Πολλές εκπλήξεις περιμένει το κοινό της Επιδαύρου και του Νίκου Καραθάνου τον Αύγουστο, oπότε και θα ανέβουν οι Όρνιθες του Αριστοφάνη από τον χαρισματικό σκηνοθέτη. Άλλωστε, έτσι μας έχει συνηθίσει πλέον ο δημιουργικός αυτός καλλιτέχνης με την ποιητική διάθεση και το ουμανιστικό ύφος, χαρακτηριστικά της δουλειάς του όλα αυτά τα χρόνια. Και ήταν μάλλον αναμενόμενο ότι αργά ή γρήγορα θα ασχολούνταν με αυτό το τόσο ιδιαίτερο έργο του Αριστοφάνη, αυτό το ουτοπικό παραμύθι, σαν ευφάνταστος παραμυθάς που είναι και ο ίδιος.
Αλλά, για την ώρα, μεγάλη μυστικότητα καλύπτει τις πρόβες του και όλοι τη σεβόμαστε για να μπορέσουμε να εκπλαγούμε ευχάριστα στις 19 Αυγούστου, που είναι η πρεμιέρα του έργου. Ενός έργου που ο νεότατος μεταφραστής του, γιατρός στο επάγγελμα και βραβευμένος λογοτέχνης Γιάννης Αστερής, αποκάλεσε στη συνέντευξη Τύπου που έγινε στη Στέγη, παραγωγή της οποίας είναι η παράσταση, «αριστούργημα» του Αριστοφάνη που διαφέρει από όλα τα υπόλοιπά του για τις πάμπολλες «ανησυχίες» που κρύβει.
Η ιστορία, γνωστή στους θεατρόφιλους. Με λίγα λόγια, δυο φίλοι, ο Πεισθέταιρος και ο Ευελπίδης, που στην παράσταση θα ερμηνεύουν ο Καραθάνος και ο Άρης Σερβετάλης αντίστοιχα, θέλουν να φύγουν από την Αθήνα. Πηγαίνουν στο δάσος όπου βρίσκουν τον Έποπα, που ήταν άνθρωπος και έχει γίνει πουλί −τον υποδύεται ο Χρήστος Λούλης−, και του ζητάνε να χτίσουν μια νέα κοινωνία, μαζί με τα πουλιά. Φωνάζει ο Έποπας τα πουλιά, έρχονται, συμφωνούν και χτίζουν έναν καινούργιο κόσμο, τη Νεφελοκοκκυγία. Εκεί, όπως λέει και ο Καραθάνος, «μέσα ψηλά στα σύννεφα μεταναστεύουν οι άνθρωποι, μεταναστεύουν και οι θεοί. Κι όλοι μαζί, άνθρωποι, μύθοι, ζώα, τέρατα, ζουν μαζί. Ένα έργο με μια πίστη για το απίστευτο».
Ο τρόπος που χτίζει τους Όρνιθες ο Νίκος είναι ο τρόπος που χτίζει πάντα τις παραστάσεις του: ιδιοσυγκρασιακός, πάνω στις δικές του προβληματικές, αυτά που τον καίνε σε σχέση με το κείμενο. Και επειδή αυτό το κείμενο είναι για μια ουτοπία κι ένα ταξίδι, και παραμύθι μαζί, δεν είναι τόσο κωμικό όσο είναι άλλα έργα του Αριστοφάνη. Θα γελάσουμε, αλλά με μέτρο.
Η θρυλική και εμβληματική παράσταση του 1959, και του 1964, όταν ολοκληρώθηκε και βραβεύτηκε στο Παρίσι, σε σκηνοθεσία του Κάρολου Κουν, μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και σκηνικά κοστούμια του Γιάννη Τσαρούχη, έχει στοιχειώσει γενιές και γενιές καλλιτεχνών αλλά και θεατών. Ζήτησα από τους δύο σταθερούς συνεργάτες του Νίκου Καραθάνου, τον ηθοποιό και μουσικό Άγγελο Τριανταφύλλου και τη σκηνογράφο-ενδυματολόγο Έλλη Παπαγεωργακοπούλου, να μου μιλήσουν και να αποκαλύψουν όσο περισσότερα μπορούν για την πολυαναμενόμενη παράσταση.
