Καταφθάνεις κουρασμένος σε μια άγνωστη πόλη. Το ένστικτό σου σε οδήγησε εκεί. Αναζητάς τον δίδυμο αδελφό και τη μητέρα σου που τους έχασες όταν ήσουν νήπιο σε μια τρικυμία που έκοψε το καράβι σας στη μέση.
Ξεκινάς την περιήγησή σου. Πάντα ελπίζεις σε απρόσμενες συναντήσεις, τα πράγματα όμως αυτήν τη φορά εξελίσσονται πιο περίεργα από ποτέ. Ο υπηρέτης σου αρνείται πως του έδωσες χρήματα και μιλάει ασυνάρτητα. Μια απαιτητική γυναίκα ισχυρίζεται πως είναι σύζυγός σου, ενώ μια άλλη, η αδελφή της, σε καλεί μεθυστικά σαν σειρήνα. Λαχταράς να παραδοθείς στα χέρια της, της ζητάς να διορθώσει τα λάθη της ζωής σου, εκείνη όμως αρνείται πεισματικά να σε κλέψει από την αδερφή της.
Αποφασίζεις να φύγεις απ' αυτό το αλλόκοτο μέρος γεμάτο μάγισσες και στρίγκλες. Όπου κι αν πας, σε αναγνωρίζουν, σε αποκαλούν με το όνομά σου, εσύ όμως δεν τις γνωρίζεις. Η κυρία Σατανά ζητάει πίσω το δαχτυλίδι της. «Είναι η κόλαση εδώ, η γη, ο ουρανός;» αναρωτιέσαι. «Κοιμάμαι ή περπατάω; / Είμαι καλά ή το μυαλό μου δεν ορίζω; Αυτές με ξέρουν κι εγώ τον εαυτό μου δεν γνωρίζω!». ¹
Γιατί τα κάνουν όλα αυτά; Ποιος νομίζουν ότι είσαι; Θέλεις να φύγεις μακριά, να επιστρέψεις στην προηγούμενη ζωή σου, αλλά μοιάζει αδύνατο. Ο Χρόνος έχει χρεοκοπήσει. Οι ώρες πάνε προς τα πίσω. Η μαούνα «Καθυστέρηση» περιμένει στο λιμάνι. Προσπαθείς να επιβιβαστείς, αλλά καταλήγεις να κρύβεσαι κυνηγημένος σ' ένα μοναστήρι.
Σε καλούν σ' ένα αρχοντικό σπίτι και σου προσφέρουν γεύμα πλούσιο. Σου χαρίζουν μια χρυσή καδένα. Ένας ράφτης σού παίρνει τα μέτρα για κοστούμι. Γιατί τα κάνουν όλα αυτά; Ποιος νομίζουν ότι είσαι; Θέλεις να φύγεις μακριά, να επιστρέψεις στην προηγούμενη ζωή σου, αλλά μοιάζει αδύνατο. Ο Χρόνος έχει χρεοκοπήσει. Οι ώρες πάνε προς τα πίσω. Η μαούνα «Καθυστέρηση» περιμένει στο λιμάνι. Προσπαθείς να επιβιβαστείς, αλλά καταλήγεις να κρύβεσαι κυνηγημένος σ' ένα μοναστήρι.
Τίποτα δεν βγάζει νόημα. Γιατί δεν αναγνωρίζεις τη γυναίκα σου; Πότε αγόρασες αυτή την καδένα; Όλα τίθενται υπό αμφισβήτηση: ακόμη κι ο υπηρέτης σου έχει γίνει κάποιος άλλος· σε αψηφά, σε κλέβει, σε κοροϊδεύει. Κι αυτός που στέκεται απέναντί σου, έξω από το μοναστήρι, σου μοιάζει απειλητικά. Μάλλον έχεις πιει απ' το κρασί της Κίρκης και τα βλέπεις όλα διπλά. Ο κόσμος σάς κοιτάζει σαστισμένος. «Μα, οι άνθρωποι αυτοί είναι ολόιδιοι» λένε... «Ποιος είναι ο πραγματικός και ποιος το πνεύμα;».
Το μυστήριο λύνεται. Η ηγουμένη ενώνει τα κομμάτια του παζλ. Είναι, βλέπεις, η μητέρα σου. Αυτός που σου μοιάζει σαν σταγόνα νερό είναι ο αδελφός σου. Η αλυσίδα των παρεξηγήσεων λαμβάνει τέλος. Τα χαμένα κομμάτια σου που χρόνια αναζητούσες στέκονται ολοζώντανα μπροστά σου. Ανακτώντας το παρελθόν, διεκδικείτε –εσύ και σύσσωμη η οικογένειά σου πλέον− μια ολότητα ψυχική και πνευματική που σας διέφευγε απεγνωσμένα.
