορσελάνες» λέει δείχνοντας ένα από τα έργα του. Ο τίτλος του διηγήματος είναι «Υπό τη συκήν» και περιγράφει την ιστορία οκτώ κοριτσιών που ζούσαν σε αυτή την περιοχή. «Ε, μία από αυτές ήταν η προγιαγιά μου. Την αναφέρει μάλιστα με το όνομά της: Φανή Θηβαίου. Είχαν κάνει λέει σκασιαρχείο από το γυμνάσιο για να πάνε στον Λόφο του Στρέφη και σε μια ταφόπλακα που βρισκόταν κάτω από μια συκιά, έγραψαν τα ονόματά τους πλάι στο όνομα της νεκρής, τα κόκαλα της οποίας ήταν θαμμένα στο χώμα. Ήταν σαν ένα παιχνίδι με τη ζωή και τον θάνατο. Υπάρχει αυτό το δίπολο της υπόστασής μας που με γοητεύει πάντα και το χρησιμοποιώ στα έργα μου».
Το ίδιο ισχύει και για το έργο του που δείχνει τα δύο πρόσωπα της Μαρία Κάλλας. «Η Κάλλας ήταν μια φυσιογνωμία που με ενέπνευσε για αυτά τα δύο πρόσωπα: τη βλακεία και το μεγαλείο. Συνυπάρχουν και τα δύο σε αυτό το πρόσωπο και είναι κάτι που με έχει συγκινήσει πολύ».
«Αυτό το απόσπασμα από την Ιλιάδα μου είχε κάνει πολύ μεγάλη εντύπωση. Θυμάμαι μου μίλαγε η δασκάλα μου η Βακαλό για την Άτη» λέει και δείχνει ένα άλλο από τα έργα του. «Το έχω μάθει απ' έξω και δεν το ξεχνάω ποτέ:
Σεβαστή κόρη του Διός η Άτη η ολεθρία
κατάρατη αερόποδη, το χώμα δεν αγγίζει
ανάερ' από τες κεφαλές γυρίζει των ανθρώπων
για να τους βλάψει, και άσφαλτα έν απ' τους δυο τους δένει.
Η Άτη ήταν η μεγάλη κόρη του Διός. Στα αρχαία ελληνικά η λέξη ἀτη σήμαινε τη «σύγχυσιν φρενών», την απερισκεψία που οφειλόταν σε πλάνη που απέστελναν οι θεοί. Ήταν η προσωποποίηση της βλάβης του μυαλού και των απερίσκεπτων πράξεων.
«Ο Καζαντζάκης, ας πούμε, που είναι μπούφος, την έχει μεταφράσει «τύφλα». Η Άτη ήταν η θεά που σε μπερδεύει. Περπατάει στο κεφάλι σου, σου βάζει ένα πέπλο μπροστά από τα μάτια σου και σε κάνει να μπερδεύεσαι και να παίρνεις τον άλλο δρόμο. Οι άνθρωποι μπερδευόμαστε συχνά. Δεν είναι απίστευτο ότι αυτά τα πράγματα απασχολούσαν τους ανθρώπους 2.000 πριν! Με είχε γοητεύσει τόσο πολύ αυτή η "τύφλα" διότι είναι κάτι που νιώθω ότι συμβαίνει και σ' εμένα.
Σήμερα, προς τιμήν σας, έβγαλα κι ένα ρητό. Το σκέφτηκα λίγο πριν έρθετε και γελούσα μόνος μου. "Να είσαι σίγουρος πως όποιον δρόμο κι αν διαλέξεις ο άλλος θα είναι ο καλύτερος". Δεν είναι τέλειο; Ένιωσα τόσο σοφός όταν το σκέφτηκα γιατί κατά βάθος είναι ανακουφιστικό που δεν έχεις αγωνία αν έκανες το σωστό. Έτσι είναι όμως τα πράγματα. Από τη βλακεία σου μπορεί να βγει το σωστό κι από το σωστό η μπούρδα».
Η πορεία του Άγγελου Παπαδημητρίου, πάντως, δείχνει πως είναι ένας άνθρωπος που δεν φοβήθηκε να εκτεθεί και να κάνει την τέχνη του με τον δικό του τρόπο, μακριά από την πεπατημένη.
