Σκηνοθεσία: Κάθριν Μπίγκελοου
Πρωταγωνιστούν: Τζέσικα Τσάστεϊν, Τζόελ Έγκερτον
Βαθμολογία: 3/5
Η ταινία που κέρδισε τα βραβεία παραγωγής και σκηνοθεσίας από τους κριτικούς της Νέας Υόρκης και προτάθηκε για αρκετά μεγάλα Όσκαρ, αν και όχι για τη σκηνοθεσία της Κάθριν Μπίγκελοου, είναι η δραματοποίηση της προσπάθειας εντοπισμού του Οσάμα Μπιν Λάντεν, με αποκορύφωμα την εκτέλεση από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ. Η προσήλωση στις λεπτομέρειες, η αφηγηματική μαεστρία και η κεντρική ερμηνεία της Τζέσικα Τσάστεϊν είναι υψηλής ποιότητας, καθιστώντας καθηλωτική την εμπειρία, σε ένα σενάριο που άλλαξε άρδην στο παρά πέντε, καθώς τα γεγονότα πρόλαβαν την Μπίγκελοου και τον συνεργάτη της Μαρκ Μπόουλ, αναγκάζοντάς τους να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα, δηλαδή στη δεδομένη πλέον δολοφονία του Μπιν Λάντεν. Το προηγούμενο φιλμ της Μπίγκελοου, το Hurtlocker, ήταν ένα ξεχωριστό, πολεμικό-υπαρξιακό δράμα, με πρωταγωνιστή έναν στρατιώτη που εκτελεί τις εντολές του σε ένα αναμενόμενα αφιλόξενο περιβάλλον, αλλά απεικονισμένο με τη συγκεχυμένη ματιά του ξένου κατακτητή που αδυνατεί να ξεχωρίσει τα πρόσωπα, την ίδια στιγμή που αγκομαχά να προσδιορίσει τον ρόλο και τον σκοπό του. Το Zero Dark Thirty είναι μια πιο στεγνή και στυγνή υπόθεση. Τακτοποιεί τις πάμπολλες πληροφορίες, παρακολουθεί τις μεθοδεύσεις και τις ανατροπές στο ανθρωποκυνηγητό και εστιάζει στη Μάγια, που βασίζεται σε υπαρκτό πρόσωπο. Δεν θα μπω στη συζήτηση περί προπαγάνδας, γιατί κάθε κινηματογραφιστής ερμηνεύει τα ιστορικά γεγονότα από τη θέση της κουλτούρας και των βιωμάτων του και αρνούμαι να μπω στη συνωμοσιολογία του καφενείου, σύμφωνα με την οποία οι Αμερικανοί προπαγανδίζουν a priori την ένδοξη καταστολή των τρομοκρατών από τις ένοπλες ή μυστικές δυνάμεις του. Ακόμα και με αυτήν εδώ την ταινία, που είναι τελείως συγκεκριμένη, η Μπίγκελοου δεν φανερώνει τέτοιο κίνητρο, καθώς αποσκοπεί σε ένα φιλμ-ρεπορτάζ, πολύ κοντά, χρονικά, στο αντικείμενο και στα συμβάντα. Ακριβώς επειδή δεν έχει μεσολαβήσει το απαραίτητο διάστημα, η ταινία πάσχει από κριτική ματιά, ουσιαστικά καταγράφοντας αντί να ερμηνεύσει. Εκφράζει μια νεοϋορκέζικη ανάγκη για λυτρωτική και όσο γίνεται αντικειμενική αποτύπωση της θλίψης και της οργής γύρω από τον άνθρωπο που κατάφερε το ντροπιαστικό πλήγμα σε μια περήφανη και δυνατή πόλη. Η δύναμή της βρίσκεται στον ρυθμό και στην αληθοφάνεια, και αν αξίζει ένα Όσκαρ, αυτό είναι του μοντάζ - μολονότι στην κατηγορία αυτή το φαβορί είναι το Argo, που έχει το αβαντάζ της πιο ανάλαφρης και χολιγουντιανής ιστορίας πίσω από το πολιτικό κάλυμμα.