Κι όμως, αυτή η ιστορία που μοιάζει αρχικά λυπητερή μεταπλάθεται από τον Σαίξπηρ σε μια κωμωδία παραδομένη στη φάρσα, το σλάπστικ, τα ξέφρενα λογοπαίγνια, την τρέλα, την απολαυστική παράνοια.
Έχουμε εδώ την αποθέωση του διπλασιασμού και προπαντός έναν ήρωα που λαχταρά να αντικρίσει το είδωλό του στον «καθρέφτη», προκειμένου να συγκροτηθεί ως εγώ – όπως θα έλεγε ο Λακάν.
Θα μπορούσαμε να πούμε, συνεπώς, ότι η «Κωμωδία των παρεξηγήσεων» δεν είναι μια ρομαντική αλλά μια ναρκισσιστική κωμωδία. Όλη της η ανάπτυξη μας προετοιμάζει όχι για την ένωση άνδρα και γυναίκας –η αντίληψη του έργου για τον γάμο είναι μάλλον πεσιμιστική– αλλά για την επανένωση των διδύμων μεταξύ τους και με τους γονείς τους, ένα είδος επανακαθιέρωσης της πυρηνικής οικογένειας που αποδεικνύεται τόσο σημαντική στα τελευταία έργα του Σαίξπηρ. Ο αδελφός δεν είναι ένας αδελφός, αλλά ένας άλλος εαυτός, το ιδεώδες εγώ, το οποίο η μητέρα πρωτοδημιουργεί για εμάς και το οποίο πασχίζουμε να φτάσουμε. ²
Υπό αυτό το πρίσμα, η ιδέα της Κατερίνας Ευαγγελάτου να συμπτύξει τους δύο Αντίφιλους σε έναν αποδεικνύεται ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και ερεθιστική, έτσι όπως προτάσσει την αντίληψη ότι ο άλλος εαυτός βρίσκεται μέσα μας: ναι, θα τον συγκροτήσουμε, αρκεί να ψάξουμε αρκετά βαθιά και να ενώσουμε τα κομμάτια μας.
Το alter ego του Αντίφιλου των Συρακουσών παρουσιάζεται εδώ ως μάγκας πολλά βαρύς, επιλογή παράξενη, αλλά στην πράξη λειτουργική, εφόσον εξυπηρετεί την ανάγκη του ξεκάθαρου διαχωρισμού των δύο ρόλων επί σκηνής και παράλληλα εμπνέει αρκετό γέλιο.
Η παράσταση οικοδομεί ένα σύμπαν εξωπραγματικό, φανταστικό, που κατοικείται από πλάσματα του τσίρκου, αλλά πιο στυλάτα, ντυμένα με τα «κονστρουκτιβιστικά» παστέλ κοστούμια της Βασιλικής Σύρμα, λαχταριστά ζαχαρωτά εν κινήσει. Όμως, σε υπερβολικό βαθμό...
Ασταμάτητα στροβιλίσματα, ρυθμικοί βηματισμοί, ανοίγματα, άλματα, γέφυρες, επικύψεις κ.ά. εναλλάσσονται με κλασικά νούμερα του σλάπστικ (ανάποδο περπάτημα, μπανάνες που βγαίνουν από τον ποπό, απότομες πτώσεις, χαστούκια κ.ά.) προκειμένου να υπηρετήσουν το concept του τσίρκου.
Αυτή η γενικότερη, αδιάκοπη και αγχωτική υπερκινητικότητα, σε συνδυασμό με τον καταιγισμό από ηχητικά gags –καμπανάκια, σφυρίγματα, καραμούζες κ.ά.–, οδηγεί τον θεατή σε σύγχυση από πολύ νωρίς. Πώς ν' ακούσουμε και να κατανοήσουμε τον σαιξπηρικό ποιητικό λόγο, όταν κάθε φράση υπογραμμίζεται από την έκταση ενός ποδιού, το buzz ενός κουδουνιού, την περιστροφή του σκηνικού, το σκάσιμο ενός μπαλονιού και τους ηθοποιούς να φωνάζουν για να τα υπερκαλύψουν όλα αυτά;
Όταν, μάλιστα, δυναμώνει η ένταση της μουσικής, ο θεατής βυθίζεται σε ένα πανδαιμόνιο. Ουδέποτε του επιτρέπεται να πάρει ανάσα, ουδέποτε του χαρίζεται μια γόνιμη παύση για ν' αφομοιώσει τα τεκταινόμενα.
