Στο γραφείο ετοιμάζουμε καθημερινά καφέ φίλτρου. Και ενώ είμαστε στην κουζίνα, ο Γιάννης Καρλόπουλος παρατηρεί ότι έχουμε αφήσει την καφετιέρα ανοιχτή. «Ο καφές αυτός τώρα οξειδώθηκε, μετά από λίγα λεπτά δεν πίνεται και κανονικά πρέπει να πεταχτεί. Tο καταλαβαίνεις ήδη από τη μυρωδιά του, γίνεται αυτό που στη Γαλλία λένε jus de chaussette». Αν φτιάξετε καφέ για παραπάνω άτομα απ’ όσα πραγματικά θα πιουν, και σας μείνει, σε περίπτωση που θέλετε να τον καταναλώσετε αργότερα και η καφετέρια σας είναι μια γυάλινη απλή κανάτα, πρέπει να τον μεταγγίσετε απευθείας σε μια κανάτα-θερμός με γυάλινη μόνωση. Αν μετά από ώρα θέλετε να τον ζεστάνετε, τον βάζετε στον φούρνο μικροκυμάτων για δέκα δευτερόλεπτα, ρίχνοντάς του λίγο έξτρα νερό. «Και αν χρειαστεί να πετάξουμε τον ελληνικό καφέ, τον ρίχνουμε πάντα σε μια γλάστρα».
Καταξιωμένος γραφίστας, τυπογραφικός σχεδιαστής και σύμβουλος σχεδιασμού της έντυπης LiFO, ο Γιάννης Καρλόπουλος γεννήθηκε το 1967, δύο μήνες πριν από το πραξικόπημα και την επιβολή της δικτατορία. Οι γονείς του, φεύγοντας από το Χρώμιο Κοζάνης, ένα χωριό κτηνοτροφικό το οποίο ηλεκτροδοτήθηκε πολύ νωρίς και στο οποίο ξεκίνησε η εξόρυξη χρωμίτη τη δεκαετία του ’50, εγκαταστάθηκαν στις δυτικές συνοικίες της Θεσσαλονίκης. Κατά τον ίδιο, ο σημερινός τρόπος ζωής του οφείλεται κυρίως σε όσα έμαθε από την οικογένειά του. «Ο πατέρας μου δεν είχε καμία σχέση με τα ζώα και την καλλιέργεια της γης, αλλά είχε με τη μαστορική ‒ άλλωστε οι Κοζανίτες είχαν παράδοση οικοδομική, τα λεγόμενα “μπουλούκια των πετράδων”. Δεν είχε τελειώσει ούτε το δημοτικό, αλλά είχε μια έμφυτη οικολογική συνείδηση. Τον θυμάμαι ακόμα να κατεβαίνει από το αυτοκίνητο, όταν είδε τον μπροστινό του να αδειάζει το τασάκι του αυτοκινήτου σε ένα φανάρι, ενώ πηγαίναμε για Χαλκιδική.
Δεν θα αγοράσω νερό σε πλαστικό μπουκάλι, ακόμα και αν διψάω πάρα πολύ θα το αποφύγω. Ζούμε σε μια χώρα στην οποία καταναλώνουμε άπειρο πλαστικό στην εστίαση με τα νερά και τους τόσους καφέδες που παίρνουμε, ενώ το πιο βασικό βήμα που μπορεί να κάνει κανείς για να είναι πιο sustainable είναι να ελαχιστοποιήσει την κατανάλωση συσκευασιών στα πιο αναγκαία.
Δεν είναι ότι μεγάλωσα με στερήσεις. Αλλά, όπως και ο παππούς μου, έτσι και ο πατέρας μου, η μάνα μου, η κοινότητα του χωριού, τα πεθερικά μου, που εκείνη την εποχή έφυγαν για τη Γερμανία, όλοι είχαν στην κουλτούρα τους την αποφυγή της σπατάλης και την εξοικονόμηση πόρων, έστω και αντανακλαστικά.
