Μετά την πολύ ενδιαφέρουσα ζωντανή εγκατάσταση «Exhibit B» που είδαμε τον περασμένο Μάιο στο πλαίσιο του Fast Forward Festival της Στέγης, ο Νοτιοαφρικανός σκηνοθέτης Μπρετ Μπέιλι επανέρχεται στην Αθήνα με τον «Μάκβεθ», την όπερα του Βέρντι, σε μια εκδοχή για 12 μουσικούς. Ο 49χρονος δημιουργός μεγάλωσε ως λευκός στη Νότια Αφρική του απαρτχάιντ και οι μνήμες από κείνη την εποχή του ακραίου ρατσισμού σημάδεψαν τον τρόπο που ζει και εργάζεται στη σημερινή, υποτίθεται μετα-αποικιακή, Αφρική. Γι' αυτό και μετακινεί τη δράση του σαιξπηρικού έργου (πρώτη ύλη της όπερας) από τη Σκωτία στη σημερινή Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό. Αυτό που συμβαίνει εκεί, τώρα που μιλάμε, είναι μια τραγωδία. Ο ορυκτός πλούτος της χώρας, αντί να οδηγεί στην ανάπτυξη και στην ευημερία των κατοίκων της, προκαλεί εμφύλιο σπαραγμό που συντηρούν διεφθαρμένοι πολιτικοί και πολυεθνικές εταιρείες – το έδειξε καλά και το Ruined την Λιν Νότατζ, που είδαμε πριν από λίγες μέρες στην Πειραιώς 260. Τα τελευταία 20 χρόνια, λέει ο Μπρετ Μπέιλι, ο αριθμός των θυμάτων από τις εμφύλιες συγκρούσεις στο Κονγκό ξεπερνάει κάθε άλλο προηγούμενο μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο – κι όμως, αυτή η τραγική κατάσταση αγνοείται από τα διεθνή ΜΜΕ. Η εξ αποστάσεως συνομιλία μαζί του είναι αρκούντως ενδιαφέρουσα.
Σε κάποιες περιπτώσεις πράγματι υπάρχει μια σύγκρουση συμφερόντων. Είναι το ίδιο είδος της σύγκρουσης που διαπιστώνουμε όταν ένας τηλεοπτικός σταθμός ή κάποιο άλλο μέσο ασκεί κριτική π.χ. στις βάναυσες πρακτικές του καπιταλιστικού μοντέλου ή σε κάποιες πολιτικές απόψεις, που είναι αυτές ακριβώς που εξασφαλίζουν τη λειτουργία τους μέσω των διαφημιστικών εσόδων.
—Είδαμε πρόσφατα στην Αθήνα τη live installation «Exhibit B». Ήταν ένα έξοχο σχόλιο για την υποκρισία της Ευρώπης που καμαρώνει για τις επιδόσεις της στις τέχνες και στις επιστήμες, αλλά κρύβει σκελετούς αθώων στην ντουλάπα της. Θα μπορούσε, ωστόσο, κάποιος να υποστηρίξει ότι αισθητικοποιήσατε τη φρίκη. Το μήνυμα είναι φρικτό, η εικόνα οπτικά τέλεια. Υπάρχει αντίφαση ή όχι;
Δεν υπάρχει αντίφαση: ένα από τα βασικά θέματα αυτής της εγκατάστασης είναι πώς ο ρατσισμός αφαιρεί από τον Άλλο, τον Διαφορετικό από μας, την ανθρώπινη υπόσταση και ταυτότητα, πώς τον καθιστά αντικείμενο. Όταν κάποιος αντιμετωπίζεται ως αντικείμενο, μπορεί εύκολα να αντιμετωπιστεί και ως «ιδιοκτησία», να αγοραστεί και να πουληθεί, να γίνει υποτελής και τελικά να χάσει τη ζωή του. Αν κοιτάξουμε πίσω στον ιστορικό χρόνο, οι μαύροι έχουν αντιμετωπιστεί ως αντικείμενα από πολλά ευρωπαϊκά μουσεία, ως όμορφα ή/και παράξενα εξωτικά αποκτήματα και εκθέματα, στο πλαίσιο της ρατσιστικής αποικιοκρατίας. Αυτή την αντίφαση μεταφέρει το «Exhibit B», δεν είναι μια αντίφαση εσωτερική του έργου μου, αλλά μια συνθήκη εξωτερική που σχολιάζει.
