Μια ταπεινή, χαριτωμένη χωριατοπούλα, η Αμίνα, που τραγουδά καταπληκτικά και εργάζεται σε ένα απομακρυσμένο πανδοχείο, ετοιμάζεται να παντρευτεί έναν πλούσιο άνδρα από την πόλη. Έχει, όμως, ένα μυστικό, στο οποίο «βουτά» τα βράδια: υπνοβατεί και αφήνει περιθώρια στην κλειστή κοινωνία να δυσφημεί την ηθική της.
Μια ιστορία που διερευνά τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τον φανταστικό κόσμο, μια ηρωίδα που μάχεται το ασυνείδητο και την απελπισία των αποκαλύψεων, ένα λιμπρέτο με ψήγματα ψυχαναλυτικών προσεγγίσεων στη δομή των χαρακτήρων και μελωδίες ανείπωτης ευαισθησίας και εκφραστικής λιτότητας που αποδίδουν εξίσου την αγνότητα της «Υπνοβάτιδας» και τον βουκολικό χαρακτήρα της τοποθεσίας. Και όλα αυτά με φόντο ένα χιονισμένο τοπίο, πέραν του πραγματικού, όπου ο χρόνος κρατά τους δικούς του ρυθμούς.
Η υπνοβασία είναι για την πρωταγωνίστρια ένας ονειρικός κόσμος στον οποίο παραδίδεται ασυνείδητα, ένα ολοδικό της σύμπαν όπου μπορεί να εκφράσει την εσωτερική δυσφορία και το αδιέξοδό της. Εκεί όπου απελευθερώνεται. Σχεδόν πενήντα χρόνια μετά την τελευταία φορά που η Αμίνα «υπνοβάτησε» στην Εθνική Λυρική Σκηνή, το έργο κάνει την Παρασκευή πρεμιέρα στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος.
Τα χρόνια που γράφτηκε η «Υπνοβάτις», πολύ συχνά το άσπιλο κι αμόλυντο λευκό περιβάλλον των Άλπεων ‒ή των βουνών εν γένει‒ λειτουργούσε ως μεταφορά για την παρθενία της γυναίκας.
• Η παράσταση με την οποία ανοίγει η σεζόν 2019/20 στην ΕΛΣ είναι μια παραγωγή υψηλής αισθητικής σε μουσική διεύθυνση Φιλίπ Ογκέν (μέχρι πρότινος μουσικού διευθυντή της Κρατικής Όπερας της Ουάσινγκτον) και σκηνοθεσία Μάρκο Αρτούρο Μαρέλι. Πρόκειται για μια ενδιαφέρουσα ανάγνωση του έργου του Μπελίνι και μια ιστορική συμπαραγωγή της Κρατικής Όπερας της Βιέννης και της Βασιλικής Όπερας του Λονδίνου. Πριν προσγειωθεί στην Αθήνα, παρουσιάστηκε στη Βιέννη, στο Λονδίνο, στο Παρίσι και στη Βαρκελώνη. Στον ρόλο της Αμίνα θα κάνουν το ντεμπούτο τους οι διακεκριμένες υψίφωνοι της ΕΛΣ Χριστίνα Πουλίτση και Βασιλική Καραγιάννη, ενώ σε αυτόν του Ελβίνο οι τενόροι Γιάννης Χριστόπουλος και Βασίλης Καβάγιας.
