Το εκτυφλωτικό παράδοξο του «Αμαντέους»

Το εκτυφλωτικό παράδοξο του «Αμαντέους» Facebook Twitter
Ο μόνος που, αν μη τι άλλο, πασχίζει να πλησιάσει την πολυπλοκότητα των πραγμάτων και των συναισθημάτων είναι ο Νίκος Ψαρράς στον ρόλο του Σαλιέρι. Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή
0

Ιδωμένος μέσα από το βλέμμα του Σαλιέρι, ο Μότσαρτ είναι ένα εκτυφλωτικό, εξοργιστικό παράδοξο. Ο θεοσεβούμενος συνθέτης από το Λενιάγκο της Ιταλίας στέκεται αφρίζοντας μπροστά σε αυτό που αντιλαμβάνεται ως μια ακατάληπτη δυσαρμονία μορφής και περιεχομένου.

Πώς είναι δυνατόν ένα φαντασμένο παιδαρέλι από το Σάλτσμπουργκ να συνθέτει την πιο ολοκληρωμένη μουσική που γράφτηκε ποτέ; Πώς είναι δυνατόν αυτός ο νεαρός με το χυδαίο, κοπρολάγνο χιούμορ να κρύβει μέσα του όλους τους ήχους που μας συνδέουν με την απόλυτη ομορφιά; Αυτό το πρώην παιδί-θαύμα, που το έσερνε ο πατέρας του από παλάτι σε παλάτι για να διασκεδάζει τους βασιλείς, αυτή η εκπαιδευμένη μαϊμού, να εκπέμπει μια ρυθμική ενέργεια που ακτινοβολεί σε όλο το Σύμπαν;

Αυτός ο άξεστος, με τη γυναίκα που του ρίχνει χαστούκια στον πισινό, να συνομιλεί απευθείας με τον Θεό; Αυτός με τη φανταχτερή περούκα και το ηλίθιο, παιδιάστικο γέλιο να εκφράζει μια οδύνη τόσο πρωτόγνωρη, τόσο βαθιά, τόσο θεσπέσια; 

Η φανταχτερή εμφάνιση, οι «κοινές» συνήθειες, η έλλειψη τακτ και οι λάγνες ορέξεις του Μότσαρτ δεν είναι οι μόνες που συγκρούονται στο έργο του Πίτερ Σάφερ με τις συντηρητικές αντιλήψεις του Σαλιέρι, και όλης της καλής κοινωνίας, στην αυτοκρατορική Βιέννη του δέκατου όγδοου αιώνα. Είναι η απόλυτα ασυμβίβαστη και επαναστατική στάση του απέναντι στα ιεραρχικά συστήματα της εποχής, η οποία προκαλεί την ταραχή και το μένος του κατεστημένου εναντίον του.

Ο Μότσαρτ όχι μόνο αψηφά κάθε υπόδειξη σχετικά με το πώς πρέπει να φέρεται ένας φιλόδοξος συνθέτης που επιθυμεί να εξασφαλίσει την εύνοια του αυτοκράτορα Ιωσήφ Β’, όχι μόνο αρνείται να παίξει το παιχνίδι των ελιγμών, των συμμαχιών, της ευπρέπειας και της κολακείας, αλλά τολμά να υπερασπίζεται τη διαφορετικότητα της πολιτικής και αισθητικής κοσμοθεωρίας του κάθε φορά που του επιτίθενται τα «σκυλιά» της Αυλής των Αψβούργων. 

Δυστυχώς, το μόνο που μας υποδέχεται, όταν σβήνουν τα φώτα, είναι ένα σύννεφο από χαχανητά και σφαλιαρίτσες, κλανίτσες και πορδίτσες, μια εναλλαγή από κακοκουρδισμένα καρτούν, τα οποία ανεβοκατεβαίνουν σκαλιά και εκφωνούν ατάκες με τρόπο «πιασάρικο».

«Ναι, θέλω να γράψω ένα έργο για τον αμαξά. Για τον υπηρέτη. Και θέλω να εκτυλίσσεται σ’ ένα ζωντανό μέρος, σε μια κρεβατοκάμαρα. Γιατί για μένα αυτό είναι το πιο συναρπαστικό μέρος πάνω στη γη» απαντάει στον βαρόνο Βαν Σβίτεν, όταν ο τελευταίος τον κατηγορεί ότι σπαταλάει το ταλέντο του ασχολούμενος με χυδαίες φάρσες (εν προκειμένω τους «Γάμους του Φίγκαρο»).