Αυτά που πετούσαν οι άλλοι, ο πατέρας μου τα περιμάζευε και τα αξιοποιούσε· μπορεί να ήταν εργαλεία, ξυλεία από τις οικοδομές όπου δούλευε, την οποία ξεσκαρτάριζε, την έκοβε και την έριχνε στο τζάκι. Αυτό, βέβαια, σημαίνει πως πολλές φορές έριχνε στη φωτιά τοξικά βαμμένα κουφώματα, αλλά τότε οι άνθρωποι δεν είχαν ακόμα επίγνωση όλων όσα ξέρουμε σήμερα, η λογική τους ήταν πως έπρεπε να εκμεταλλεύονται ό,τι περίσσευε. Ήταν πλακάς, έκανε και τζάκια, οπότε έβρισκε διάφορα πράγματα που ήθελαν να ξεφορτωθούν τα σπίτια στα οποία δούλευε, εξοικονομούσε οικοδομικά υλικά, τούβλα και παλιά κεραμίδια, τα παντζούρια που κάποιοι πέταγαν κι εκείνος τα έκανε παραβάν. Πρώτα τα φρόντιζε και έπειτα τα ενσωμάτωνε και τα αξιοποιούσε στη δουλειά του, πράγμα που κάνω κι εγώ μέχρι σήμερα ‒ πρόκειται για έξη. Έπειτα, στο σπίτι μας δεν θα πήγαινε ποτέ ψωμί στα σκουπίδια. Το να σκέφτεσαι τον κόπο που έχουν κάποια πράγματα για να γίνουν νομίζω πως μπορεί να σε οδηγήσει σε βιώσιμες συμπεριφορές».
Aνήκει στη γενιά X, ήταν φοιτητής όταν ο κόσμος άλλαζε, την περίοδο της πτώσης του υπαρκτού σοσιαλισμού, τη στιγμή που η Apple παρουσίασε το πρωτοποριακό System 7. Έχει ζήσει τις μεταπτώσεις της οικονομίας και τις μεταβολές του καταναλωτισμού που οδήγησαν στο επείγον της υπόθεσης του πλανήτη, όπως λέει. Σε κάποια πράγματα συμπεριφέρεται ως συλλέκτης, αφού στο εργαστήριό του συγκεντρώνει υλικά που αφορούν το επάγγελμά του, ενός αναλογικού κόσμου που σιγά σιγά χάνεται.
Μαζεύει γραφική ύλη, τυπογραφικά στοιχεία και γραφομηχανές, καρτ ποστάλ, σώματα αλληλογραφίας, φωτογραφίες αγνώστων, τον απασχολούν τρόποι επικοινωνίας-πρόδρομοι των social media και αυτό που λέγεται «visual history» ή «αρχαιολογία της επικοινωνίας». Και ό,τι από αυτά μπορεί να χρησιμοποιήσει εκ νέου, θα το κάνει. Παράλληλα, o Γιάννης Καρλόπουλος έχει πολλές sustainable συνήθειες που μπορούμε να ακολουθήσουμε και οι μη γραφίστες. Γι’ αυτό και του ζητήσαμε να τις μοιραστεί μαζί μας.
«Απ’ όταν σπούδαζα ακόμα, αντί να αγοράσω καινούργια μαχαιροπίρουνα, προτιμούσα να τα ψάξω σε παζάρια. Έτσι κατέληξα να έχω την ασημένια σειρά της πρώτης θέσης της Ολυμπιακής Αεροπορίας, ένα σετ καταπληκτικού design. Για δίσκο σερβιρίσματος χρησιμοποιώ ακόμα και σήμερα έναν που είχε η θεία μου στο σπίτι της στην Καβάλα από τη δεκαετία του ’80.