«Το ότι είμαι "ζωντανός" ακόμα και έχω φτάσει σε αυτή την ηλικία, στα 66 μου χρόνια, είναι ένα θαύμα. Για τους καλλιτέχνες ειδικά είναι σαν περπατούν πάνω σε ένα ναρκοπέδιο με βόμβες και σκατά. Βλέπεις τα πτώματα και εξακολουθείς να προχωράς. Βλέπω φίλους μου, εξαιρετικές περιπτώσεις, και τους παρακολουθώ να "πεθαίνουν". Κι όταν λέω πεθαίνουν δεν εννοώ τον βιολογικό θάνατο. Εννοώ ότι βαριούνται, προδίδονται. Κοιτάω πίσω μου λοιπόν και βλέπω πτώματα, βλέπω λίγους να επιβιώνουν. Λίγοι συνεχίζουμε. Καμιά φορά αναρωτιέμαι τι είναι αυτό που σε κάνει να συνεχίζεις. Δεν ξέρω να σου πω στα αλήθεια. Πιστεύω ότι κατά ένα μεγάλο ποσοστό έχει να κάνει με την τύχη.
Βλέπω πολλούς να μιλάνε και να αναλύουν πως έχουν κάνει το ένα και το άλλο και να τα συνδέουν όλα με ένα τρόπο αλλά πιστεύω είναι λίγο απατεώνες. Συνδέουν τα πράγματα με έναν τρόπο προς όφελός τους. Δηλαδή, ο Μίκης Θεοδωράκης, ας πούμε, έχει γράψει τετρακόσια βιβλία για το πώς έκανε τη ζωή του, πώς χάραξε την πορεία του, λες και την έφτιαξε αυτός. Μα είναι ένα ψέμα αυτό. Πότε δεν βγαίνει κάτι βάσει σχεδίου. Από μια τρέλα γίνονται όλα. Από μια σύμπτωση, από μια σαχλαμάρα, από μια τύχη, από μια γάτα.. Και προχωράς. Φυσικά θέλει να έχεις και έναν χαρακτήρα, μια εξυπνάδα, αλλά αυτά από μόνα τους δεν φτάνουν».
Του λέω πόσο διασκεδαστικές είναι οι αναρτήσεις του στο Facebook και πως μου δίνουν την αίσθηση ότι αντιμετωπίζει το μέσο με σοβαρότητα, κι ας είναι πολλές φορές κωμικές οι αναρτήσεις.
«Πήρα κινητό πριν από δύο χρόνια στα 64 μου. Μέχρι τότε αρνιόμουν κατηγορηματικά να πάρω. Και μου έλεγαν κάποιοι φίλοι μου "είσαι ηλίθιος, θα πάρεις κινητό, μεγάλος άνθρωπος". Όμως σκέφτηκα, για στάσου, χρησιμοποιούν τα κινητά μικρά παιδιά και δεν θα μπορέσω να το χρησιμοποιώ εγώ; Το πήρα λοιπόν και θριάμβευσα. Έγινα ο βασιλιάς του Facebook. Όμως κι αυτό δεν έγινε έτσι από μόνο του αλλά με δουλειά.
Αισθάνομαι ότι επικοινωνώ μέσα από αυτό και έχω συναίσθηση ότι απευθύνομαι σε ένα κοινό. Βλέπω κάτι νέα παιδιά που αναρτούν κάτι βλακείες που δεν αφορούν κανέναν. Δηλαδή τι νόημα έχει να πεις "Πήρα το βραβείο τάδε" ή "Παντρεύομαι" ή "Τώρα τρώω στη Λαμία σουβλάκια"; Χεστήκαμε. Ποιος θα νοιαστεί. Είναι ο τρόπος που χρησιμοποιείς το μέσο.
Ας πούμε είχα πάει τελείως τυχαία σε ένα νεκροταφείο ζώων που υπάρχει στο Κορωπί. Το ανέβασα γράφοντας ένα σύντομο κείμενο μαζί με αρκετές φωτογραφίες με τα υπέροχα μνήματα από γατάκια και σκυλάκια και τρελάθηκε ο κόσμος. Ε, και πάνω εκεί μου λέει η Αναστασία Λαμπρία των εκδόσεων Ποταμός "θέλω να κάνουμε τις αναρτήσεις σου στο Dacebook βιβλίο. Άκου να δεις τώρα!
Έρχονται μερικοί και μου λένε "καλά δεν ντρέπεσαι σοβαρός άνθρωπος;". Κι όμως, ακόμα κι όταν ασχολήθηκα με το θέατρο πάλι είχαν έρθει κάποιοι και μου είχαν πει ακριβώς το ίδιο. "Δεν ντρέπεσαι να πέσεις στα σκατά; Στα θέατρα που είναι τόσο υποβαθμισμένα;". Θυμάμαι μου είχε πει κάποια στιγμή η Βακαλό «πως δεν μας άκουσες!». Αντιθέτως όταν μπήκα στα θέατρα άνοιξε η τύχη μου. Μου συνέβησαν πολύ όμορφα πράγματα.