Το εκτυφλωτικό παράδοξο του «Αμαντέους» Facebook Twitter
Η μουσική του Μότσαρτ, αν και ερμηνεύεται ζωντανά στη διάρκεια της παράστασης, ακούγεται τόσο λίγο, τόσο αποσπασματικά και φευγαλέα, ώστε παραμένουμε διαρκώς διψασμένοι. Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

«Σκοπός της όπερας είναι να μας εξευγενίζει» επιμένει ο βαρόνος, μα ο Μότσαρτ περιγελά τα «υψηλά» γούστα των συναδέλφων του, διακηρύσσοντας ότι όλες οι όπερες του δέκατου όγδοου αιώνα είναι ανιαρές και επιμένοντας στην αξία ενός ουροδοχείου που αχνίζει κάτω από το κρεβάτι. «Θέλω τη ζωή, βαρόνε, όχι τους ανιαρούς θρύλους! Γιατί βαριέμαι. Βαριέμαι τους θεούς και τους ήρωες».

Η διαχρονική γοητεία μιας τέτοιας τοποθέτησης στάθηκε, νομίζω, η πέτρα επί της οποίας βάλθηκε να ανεγερθεί η παράσταση που παρακολουθήσαμε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Αν το πηγαίο, ανεξάντλητο, απρόβλεπτο, μεγαλειώδες ταλέντο συνδέεται με την ανυπόκριτη παιδικότητα, τον αυθορμητισμό, την παραβίαση πάσης φύσεως κανόνων, τα ανεξέλεγκτα λογοπαίγνια, τη χαρά και τους ήχους του σώματος (ακόμη και τους πιο δύσοσμους), τότε ας φτιάξουμε μια παράσταση που να τα εξυμνεί όλα αυτά, μια παράσταση που να ποδοπατά τη σοβαροφάνεια, καθετί δήθεν υψηλό, στυφό και στημένο, πίσω από το οποίο οχυρώνονται οι αντιερωτικές μετριότητες του κόσμου τούτου, κουνώντας μας το δάχτυλο και επιβάλλοντας ευνουχιστικούς κανόνες που εχθρεύονται τη θέληση για δύναμη, δημιουργία, ηδονή και παιχνίδι... 

Α, θα ήταν υπέροχο αν συνέβαινε αυτό, έστω αποσπασματικά, έστω στιγμιαία. Δυστυχώς, το μόνο που μας υποδέχεται, όταν σβήνουν τα φώτα, είναι ένα σύννεφο από χαχανητά και σφαλιαρίτσες, κλανίτσες και πορδίτσες, μια εναλλαγή από κακοκουρδισμένα καρτούν (γιατί, άραγε, δεν ανέλαβε κάποιος την κίνηση σε αυτή την παράσταση;), τα οποία ανεβοκατεβαίνουν σκαλιά και εκφωνούν ατάκες με τρόπο «πιασάρικο», ένας κυκεώνας από φωνές, φαρσοειδή σπρωξίματα, κλοτσοπατινάδες σχολιαρόπαιδων, παρωχημένα λογοπαίγνια, Καβαλιέρι-Καβλιέρι, ένα ψυχικά άδειο σχήμα, ένα περίγραμμα, ένα φασαριόζικο σκετς για τον «αρχισυνθεταρά» Σαλιέρι, τον παιδαριώδη Μότσαρτ του και μια χούφτα από τους ξύλινους δορυφόρους τους. 

«Έχω τρεις μαθητές, πώς θα ζήσω;» λέει όλο νάζι ο Μότσαρτ, ενώ ο Αυτοκράτορας-πεταλουδίτσα τού ζητάει ένα φιλάκι στο χεράκι και μετά κι άλλα στο παρκάκι. «Συγκλονιστικό / συγκλονίστηκα / συγκλονίζομαι» αναφωνεί ειρωνικά ο νεαρός συνθέτης, αλλά ο διευθυντής της Όπερας εξανίσταται μαθαίνοντας για τον Φίγκαρο, «μια πληροφορία χωρίς χρέωση πέρασε από δίπλα μου», λέει τσιτωμένος, και κάπως έτσι περνάνε δύο ώρες, κατά τη διάρκεια των οποίων ουδέποτε συναντιόμαστε ούτε με την ελαφρότητα ούτε με τη σοβαρότητα, αλλά μονάχα με την αβάσταχτη επιπολαιότητα.