Η οικοσυσκευή που θεωρώ απαραίτητη είναι η φρυγανιέρα. Πλέον στο ψωμί έχω μηδενική απώλεια, γιατί την κόρα την κόβω κομματάκια και τη ρίχνω στην τροφή της Άριας, του σκυλιού του σπιτιού. Έπειτα, ψωμί τριών ημερών, αγορασμένο από τον φούρνο, αν το φρυγανίσεις, είναι ο ιδανικός τρόπος για να το καταναλώσεις και να μην πετάξεις τίποτα. Ακόμα και το άχαρο ψωμί-«σφουγγάρι», φρυγανισμένο, είναι πολύ καλύτερο, ειδικά με λίγο λάδι και λίγο σκόρδο.
Προσπαθώ να αποφεύγω να αγοράζω συσκευασμένα προϊόντα, ενώ βασική αρχή είναι ότι δεν πρέπει να επιλέγουμε τις πολύ μικρές συσκευασίες ‒ μόνο για το ταμπάσκο κάνω εξαίρεση, που μου αρέσει πολύ. Το packaging κοστίζει και ήδη από τη σχολή δεν με ενδιέφερε να ασχοληθώ με αυτό. Απέφευγα να ψωνίζω από το σούπερ μάρκετ, μου άρεσαν από τότε τα τσουβάλια στην αγορά της οδού Αθήνας, οι χύμα πλάκες σαπουνιού με τα ανάγλυφα γράμματα. Είμαι του μη έντεχνου design, προτιμούσα, και προτιμώ, το αυθόρμητο.
Λέμε ότι οι νέες συσκευασίες είναι ανακυκλώσιμες, αλλά καθώς η χρήση τους αυξάνεται γεωμετρικά, πρέπει να αναρωτηθούμε αν μπορούμε να ζήσουμε και χωρίς κάποιες από αυτές.
Δεν υπάρχει λόγος να αγοράζουμε λάδι κάθε τρεις και λίγο σε μπουκαλάκια, καλύτερα να προμηθευόμαστε μεγάλες ποσότητες. Το ίδιο ισχύει και για άλλα προϊόντα. Για παράδειγμα, ρύζι μπασμάτι αγοράζω πέντε κιλά τη φορά από έναν Σύριο στην Κασομούλη στον Νέο Κόσμο. Είναι μέσα σε ένα πολύ ωραίο τσαντάκι με πακιστανικά γράμματα που μπορεί να επαναχρησιμοποιηθεί. Στην κουζίνα χρησιμοποιώ δίκιλα βάζα, εκεί αποθηκεύω και το ρύζι, όπως και το πλιγούρι και το κριθαράκι. Αν πάρετε χύμα όσπρια από τη λαϊκή, τα πλαστικά σακουλάκια μέσα στα οποία θα σας τα βάλουν είναι κατάλληλα για να μαζέψετε τις ακαθαρσίες του σκύλου σας.
Βγάζω τις ετικέτες από τα μικρά βάζα της μουστάρδας, τα καθαρίζω και τα χρησιμοποιώ για ποτηράκια τσίπουρου που σε ένα πικνίκ είναι πολύ πιο χρήσιμα από τα πλαστικά, αφού βιδώνουν και στέκονται καλύτερα στο έδαφος ή σε μια παραλία. Τα μισόκιλα βάζα τα χρησιμοποιώ για να μοιράσω το υπόλοιπο του ρυζιού ή τα αξιοποιώ για να αποθηκεύσω τα πέντε με δέκα κιλά μαρμελάδα που φτιάχνουμε από την τζανεριά που έχω στην αυλή του εργαστηρίου και τη συκιά του χωριού.