Ο Τριανταφύλλου, ο οποίος, λόγω των απαιτήσεων της μουσικής που έχει γράψει για την παράσταση, θα συμμετάσχει ελάχιστα αυτήν τη φορά ως ηθοποιός, αλλά θα βρίσκεται επί σκηνής με ζωντανή ορχήστρα, μου είπε: «Ο τρόπος που χτίζει τους Όρνιθες ο Νίκος είναι ο τρόπος που χτίζει πάντα τις παραστάσεις του: ιδιοσυγκρασιακός, πάνω στις δικές του προβληματικές, αυτά που τον καίνε σε σχέση με το κείμενο. Και επειδή αυτό το κείμενο είναι για μια ουτοπία κι ένα ταξίδι, και παραμύθι μαζί, δεν είναι τόσο κωμικό όσο είναι άλλα έργα του Αριστοφάνη. Θα γελάσουμε, αλλά με μέτρο. Στο τέλος, φτάνουμε σε ένα επίπεδο στο οποίο ενώνονται τα πουλιά με τους ανθρώπους, ό,τι υπάρχει και ζει, ό,τι φανταζόμαστε πως ζει και υπάρχει, σε έναν ατέλειωτο χορό. Έτσι, όλο το έργο αποκτά στο τέλος μια άλλη διάσταση. Νομίζω ότι ο τρόπος που το έχει διαβάσει ο Νίκος είναι μεταφυσικός. Από καιρό σκεφτόταν να κάνει τους Όρνιθες. Είναι ένα έργο που του μιλάει σε προσωπικό επίπεδο, καθώς αγαπάει πάρα πολύ την ουτοπία».
Αναρωτιέμαι πώς αντιμετώπισε εκείνος το σημαντικό έργο του Αριστοφάνη, αφού το συνοδεύει και όλη η μυθολογία που έχει δημιουργήσει γύρω από αυτό η παράσταση των Κουν - Χατζιδάκι - Τσαρούχη. Απαντάει: «Φυσικά, το αντιμετώπισα με δέος, στη συνθήκη όμως που αυτό μου γεννάει μια αγάπη γι’ αυτό το υλικό που είναι τόσο σπουδαίο, και τόσο γνωστό. Το δέος μού βγαίνει σε αγάπη και σε μια μεγαλύτερη αναζήτηση μέσα του, γιατί το πιο σπουδαίο πράγμα που έχει αυτό το έργο είναι μια πολύ ιδιαίτερη δομή. Πέρα από το περιεχόμενο, πέρα από την ουτοπία, πέρα από τα ωραία λόγια και την υψηλή ποίηση, έχει και μια δομή που το καθιστά μοναδικό, κάτι που
είναι πάρα πολύ δύσκολο στη διαχείρισή του, τόσο μουσικά όσο και σκηνοθετικά, αλλά και σε κάθε επίπεδο. Γεννάει πάρα πολλούς περίεργους κόσμους, μπορώ να πω σε κάθε επεισόδιο και σε κάθε σκηνή, που δεν είναι μονοσήμαντοι. Αυτό είναι κάτι που καθιστά το έργο πάρα πολύ δύσκολο, δημιουργώντας ακόμα μεγαλύτερο δέος». Οπότε, πώς το αντιμετώπισε ο ίδιος; «Ως ένα παιχνίδι που προϋποθέτει μια δημιουργική διαδικασία την οποία πρέπει να υλοποιήσεις διπλά, και ως ένα παιχνίδι και ως ένα ταξίδι στο βάθος του. Γιατί και το παιχνίδι γίνεται για να πας λίγο πιο βαθιά μέσα στο κείμενο και να ανακαλύψεις κάποιες φύτρες από άλλες ιδέες, που στην πρώτη ανάγνωση θυμίζουν παιχνίδι. Γιατί το κείμενο δεν είναι μόνο αυτό που φαίνεται σε πρώτη ανάγνωση, μια σειρά κωμικών σκηνών που επικοινωνούν και ξαφνικά γίνεται η παράβαση, όλα αυτά που έχουμε στο μυαλό μας γι’ αυτό το έργο. Όσο περνάει η ώρα, όσο προχωράνε οι στίχοι, βαθαίνει όλο και πιο πολύ, μέχρι που γίνεται αυτή η ένωση θεών και ανθρώπων».
Ολοκληρώνεται, πάντως, με μια αισιόδοξη κορύφωση. Ο Άγγελος Τριανταφύλλου διαφωνεί εν μέρει: «Είναι διττή. Σίγουρα, δεν μπορεί να μην είναι αισιόδοξη, γιατί είναι η πραγμάτωση της ουτοπίας, άρα υπάρχει μια νότα αισιοδοξίας σαφέστατη. Στην ανάγνωσή μας νομίζω, όμως, ότι υπάρχει και ένα άλλο επίπεδο, μια χαρμολύπη, η οποία είναι πιο ισχυρή από την αισιόδοξη νότα. Αφορά το τι είναι αυτή η ουτοπία εν τέλει, πώς γίνεται, τι σημαίνει να έρθουν ο άνθρωπος με τον θεό δίπλα, τι είναι για εμάς σήμερα που το ζούμε, με τις σημερινές προβληματικές. Επομένως, δεν μπορώ να πω ότι είναι πολύ αισιόδοξη η κορύφωση, μάλλον είναι διπλή».
