Τον Απρίλιο του 2008 ο μέγας Ντάνιελ Μπάρενμποϊμ, σε επιτελική θέση στη Σκάλα του Μιλάνου, κάνει οντισιόν για έναν μικρό ρόλο στην «Κάρμεν».
Μπροστά του έχει μια πιτσιρίκα μέτζο σοπράνο γεωργιανής καταγωγής, ένα κορίτσι γήινο και στιβαρό, που έχει ατελείωτα μακριά μαύρα μαλλιά, αλλά όχι σπουδαία γαλλική προφορά.
Της ζητά να του τραγουδήσει μια μικρή άρια από την όπερα και την κοιτά επίμονα στα μάτια. Έπειτα της προτείνει να μετακινηθεί μερικά μέτρα και να του πει μια δεύτερη. Μετά να τον πλησιάσει πολύ και να τραγουδήσει μια τρίτη.
Με τα πολλά καταλήγουν να έχει σταθεί σε κάθε σπιθαμή της σκηνής και να του έχει ερμηνεύσει ολόκληρο το έργο.
Ο μαέστρος τσιμπά στον αέρα κάτι που τον ιντριγκάρει τρομερά. Πριν καλά-καλά εκλογικεύσει τον ενστικτώδη ενθουσιασμό που του προκαλούν η ορμή, η εμφάνιση, το πάθος και η ατελείωτη φωνή της, ξεχνά τον μικρό ρόλο για τον οποίο έκανε οντισιόν, της κάνει δώρο για παρτενέρ τον Γιόνας Κάουφμαν και τη ρίχνει στην αρένα του Μιλάνου να ερμηνεύσει την πρωταγωνίστρια Κάρμεν.
Η μικρή έχει περίεργο όνομα, αλλά με εκείνον καθοδηγητή στο πόντιουμ γίνεται η νεότερη τραγουδίστρια που εγκαινίασε ποτέ σεζόν στο φημισμένο ιταλικό θέατρο.
Στην Ανίτα Ραχβελισβίλι δεν περισσεύουν το νάζι και η γλύκα. Είναι περισσότερο γήινη από αιθέρια, έχει έντονα, σκληρά χαρακτηριστικά, είναι εργατική και τρομερά αφοσιωμένη στο τραγούδι. Θεωρεί ότι με την Κάρμεν μοιάζουν κατά 80% στην ιδιοσυγκρασία, ότι τη γοητεύει η Δαλιδά, ότι η Σκάλα του Μιλάνου θα είναι πάντα το θέατρο της καρδιάς της.
«Ήμουν ήρεμη γιατί ήμουν τέλεια προετοιμασμένη» θυμάται η ίδια. «Οι ιταλικές και γαλλικές εφημερίδες έγραψαν ότι είχα ατσαλένια νεύρα γιατί προφανώς δεν συνειδητοποιούσα τη σημασία της στιγμής. Δεν είχαν δίκιο. Είχα απόλυτη επίγνωση της κατάστασης. Ήξερα πως με το παραμικρό λάθος η καριέρα μου θα τελείωνε την ημέρα που ξεκίνησε».
Μια δεκαετία μετά την πρεμιέρα-θρίλερ, το κορίτσι έχει το ίδιο φλογερό ταμπεραμέντο και ανεπανάληπτο εκτόπισμα, τα μάτια της πετούν ακόμα σπίθες, στα γαλλικά έχει γίνει εξπέρ πλέον, το μαλλί παραμένει μαύρο και μακρύ.
Μόνο που η Ανίτα Ραχβελισβίλι δεν έχει πια ανάγκη τις οντισιόν γιατί πρόλαβε σε αυτά τα δέκα χρόνια να φροντίσει πολύ τη φωνή της και να αναδειχτεί σε μία από τις πιο περιζήτητες τραγουδίστριες της όπερας παγκοσμίως.
