Βασίλης Μπισμπίκης: «Όταν κρύωνα στην Ομόνοια, οι τρανς με βοήθησαν»

Μπισμπίκης Facebook Twitter
0

Έχουμε φτάσει στου Ρέντη απομεσήμερο, μία από τις δύο φορές της μέρας που έχει κίνηση, όταν τα γύρω εργοστάσια και οι εταιρείες μεταφορών σχολάνε∙ η άλλη είναι μετά τις 8 το βράδυ, όταν φτάνουν οι θεατές για να δουν τις δύο sold-out παραστάσεις του νέου Καρτέλ, τον «Άρη», που παίζεται τέσσερα χρόνια, και το «Άνθρωποι και Ποντίκια», που μπήκε αισίως στον τρίτο χρόνο παραστάσεων. 

Στο παλιό εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο, που του παραχώρησε το Ίδρυμα Ωνάση, αγνώριστο σήμερα, αλλά με όλα τα χαρακτηριστικά της βιομηχανικής του μνήμης ατόφια κρατημένα, ο θόρυβος δεν σταματά ποτέ. Μια μικρότερη υποομάδα της ομάδας του Καρτέλ καρφώνει, μεταφέρει καρέκλες, δοκιμάζει ρούχα πριν από την πρόβα του επόμενου έργου, που θα ξεκινήσει σε λίγο.

Με τον Βασίλη Μπισμπίκη κάνουμε μια βόλτα γύρω από τον χώρο. Ο Βασίλης είναι ένας άνθρωπος χρυσοχέρης, πολυτεχνίτης, που πλέει μόνος του στο ελληνικό θέατρο, μια περίπτωση που θυμίζει τους «Εφήμερους» της Μνουσκίν, έναν κόσμο που έχει κατασκευαστεί από το περίσσευμα και το άχρηστο των άλλων και αυτή είναι η πιο γοητευτική εκδοχή συνδυασμών, αντικειμένων και ιδεών που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια.

Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι αυτό το μοντέλο θεάτρου θαυμάζει και οραματίζεται, ένα θέατρο πολιτικό και λαϊκό για το οποίο μιλάει με πάθος, ενώ δεν εγκαταλείπει τις συνήθειές του ‒ ακόμα και την ώρα που περπατάμε σκύβει και μαζεύει ένα ωραίο κομμάτι ξύλο και με αυτό επιστρέφουμε στον χώρο. «Κάπου θα χρειαστεί», μου λέει.

Όταν ήρθα στην Αθήνα ζορίστηκα, ήμουν άφραγκος και ένας χαρακτήρας των άκρων και των καταχρήσεων και αυτό το κομμάτι της ζωής μου έχει μεγάλη σχέση με τα «Κόκκινα Φανάρια» που ετοιμάζουμε, γιατί έζησα μέσα στο περιθώριο. Και μέσα στις μεγάλες ταλαιπωρίες που πέρναγα με μάζευαν κυριολεκτικά οι πουτάνες και οι τραβεστί και με φρόντιζαν.

— Όταν ήρθατε εδώ ζορίστηκες με αυτόν τον τόσο μεγάλο χώρο;

Ήταν ένας τεράστιος χώρος, 1.500 τετραγωνικά, αλάνα, αλλά μέσα μου είχα χαρά, έφευγα από το άγχος του ενοικίου, του ρεύματος. Είχα χαρά γιατί αυτός ο χώρος μού δίνει τη δυνατότητα να κάνω πράγματα πιο δημιουργικά, να φέρουμε φορτηγά π.χ., γενικά να τον κάνουμε όπως θέλουμε ‒ εμείς, εδώ, έχουμε αποκτήσει πια αυτή την κουλτούρα, να δημιουργούμε τον χώρο από την αρχή.

