Mε τη ματιά στραμμένη στην άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη και του διεθνούς φονταμενταλισμού, το «The Kindly Ones» είναι μια μουσική immersive παράσταση, το αποτέλεσμα μακράς έρευνας και συνέργειας διεθνών φορέων, που με αφετηρία την ελληνική τραγωδία ανοίγει με αρκετή δόση μαύρου χιούμορ προς τη σύγχρονη ιστορία και το δικαίωμα στη διαφορετικότητα. Η παράσταση έχει προσκληθεί στο «Φεστιβάλ της Αβινιόν 2020» και θα παρουσιαστεί από τις 14 έως τις16 Ιουλίου 2021 στο Site-Mémorial du Camp des Milles.
Το έργο αντλεί υλικό από το τρίτο μέρος της «Ορέστειας» του Αισχύλου (Ευμενίδες), από ανέκδοτα κείμενα του Ι. Καμπανέλλη (Έλληνα επιζώντα του Μαουτχάουζεν), από τον «Επιτάφιο» του Θουκυδίδη κ.ά. Η πρωτότυπη μουσική σύνθεση είναι του Blaine Reininger (Tuxedomoon) και εκτελείται ζωντανά από τον ίδιο, ενώ ερμηνεύουν η περφόρμερ Ρόζα Προδρόμου καθώς και μια τοπική χορωδία υπερηλίκων ανδρών. Η εικαστικός Μαρία Πανουργιά δημιουργεί in situ ένα τεράστιο mandala / landart το οποίο και καταστρέφεται παρουσία του κοινού στην τελευταία παράσταση.
Περνώντας από το τελετουργικό θέατρο στο μαύρο χιούμορ του σύγχρονου καμπαρέ, αυτή η μουσική παράσταση κάνει μια γενναία προσπάθεια να μιλήσει για το Ολοκαύτωμα με επίκεντρο τον άνθρωπο.
Ξέρετε ότι η Ελλάδα χρεώνεται τον χαμό σχεδόν ισάριθμων εβραϊκών πληθυσμών με τη Γαλλία; Εγώ το αγνοούσα. Είχα μεγαλώσει με το μύθο ότι εμείς δεν…
— Από πότε ξεκίνησε να σας ενδιαφέρει το θέμα με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τι βρήκατε για να το συνδέσετε με τη θεατρική σας γλώσσα;
Από την αρχή της «ελληνικής» κρίσης και την άνοδο της Χρυσής Αυγής και όλων των φασιστικών μορφωμάτων στην Ευρώπη. Κατάγομαι από μια οικογένεια σχιζοειδή. Ο ένας παππούς από τη Μικρά Ασία κι ο άλλος από τη Μάνη. Το παράδοξο της ιστορίας ήταν πάντα παρόν στο παιδικό μυαλό μου – δύσκολο να κατανοήσω το χάσμα που χώριζε ανθρώπους που αγαπούσα.
Η γιαγιά μου η Έλλη με μεγάλωσε με πραγματικές ιστορίες της «εξόδου» από τη Μικρασία προς την Μητέρα Ελλάδα. Πώς την έριξαν στον λάκκο με τους νεκρούς γιατί νόμιζαν πως πέθανε από τύφο, αλλά κάποια γριά την είδε να αναπνέει και την ανέσυραν, πώς βρήκαν κάποια αυγά και τα πήραν μικρά παιδιά και βγήκαν χελωνάκια, το παιχνίδι που τη συντρόφευσε στο ζοφερό ταξίδι – ήταν ορφανή και ταξίδευε μονάχη. Ο παππούς Ανάργυρος, όταν οι ναζί ξεβράκωναν τους Εβραίους και τους μάζευαν, έκρυψε την εβραϊκή οικογένεια του αφεντικού του κάτω από το πάτωμα του σπιτιού του για ένα χρόνο. Είχε δύο παιδιά, έσωσε άλλα δύο. Ο μπαμπάς μου πήγαινε μαζί σχολείο με το Εβραιόπουλο, τον «Νικολάκη», και τον συμβούλευε «να μιλάς ελληνικά».