Θεωρώ ότι sustainability και delivery δεν πάνε μαζί, δεν γίνεται απλώς να σηκώνουμε το τηλέφωνο και να παραγγέλνουμε φαγητό απ’ έξω τρεις φορές την εβδομάδα, προφανώς αυτή είναι η πιο εύκολη λύση, αλλά πρέπει να αποτελεί εξαίρεση και όχι κανόνα. Πέρα από την πίτσα, που είναι το μόνο πράγμα που δεν μπορείς να πετύχεις εύκολα στο σπίτι, δεν καταλαβαίνω γιατί να παραγγέλνουμε όλα τα άλλα. Προτιμάμε την ευκολία και δεν θέλουμε να ταλαιπωρηθούμε, αλλά νομίζω πως οφείλουμε να καταβάλουμε έναν ελάχιστο κόπο για την τροφή μας. Πυρήνας του sustainability είναι το πώς αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου σε σχέση με το τοπίο, φυσικό ή τεχνητό, αλλά και τους άλλους. Θέλεις να σε υπηρετούν και σε φροντίζουν ή θα μπεις στη διαδικασία να συμμετέχεις και να προσφέρεις;
Δεν θα αγοράσω νερό σε πλαστικό μπουκάλι, ακόμα και αν διψάω πάρα πολύ θα το αποφύγω. Ζούμε σε μια χώρα στην οποία καταναλώνουμε άπειρο πλαστικό στην εστίαση με τα νερά και τους τόσους καφέδες που παίρνουμε, ενώ το πιο βασικό βήμα που μπορεί να κάνει κανείς για να είναι πιο sustainable είναι να ελαχιστοποιήσει την κατανάλωση συσκευασιών στα πιο αναγκαία. Στόχος μου είναι να χρησιμοποιώ δέκα πλαστικά μπουκάλια και κύπελλα τον χρόνο, το πολύ. Εγώ λέω ότι μπορώ να το κάνω. Αν μπούμε όλοι σε αυτήν τη διαδικασία, αν πούμε ότι θέτουμε στον εαυτό μας ένα όριο, θα μπορούμε να μιλάμε για ραγδαία μείωση χρήσης του πλαστικού.
Ένα σπίτι δεν χρειάζεται πάρα πολλά διαφορετικά απορρυπαντικά, θέλει ξίδι, μια χλωρίνη και πράσινο σαπούνι. Όπως δεν χρειάζεται να παίρνουμε το αλατοπίπερο σε πλαστικές συσκευασίες και τα μπαχαρικά μας, από τη στιγμή που μπορούμε να τα βρούμε χύμα και να χρησιμοποιήσουμε μύλους. Είναι πιο ωραία διαδικασία να πας μέχρι την Ευριπίδου για να τα ψωνίσεις αυτά.
Προφανώς δεν πρέπει να χρησιμοποιούμε το αυτοκίνητο για ψύλλου πήδημα ή να παίρνουμε το ασανσέρ για να ανέβουμε στον πρώτο όροφο. Πρόκειται για sustainable συμπεριφορές που οι σκανδιναβικές και άλλες, μεσογειακές χώρες έχουν λύσει από χρόνια, κάτι που συνειδητοποίησα όταν ήμουν ακόμα ψαρωμένος φοιτητής στη Γαλλία, στο Παρίσι, όπου ο κόσμος διαβάζει στα μέσα μεταφοράς μέχρι να πάει στη δουλειά, επειδή εδώ και χρόνια δεν κατοικεί στο κέντρο.
Γιατί να αγοράσω σακούλες για να βάλω τα σκουπίδια του σπιτιού; Τόσες σακούλες φτάνουν στα χέρια μας, και αυτές της λαϊκής αντέχουν τουλάχιστον πέντε με δέκα χρήσεις η καθεμία, χώρια οι χαρτοσακούλες της μαναβικής. Επίσης, μαζεύω από τα καφάσια με τις ντομάτες το ανακυκλωμένο χαρτί, στο οποίο μπορούμε να τυλίξουμε τα μαρούλια και τα κρεμμυδάκια και να διατηρηθούν πολύ καλά αν τα βάλουμε στο ψυγείο, αφού το συγκεκριμένο χαρτί τραβάει την υγρασία που τα κάνει να σαπίζουν γρήγορα και έχει την ιδιότητα να επανέρχεται ακόμα και αν βραχεί.