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Εμείς κάνουμε παραγωγές μεγάλες με ελάχιστο κόστος. Έχω μια ολιστική αντίληψη για το θέατρο, θέλω να το σκέφτομαι ως μια ομάδα που τα φτιάχνει όλα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Από ένα άγνωστο μέρος μετακομίζεις σε ένα άλλο άγνωστο μέρος, που ούτε σήμανση έχει. Ήρθες με δύο επιτυχίες, δεν σε ανησύχησε αυτό;

Κοίταξε, το παλιό Καρτέλ ήταν πραγματικά στο περανάθεμα ‒ εμείς τότε θέλαμε να έχουμε ένα δικό μας χώρο. Εκεί το νοίκι ήταν ελάχιστο, μπορούσαμε να τα βγάλουμε πέρα και φτιάξαμε το θέατρο κυριολεκτικά από το μηδέν, με «σκουπίδια», υλικά ανακύκλωσης, γιατί είχαμε μεγάλο πάθος να τοποθετηθούμε με τις παραστάσεις μας κοινωνικοπολιτικά απέναντι σε μια συγκεχυμένη πραγματικότητα και να αντικατοπτρίσουμε με τα έργα μας τις αγωνίες των ημερών μας. Περάσαμε επτά χρόνια και ζοριστήκαμε, δεν είχαμε δει επιτυχία.

Κάποια στιγμή έφυγε ο ένας από τους τρεις μας, ο Παναγιώτης Σούλης, μείναμε με τη Φαίη Τζήμα και είπα «όχι, δεν θα τα παρατήσουμε». Και όταν ανεβάσαμε τον «Άρη» φοβόμουνα. Πώς θα πήγαινε ένα έργο για μια προσωπικότητα αχαρτογράφητη και αμφιλεγόμενη, τον Άρη Βελουχιώτη; Αλλά το κάναμε. Και ήταν ο «Άρης» που έφερε λεφτά στο ταμείο ‒ πρώτη φορά βγάλαμε λεφτά.

Το ίδιο σκέφτηκα όταν ανεβάσαμε το «Άνθρωποι και Ποντίκια», ότι θα φάμε ντομάτες, όχι ότι ο ξεχασμένος Στάινμπεκ θα γινόταν επιτυχία στην Αθήνα του εικοστού πρώτου αιώνα. Αλλά η επιτυχία έφερε και προβλήματα με το ακίνητο που νοικιάζαμε∙ έπρεπε να το αφήσουμε. Πέρασα μεγάλο ζόρι με αυτό.

— Με τη Στέγη πώς έγινε, εσύ τους βρήκες;

Τυχαία, εγώ δεν θα σκεφτόμουν ποτέ να πάω να το ζητήσω από άλλον, γιατί είναι έτσι ο χαρακτήρας μου. Ήρθαν ο Αντώνης (σ.σ. Παπαδημητρίου) με την Αφροδίτη (σ.σ. Παναγιωτάκου) να δουν την παράσταση λίγο πριν από την πρώτη καραντίνα και μετά έκατσαν και τα είπαμε. Και εκεί που πίναμε ένα ουίσκι ‒εγώ είχα αλλού το μυαλό μου‒ τους είπα ότι έπρεπε να τον αφήσω τον χώρο.

Και ο Αντώνης μου είπε: «Έχουμε εμείς έναν χώρο στου Ρέντη, που ανήκει στο Ίδρυμα Ωνάση. Θες να τον δεις;». Και έμεινε εκεί η κουβέντα. Όταν έγινε το πρώτο lockdown τους πήρα τηλέφωνο και τους ρώτησα αν ίσχυε η πρόταση και μου είπαν «ναι» με τη μία. Τους ευχαριστώ γι’ αυτό και το λέω κάθε φορά δημοσίως.

Ήρθα, είδα τον χώρο, τον ερωτεύτηκα, το Ίδρυμα ανέλαβε την οργάνωση και την κατασκευή της υποδομής ‒ και με βοηθάνε ακόμα. Έχουμε πια μια σχέση σοβαρή που θέλουμε να γίνει σχέση ζωής. 