—Σε μια συνέντευξη που δώσατε τον Μάιο με αφορμή το «Εxhibit B» στην Αθήνα είπατε ότι ο ρατσισμός είναι πολύ ζωντανός στην Ελλάδα. Νομίζω ότι αδικείτε τη χώρα μου, που δεν έχει αποικιοκρατικό παρελθόν και βρέθηκε να πληρώνει τελευταία σκληρό τίμημα για τις αποικιοκρατικές/ιμπεριαλιστικές αμαρτίες άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Υπάρχουν κάποιοι «κακοί» Έλληνες, αλλά η πλειονότητα είναι φιλική προς τους ξένους. Πιστεύετε στη διάχυση της ενοχής;
Δεν είπα ότι η Ελλάδα είναι αναμεμειγμένη σε αποικιοκρατικές θηριωδίες, είπα ότι, σύμφωνα με όσα άκουσα από τους περισσότερους μαύρους περφόρμερ του «Exhibit B» που ζουν στην Ελλάδα, ο ρατσισμός είναι έντονος και στην Ελλάδα. Το ίδιο συμβαίνει και σε άλλες χώρες που δεν είχαν αποικίες στην Αφρική, όπως η Ρωσία, η Πολωνία, η Τσεχία. Η αποικιοκρατία του παρελθόντος δεν συνδέεται απαραιτήτως με τον σημερινό ρατσισμό.
—Η Αφρική ήταν και παραμένει ένα τεράστιο πεδίο μάχης, που αφορά κυρίως εσωτερικές, εμφύλιες συγκρούσεις. Εσείς που γνωρίζετε καλά τις δύσκολες συνθήκες που επικρατούν σε διάφορες αφρικανικές χώρες, μήπως μπορείτε να μας φωτίσετε γιατί η δημοκρατία δεν λειτουργεί καλά εκεί; Είναι η πολιτική «ανωριμότητα» των Αφρικανών ή άλλοι λόγοι που τους εμποδίζουν να οργανώσουν σύγχρονα δημοκρατικά κράτη;
Η απάντηση απαιτεί εκτεταμένη και λεπτομερή αναφορά, την οποία δεν έχω τα προσόντα να δώσω. Θα σας πω κάποια πράγματα, ωστόσο, τα οποία αποδεικνύουν ότι αποτελεί δική σας προκατάληψη το ότι θεωρείτε πως η δημοκρατία δυτικού τύπου είναι η μόνη, και η ιδανική, μορφή κρατικής υπόστασης και οργάνωσης. Φυσικά και δεν αποδεικνύει πολιτική «ανωριμότητα» το γεγονός ότι 50 χρόνια μετά το επίσημο τέλος της αποικιοκρατίας η δημοκρατική μεταμόρφωση σε πάρα πολλές αφρικανικές χώρες (που τα αποικιοκρατικά καθεστώτα είχαν καταστρέψει εντελώς) αποτελεί ζητούμενο.
Η δημοκρατίας ως πολίτευμα εξελίχθηκε μέσα στους αιώνες στη Δύση. Η Αφρική είναι μια πολύ μεγάλη ήπειρος στην οποία, πριν από την αποικιοκρατία, υπήρχαν πολλές διαφορετικές κοινωνικές δομές και τρόποι διακυβέρνησης, που κι αυτές εξελίχθηκαν μέσα στον χρόνο. Οι αποικιακές δυνάμεις τις κατέστρεψαν και μοίρασαν την Αφρική το 1896 σε τυχαίες επικράτειες, σύμφωνα με τα δικά τους συμφέροντα. Έτσι, διαφορετικά έθνη και φυλές, οι οποίες όχι σπάνια ήταν εχθρικές η μία προς την άλλη, βρέθηκαν κατ' ανάγκη να ανήκουν στο ίδιο κράτος. Αργότερα, όταν οι άποικοι έφυγαν, ήταν φυσικό να ξεσπάσουν βίαιες ταραχές και πόλεμοι για την επικράτηση της μίας ή της άλλης φυλής. Σε άλλες περιπτώσεις συνέβη ένα έθνος να χωριστεί σε περισσότερα κράτη. Το αίτημα για επανένωση των λαών αυτών έχει επίσης οδηγήσει σε συγκρούσεις. Η ξαφνική επιβολή του δημοκρατικού πολιτεύματος σε κοινωνίες στις οποίες ο τρόπος αυτός διακυβέρνησης είναι ξένος δεν μπορούσε, εκ των πραγμάτων, να είναι εύκολος και ανώδυνος. Η λεηλασία της Αφρικής από τις μεγάλες δυνάμεις και οι παρεμβάσεις στα εσωτερικά των χωρών συνεχίστηκαν και στη μετα-αποικιακή εποχή. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον καιρό του Ψυχρού Πολέμου η Αφρική ήταν πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ των δυτικών χωρών και των χωρών του Ανατολικού Μπλοκ. Στον δικό μου Μάκβεθ θίγω το πώς οι συνεχιζόμενες επεμβάσεις πολυεθνικών εταιρειών που θέλουν να εκμεταλλευτούν τον φυσικό πλούτο του Κονγκό εν μέρει τροφοδοτούν έναν πόλεμο που έχει κοστίσει μέχρι σήμερα τη ζωή σε 6.000.000 ανθρώπους!
