Διασχίζοντας την παλιά πόλη του Ηρακλείου κι ασθμαίνοντας να προλάβω την έναρξη της εισαγωγικής διάλεξης σχετικά με το έργο από τον αρχιμουσικό Μύρωνα Μιχαηλίδη, μία ώρα πριν την έναρξη της παράστασης «Ιδομενέας», αβέβαιος αν έχω πάρει τη σωστή κατεύθυνση, ρωτούσα περαστικούς προς τα πού θα έβρισκα το Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο και κανένας δεν ήξερε να μου απαντήσει.
Αυτό δεν μου έκανε και μεγάλη εντύπωση, συμβαίνει παντού, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν έχουν επαφή με πολιτιστικούς θεσμούς, θέατρα, όπερες, μουσεία ή πολιτιστικά κέντρα. Ακόμα και σε μεγαλουπόλεις ανά την Ευρώπη, ο κόσμος δεν είναι απαραίτητα συντονισμένος με όλα όσα αφορούν τους φιλότεχνους.
Άλλωστε ποιος θα περίμενε ότι το Ηράκλειο Κρήτης θα αποκτούσε το δικό του «μέγαρο μουσικής», ένα οικοδόμημα για να παρουσιάζεται όπερα ή να εκτελούνται συναυλίες συμφωνικής μουσικής; Γιατί ακριβώς περί αυτού πρόκειται! Μπορείς πια να ακούσεις σπουδαίες βραδιές κλασικής μουσικής και να δεις όπερα στην Κρήτη.
Όταν τελικά έφτασα, μου αποκαλύφθηκε αυτό το νέο κτιριακό συγκρότημα που, όπως με είχαν πληροφορήσει, περιέχει τέσσερις σύγχρονης τεχνολογίας και τέλειας ακουστικής αίθουσες για συμφωνική μουσική, τζαζ, όπερα και θέατρο.
Το αποτέλεσμα ήταν ανάλογο των επιδιώξεων όλων, υπέροχες φωνές νέων κατά κύριο λόγο τραγουδιστών από όλο τον κόσμο, ενώ συμπληρωματικά το Χορωδιακό Σύνολο Ηρακλείου, που αποτελούταν από ταλαντούχους μουσικούς και καθηγητές φωνητικής οι οποίοι ζουν μόνιμα στην Κρήτη, συστάθηκε ειδικά για το ανέβασμα του «Ιδομενέα» και διευθύνεται από τον Γιάννη Κιαγιαδάκη.
Την Παρασκευή, 26 Νοεμβρίου, λοιπόν, βρέθηκα στο Ηράκλειο σε ένα «τσίλικο» αμφιθέατρο 750 θέσεων για να παρακολουθήσω μια σπουδαία όπερα του Μότσαρτ με «κρητικό» θέμα, τον «Ιδομενέα», το αριστούργημα του ιδιοφυούς συνθέτη που παιζόταν πρώτη φορά στον τόπο όπου υποτίθεται ότι διαδραματίζεται. Αν και, για να ακριβολογώ, ήταν η πρώτη φορά που παρουσιαζόταν σε ολοκληρωμένη μορφή παράστασης, γιατί μόλις το καλοκαίρι είχαν ερμηνευτεί μέρη της ίδιας όπερας μέσα στο αίθριο του Μουσείου Ηρακλείου και μετά σε διάφορες πόλεις του νησιού.
Αλλά τώρα επιτέλους το ντόπιο κοινό, μυημένο και μη, θα έβλεπε την παράσταση του έργου που αφορά έναν μακρινό πρόγονό τους, έναν αρχαίο αν και μάλλον μυθολογικό βασιλιά. Μια σοφή επιλογή για εναρκτήριο έργο όπερας του Πολιτιστικού Συνεδριακού Κέντρου Ηρακλείου του συντοπίτη τους Μύρωνα Μιχαηλίδη, ο οποίος είναι και καλλιτεχνικός διευθυντής παράλληλα με την παρουσία του στα ευρωπαϊκά πόντιουμ.