Μεγάλωσα με αυτές τις ιστορίες που αναμείχθηκαν με τις άλλες του ελληνικού διωγμού της Μικρασίας, γιατί έβγαιναν από τα ίδια στόματα. Παραμύθια ποτέ δεν μου είπαν οι παππούδες μου αυτοί. Όλα τα παραμύθια, τα «γνωστά», τα άκουσα από την αστή Γκάγκαρη γιαγιά από την πλευρά της μάνας μου. Οι παππούδες της Μικρασίας μού μετέφεραν την ιστορία του φόβου και της επιβίωσης. Ούτε ένα παραμύθι. Οι ιστορίες τους μυθικές, αποτρόπαιες, ζεμάτιζαν την ψυχή μου με γνώση. Νομίζω ήξεραν καλά ότι ρόδα είναι η ιστορία και γυρίζει και πως έπρεπε να γνωρίζω για τι πράγματα είναι ικανός ο άνθρωπος. Τέτοιες ιστορίες πιστεύω λένε οι κατατρεγμένοι στα παιδιά τους και τα εγγόνια τους.
— Βρίσκετε ότι στην Ελλάδα είμαστε λιγότερο συνδεδεμένοι με την έννοιά τους από όσο οι Κεντροευρωπαίοι;
Ναι. Στην «Ιερουσαλήμ της Μεσογείου», όπως έλεγαν τη Θεσσαλονίκη, δόθηκε μάχη για να αναγνωριστεί ο διωγμός της εβραϊκής κοινότητας. Μέχρι πρόσφατα δεν υπήρχε ένα μνημείο να θυμίζει ότι η πανεπιστημιούπολη χτίστηκε πάνω στο εβραϊκό νεκροταφείο. Οι ναζί τα έκαναν όλα αυτά; Ακόμα υπάρχουν πλάκες των εβραϊκών τάφων μέσα σε ορθόδοξες εκκλησίες. Όσο αγνοούμε την ιστορία μας, όσο θέλουμε να την αγνοούμε, τόσο αυτή θα επαναλαμβάνεται.
Ξέρετε τι έχω καταλάβει; Όπου υπήρξαν στρατόπεδα συγκέντρωσης, εκεί σήμερα εκλέγονται φασίστες. Τι σημαίνει αυτό; Ότι προφανώς τα στρατόπεδα έγιναν με την ανοχή των κατοίκων που γνώριζαν και ότι μόνον η γνώση που πονά μπορεί να ξεκολλήσει αυτά τα μορφώματα από τον χάρτη της ανθρωπότητας και να αποκαταστήσει τη σχέση αίματος (θρησκείας) και θεσμών.
Θα σας πω κάτι που με συγκλόνισε. Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης δημιουργήθηκαν για ένα πολύ ευρύ φάσμα πληθυσμού: για διανοούμενους, αντιφρονούντες, αναρχικούς, κομμουνιστές, ομοφυλόφιλους, Τσιγγάνους για όλους όσοι δεν χωρούσαν στο προφίλ του Νέου Ανθρώπου. Αυτά για να μην ξεχνιόμαστε.