Το εκτυφλωτικό παράδοξο του «Αμαντέους» Facebook Twitter
Η Μαίρη Μηνά δεν επιβιώνει σε φωναχτά κλίματα και η προσπάθειά της να εναρμονιστεί σε αυτά (ως Κονστάνς, σύζυγος Μότσαρτ) την αφήνει δίχως έρεισμα. Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Στριμωγμένοι μέσα σε αυτήν τη συναισθηματικά κούφια κατασκευή, οι ηθοποιοί μένουν εκτεθειμένοι και αβοήθητοι. Ο Γιάννης Νιάρρος δίνει την εντύπωση ότι δεν μπήκε καν στον κόπο να σκεφτεί τον ρόλο του Μότσαρτ, να τον ψηλαφίσει με ενδιαφέρον (αγάπη;), να του δώσει «ζωή». Αρκούμενος σε επιδερμικές επαφές μαζί του, οδηγήθηκε σε ένα άκρως ψυχρό και αδιάφορο αποτέλεσμα.

«Έλα όπως είσαι» λέει το τραγούδι των Nirvana, ξέρουμε όλοι όμως πως αυτό δεν λειτουργεί στην υποκριτική. «Η γλώσσα μου είν’ ανόητη, η καρδιά μου όχι» επιμένει ο ήρωας ενώπιον των κατηγόρων του∙ ναι, ακούμε τη γλώσσα, αλλά ουδέποτε βλέπουμε την καρδιά του, ακόμη κι όταν η βαβούρα κοπάζει και ο ηθοποιός στρέφεται προς το μέρος μας για να μας απευθύνει ανεμπόδιστα τον λόγο του. 

Η Μαίρη Μηνά δεν επιβιώνει σε φωναχτά κλίματα και η προσπάθειά της να εναρμονιστεί σε αυτά (ως Κονστάνς, σύζυγος Μότσαρτ) την αφήνει δίχως έρεισμα. Ο Γιάννης Κότσιφας, ένας από τους πιο αστείους ηθοποιούς της γενιάς του, εμφανίζεται εδώ άχαρος και άγευστος ως ζαβός Αυτοκράτωρ-δραπέτης ασύλου (γενικότερα, το εύρημα που παρουσιάζει την Αυλή των Αψβούργων ως Φωλιά του Κούκου δεν αποδίδει τους αναμενόμενους κωμικούς καρπούς, έτσι ανέμπνευστα και ξεχαρβαλωμένα όπως υλοποιείται).  

Το εκτυφλωτικό παράδοξο του «Αμαντέους» Facebook Twitter
Ο Γιάννης Νιάρρος δίνει την εντύπωση ότι δεν μπήκε καν στον κόπο να σκεφτεί τον ρόλο του Μότσαρτ, να τον ψηλαφίσει με ενδιαφέρον (αγάπη;), να του δώσει «ζωή». Φωτ.: Ελίνα Γιουνανλή

Ο μόνος που, αν μη τι άλλο, πασχίζει να πλησιάσει την πολυπλοκότητα των πραγμάτων και των συναισθημάτων (τον ζηλόφθονο θαυμασμό της μετριότητας για το μεγαλοφυές, τη συνειδητοποίηση ότι μεταξύ τους μεσολαβεί μια άβυσσος, τη λαχτάρα αποδοχής και αναγνώρισης εκπορευόμενη ως μίσος και επιθυμία εξόντωσης του άλλου κ.ο.κ.) είναι ο Νίκος Ψαρράς στον ρόλο του Σαλιέρι. Παρόλο που υστερεί σημαντικά στην εκφραστικότητα (η φωνή του, δυστυχώς, αποδεικνύεται κατώτερη των απαιτήσεων, πολύ αδύναμη), ο ηθοποιός δείχνει τουλάχιστον να αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει ένα υψηλότερο διακύβευμα – κι ας μην κατακτιέται ποτέ.  