Ακόμα και προ κρίσης, όταν πηγαίναμε σε εστιατόριο, πάντα έλεγα "παιδιά, δεν ξέρω τι μου λέτε, ψωμί, νερό και φαγητό στο τραπέζι δεν αφήνω". Καλύτερα να φάμε λιγότερο από το να μείνει. Όσον αφορά την τροφή, λοιπόν, δεν πετάω τίποτα ποτέ. Συχνά πιστεύεται ότι οι παλιές νοικοκυρές καταπιέζονταν να το κάνουν αυτό, όμως κρύβει μια τρομερή αγάπη το να μαγειρεύεις για τα παιδιά σου, άρα γιατί να θες να την πετάξεις; Η μάνα μου δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει φαγητό να πάει χαμένο. Δεν δούλευε, μεγάλωσε τρία παιδιά, και τη βλέπω ακόμα να έχει πέντε ίδια βάζα, πέντε πιάτα και το ζηλεύω τρομερά αυτό, γιατί εγώ έχω πολύ περισσότερα, αλλά στ’ αλήθεια μόνο πέντε χρησιμοποιώ.
Το ψιλό χαρτί της εφημερίδας, των περιοδικών, το Α4 των γραφείων δεν έχουν καμία σχέση με το χαρτί συσκευασίας, δεν μπορούμε να τα πετάμε όλα αυτά μαζί, στον ίδιο κάδο, γιατί έτσι καταστρέφουμε την ανακύκλωση. Κάποιοι δήμοι έχουν ειδικούς κάδους γι’ αυτά. Καθώς δουλεύω χρόνια σε εβδομαδιαία έντυπα, η ποσότητα του χαρτιού που καταναλώνουμε είναι μεγάλο ζήτημα για μένα. Προσπαθώ να τυπώνω όσο λιγότερο γίνεται, σίγουρα δεν θα πάρω ένα άσπρο χαρτί να το βάψω πράσινο, θα προτιμήσω εξαρχής ένα χρωματιστό. Από εκεί που η κυκλοφορία των κυριακάτικων εφημερίδων έφτανε το ένα εκατομμύριο, τώρα με το ζόρι φτάνουν τις διακόσιες χιλιάδες αθροιστικά. Όμως κάποτε η εφημερίδα είχε πολλές χρήσεις, τη στρώναμε κάτω όταν θέλαμε να βάψουμε το σπίτι, τα μαγαζιά ντύνονταν με αυτήν όταν έκαναν ανακαίνιση ή τη χρησιμοποιούσαμε για να καθαρίσουμε με ξίδι τα τζάμια ‒ και τη ρέγγα σε εφημερίδα την έκαιγαν. Όταν έκανε κρύο, έστρωναν μία στην κερκίδα του γηπέδου και κάθονταν, ενώ οι εργάτες που έφευγαν πολύ πρωί από το σπίτι και οι μηχανόβιοι δίπλωναν μία και την έβαζαν στο στήθος τους, αφού το χαρτί είναι το καλύτερο μονωτικό υλικό.
Πιστεύω ότι το πιο βασικό πράγμα που πρέπει να σκεφτόμαστε είναι ότι δεν πρέπει να προσαρμόζεται το περιβάλλον σε εμάς αλλά εμείς στο περιβάλλον. Ο δυτικός κόσμος και ο καπιταλισμός, όπως εξελίχθηκαν, αντιλαμβάνονται τη γη ως πεδίο εκμετάλλευσης πόρων. Όμως δεν μας ανήκει η γη, εμείς ανήκουμε σε αυτήν, πρέπει να την καλλιεργούμε και να ακολουθούμε τους ρυθμούς της, πόσο μάλλον στην Ελλάδα που δεν είναι μια βιομηχανική κοινωνία. Το φυσικό περιβάλλον μάς τρέφει και το έχουμε ανάγκη».
Architecture Design Map 5: The Green Issue
Η συλλεκτική έκδοση της LiFO σε συνεργασία με το Archisearch.gr και την Design Ambassador.