Ο Ιδομενέας επιστρέφει μετά την πολιορκία της Τροίας στην Κρήτη, αλλά λίγο πριν φτάσει, στα ανοιχτά του πελάγους, πιάνει μια τρομερή θαλασσοταραχή και πάνω στην αγωνία του ζητάει από τον θεό Ποσειδώνα να τον σώσει, ενώ του υπόσχεται ότι μόλις πιάσει στεριά θα θυσιάσει τον πρώτο θνητό που θα αντικρίσει. Ο θεός τον σώζει αλλά ο πρώτος που συναντάει είναι ο γιος του Ιδαμάνθης.
Εντωμεταξύ στην αυλή του παλατιού κρατείται φυλακισμένη η κόρη του Πριάμου, η Ίλια, η οποία έχει ερωτευτεί το πριγκιπόπουλο και διάδοχο του θρόνου. Ο Ιδομενέας με τη σύμφωνη γνώμη του φίλου του Αρβάκη αποφασίζει να στείλει τον γιο του στην Ελλάδα μαζί με την Ηλέκτρα, η οποία επίσης έχει βρει καταφύγιο στο παλάτι μετά τη δολοφονία της Κλυταιμνήστρας από τον αδελφό της Ορέστη, και η οποία επίσης έχει ερωτικές βλέψεις για τον Ιδαμάνθη.
Δεν προλαβαίνουν να σαλπάρουν και εμφανίζεται μέσα από τα κύματα ένα τέρας σταλμένο από τον Ποσειδώνα, που έχει καταλάβει το τέχνασμα του Ιδομενέα να αποφύγει τη θυσία του γιου του.
Ο Ιδομενέας προσφέρεται να θυσιαστεί στη θέση του πρίγκιπα. Ο αρχιερέας μαζί με τον όχλο απαιτεί να μάθει ποιος προκάλεσε τον θεό και ο βασιλιάς αναγκάζεται να ομολογήσει στον λαό του ότι έχει διαπράξει ύβρη. Ο Ιδαμάνθης παλεύει και νικά το τέρας και αποφασίζει να δώσει τη ζωή του στη θέση του πατέρα του, αλλά τον προλαβαίνει η Ίλια, η οποία προσφέρεται να θυσιαστεί στη θέση του.
Τελικά ο Ποσειδώνας υπαναχωρεί ζητώντας από τον Ιδομενέα να παραδώσει τον θρόνο στον γιο του, ο οποίος θα πρέπει να παντρευτεί την Ίλια. Δηλαδή η όπερα, αν και opera seria με έντονα δραματικά στοιχεία και σκοτεινή πλοκή, διαθέτει ένα απρόσμενο happy end. Μάλιστα, η «κακιά» της ιστορίας, δηλαδή η Ηλέκτρα, που εξαιτίας της ζήλιας της θέλει να αποτρέψει τον έρωτα των δύο, καταρρέει μέσα στην οργή και τον φθόνο.
Η παράσταση ήταν μια μεγάλη έκπληξη για όσους παραβρεθήκαμε στην αίθουσα Ανδρέα και Μαρίας Καλοκαιρινού του Πολιτιστικού Κέντρου, το οποίο άνοιξε μόλις μερικούς μήνες πριν την πρώτη καραντίνα του Μάρτη του 2020, με αποτέλεσμα να ακυρωθεί όλο το φιλόδοξο πρόγραμμά του και να αρκεστεί, όπως όλοι οι μεγάλοι θεσμοί, σε streamings.
Πέρα από τη μουσική διεύθυνση του Μιχαηλίδη, είναι σκηνοθετημένη από έναν από τους πιο έμπειρους λυρικούς καλλιτέχνες της Ευρώπης, τον βαρύτονο Στέφανο Κορωναίο, ο οποίος ως καλλιτεχνικός διευθυντής του θεάτρου Grattacielo της Νέας Υόρκης, κάλεσε διεθνείς σολίστες να ερμηνεύσουν τους ρόλους.