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Εδώ, όπως έχει γίνει ο χώρος, γίνονται τρεις παραγωγές, πολύ μεγάλα σκηνικά…

Ξέρω τι λες. Εμείς κάνουμε παραγωγές μεγάλες με ελάχιστο κόστος. Έχω μια ολιστική αντίληψη για το θέατρο, θέλω να το σκέφτομαι ως μια ομάδα που τα φτιάχνει όλα. Φαντάζομαι ότι παλιότερα υπήρχαν αυτές οι ομάδες, στο Θέατρο Τέχνης για παράδειγμα, και το πιστεύω ότι η ερμηνεία έρχεται μέσα από αυτά που μαθαίνουμε, κάνοντας δουλειές του θεάτρου. Εμείς εδώ ξέρουμε όλοι τροχό, να βάζουμε πρίζες, να κόβουμε σίδερο, τσακωνόμαστε ποιος θα κάνει ηλεκτροκόλληση. Και όταν έρθουν τα κείμενα, ενώ έχουν προηγηθεί όλα αυτά, υπάρχει σύμπνοια, ισότητα, δεν παραπονιέται κανείς γιατί είναι συνδημιουργός και το έχει νιώσει αυτό.

Εμείς εδώ κάνουμε σκηνικά πολύ πλούσια, τέτοια σκηνικά μεγάλα δεν μπορεί να τα κάνει άλλο θέατρο, γιατί πρέπει να τα αγοράσει και είναι πανάκριβα. Εμείς πάμε σε μάντρες ανακύκλωσης και φτιάχνουμε ολόκληρο σπίτι με τον εξοπλισμό του σε χρόνο μηδέν ‒ και ρούχα θα βρούμε παλιά. Με αυτόν τον τρόπο έχουμε κάνει φιλίες, έτσι δουλεύουμε. 

— Δηλαδή πόση ελευθερία δίνεις στους ηθοποιούς σου όταν λες ότι φτιάχνουν μόνοι τους και τον ρόλο και το σκηνικό τους;

Εκατό τοις εκατό. Υπάρχει η δική μου καθοδήγηση, αλλά μόνοι τους θα κάνουν το κείμενο, το σκηνικό τους, τα ρούχα τους, τη σκηνοθεσία τους, αν μπορούν. Φυσικά υπάρχει και ενδυματολόγος και σκηνογράφος, αλλά για να εξυπηρετήσει τον ηθοποιό, όχι για να κάνει το δικό του.

Είμαι τυχερός γιατί έχω τον Κένι ΜακΛέλαν που θέλει να είναι με τον ηθοποιό μαζί, δίπλα. Δεν θέλει να κάνει μια ωραία σκηνογραφία ανεξάρτητα από τον ηθοποιό αλλά να εξυπηρετεί και το δικό του όραμα και το δικό μου. Εδώ τρώμε, ζούμε, ένας ύπνος μάς χωρίζει από τον χώρο, δεν έχουμε τεχνικούς, γι’ αυτό και δεν έχουμε σχέση με ένα θέατρο συμβατικό. 

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Η Μπέτυ Βακαλίδου θα υποδυθεί τη Μαντάμ Παρί. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Αυτό σημαίνει «δεν έχω κανέναν πάνω από το κεφάλι μου»;

Δεν θέλω να έχω κανέναν πάνω από το κεφάλι μου, θέλω να μπορώ να κάνω και έξι μήνες πρόβα. Θέλω να μπορώ να ανεβάζω ένα έργο όταν θεωρήσω ότι είναι έτοιμο. Ποιος θα σε αφήσει να το κάνεις αυτό; Κανένας.

Για τα «Ποντίκια» κάναμε πέντε μήνες πρόβα. Βάζουμε ένα όριο, βέβαια, αλλά δεν ξεκινάμε αν δεν είμαστε έτοιμοι. Αυτό ισχύει για όλα τα έργα, και με τον «Πατέρα» του Στρίντμπεργκ παλιότερα και με τον Στάινμπεκ και με τα «Κόκκινα Φανάρια» που ετοιμάζουμε τώρα. Αποφάσισα ότι όλα τα κλασικά έργα θα τα κάνω όπως θέλω, θα τα φέρω στο τώρα, θα τα ξεσκουριάσω. Δεν θέλω να έρχεται ο θεατής και να λέει «α, αυτό συνέβαινε το ’30, δεν συμβαίνει τώρα».

Ο πυρήνας αυτών των έργων είναι ωραίος, κρατάω και κάποιες θεματικές, τα άλλα, οι αντιστοιχίες που δεν αφορούν το σήμερα και δεν υπάρχουν πια νομίζω ότι πρέπει να αφαιρούνται. Εγώ δεν είμαι συγγραφέας, αλλά μπορώ να πάρω ένα έργο μαζί με τα παιδιά, να το μεταγράψουμε και να βρούμε ένα πάτημα, να το χρησιμοποιήσουμε ως όχημα για να μιλήσουμε για το τώρα, αυτό με ενδιαφέρει. Και αυτό είναι που έχει και αποτέλεσμα.