Ρωτάω τι του ζήτησε ο σκηνοθέτης του σε καθαρά μουσικούς όρους και μου εξηγεί: «Μου ζήτησε καταρχάς το στοιχείο του μυστικισμού. Έβλεπε όλο το πρώτο μέρος του έργου ως ένα ταξίδι στα άδυτα μιας φυλής η οποία, έχει μείνει χρόνια εκτός πολιτισμού. Μου είπε να οραματιστώ πώς είναι ένας άνθρωπος από εμάς να βυθιστεί σε ένα ταξίδι στα “πρώτα”. Πώς θα ήμουν αν πήγαινα να ζήσω σε μια φυλή και βίωνα αυτά τα “πρώτα”, ένα μυστικιστικό ταξίδι. Μετά, συζητήσαμε πώς θα μπορέσουμε να το κάνουμε πανηγύρι. Πώς γίνεται να κάνουμε την κατάβαση και μετά την άνοδο. Όταν, δε, είδα την παράσταση του Σάιμον Μακ Μπέρνι, Encounter, στη Στέγη και του διηγήθηκα έναν μύθο του Αμαζονίου, σύμφωνα με τον οποίο οι άνθρωποι μιας φυλής προσπαθούν να βρουν τρόπο να ξαναχτίσουν την πόλη τους που έπεσε από τα σύννεφα όταν κάποιοι έκοψαν τα σχοινιά και χύθηκε το πελώριο ποτάμι τους δημιουργώντας στη γη πολλά μικρότερα, ενθουσιάστηκε, αφού αυτή είναι ακριβώς είναι η ιστορία του τέλους. Οι οδηγίες του Νίκου είναι συνήθως πιο αφαιρετικές και συναισθηματικές από τις συγκεκριμένες υφολογικές. Σίγουρα, οδηγηθήκαμε σε ένα ύφος μουσικής που το βρήκαμε μαζί όσο περνούσαν οι πρόβες, το οποίο είναι λίγο πιο σύγχρονο σε σχέση με άλλες μου δουλειές, με αρκετά ποπ στοιχεία. Αλλά αυτό έγινε στην πορεία μου προς τον μυστικισμό. Να προσθέσω ότι τη μουσική θα ερμηνεύουν πέντε εκλεκτοί μουσικοί στο κοντραμπάσο, στο βιολί, στο τσέλο, στο τρομπόνι και στο πιάνο».
Ο Νίκος Καραθάνος, επηρεασμένος από τη συναυλία του Άγγελου «Επικίνδυνη Ηλικία» με τη Νατάσσα Μποφίλιου στη Μικρή Επίδαυρο και κυρίως λόγω ενός τραγουδιού σε στίχους Μαρίας Πολυδούρη, που κατά τη γνώμη του συμπυκνώνει το νόημα του φινάλε των Ορνίθων, ζήτησε από τη δημοφιλή τραγουδίστρια να συμμετάσχει στην παράσταση και να πει ένα τραγούδι σαν κι αυτό. Αυτήν τη στιγμή είναι και εκείνη ενταγμένη στο έργο, και άλλοτε παίζει και άλλοτε τραγουδάει. Ποιο θα είναι το δικό της τραγούδι δεν θα μάθουμε παρά στην πρεμιέρα.