Το αποτέλεσμα ήταν ανάλογο των επιδιώξεων όλων, υπέροχες φωνές νέων κατά κύριο λόγο τραγουδιστών από όλο τον κόσμο, ενώ συμπληρωματικά το Χορωδιακό Σύνολο Ηρακλείου, που αποτελούταν από ταλαντούχους μουσικούς και καθηγητές φωνητικής οι οποίοι ζουν μόνιμα στην Κρήτη, συστάθηκε ειδικά για το ανέβασμα του «Ιδομενέα» και διευθύνεται από τον Γιάννη Κιαγιαδάκη. Έτσι, εκτός από την ερμηνευτική προσέγγιση η οποία είχε ορθή διδασκαλία από τον Κορωναίο, το μεγάλο προτέρημα ήταν η εικαστικότητα της παράστασης, που αποτέλεσε ένα ευχάριστο ξάφνιασμα.
Κλασική σκηνογραφία δεν υπήρχε, αλλά η χρήση γιγαντοθόνης επί σκηνής ως φόντο πρόσφερε μια σειρά από ενδιαφέροντα projections ζοφερών εικόνων που δεν έμεναν στατικές, αλλά με τη χρήση video animation αποκτούσαν κίνηση και ενεργοποιούσαν τη δράση του έργου.
Αυτό που είχε ακόμα μεγαλύτερο ενδιαφέρον ήταν ότι σε κάθε νέα εμφάνιση του εκάστοτε χαρακτήρα προβάλλονταν στην οθόνη γιγάντια βίντεο των ερμηνευτών, όχι σε παράλληλη βιντεοπροβολή με κάμερα, όπως συμβαίνει σε θεατρικές παραστάσεις, αλλά κινηματογραφημένων πορτρέτων των ηρώων και των ηρωίδων. Αμέσως η έτσι κι αλλιώς λαμπερή τους παρουσία γινόταν ακόμα πιο επιβλητική.
Στις περισσότερες περιπτώσεις η αισθητική προσέγγιση πρόσφερε ενδιαφέρουσες προτάσεις. Αφενός ο ενδυματολόγος (Τάσος Πρωτοψάλτου) είχε δώσει μεγάλη έμφαση στην αναμενόμενη σημειολογία κάθε χαρακτήρα (λευκό χιτώνα-σύγχρονη τουαλέτα για την παρθένα Ίλια, μαύρη τουαλέτα για τη σκοτεινή Ηλέκτρα, έντονο κόκκινο και χρυσό στο κοστούμι του Ιδομενέα), αφετέρου η ομάδα νέων καλλιτεχνών που επιμελήθηκε το μέικ απ και τις κομμώσεις απελευθέρωσε τη δημιουργικότητα της με εντυπωσιακά αποτελέσματα σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις, εκτός από την περίπτωση του Ιδαμάνθη που ως είθισται παίζεται από γυναίκα σοπράνο.
Δεν ξέρω γιατί όφειλαν να ακολουθήσουν αυτήν τη συνήθεια και δεν έδωσαν τον ρόλο σε έναν νέο τενόρο, αλλά όπως και να 'χει, τόσο το άφυλο και άχρονο κοστούμι όσο και το ογκώδες πρίμιτιβ κόσμημα που έφερε δεν προσέδιδαν την αρχοντική υπεροχή και τη λαμπρότητα ενός διάδοχου, άρα θα το έλεγε κανείς αρκετά ανέμπνευστο.
Το ίδιο και η κόμμωση και το μακιγιάζ του, που ακολούθησαν δυστυχώς τον υπερβολικό μινιμαλισμό του κοστουμιού, αντί να συμπληρώνουν λ.χ. το περίπλοκο παντατίφ-σύμβολο εξουσίας. Να προσθέσω ότι η μετάφραση του λιμπρέτο του Τζιανπατίστα Βαρέσκο από την Έλντα Κλαδάκη, όπως τη διαβάζαμε στους υπέρτιτλους, ήταν επίσης στα θετικά της βραδιάς.