— Ότι σε βρίσκουν, δηλαδή, όπου και αν είσαι, γιατί τους αφορά αυτό που κάνεις;

Ναι, γι’ αυτό ούτε η περιοχή με φόβισε ποτέ, ούτε το κέντρο, ούτε η μαρκίζα. Αν κάνεις κάτι που αφορά τον κόσμο, θα έρθουν να σε δουν και στο βουνό. Εδώ, που δεν έχει ούτε σήμανση, δεν υπάρχει γκρίνια, όλοι οι θεατές έρχονται στην ώρα τους, μας ψάχνουν και μας βρίσκουν κι αυτό έχει τη σημασία του.

Εμείς δεν θέλουμε να ταλαιπωρείται ο κόσμος μέχρι να καταλάβει, εμείς κάνουμε λαϊκό πολιτικό θέατρο με γραμμική αφήγηση, ούτε μεταμοντέρνο ούτε τίποτα και έχει την αξία του το να έρθει στη μεριά μας. Και με αφορά να έρθουν και άνθρωποι που δεν έχουν επαφή με τον κόσμο εδώ γύρω, δεν ξέρουν καν ότι υπάρχει.

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
Μπισμπίκης Facebook Twitter
Είναι η Αθήνα μέσα από αυτό το λούμπεν τότε κομμάτι της του ’60, με τις αφηγήσεις του Δημήτρη Παπάζογλου που κάνει τη λεκανατζού και λέει ιστορίες παλιές από του Κουράδα και τη Χαβάη, το υπόγειο κάτω από το Περοκέ, που ήταν το πρώτο τραβεστομάγαζο της Αθήνας ‒ αυτά τα μαγαζιά τα έχει προλάβει. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Έχεις κάνει σερί επιτυχίες. Σου δημιουργεί αγωνία αυτό;

Η αγωνία η δική μου δεν έχει να κάνει ούτε με την επίδραση ούτε με την αποδοχή αλλά με το αν είμαστε ευτυχισμένοι με αυτό που κάνουμε ή όχι. Είναι θέση πολιτική αυτό που κάνουμε, αυτό είναι πιο σημαντικό και από τις παραστάσεις, ακόμα και από το πόσοι θα τις δουν. Σημασία έχει να υπάρχει σύμπνοια, να είμαστε μια κολεκτίβα. Δεν μένει τίποτε άλλο.

Δηλαδή μπορεί να παίζεις τον «Άμλετ» και σε έναν μήνα να τον βαρεθείς. Τι θα σου μείνει; Οι άνθρωποι που ήσασταν μαζί, οι παρέες που έκανες, τα μπαρ. Είναι μια συνεχόμενη ευτυχία για μένα το να δουλεύω με αυτόν τον τρόπο, σαν να είμαι σε ένα λούνα-παρκ, γι’ αυτό επιμένω.

— Βασίλη, από μικρός ήθελες να κάνεις θέατρο;

Δεν ξέρω αν ήθελα να κάνω θέατρο με την έννοια που το λέει σήμερα ένας δεκαοχτάρης. Προφανώς ήταν μια διέξοδος που δεν την καταλάβαινα. Μεγάλωσα στο Λουτράκι, από μικρό παιδί έκανα Καραγκιόζη, έφτιαχνα τσίρκο, σκηνοθετούσα, έβαζα εισιτήριο, ήθελα πάντα να κάνω αυτό που είχα στο μυαλό μου.