• Στην «Υπνοβάτιδα» ο Μπελίνι συνέθεσε μουσική μοναδικής ποίησης, και μάλιστα σε μια περίοδο τραγική για τον ίδιο (ήταν άρρωστος και αυτοεξόριστος στη λίμνη Κόμο). Τόσο αυτή η όπερα όσο και η «Νόρμα» γράφτηκαν για τη φωνή μίας από τις διασημότερες τραγουδίστριες της εποχής του, της Τζουντίτα Πάστα. Είναι ένα μελόδραμα σε δύο πράξεις που ολοκληρώθηκε τέσσερα χρόνια πριν από τον θάνατό του συνθέτη από δυσεντερία, στα 34. Το έργο είναι βασισμένο στο ποιητικό κείμενο του Φελίτσε Ρομάνι και εμπνευσμένο από το μπαλέτο «Η υπνοβάτις ή η άφιξη ενός νέου άρχοντα». Η υπόθεση της όπερας διαδραματίζεται στις ελβετικές Άλπεις και αφορά τον έρωτα ανάμεσα στη χωριατοπούλα Αμίνα και τον αγαπημένο της Ελβίνο. Ο γάμος τους κινδυνεύει να ακυρωθεί την τελευταία στιγμή: η Αμίνα υπνοβατεί και έρχεται σε δύσκολη θέση, φέρνοντας συγχρόνως τους γεμάτους προκαταλήψεις συντοπίτες της σε αμηχανία. Στο τέλος, το μυστήριο της υπνοβασίας λύνεται, δίνονται οι απαραίτητες εξηγήσεις και η υπόθεση έχει αίσιο τέλος.
• Πρόκειται για την όγδοη όπερα του Μπελίνι και αυτήν στην οποία αποκρυσταλλώθηκε οριστικά το ώριμο ύφος του. Μιλάμε για την αποθέωση της τρυφερής, ονειρικής, ειλικρινούς μελωδίας και δεξιοτεχνικής γραφής, απαλλαγμένης από τον ηδονισμό ενός Ροσίνι. Το έργο παραμένει μια ειδυλλιακή εικόνα αθωότητας και ευαισθησίας, μοναδική στην ιστορία του λυρικού θεάτρου. Ο Εκτόρ Μπερλιόζ, που δεν χάριζε εύκολα φιλοφρονήσεις σε συναδέλφους του, επέμενε πως «ο Μπελίνι γνώριζε πώς να είναι αληθινός και θεατρικός, τη στιγμή που στην πλειονότητά τους οι συμπατριώτες του ήταν λαμπεροί, αλλά ψεύτικοι». Στην Κατάνια, στον καθεδρικό ναό της πόλης, στον τάφο του Μπελίνι είναι χαραγμένη η αρχική φράση από την άρια της σκηνής της υπνοβασίας: «Αh! Νon credea mirarti / Sì presto estinto, o fiore»: «Α, δεν πίστευα ότι θα σ' έβλεπα να σβήνεις τόσο γρήγορα, ω άνθος».
• H «Υπνοβάτις» ανέβηκε για πρώτη φορά στο θέατρο Κάρκανο στο Μιλάνο στις 6 Μαρτίου 1831 με πρωταγωνιστές την υψίφωνο Τζουντίτα Πάστα και τον τενόρο Τζοβάνι Μπατίστα Ρουμπίνι. Στην Αθήνα, η όπερα περιλήφθηκε στην πρώτη καλλιτεχνική περίοδο του Θεάτρoυ Αθηνών εννέα χρόνια μετά κι έτσι την είδαμε τον Ιούνιο του 1840, με τη Ρίτα Μπάσο και τον Πιέτρο ντε Τσουκάτο ως Ελβίνο. Από την ΕΛΣ η «Υπνοβάτις» ανέβηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο Ολύμπια στις 27 Μαρτίου 1970 με πρωταγωνιστές τη Βάσω Παπαντωνίου και τον Ούγκο Μπενέλι. Τον ρόλο του κόμη Ροντόλφο ερμήνευσε ο Νίκος Ζαχαρίου, η σκηνοθεσία ήταν του Τζουζέπε ντε Τομάζι και η μουσική διεύθυνση του Βύρωνα Κολάση.
• Οι εκστατικές μελωδίες ανείπωτης ευαισθησίας και εκφραστικής λιτότητας αποδίδουν εξίσου την αγνότητα της κεντρικής ηρωίδας και τον χαρακτήρα του φυσικού τοπίου στο οποίο διαδραματίζεται η ιστορία. Τα χρόνια που γράφτηκε η «Υπνοβάτις», πολύ συχνά το άσπιλο κι αμόλυντο λευκό περιβάλλον των Άλπεων ‒ή των βουνών εν γένει‒ λειτουργούσε ως μεταφορά για την παρθενία της γυναίκας. Στις μέρες μας φαντάζει αρκετά αφελές και δύσκολα στις δυτικές κοινωνίες βρίσκει πια κανείς σύγχρονες αντιστοιχίες, ωστόσο, τότε, τα ψηλά, απάτητα βουνά παρουσιάζονταν ως «συνώνυμο» της ηθικής μιας γυναίκας.
• Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο που ο διακεκριμένος σκηνοθέτης της όπερας Μάρκο Αρτούρο Μαρέλι εμπνεύστηκε τη σκηνοθεσία που θα δούμε στη Λυρική από το μνημειώδες αριστούργημα του Τόμας Μαν «Το μαγικό βουνό». Όλα κινούνται σε έναν κόσμο όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει παγώσει, σε ένα περιβάλλον ερμητικά κλειστό. Επιλέγει, δε, να μεταφέρει τη δράση του έργου σε ένα πανδοχείο ή σανατόριο των ελβετικών Άλπεων.
«Στα τραγικά έργα του ιταλικού μελοδράματος του 19ου αιώνα περιλαμβάνονται συχνά σκηνές παραφροσύνης. Οι ηρωίδες περιθωριοποιούνται λόγω των κοινωνικών περιορισμών, εγκλωβίζονται σε αδιέξοδες συγκρούσεις και καταλήγουν στον παραλογισμό. Όμως, από την πρώτη κιόλας ματιά η υπνοβάτις Αμίνα δεν φαίνεται να είναι μία από αυτές... Ο τόπος της πλοκής, οι ελβετικές Άλπεις, διατηρήθηκε, όμως η ιστορία εκτυλίσσεται σε ένα είδος ξενοδοχείου ή, καλύτερα, σε ένα σανατόριο. Ένας τόπος όπως ακριβώς περιγράφεται στο "Μαγικό Bουνό". Εκεί, η έννοια του χρόνου είναι διαφορετική, "το παρόν επεκτείνεται". Αυτό αισθάνομαι κι εγώ όταν ακούω την ουράνια μουσική του Μπελίνι».
• Όπως οι «σκηνές τρέλας», έτσι και οι «σκηνές υπνοβασίας» έδιναν την ευκαιρία στους συνθέτες της εποχής να διερευνήσουν τα όρια ανάμεσα στην πραγματικότητα και τον φανταστικό κόσμο. Στους εκάστοτε χαρακτήρες των έργων παρέχεται μια πειστική πρόφαση προκειμένου να περάσουν από τη μία κατάσταση στην άλλη. Στην περίπτωση της «Υπνοβάτιδας», η επιστροφή της πρωταγωνίστριας στην πραγματικότητα επέτρεψε στους Ρομάνι και Μπελίνι να δώσουν στην όπερά τους το happy end που επιθυμούσαν. Από την άλλη, πολλοί διακρίνουν στο εν λόγω έργο πρώιμες ψυχαναλυτικές αναζητήσεις. Η υπνοβασία, για παράδειγμα, είναι ένας τρόπος να εξηγήσει κανείς τα μυστήρια της ψυχής. Επίσης, ο Ελβίνο, που μόλις έχει χάσει τη μητέρα του, δίνει την εντύπωση πως «ζητά» από την Αμίνα να ενσαρκώσει αυτόν τον ρόλο. Είναι τυχαίο το ότι η νέα κοπέλα σταδιακά χάνει όλα της τα προσωπικά χαρακτηριστικά και υποκαθιστά τη σχέση με την απούσα πια πολυαγαπημένη και αξιοσέβαστη μητέρα του;
• Η Αμίνα εξακολουθεί να είναι μία από τις πλέον συγκινητικές ηρωίδες της ιταλικής όπερας του 19ου αιώνα, καθώς ζει μόνιμα με τον φόβο μήπως αποκαλυφθεί η «αρρώστια» της. Ο τρόπος που βλέπει τον κόσμο είναι ειλικρινής, ανυπόκριτος, σχεδόν παιδικός. Και η ευτυχία που την περιμένει της φαίνεται ανέφικτη, εύθραυστη. Αναζητώντας στοιχεία για το ψυχογράφημά της, δεν μπορεί να παραβλέψει κανείς την πληροφορία ότι είναι ορφανή. «Τα ορφανά συχνά υποφέρουν από συμπλέγματα κατωτερότητας και αισθάνονται μοναξιά. Η Μέριλιν Μονρόε είπε κάποτε για τον εαυτό της: "Πάντα είχα την αίσθηση ότι ήμουν ένα τίποτα. Ο μοναδικός τρόπος να είμαι κάτι ήταν να γίνομαι κάποια άλλη. Ίσως γι' αυτό να ήθελα να γίνω ηθοποιός" και μετά από μια επιτυχία της: "Είχα την αίσθηση του ανήκειν. Για πρώτη φορά στη ζωή μου αισθάνθηκα ότι οι άνθρωποι που με παρακολουθούσαν με αποδέχονταν και με αγαπούσαν. Αυτό αποζητούσα πάντα"» γράφει στο πρόγραμμα της Λυρικής.