—Πώς είναι σήμερα τα πράγματα στη Νότια Αφρική; Εξακολουθεί η μνήμη του απαρτχάιντ να επηρεάζει τη σκέψη, τα αισθήματα, τη συμπεριφορά των γηγενών; (σ.σ. στην ερώτηση χρησιμοποίησα τις λέξη «natives» και ο Μπέιλι με διόρθωσε, ότι είναι μια λέξη που δεν τη χρησιμοποιούν, γιατί θεωρείται ότι έχει ρατσιστικό, υποτιμητικό νόημα.)
Ο μαύρος πληθυσμός σαφώς και έχει επηρεαστεί βαθιά από το καθεστώς του απαρτχάιντ. Για μια πολύ μακρά περίοδο οι μαύροι ήταν πολίτες τρίτης κατηγορίας. Έκλεψαν τη γη τους, διέλυσαν τις κοινωνίες τους, οι ηγέτες τους φυλακίστηκαν ή δολοφονήθηκαν. Τους έκαναν σκλάβους, τους έκαναν να νιώθουν ότι είναι κατώτεροι. Ο πλούτος της χώρας τους παραμένει ακόμη και σήμερα στα χέρια των άλλοτε αποίκων, των λευκών, που εξακολουθούν να σκέφτονται, να αισθάνονται και να συμπεριφέρονται ως ανώτεροι. Θα χρειαστεί χρόνος για να αλλάξουν καταστάσεις και συνθήκες ριζωμένες για τόσο μεγάλο διάστημα.
«Πειράξατε» το λιμπρέτο του Φραντσέσκο Πιάβε στη δική σας εκδοχή της όπερας του Βέρντι;
Το λιμπρέτο τραγουδιέται στα ιταλικά, όπως ακριβώς το έγραψε ο Πιάβε. Εγώ έχω επέμβει στους υπότιτλους, στους οποίους υιοθετώ μια σκληρή γλώσσα, του δρόμου, για να μπορέσει να αποτυπωθεί η σύγχρονη κατάσταση, του πολέμου στο Κονγκό, όπου εξελίσσεται η σκηνική δράση.
—Είστε σκηνοθέτης με ισχυρή «οπτική» άποψη. Πώς στήσατε την παράστασή της;
Σχεδίασα κάθε σκηνή της όπερας καρέ-καρέ, σαν να ήταν μια σειρά από εγκαταστάσεις. Αφήνω τις σκηνικές εικόνες και τα στοιχεία που τις συνθέτουν να μεταφέρουν τα νοήματα του έργου, της μουσικής, του λιμπρέτου. Η όψη του Μάκβεθ είναι βαθιά επηρεασμένη από εικαστικές καλλιτεχνικές μορφές της Κεντρικής Αφρικής και τα σχέδια και τα χρώματα των υφασμάτων της.
—Τι χαρακτηρίζει τη μουσική διασκευή του Φαμπρίτσιο Κασόλ και γιατί διαλέξατε Βαλκάνιους μουσικούς και μαέστρο;
Αναζητώντας κάποιον για να προσαρμόσει τη μουσική της όπερας του Βέρντι, ήξερα ότι χρειαζόμουν έναν συνθέτη που να έχει εμπειρία στη μουσική για το θέατρο και να γνωρίζει καλά τόσο την κλασική όσο και την αφρικανική μουσική – και με ποπ ευαισθησία. Ο Φαμπρίτσιο τα συνδυάζει όλα. Διατηρώντας την ουσία της μουσικής του Βέρντι, τη μεταγράφει για ένα σφικτό σύνολο μουσικών, δίνοντάς της μια διακριτική σύγχρονη διάσταση.
Διάλεξα τον μαέστρο Πρέμιλ Πέτροβιτς ανάμεσα σε αρκετούς Ευρωπαίους μαέστρους που μου σύστησαν γιατί, όπως κι εγώ, δεν αντιμετωπίζει την όπερα ως κάτι ιερό στο οποίο δεν μπορείς να επέμβεις. Οι μουσικοί της No Borders Orchestra είναι δικοί του μουσικοί και τους εμπιστεύτηκα αφενός λόγω της σχέσης τους μαζί του, αφετέρου γιατί είχα ακούσει πολύ θετικές κριτικές.