Από σκηνοθετικής άποψης, μάλιστα, όχι απλώς δεν κατακτιέται αλλά καταπνίγεται κιόλας.

Αν οι εχθροί του Μότσαρτ στο Αμαντέους κάνουν το παν για να φιμώσουν το άναρχο πνεύμα του, μπορούμε τουλάχιστον εμείς, οι θεατές του εικοστού πρώτου αιώνα, να βρίσκουμε ανακούφιση στη γνώση ότι τα δημιουργήματά του Αυστριακού συνθέτη ξεπέρασαν όλες τις κακουχίες και κέρδισαν την αιωνιότητα.

Ούτε καν αυτή η χαρά δεν μας επιτρέπεται εδώ: η μουσική του Μότσαρτ, αν και ερμηνεύεται ζωντανά στη διάρκεια της παράστασης, ακούγεται τόσο λίγο, τόσο αποσπασματικά και φευγαλέα, ώστε παραμένουμε διαρκώς διψασμένοι. Το μόνο θείο πράγμα στο οποίο θα είχε νόημα να δοθεί χώρος και χρόνος για ν’ αναδυθεί και να μας πλημμυρίσει, κι αυτό χάνεται μέσα σ’ ένα φασαριόζικο παιδικό πάρτι...

«Αμαντέους» του Πίτερ Σάφερ

Διασκευή - Σκηνοθεσία: Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος

Μετάφραση αρχικού κειμένου: Έλενα Καρακούλη

Σκηνικά - κοστούμια: Όλγα Μπρούμα

Φωτισμοί: Νίκος Βλασόπουλος

Ενορχήστρωση - μεταγραφές - μουσική επιμέλεια: Δημήτρης Σιάμπος

Βοηθοί σκηνοθέτη: Αναστασία Στυλιανίδη, Δανάη Μουτσοπούλου

Βοηθός σκηνογράφου - Ενδυματολόγου: Βάσω Κακοσίμου

Μουσικοί: Κώστας Καριτζής, Αγγελική Ποτήρη, Ελευθερία Τόγια, Άρης Ζέρβας, Κώστας Πατσιώτης

Sound Design - μείξεις: Σωτήρης Ζηλιασκόπουλος

Παίζουν: Νίκος Ψαρράς, Γιάννης Νιάρρος, Μαίρη Μηνά, Γιάννης Κότσιφας, Γιώργος Τριανταφυλλίδης, Γιώργος Τζαβάρας, Βαγγέλης Δαούσης, Βασίλης Ντάρμας

Δημοτικό Θέατρο Πειραιά - Κεντρική Σκηνή

Τετ., Κυρ. 20:00, Πέμ.-Παρ. 21:00, Σάβ. 17:30 & 21:00

To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιάννης Νιάρρος

PORTRAITS 2022 / Γιάννης Νιάρρος: «Αναγνωρίζω τον ανταγωνισμό του ανδρικού φύλου, του άντρα κόκορα»

Φοβερά αστείος και ταλαντούχος, έξυπνος, μανιακός με την τζαζ, αυτοαναφορικός, αλλά και ιδιοσυγκρασιακός όπως οι αληθινοί καλλιτέχνες, ο Γιάννης Νιάρρος είναι από τους σημαντικότερους ηθοποιούς της γενιάς του. Από το «Στέλλα Κοιμήσου» και το «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» μέχρι τους «Παίκτες» η διαδρομή του στο θέατρο είναι εντυπωσιακή και το μέλλον υπόσχεται μεγαλύτερους θριάμβους –με νέα ιδιότητα, ως μουσικός– στη θεατρικη εκδοχή του «Σπιρτόκουτου» του Οικονομίδη.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Οι πρώτες φωτογραφίες από το Αμαντέους σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Πολιτισμός / Πρώτες φωτογραφίες από τις πρόβες του «Αμαντέους» σε σκηνοθεσία Οδυσσέα Παπασπηλιόπουλου

Ο Αντόνιο Σαλιέρι, αρχιμουσικός της αυλής του αυτοκράτορα Ιωσήφ, συναντιέται με τον νεαρό Αμαντέους. Καθώς η συνάντησή τους μετατρέπεται σε ανηλεή σύγκρουση, η αιώνια μάχη αποκαλύπτεται.
THE LIFO TEAM

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