Όταν ήμουν ακόμα σχολείο μπήκα σε έναν ερασιτεχνικό σύλλογο και κάναμε την «Ελένη» του Ευριπίδη. Πήραμε το βραβείο αρχαίου δράματος και παίξαμε στην Επίδαυρο τιμητικά σε μια βραδιά αφιερωμένη στον Ροντήρη. Εκεί με είδε ο Τάσος Ρούσσος, τότε διευθυντής στο Εθνικό, και μου είπε: «Αγόρι μου, εσύ θα έρθεις στο Εθνικό». Και πήγα ‒ αλλά πώς να με πάρουν;

Εγώ δεν είχα τελειώσει το λύκειο, ένα γυμνάσιο με το ζόρι, με είχαν διώξει από παντού. Αλλά ήρθα στην Αθήνα, είπα «θα πάω να βρω την πιο φτηνή σχολή» και τη βρήκα, τη σχολή της Μαίρης Βογιατζή-Τράγκα. Εκεί πήγα και δεν το μετάνιωσα γιατί βρήκα έναν δάσκαλο, τον Βασίλη Ρίτσο, που ήταν ο μέντοράς μου τέσσερα χρόνια.

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Ζορίστηκες στην Αθήνα;

Φυσικά ζορίστηκα, ήμουν άφραγκος και ένας χαρακτήρας των άκρων και των καταχρήσεων και αυτό το κομμάτι της ζωής μου έχει μεγάλη σχέση με τα «Κόκκινα Φανάρια» που ετοιμάζουμε, γιατί έζησα μέσα στο περιθώριο. Και μέσα στις μεγάλες ταλαιπωρίες που πέρναγα με μάζευαν κυριολεκτικά οι πουτάνες και οι τρανς και με φρόντιζαν. Ζούσα στην Ομόνοια, σε ένα ξενοδοχείο, και ήμουνα συγκάτοικός τους. Όταν είχε κρύο με βοηθούσαν πάρα πολύ, μου άνοιγαν τα μπουρδέλα και καθόμουνα στις σόμπες με τις τσατσάδες. Είναι σαν φόρος τιμής σε αυτά τα πρόσωπα η παράσταση, αλλά εμείς εδώ το πάμε ένα βήμα παραπέρα.

— Έχετε φτιάξει ένα κλαμπ, σωστά καταλαβαίνω το σκηνικό;

Από τα «Κόκκινα Φανάρια» όπως τα ξέρουμε δεν έχω κρατήσει τίποτα, μόνο την ατμόσφαιρα. Θέλω να μιλήσω γι’ αυτόν τον κόσμο και την κοινωνικοπολιτική κατάσταση που υπάρχει σε σχέση με τη διαφορετικότητα. Είναι η Αθήνα μέσα από αυτό το λούμπεν τότε κομμάτι της του ’60, που ήταν και κρυφό και σαν «καταραμένο», που δεν φόραγαν γυναικεία ρούχα οι τρανς, με τις αφηγήσεις του Δημήτρη Παπάζογλου που κάνει τη λεκανατζού και λέει ιστορίες παλιές από του Κουράδα και τη Χαβάη, το υπόγειο κάτω από το Περοκέ, που ήταν το πρώτο τραβεστομάγαζο της Αθήνας ‒ αυτά τα μαγαζιά τα έχει προλάβει.

Αλλά και με τις αφηγήσεις της Μπέτυς Βακαλίδου, που μιλάει για τη Συγγρού, για το πώς φτιάχτηκε η πιάτσα, ιστορίες άγριες.

Μιλάμε, όμως, και για το άλλο κομμάτι, τις ανθρώπινες σχέσεις, που μας συγκινούν πάντα, γιατί δεν έχει σημασία το φύλο αλλά οι ίδιες οι σχέσεις. Αυτό το «γύρνα να με κοιτάξεις» που λέει ο ένας στον άλλο. Αυτή είναι η αφήγηση και θα την καταλάβει ακόμα και η γιαγιά μου, δεν χρειάζεται να σκεφτεί τίποτα. Θα δει ένα κλαμπ με τρανς που κάνουν drag show. Και κάθε Σάββατο θα έρχεται και ένας guest που θα κάνει ένα τρίλεπτο drag show. 

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Πιστεύω ότι είμαστε πολύ συντηρητικοί και ας έχουμε κάνει μερικά βήματα ‒ κι αυτά ούτε καν σε όλη την Αθήνα. Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Το φοβάσαι το θέμα; Πιστεύεις ότι θα ενοχλήσει;

Πιστεύω ότι είμαστε πολύ συντηρητικοί και ας έχουμε κάνει μερικά βήματα ‒ κι αυτά ούτε καν σε όλη την Αθήνα. Η επαρχία είναι πολύ πίσω, μάλιστα υπάρχουν γκέι που έχουν κολλήματα με τις τρανς, βλέπεις και τέτοιους ρατσισμούς, τι να λέμε, δεν έχουμε φτάσει σε ωριμότητα τέτοια ώστε να μπορούμε να τα δούμε καθαρά αυτά.