Επιπροσθέτως, η απόσταση που μας χωρίζει από τη σκηνή αποδεικνύεται τόσο μικρή ώστε βλέπουμε καθαρά τον ιδρώτα στο πρόσωπο των ηθοποιών. Κι αυτό είναι, φυσικά, το αντίθετο του επιθυμητού σε μια τέτοια παράσταση. Ας μην παρεξηγηθώ: οι ηθοποιοί (Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Αμαλία Νίνου, Ερρίκος Μηλιάρης, Νίκος Πυροκάκος, Γιώργος Νούσης, Βαλάντης Φράγκος, Στέλιος Παυλόπουλος, Ελίζα Σκολίδη, Πάνος Ζυγούρος, Μαριάμ Ρουχάτζε) κερδίζουν οπωσδήποτε τον θαυμασμό μας όσον αφορά την ακρίβεια και την προσήλωση με τις οποίες εκτελούν τις κινήσεις τους.
Η εξοντωτική προετοιμασία τους είναι πασιφανής, όπως και το ομαδικό πνεύμα που τους διαπνέει, χαρίζοντας μια αίσθηση ομοψυχίας στο εγχείρημα. Αν όμως πρόκειται να πιστέψουμε ότι έχουμε μπροστά μας μαριονέτες που έσπασαν τα νήματα και δραπέτευσαν, αν είναι να συντονιστούμε με το καλοκουρδισμένο σύμπαν τους, τότε δεν πρέπει να τους λυπόμαστε ούτε ν' ανησυχούμε για την κούρασή τους. Η συμπόνια μουδιάζει το γέλιο.
Από κει και πέρα, οφείλουμε ν' αναγνωρίσουμε την πρωτοτυπία του εγχειρήματος, την ευφάνταστη σκηνοθετική προσέγγιση, καθώς και την ειλικρινή προσπάθεια εξερεύνησης του σλάπστικ, ενός είδους εξαιρετικά απαιτητικού, στην εκτέλεση του οποίου το ελληνικό θέατρο υστερεί σημαντικά (γι' αυτό και το βλέπουμε σπανιότατα).
Απολαυστικός ο Νίκος Κουρής στον διπλό ρόλο του Αντίφιλου, ειδικότερα από τη μέση και μετά, όταν παράγει τους περισσότερους κωμικούς καρπούς του. Απόλυτα χαριτωμένος ο Ορφέας Αυγουστίδης, ο υπηρέτης που κόβεται στα δύο. Ευφυής και ευρηματική, τέλος, η μετάφραση του Διονύση Καψάλη – όση τουλάχιστον καταφέραμε να ακούσουμε.
Info
Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Η κωμωδία των παρεξηγήσεων
Νέα Μετάφραση: Διονύσης Καψάλης
Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Βασιλική Σύρμα
Κίνηση-Χορογραφία: Πατρίσια Απέργη
Μουσική Σύνθεση: Γιώργος Πούλιος
Σχεδιασμός Φωτισμών: Ελευθερία Ντεκώ
Κατασκευή Κοστουμιών: Δέσποινα Μακαρούνη
Βοηθός Σκηνοθέτη: Χριστίνα Ματθαίου
Φωτογραφίες: Πάνος Γιαννακόπουλος
Διεύθυνση Παραγωγής: Όλγα Μαυροειδή
Βοηθός Παραγωγής: Πάνος Σβολάκης
Παραγωγός: Γιώργος Λυκιαρδόπουλος
Διανομή: Νίκος Κουρής, Ορφέας Αυγουστίδης, Δήμητρα Βλαγκοπούλου, Αμαλία Νίνου, Ερρίκος Μηλιάρης, Νίκος Πυροκάκος, Γιώργος Νούσης, Βαλάντης Φράγκος, Στέλιος Παυλόπουλος, Ελίζα Σκολίδη, Πάνος Ζυγούρος, Μαριάμ Ρουχάτζε
Νέο Θέατρο Κατερίνα Βασιλάκου
Τετάρτη, Πέμπτη & Παρασκευή 21.00 | Είσοδος 17, 15, 12 & 10 ευρώ
Σάββατο 18.00 | Είσοδος 20, 17, 14 & 12 ευρώ
Κυριακή 21.00 | Είσοδος 20, 17, 14 & 12 ευρώ
Διάρκεια Παράστασης: 100 λεπτά
———
1. Από τη μετάφραση της Χριστίνας Μπάμπου-Παγκουρέλη (εκδόσεις Ανεμοδείκτης)
2. W. Thomas MacCary, «"The Comedy of Errors": A different kind of comedy»
σχόλια