• Η Μαρία Κάλλας, σοπράνο που ήξερε να αποθεώνει και να ταυτίζεται με τις ηρωίδες του Μπελίνι (βλέπε «Νόρμα»), υπήρξε μια ιδανική «Υπνοβάτιδα» τον 20ό αιώνα. Μετά από μια μακρά περίοδο κατά την οποία ερμηνευτές και λυρικά θέατρα είχαν λησμονήσει τη συγκεκριμένη όπερα, η αναβίωσή της με την Κάλλας στη Σκάλα του Μιλάνου σε σκηνοθεσία Λουκίνο Βισκόντι υπήρξε αποκαλυπτική (1955). Η κορυφαία σοπράνο έδωσε περιεχόμενο και βάθος σε μια μουσική έκφραση η οποία, μετά τα μέσα του 19ου αιώνα, είχε πέσει σε δυσμένεια λόγω της μεταβολής του γούστου του κοινού. Βλέπετε, τα έργα του ρομαντικού μπελκάντο είχαν καταλήξει όχημα επίδειξης για φιλόδοξες πριμαντόνες της βικτοριανής εποχής, οι οποίες έβλεπαν στη συγκεκριμένη μουσική μια πρώτης τάξεως ευκαιρία για επίδειξη φωνητικών ακροβασιών.
Μάλιστα, στο βιβλιαράκι της ηχογράφησης της όπερας από την Κάλλας (ΕΜΙ) ο John Steane αναφέρει πως ήταν έκπληξη για την ντίβα ο συγκεκριμένος ρόλος, αφού μια χωριατοπούλα δεν ταίριαζε ούτε με το μεγαλείο της ούτε με τη σοφιστικέ κομψότητά της. Κι όμως, με την Κάλλας οι μελωδίες της Αμίνα απέκτησαν και πάλι ειλικρινή έκφραση, ενώ, μέσα από την ευγένεια του τραγουδιού, αναδείχτηκε το εύθραυστο και η αθωότητα του χαρακτήρα. Ο δε Βισκόντι, ντύνοντας την πρωταγωνίστριά του αλλά και τις χορωδούς που την πλαισίωναν με λευκά φορέματα μπαλέτου, ξαναέδωσε στο θέαμα την ονειρική ατμόσφαιρα των καταβολών του.
• Σε μια αμερικανική κωμόπολη, με χρώματα και ύφος αρχών '80s, σε ένα ιδιαίτερο σκηνικό γεμάτο γκαζόν (Λίλη Πεζανού) και με αποχρώσεις του ροζ να κυριαρχούν, τοποθέτησε πριν από 20 περίπου χρόνια τη δική του «Υπνοβάτιδα» ο Δημήτρης Παπαϊωάννου. Ναι, το έργο του Μπελίνι ήταν η πρώτη όπερα που σκηνοθέτησε ο διεθνής Έλληνας χορογράφος, γεμίζοντας το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με εικόνες πρωτοποριακές για τα οπερατικά δεδομένα της εποχής αλλά και απαράμιλλης ομορφιάς (κλασικός Παπαϊωάννου).