Άρα τι σημαίνει διαφορετικότητα και πώς κάνεις ένα κείμενο που θα τους συμπεριλάβει όλους; Το επιχειρούμε γιατί πιστεύουμε ότι μπορεί το θέατρο να ενισχύσει την ορατότητα, να κάνει έναν θεατή να προχωρήσει ένα βήμα μπροστά, αλλά ο πυρήνας γύρω μας είναι σκληρός, ομοφοβικός και ζόρικος. Εμάς είναι η δουλειά μας, αυτό πρέπει να κάνουμε, χώρο για όλους.

— Μετά τα «Φανάρια» τι ακολουθεί;

Λοιπόν, τα «Φανάρια» θα ανέβουν Δεκέμβριο και θα έχουμε ρεπερτόριο, θα παίζουν και οι τρεις παραστάσεις, δηλαδή και τα «Ποντίκια» και ο «Άρης». Μόλις ανέβουν τα «Φανάρια» θα ξεκινήσουμε πρόβες για το «Έγκλημα και Τιμωρία». Θα γίνει ο χώρος όλος σαν υπόγειο πάρκινγκ.

Θυμάσαι την ιστορία του Ματθαίου Μονσελά, του κατά παραγγελία δολοφόνου; Αυτός δούλευε σε πάρκινγκ στη Χαριλάου Τρικούπη, εκεί γνώρισε την οδοντίατρο που σκότωσε, τη γυναίκα που του «όπλισε» το χέρι. Το συζητούσαμε και με τον Γιάννη Οικονομίδη, που είμαστε φίλοι και τα λέμε, ο Ρασκόλνικοφ, αντί να βγαίνει και να συναντάει τους ανθρώπους έξω, να δουλεύει σε αυτό το πάρκινγκ και να έρχονται όλοι να τον συναντήσουν, με τα αυτοκίνητά τους, εδώ, σε αυτόν τον χώρο. Το ονειρεύομαι κάθε φορά που μπαίνω μέσα σε αυτόν.

— Τι άλλο ονειρεύεσαι; 

Είμαστε τρισευτυχισμένοι εδώ, αυτό σκέφτομαι. Και ότι είμαι σαράντα τεσσάρων χρονών και έχω ακόμα να ζήσω άλλα σαράντα χρόνια.  

Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
Μπισμπίκης Facebook Twitter
Φωτ.: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

Τα Κόκκινα Φανάρια

Σκηνοθεσία: Βασίλης Μπισμπίκης

Διασκευή-Δραματουργία: Βασίλης Μπισμπίκης, Χρήστος Νικολόπουλος

Σκηνικά-Κοστούμια: Κένι ΜακΛέλαν

Επιμέλεια κίνησης: Αγγέλα Πατσέλη

Σχεδιασμός ήχου: Μάνος Πατεράκης

Φωτισμοί: Λάμπρος Παπούλιας

Ειδικά εφέ: Προκόπης Βλασσερός

Διεύθυνση παραγωγής: Φαίη Τζήμα

Παίζουν (αλφαβητικά): Ερατώ Αγγουράκη, Λευτέρης Αγουρίδας, Ελεονώρα Αντωνιάδου, Μπέττυ Βακαλίδου, Δημήτρης Γαλάνης, Γιανμάζ Ερντάλ, Μάρα Ζαλώνη, Μάνος Καζαμίας, Βασίλης Καραγιάννης, Διονύσης Κοκκοτάκης, Δημήτρης Παπάζογλου, Αγγέλα Πατσέλη, Γιώργος Σιδέρης, Τάσος Σωτηράκης, Στέλιος Τυριακίδης, Πουριά Χοσσεΐνι

Τεχνοχώρος Cartel

Onassis Renti (Λεγάκη 7, Αγ. Ιωάννης Ρέντης, 210 3713000)