—Κάτι τελευταίο: υπάρχει, νομίζετε, κάποιες φορές ένα είδος αντίφασης στην καλλιτεχνική πρόθεση και στον τρόπο που χρηματοδοτείται το καλλιτεχνικό έργο; Πόσο ειλικρινής είναι ο δημιουργός όταν κατακρίνει με το έργο του επίσημες πολιτικές, αλλά χρηματοδοτείται από μεγάλους πολιτιστικούς οργανισμούς και φεστιβάλ που εμμέσως τις στηρίζουν;
Σε κάποιες περιπτώσεις πράγματι υπάρχει μια σύγκρουση συμφερόντων. Είναι το ίδιο είδος της σύγκρουσης που διαπιστώνουμε όταν ένας τηλεοπτικός σταθμός ή κάποιο άλλο μέσο ασκεί κριτική π.χ. στις βάναυσες πρακτικές του καπιταλιστικού μοντέλου ή σε κάποιες πολιτικές απόψεις, που είναι αυτές ακριβώς που εξασφαλίζουν τη λειτουργία τους μέσω των διαφημιστικών εσόδων.
Οι καλλιτέχνες δεν μπορούμε παρά να χρησιμοποιούμε τις διαθέσιμες «πλατφόρμες» για να πούμε τις δικές μας αλήθειες σ' αυτούς που έχουν εξουσία.
TO TRAILER ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ
Info:
Μπρετ Μπέιλι
Μάκβεθ, Όπερα του Τζουζέπε Βέρντι
Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη»
22-23 Ιουλίου 2016
21:00
Η παράσταση είναι στα αγγλικά, με ελληνικούς υπέρτιτλους.
Ταυτότητα Παράστασης
Σύλληψη-Σχεδιασμός-Σκηνοθεσία: Brett Bailey
Μουσική: Fabrizio Cassol, adapted from Verdi's Macbeth
Μουσική διεύθυνση: Premil Petrovic
Σχεδιασμός φωτισμών: Felice Ross
Χορογραφία: Natalie Fisher
Μακμπέθ: Owen Metsileng
Λαίδη Μακμπέθ: Nobulumko Mngxekeza
Μπάνκο: Otto Maidi
Χορός: Sandile Kamle, Jacqueline Manciya, Monde Masimini, Lunga Halam, Bulelani Madondile, Philisa Sibeko, Thomakazi Holland
No Borders Orchestra
Stanko Madic (α΄ βιολί), Jelena Dimitrijevic (β΄ βιολι), Sasa Mirkovic (βιόλα), Dejan Bozic (βιολοντσέλο), Ilin-Dime Dimovski (κοντραμπάσο), Jasna Nadles (φλάουτο), Aleksandar Tasic (κλαρινέτο), Ivan Jotic (φαγκότο), Nenad Markovic (τρομπέτα), Viktor Ilieski (τρομπόνι)
Κρουστά: Cherilee Adams, Dylan Tabisher
Γενικός διευθυντής – Διευθυντής παραγωγής: Barbara Mathers
Tεχνικός διευθυντής: Miguel Munoz
Διευθυντής ομάδας Catherine Henegan
Οδηγός σκηνής: Pule Sethlako
Τεχνικός εικόνας & Βοηθός τεχνικής διεύθυνσης: Carlo Thompson
Φωτισμός: Tal Bitton
Τεχνικός ήχου: Pierre-Olivier Boulant
Βίντεο – Αnimation: Roger Williams
Φωτογραφίες: Marcus Bleasdale/VII & Cedric Gerbehaye
Μετάφραση στα ελληνικά: Έλλη Πετράντη
Διεθνής παραγωγός: Sarah Ford – Quartermaire & Ian Scobie - Arts Project Australia
Η σειρά φωτογραφιών «Congo in Limbo» του Cédric Gerbehaye αποτυπώνει την καθημερινότητα σε μια πληγωμένη χώρα. Είναι μια φωτογραφική πραγματεία, προϊόν αφοσίωσης και επίμονης δουλειάς, μια κατάθεση ψυχής του Σεντρίκ Ζερμπεαί από τα ταξίδια του στο Κονγκό μεταξύ 2007 και 2010.
Πρεμιέρα: Artscape, Κέιπταουν
Συμπαραγωγή: KFDA/KVS, Wiener Festwochen, Theaterformen Festival, The Barbican & La Ferme du Buisson / Festival d'Automne à Paris