Εκεί που ευτυχώς δόθηκε σκηνοθετικά μεγάλη σημασία ήταν στον σχεδιασμό των φωτισμών (Δημήτρης Κουτάς), ιδιαίτερα στις ομαδικές σκηνές, δημιουργώντας υπέροχες εικόνες μεγάλης εικαστικής δύναμης. Έτσι καταγράφηκαν στη μνήμη μου αξιομνημόνευτες σκηνές, όπως η καταιγίδα με το απόκοσμο λευκό φως και την αιθέρια διαφάνεια να κυματίζει με τους ρυθμούς της θάλασσας, το κατακόκκινο να λούζει σαν αίμα Ιδομενέα, Ιδαμάνθη και Ηλέκτρα, την υστερική σκηνή της Ηλέκτρας ανάμεσα στο πλήθος, όταν πια έχει χάσει τον Ιδαμάνθη και ξεχειλίζει από οργή.
Στιγμές υψηλής αισθητικής, που μπορεί να μην είναι άγνωστες σε όσους γνωρίζουν το συντακτικό της διεθνούς παραστασιογραφίας, όμως μετουσίωσαν σε εικόνα τη μαγική και ακραία δραματική μουσική του Μότσαρτ για ένα έργο που γράφτηκε πριν 240 χρόνια (έκανε πρεμιέρα στο Μόναχο στις 29 Ιανουαρίου 1781), δίνοντάς του μια σύγχρονη ματιά στην εποχή της κυριαρχίας του διαδικτύου και της ηλεκτρονικής μουσικής.
Η Φιλαρμόνια Ορχήστρα Αθηνών υπό τη διεύθυνση του Μιχαηλίδη έπαιξε εξαίσια, παρόλο που ήταν αδύνατο να έχουμε οπτική επαφή μαζί της, βυθισμένη μέσα στο πιτ όπως ήταν. Άλλωστε η ακουστική της αίθουσας θεωρείται ήδη από τις καλύτερες στην Ελλάδα, ενώ οι τραγουδιστές, που δεν χρησιμοποίησαν κανενός είδους μικροφωνική βοήθεια, ερμήνευσαν τους απαιτητικούς τους ρόλους με τις συγκλονιστικές τους φωνές.
Και εδώ να μνημονεύσω τους Thomas Massey ως Ιδομενέα, Clara Luz Iranzo ως Ίλια, Kristel Vinter ως Ηλέκτρα, Kirsten Scott ως Ιδαμάνθη, Μάριο Μανιατόπουλο ως Αρβάκη, και άλλους πολλούς κι εξίσου σπουδαίους στους ρόλους του αρχιερέα, του Ποσειδώνα, Κρητικών και Τρώων. Το κατάμεστο θέατρο αποθέωσε όλους τους συντελεστές. Ήταν η τρίτη και τελευταία βραδιά της παράστασης και το πρώτο μεγάλο στοίχημα του νέου θεσμού και του Μύρωνα Μιχαηλίδη προσωπικά είχε επιτευχθεί.
Αποχωρώντας από το κατάφωτο κτίριο με όλα όσα συνοδεύουν μια λαμπερή βραδιά –χαμόγελα, συγχαρητήρια, λουλούδια από φίλους και συγγενείς–, σκεφτόμουν πως δεν θα πρέπει να μας φανεί καθόλου παράξενο αν σε λίγα χρόνια κατεβαίνουν οι Αθηναίοι να δουν όπερα στην Κρήτη, κι ότι το Πολιτιστικό Συνεδριακό Κέντρο Ηρακλείου, που πριν λίγες ώρες το έψαχνα και κανείς δεν ήξερε να μου δώσει οδηγίες για να το βρω, θα μπει στον πολιτιστικό χάρτη και θα αποτελεί πρόταση καλλιτεχνικού τουρισμού.