Έναρξη παραστάσεων τον Δεκέμβριο





 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μέσα στον θησαυρό με τις εμβληματικές φορεσιές της Δόρας Στράτου

Θέατρο / «Κάποτε έδιναν τις φορεσιές για έναν πλαστικό κουβά, που ήταν ό,τι πιο μοντέρνο»

Μια γνωριμία με τη μεγάλη κληρονομιά της Δόρας Στράτου μέσα από τον πλούτο αυθεντικών ενδυμάτων που δεν μπορούν να ξαναραφτούν σήμερα και συντηρούνται με μεγάλο κόπο, χάρη στην αφοσίωση και την εθελοντική προσφορά μιας ομάδας ανθρώπων που πιστεύουν και συνεχίζουν το όραμά της.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ξαναγράφοντας τον Ίψεν

Θέατρο / Ο Ίψεν στον Πειραιά, στο μουράγιο

«Δεν είναι εύκολο να είσαι ασυμβίβαστη. Όπως δεν είναι εύκολο να ξαναγράφεις τον Ίψεν» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για την παράσταση «Εχθρός του λαού» σε διασκευή και σκηνοθεσία του Κωνσταντίνου Βασιλακόπουλου.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Lifo Videos / «Δυσκολεύτηκα να διαχειριστώ τις αρνητικές κριτικές και αποσύρθηκα για έναν χρόνο»

Η ηθοποιός Παρασκευή Δουρουκλάκη μιλά για την εμπειρία της με τον Πέτερ Στάιν, τις προσωπικές της μάχες με το άγχος και την κατάθλιψη, καθώς και για το θέατρο ως διέξοδο από αυτές.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Θέατρο / Μαρία Σκουλά: «Πιστεύω πολύ στο χάος μέσα μου»

Από τον ρόλο της Μάσα στην πραγματική ζωή, από το Ηράκλειο όπου μεγάλωσε μέχρι τη ζωή με τους ανθρώπους του θεάτρου, από τον φόβο στην ελευθερία, η ζωή της Μαρίας Σκουλά είναι ένας δρόμος μακρύς και δύσκολος που όμως την οδήγησε σε κάτι δυνατό και φωτεινό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Θέατρο / Μια νέα παράσταση χαρτογραφεί το χάσμα μεταξύ γενιάς Z και γενιάς X

Μέσα από την εναλλαγή αφηγήσεων, εμπειριών, αναπαραστάσεων, χορού, βίντεο και ήχου, η παράσταση του Γιώργου Βαλαή αναδεικνύει τις διαφορές αλλά και τις συνδέσεις που υπάρχουν μεταξύ των δυο διαφορετικών γενεών.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρομέο Καστελούτσι: «Όπου παρεμβάλλεται το κράτος, δεν υπάρχει χώρος για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι εναντίον του κράτους και το κράτος εναντίον του έρωτα».

Θέατρο / Ρομέο Καστελούτσι: «Πάντα κάποιος πολεμά τον έρωτα. Και οι εραστές είναι πάντα τα θύματα»

Ο σπουδαίος Ιταλός σκηνοθέτης, λίγο πριν επιστρέψει στην Αθήνα και στη Στέγη για να παρουσιάσει τη «Βερενίκη» του, μας μίλησε για τον έρωτα, τη γλώσσα και τη μοναξιά, την πολιτική και την ανυπέρβλητη Ιζαμπέλ Ιπέρ.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
CHECK How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της συστημικής ιστορίας

Θέατρο / How soon is now: Μια παράσταση για τους μετεξεταστέους της Iστορίας

Σκηνοθετημένη από έναν νέο δημιουργό, η παράσταση που βασίζεται στο τελευταίο κείμενο της Γλυκερίας Μπασδέκη επιχειρεί έναν διάλογο με μία από τις πιο σκοτεινές περιόδους της ελληνικής ιστορίας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
ΧΡΗΣΤΟΣ ΘΕΟΔΩΡΙΔΗΣ 

Θέατρο / «Αν κλάψω με ένα έργο, είμαι σε καλό δρόμο»