Και σκέφτομαι πάντα, γιατί να μην μπολιάσεις αυτό το φθηνό, λαϊκό μέσο που είναι το Facebook με τη γνώση σου; Γιατί να μην ζωντανέψει αυτό το νεκρό πράγμα; Τι θα μου απαγορεύσει να το κάνω; Αισθάνομαι σίγουρος για τον εαυτό μου και δεν έχω να φοβηθώ τίποτα. Έτσι έγινε και με το κιτς που το πρωτοπαρουσίασα ως τέχνη. Στην αρχή είχαν τρομάξει όλοι. Ακόμα κι εγώ αναρωτιόμουν από μέσα μου "καλά δεν ντρέπομαι;". Αλλά μετά σκεφτόμουν, και γιατί να ντραπώ; Αν δεν το κάνω εγώ, ποιος θα το κάνει;
Είναι πολλές οι παγίδες του καλλιτέχνη. Αυτή η σοβαρότητα και η διάθεση να επιβάλλεσαι έχει καταστρέψει κόσμο. Δεν θα ξεχάσω ποτέ ένα αληθινό συμβάν. Ο Χορν γονάτισε, λέει, κάποια στιγμή μπροστά στον Μαρίνο και του είπε: «Σε ευχαριστώ που κάνεις αυτά που εγώ δεν τόλμησα να κάνω». Ο Χορν στον Μαρίνο.
Και του το είπε διότι ήταν δυστυχισμένος μέσα σε αυτή την εικόνα που είχε δημιουργήσει ο ίδιος με τις επιλογές του για τον εαυτό του. Ενώ είχε διάθεση να τσαλακωθεί δεν το επέτρεπε στον εαυτό του. Κατά βάθος ήθελε να κάνει μιούζικαλ όμως δεν μπορούσε. Εγώ αισθάνομαι ότι μπορώ να κάνω ανά πάσα στιγμή τη μεγαλύτερη βλακεία. Είμαι πολύ περήφανος διότι είναι κάτι που έχω κατακτήσει αυτό».
Πριν φύγουμε του ζητάω να μου πει μια ωραία στιγμή που έχει περάσει μέσα στο σπίτι του.
«Πρόπερσι έκανα ένα πάρτι που θα το θυμούνται πολλοί. Στην αρχή ξεκίνησα με την ιδέα να κάνω ένα τραπέζι για τους σκηνοθέτες μου. Καλώ λοιπόν τον Καραθάνο, τον Χουβαρδά και τον Κούτρα. Όμως μετά σκεφτόμουν, μα δεν θα έρθει και η κολλητή μου, η Μελίνα Τανάγρη, ο Σαββόπουλος, ο Λούλης, η Χάρις Αλεξίου, και για να μην στα πολυλογώ μαζεύονται πάνω από σαράντα άτομα. Τους μαγείρεψα εξαιρετικά φαγητά, διότι είμαι ταλέντο και στη μαγειρική, πήρα κρασιά πολλά κι έγινε χαμός. Ήρθε και η Ζωζώ, όπως πάντα βασίλισσα της νύχτας, με ωραία εμφάνιση. Της έβαζα τραγούδια της από CD και χόρευε χτυπώντας τα τακούνια της. Το σπίτι είχε γεμίσει κόσμο, είχαν φτάσει μέχρι έξω στις σκάλες της πολυκατοικίας.
Ήρθε και η Μαρίσα Τριανταφυλλίδου που είναι vegetarian. Δεν υπάρχει πρόβλημα, της λέω και της φτιάχνω αμέσως μια μακαρονάδα. Τα ποτά πήγαιναν και έρχονταν και οι καλεσμένοι να μη φεύγουνε με τίποτα. Τέτοιας ευχαρίστησης πράγμα δεν είχε ξαναγίνει. Κάποια στιγμή μου έκαναν παρατήρηση οι από κάτω. «Έχουμε άρρωστο άνθρωπο» μου είπαν. «Τι να σας πω» τους απαντώ. «Είναι η Ζωζώ Σαπουντζάκη και χορεύει». «Α, καλά. Δεν πειράζει αφού είναι η Ζωζώ...» μου είπαν και με καληνύχτισαν.
σχόλια