Πλησίασα και την Έλλη Παπαγεωργακοπούλου που βρίσκεται σε πυρετό ετοιμασιών και τη ρώτησα αν σε αυτή την πρόκληση που ανέλαβε την «παρέσυρε» και αυτήν τη φορά ο Καραθάνος στο προσωπικό του, υπέροχο ταξίδι. Επίσης, αν θα έχει η όψη της
παράστασης χρώμα ή αν θα είναι μαύρη ή λευκή, αν θα δούμε πουλιά… Μου απάντησε: «Ναι, καλά το λες, αυτό κι αν είναι πρόκληση! Η σκηνοθεσία για μια ακόμα φορά είναι ανθρωποκεντρική. Το σκηνικό είναι ένα “δικό μας” μίνι δάσος, μια γειτονιά ανθρώπων και πουλιών-ανθρώπων που μέσα και γύρω της ζεις εκπλήξεις, προσμονές, όνειρα, ελπίδες, συγκρούσεις, δάκρυ αλλά και χαρές και τρέλες, όλα τα ανθρώπινα αλλά και τα έξω από τα όρια. Σε αυτό το “νησάκι των ονείρων” το παιδικό αλλά και υψηλό, όπου οι άνθρωποι ζητούν καταφύγιο, τα “πουλιά” μας είναι περισσότερο μια φυλή που ζει στον μικρό της Αμαζόνιο, παρά μια αναπαράσταση των πουλιών της φύσης. Το χρώμα έρχεται και φεύγει, το φως φανερώνει και κρύβει, όπως στη ζωγραφική ή σε πρωτόγονα παραμύθια ή στο μεγάλο απόλυτο, τη φύση. Το φανταστικό και η αλήθεια γίνονται ένα σε μια τρύπα στο υποσυνείδητο και στον χωροχρόνο, εκεί όπου όλα επιτρέπονται με χιούμορ και την αυθάδεια της τέχνης, στη ζεστασιά της ελληνικής γειτονιάς που απενοχοποιημένα παντρεύεται με το μακρινό και μαγικό του κειμένου αυτού». Και συμπλήρωσε: «Ως προς το εικαστικό, ακολουθούμε το εντελώς αντίθετο από αυτό που κυκλοφορεί ως promo».
Στην παράσταση συμμετέχει και ένα νέο παιδί, μόλις 23-24 χρονών, πρωταθλητής με πρόσθετα μέλη, καθώς έχει χάσει τα πόδια του σε ατύχημα. Ο Γιάννης Σεβδικαλής, όταν χαμογελάει, λάμπει από νιάτα και ομορφιά, αλλά κυρίως από θετική ενέργεια κι αισιοδοξία. Στη συνέντευξη Τύπου είπε: «Από τη δική μου οπτική γωνία, θέλει πίστη στον εαυτό σου για να καταθέσεις πράγματα και ένιωσα ότι μέσα στο συγκεκριμένο έργο συμβαίνει αυτό, πιστεύεις στο απίστευτο. Ένας άνθρωπος, για να καταφέρει πράγματα, πρέπει να πιστέψει σε αυτά που δεν υπάρχουν στη ζωή του. Αρκεί να πιστέψει και θα γίνουν. Όπως έχει γίνει και στη δική μου περίπτωση».
Info:
Νίκος Καραθάνος
Όρνιθες του Αριστοφάνη
Μια παραγωγή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση
Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου
19-20 Αυγούστου 2016
21:00
Ταυτότητα Παράστασης
Μετάφραση: Γιάννης Αστερής
Σκηνοθεσία: Νίκος Καραθάνος
Διασκευή: Νίκος Καραθάνος, Γιάννης Αστερής
Σκηνικά - Κοστούμια: Έλλη Παπαγεωργακοπούλου
Μουσική: Άγγελος Τριανταφύλλου
Φωτισμοί: Σίμος Σαρκετζής
Κίνηση: Amalia Bennett
Βοηθός σκηνοθέτη: Ιωάννα Μπιτούνη
Βοηθός σκηνοθέτις: Μαρίσσα Τριανταφυλλίδου
Βοηθοί σκηνογράφου: Ευαγγελία Θεριανού, Μυρτώ Κοσμοπούλου, Μυρτώ Λάμπρου
Βοηθός μουσικού: Βασίλης Παναγιωτόπουλος
Βοηθός παραγωγής: Τζέλα Χριστοπούλου
Παραγωγή: Στέγη Ιδρύματος Ωνάση
Εκτέλεση Παραγωγής: Γιολάντα Μαρκοπούλου, Κωνσταντίνα Γεωργίου / POLYPLANITY Productions
Διανομή
Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Αλίκη Αλεξανδράκη, Μαρία Διακοπαναγιώτου, Βασιλική Δρίβα, Νίκος Καραθάνος, Έμιλυ Κολιανδρή, Γιάννης Κότσιφας, Έκτορας Λιάτσος, Χρήστος Λούλης, Φωτεινή Μπαξεβάνη, Κωνσταντίνος Μπιμπής, Νατάσσα Μποφίλιου, Άγγελος Παπαδημητρίου, Φοίβος Ριμένας, Μιχάλης Σαράντης, Γιάννης Σεβδικαλής, Άρης Σερβετάλης, Άγγελος Τριανταφύλλου, Γαλήνη Χατζηπασχάλη
Παίζουν ζωντανά οι μουσικοί: Μάριος Δαπέργολας, Σοφία Ευκλείδου, Δημήτρης Κλωνής, Βασίλης Παναγιωτόπουλος, Δημήτρης Τίγκας