Ακμαία, λαμπερή και μόλις 33 ετών, η νέα σταρ της Μετροπόλιταν που σαρώνει τα πάντα ανεβαίνοντας στη σκηνή έρχεται το καλοκαίρι στο Ηρώδειο και τραγουδά Κάρμεν για λογαριασμό της Εθνική Λυρικής Σκηνής.
Η παράσταση σε σκηνοθεσία Στίβεν Λάνγκριτζ (πρωτοανέβηκε το 2016) θα παρουσιαστεί στις 27, 28, 29 και 31 Ιουλίου και, καθώς φαίνεται, η σημαντική τραγουδίστρια θα τραγουδήσει τον ρόλο που την ανέδειξε τις τρεις από τις τέσσερις βραδιές.
Στην Ανίτα Ραχβελισβίλι δεν περισσεύουν το νάζι και η γλύκα. Είναι περισσότερο γήινη από αιθέρια, έχει έντονα, σκληρά χαρακτηριστικά, είναι εργατική και τρομερά αφοσιωμένη στο τραγούδι.
Θεωρεί ότι με την Κάρμεν μοιάζουν κατά 80% στην ιδιοσυγκρασία, ότι τη γοητεύει η Δαλιδά, ότι η Σκάλα του Μιλάνου θα είναι πάντα το θέατρο της καρδιάς της.
Ονειρεύεται τον ρόλο της Σαρλότ στον «Βέρθερο» του Ζιλ Μασνέ, τρελαίνεται για τον τρόπο γραφής του Βέρντι, ακούει πολλή τζαζ και εύχεται να της δοθεί η ευκαιρία να ερμηνεύσει τη λατρεμένη της Λαίδη Μάκβεθ όσο η φωνή της αστράφτει.
Η Ανίτα Ραχβελισβίλι το 2011 στη MET, ερμηνεύει το «L'amour est un oiseau rebelle» από την Κάρμεν του Ζωρζ Μπιζέ.
Γεννήθηκε στην Τιφλίδα της Γεωργίας το 1984 σε συνθήκες βγαλμένες από μυθιστόρημα. «Στις αρχές της δεκαετίας του '90 στη χώρα μου μαινόταν ο πόλεμος. Ήμουν μικρό κορίτσι και οι βόμβες έπεφταν γύρω μας βροχή. Δεν θα ξεχάσω ποτέ πόσο τρομακτικό ήταν.
Στην πρωτεύουσα επικρατούσε ένα καταστροφικό χάος. Υπήρχαν στιγμές που η οικογένειά μου, η οποία ήταν αρκετά φτωχή, δεν είχε να φάει και, ακόμα χειρότερα, στιγμές που μας έλειπε και το νερό.
Όμως οι γονείς μου ήταν σπουδαίοι, μου έδωσαν απεριόριστη αγάπη και με δίδαξαν πώς να επιβιώνω... Παρόλο που οι εμπλεκόμενες πλευρές βρίσκονται απλώς σε ανακωχή, η Γεωργία είναι μια χώρα γεμάτη φυσικές ομορφιές και η Τιφλίδα μια πόλη με πραγματικά καλό φαγητό και κρασί.
Οι Γεωργιανοί αγαπούν τη φιλοξενία και κάνουν τα πάντα για να αισθάνονται άνετα οι επισκέπτες» είχε πει σε συνέντευξή της στο «Opera Today».
Κι όμως, μέσα σε αυτό το θλιβερό περιβάλλον αποφάσισε να ασχοληθεί με το τραγούδι μόλις πάτησε τα 16. Συμπληρώνοντας μόλις έναν χρόνο εντατικά φωνητικά μαθήματα, αποφασίζει πως η Γεωργία δεν τη χωρά πια. Γίνεται αμέσως δεκτή στην Ακαδημία στη Σκάλα του Μιλάνου, αφού πρώτα έκανε σκόνη 400 συνυποψήφιους σπουδαστές.