«Ήμουν ενθουσιασμένος που θα είχα τη δυνατότητα να σκηνοθετήσω μια ολόκληρη όπερα του αγαπημένου μου Μπελίνι, του οποίου τις άριες είχα χρησιμοποιήσει ήδη στη "Μήδεια" (1993). Νομίζω ότι ο παραλληλισμός με αμερικανική σαπουνόπερα της δεκαετίας του '80 ήταν ο πλέον κατάλληλος και συναισθηματικά αποτελεσματικός για την όπερα αυτή. Ξαφνικά, όλο το ειδύλλιο (καθώς και ο παράλογος φόβος των κατοίκων του χωριού για το φάντασμα) έμοιαζε ξανά πιστευτό στο πλαίσιο αυτό. Θα έπρεπε να ήμουν περισσότερο τολμηρός, αλλά και ο τρόπος που λειτουργεί το κατεστημένο της όπερας θα έπρεπε, φυσικά, να είναι διαφορετικός – έπρεπε να είχαμε περισσότερο χρόνο να δουλέψουμε και να κάνουμε πρόβες. Ήμουν ενθουσιασμένος που γνώρισα τη σοπράνο Έλενα Κελεσίδη, την ερωτεύτηκα (στην άλλη διανομή τραγουδούσε η Κορεάτισσα Σούμι Τζο)» έλεγε τότε.
Σ' εμάς, πάλι, αν κάτι παραμένει απωθημένο από εκείνη την παράσταση είναι που πιστέψαμε πως ο Παπαϊωάννου, μετά την «Υπνοβάτιδα», θα υπέκυπτε ξανά, και σύντομα, στη γοητεία της όπερας. Διαψευστήκαμε. Ήταν και παραμένει η μόνη όπερα που σκηνοθέτησε.
Aκούστε την Κάλλας να ερμηνεύει «Αh! Νon credea mirarti» από την «Υπνοβάτιδα»
* Ευχαριστούμε τον Νίκο Α. Δοντά, διδάκτορα Μουσικολογίας και υπεύθυνο του τομέα Δραματολογίας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, για τις πληροφορίες.
Info
Βιντσέντζο Μπελίνι - Η Υπνοβάτις
11, 13, 16, 18, 20, 25, 27, 29 Οκτωβρίου 2019
Αίθουσα Σταύρος Νιάρχος Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος
Ώρα έναρξης: 20.00 (Κυριακές: 18.30)
Μουσική διεύθυνση: Φιλίπ Ογκέν
Σκηνοθεσία, σκηνικά, φωτισμοί: Μάρκο Αρτούρο Μαρέλι
Κοστούμια: Ντάγκμαρ Νίφιντ
Διεύθυνση χορωδίας: Αγαθάγγελος Γεωργακάτος
Κόμης Ροντόλφο: Τάσος Αποστόλου (11, 16, 20, 25, 27/10), Χριστόφορος Σταμπόγλης (13, 18, 29/10)
Τερέζα: Άννα Αγάθωνος (11, 16, 20, 25, 27/10), Έλενα Μαραγκού (13, 18, 29/10)
Αμίνα: Χριστίνα Πουλίτση (11, 16, 20, 25, 27/10), Βασιλική Καραγιάννη (13, 18, 29/10)
Ελβίνο: Γιάννης Χριστόπουλος (11, 16, 20, 25, 27/10), Βασίλης Καβάγιας (13, 18, 29/10)
Λίζα: Μαριλένα Στριφτόμπολα (11, 16, 20, 25, 27/10), Μαρία Παλάσκα (13, 18, 29/10)
Αλέσιο: Γιώργος Ματθαιακάκης (11, 16, 20, 25, 27/10), Γιώργος Παπαδημητρίου (13, 18, 29/10)
Συμβολαιογράφος: Θανάσης Ευαγγέλου (11, 16, 20, 25, 27/10), Φίλιππος Δελλατόλας (13, 18, 29/10)
Με την Ορχήστρα και τη Χορωδία της ΕΛΣ
Τιμές εισιτηρίων: 15, 20, 35, 40, 50, 55, 60, 90 ευρώ, Φοιτητικό, παιδικό: 15 ευρώ, Περιορισμένης ορατότητας: 10 ευρώ