Ο Χρήστος Θεοδωρίδης, που έχει σκηνοθετήσει με επιτυχία δύο έργα φέτος, του Βιριπάγιεφ και της Αναγνωστάκη, εξηγεί γιατί τον ενδιαφέρουν τα κείμενα που μιλάνε στον άνθρωπο σήμερα, ακόμα κι αν σε αυτά ακούγονται ακραίες απόψεις που ενοχλούν και τον ίδιο.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Να είσαι γκέι στη Νέα Υόρκη

Θέατρο / «Η Κληρονομιά μας»: Τι αποκομίσαμε από την εξάωρη παράσταση στο Εθνικό

«Μία ποπ queer saga, παραδομένη πότε στη μέθη των κοκτέιλ Μανχάταν και πότε στο πένθος μιας αλησμόνητης συλλογικής απώλειας» – Κριτική της Λουίζας Αρκουμανέα για το πολυβραβευμένο έργο του Μάθιου Λόπεζ, που παρουσιάζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Γιάννη Μόσχο.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
«Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή ούτε αιρετική»

Θέατρο / «Δεν είμαι ασεβής, ούτε ιδιοσυγκρασιακή, ούτε αιρετική»

Μετά την Ορέστεια του Στρίντμπεργκ και τις πρόβες για το έργο του Βασίλη Βηλαρά, η Λένα Κιτσοπούλου μιλάει για προσδοκίες και αποφάσεις, για επιτυχίες και απορρίψεις, για το «σύστημα» μέσα στο οποίο δουλεύει και για όλους εκείνους τους χαρακτηρισμούς που της αποδίδουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Με Μαρμαρινό, Κουρεντζή, Ράσσε, Mouawad και Ζυλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Πολιτισμός / Μαρμαρινός, Κουρεντζής, Ράσε, Mouawad και Ζιλιέτ Μπινός στο πρόγραμμα του Φεστιβάλ Επιδαύρου

Καλλιτέχνες με ιστορικό ίχνος στην Επίδαυρο θα παρουσιάσουν τη δουλειά τους δίπλα σε ξένους και άλλους Έλληνες δημιουργούς, ενώ στις 19 Ιουλίου θα ακούσουμε την ορχήστρα Utopia υπό τη διεύθυνση του Θ. Κουρεντζή.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει τον εαυτό του;      

Θέατρο / Μπορεί το ελληνικό θέατρο να σατιρίσει επιτυχημένα τον εαυτό του;      

«Αν θες να αναμετρηθείς με κάτι, αν θες να πας στην ουσία, πρέπει να πονέσεις» – Κριτική για την πολυσυζητημένη παράσταση «Merde!» των Βασίλη Μαγουλιώτη και Γιώργου Κουτλή στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά.
ΛΟΥΙΖΑ ΑΡΚΟΥΜΑΝΕΑ
Ο Γιάννος Περλέγκας βρίσκει τη χαρά της δημιουργίας στη φλόγα για συνύπαρξη

Θέατρο / «Έχω νιώσει ακατάλληλος και παρωχημένος δεινόσαυρος μέσα στο θεατρικό τοπίο που αλλάζει»

Με αφορμή το έργο του Μπέρνχαρντ «Η δύναμη της συνήθειας», ο Γιάννος Περλέγκας μιλά με ταπεινότητα και πάθος για το θέατρο, με το οποίο συνεχίζει να παλεύει και που διαρκώς τον νικά. Αυτό, όμως, είναι που τον κρατά ζωντανό.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Άρης Χριστοφέλλης

Όπερα / «Ακόμα και όσοι θαυμάζουν σχεδόν ειδωλολατρικά την Κάλλας, λίγα γνωρίζουν για την τέχνη της»

Ο κόντρα τενόρος Άρης Χριστοφέλλης, επιστημονικός σύμβουλος του ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Τα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας», εξηγεί τους λόγους για τους οποίους η θρυλική σοπράνο παραμένει μια ανυπέρβλητη καλλιτέχνιδα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Θέατρο / Αργυρώ Χιώτη: Ένα «αουτσάιντερ» στο τιμόνι του Εθνικού Θεάτρου

Ποια είναι τα προσωπικά της στοιχήματα και ποιες είναι οι προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η νέα καλλιτεχνική διευθύντρια του Εθνικού - η πρώτη γυναίκα που αναλαμβάνει αυτή τη θέση από το 1994.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