Οι Ιταλοί, που αναγνώρισαν αμέσως τον θησαυρό που τους έπεσε από τον ουρανό, τη συμβούλευσαν να αφοσιωθεί αρχικά στο γαλλικό ρεπερτόριο και την έστειλαν στο Παρίσι να τελειοποιήσει την προφορά της με τη δασκάλα της Μαρίας Κάλλας, την Τζανίν Ρις, μια υπέργηρη σπουδαία πιανίστα, από την οποία επί δύο μήνες ρουφούσε γνώση, εμπειρία και ανεπανάληπτες αναμνήσεις.
Με τα χρόνια αρχίζει και η ίδια τη δική της μοναδική συλλογή εμπειριών, διακρίσεων και μεγάλων εμφανίσεων στα μεγαλύτερα λυρικά θέατρα του κόσμου.
«Τρελαίνομαι να τραγουδώ στη Νέα Υόρκη. Οι θεατές εκεί είναι τρομερά γενναιόδωροι, σηκώνονται όρθιοι στο τέλος, χειροκροτούν με όλη τους την καρδιά. Η Γερμανία είναι επίσης ιδανικό μέρος για παραστάσεις, καθώς είναι πολύ συναισθηματικοί θεατές.
Σε αντίθεση με τους Ιταλούς, που παραμένουν πολύ επικριτικοί και, ως γνωστόν, αποδοκιμάζουν σφυρίζοντας αν δεν τους αρέσει μια εκτέλεση. Ευτυχώς, αν και έκανα το ντεμπούτο μου στην Ιταλία, δεν έχω ζήσει κάτι τέτοιο» έχει δηλώσει στην εφημερίδα «The Financial» της Γεωργίας.
Το ημερολόγιό της έχει κλεισμένο για τα επόμενα χρόνια ένα ανεπανάληπτο σερί ρόλων και ταξιδιών. Ποδαρικό, πάντως, στο 2018 έκανε από το Μανχάταν, ερμηνεύοντας στην αγαπημένη της Μετροπόλιταν την τσιγγάνα Ατσουτσένα στον «Τροβατόρε» του Βέρντι.
Την επομένη της πρεμιέρας οι «New York Times» της υποκλίθηκαν με έναν τίτλο που στην ουσία έλεγε ότι η Ραχβελισβίλι σάρωσε τα πάντα, ενώ το ρεπορτάζ ανέφερε πως πρώτη φορά το κοινό ένιωσε ότι μπορεί μια τραγουδίστρια να κυριολεκτεί όταν τραγουδά: «Κάνεις το αίμα μου να παγώνει».
Η Ανίτα Ραχβελισβίλι ερμηνεύει το «Stride la vampa» από τον Τροβατόρε του Τζουζέπε Βέρντι.
Η αλήθεια είναι πως ο «Τροβατόρε», με τον ανεπανάληπτο μουσικό πλούτο, τα τσιγγάνικα χορωδιακά, τους ρεαλιστικούς και ακατέργαστους ήχους του Βέρντι, υπήρξε για εκείνη ιδανικό πεδίο.
Άλλωστε, το είπαμε: το ταλαντούχο αυτό κορίτσι ζει έναν μεγάλο έρωτα με το απαιτητικό νεοϋορκέζικο κοινό. Το 2011 ξεκίνησαν όλα, όταν έκανε ντεμπούτο της στη MET, ερμηνεύοντας −τι άλλο;− «Κάρμεν».
Κατεβαίνοντας από τη σκηνή, το πρώτο κιόλας βράδυ οι υπεύθυνοι του λυρικού κολοσσού τής είχαν έτοιμα για υπογραφή έξι συμβόλαια, ενώ μέσα στην αίθουσα το κοινό παραληρούσε και μάθαινε να προφέρει σωστά το όνομά της.
Είχαν όλοι τους συνειδητοποιήσει πως τα επόμενα χρόνια θα το φώναζαν δυνατά άπειρες φορές...