Όταν έκανα έρευνα στο στρατόπεδο του Camp des Milles στη Γαλλία –το οποίο είναι στη σημερινή εκλογική περιφέρεια της Μαρίν Λεπέν–, είδα έναν χάρτη της Ευρώπης που κατέγραφε για πόσους Εβραίους που χάθηκαν ευθύνεται κάθε χώρα. Ξέρετε ότι η Ελλάδα χρεώνεται τον χαμό σχεδόν ισάριθμων εβραϊκών πληθυσμών με τη Γαλλία; Εγώ το αγνοούσα. Είχα μεγαλώσει με το μύθο ότι εμείς δεν…
— Κάνατε ήδη μια παράσταση στο Μάουτχάουζεν, πώς τη συνδέσατε με τον ελληνικό μύθο και με ποιον;
Οι «Ευμενίδες» του Αισχύλου αφορούν τη γραμμή του αίματος, την ενοχή για τον φόνο, τον κατατρεγμό από τις Ερινύες. Οι Ερινύες είναι οντότητες αρχέγονες, βαθύτερες από τις τύψεις, είναι μεταγενέστερη έννοια της ψυχανάλυσης. Είναι κατά κάποιο τρόπο ένας όρος μυθικός της συλλογικής ψυχής της ανθρωπότητας. Ο Αισχύλος μάς εγκαλεί στη θεσμική αποκατάσταση (στον Νόμο), την παλινόρθωση του Δικαίου. Βέβαια, έχω ξαναγράψει τον μύθο αλλά ξεκινάω με τον αρχαίο μύθο με τον αγγελιοφόρο που έρχεται να πει τι βλέπει μέσα στο στρατόπεδο – έναν άντρα που αιματοβαμμένος ζητάει συγχώρεση στον βωμό (Ορέστης) και τις Ερινύες να τον απειλούν.
Το έργο παίχτηκε στο Στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν για πρώτη φορά σε μια κοινότητα, όπου το συλλογικό τραύμα είναι ακόμα ανοιχτό. Ντόπιοι υπερήλικες αποτελούσαν τον χορό του έργου. Για πρώτη φορά κατάλαβα το νόημα της τραγωδίας μέσα από την παράσταση αυτή. Στην τραγωδία το ιστορικοπολιτικό συνδέεται άρρηκτα με το μεταφυσικό.
Μεγάλωσα σε έναν κόσμο όπου το μεταφυσικό και το μυθικό είναι πεδία περιορισμένα, δεν μπορούσα να τα καταλάβω μέχρι που βρέθηκα στον τόπο εκείνο και κατάλαβα πώς η ενέργειά του είναι γεμάτη παρουσίες, ένα μεταφυσικό πόρταλ, οι θεατές συνδέονται με γραμμή αίματος, με τα πρόσωπα του έργου, και όλο το πολιτικό είναι βιωμένο μέσα από το ατομικό τραύμα. Εκεί, σε αυτόν τον περίκλειστο τόπο του τραύματος μόνον ο μύθος μπορεί να τρυπώσει. Κάπως έτσι βίωσα την τρομερή ισχύ της τραγωδίας.
— Ετοιμάζετε τώρα για την Αβινιόν ένα έργο για το Camp des Milles, ένα γαλλικό στρατόπεδο, εκεί τι σκέφτεστε να παρουσιάσετε και τι θέλετε να αναδέιξετε;
Το έργο ενσωματώνει την ιστορία των ανθρώπων που πέρασαν από εκεί. Στο συγκεκριμένο στρατόπεδο βρέθηκαν τέσσερις πληθυσμοί: Ισπανικός Εμφύλιος, Δεύτερος Παγκόσμιος και Αλγέρι. Ανώνυμοι και επώνυμοι. Σημαντικοί διανοούμενοι, όπως ο Μαξ Ερνστ, έγραψαν και δημιούργησαν τέχνη μέχρι να τους τσουβαλιάσουν σε στρατόπεδα εξόντωσης. Η σκέψη τους, τα γραπτά τους, τα έργα τους ενσωματώνονται στο σώμα του έργου.
Στο Μαουτχάουζεν ακούστηκε αυτούσιο ένα αδημοσίευτο κείμενο του Ιάκωβου Καμπανέλλη που μου εμπιστεύτηκε η κόρη του. Ο Καμπανέλλης με πόνο και καυστικό τρόπο επιστρέφει στο στρατόπεδο και καταγράφει πώς έχουν σβήσει τα σημάδια της Ιστορίας από τους τοίχους, εκεί που κάποτε ήταν η Κομαντατούρ τώρα είναι οι τουαλέτες για τους επισκέπτες. Στο έργο μου ξεκινάω από την ελληνική τραγωδία και μέσα από αυτήν δίνω τον λόγο άμεσα στους ανθρώπους που τους έφερε εκεί η μοίρα. Μιλάνε και οι επίγονοι σε αυτό. Τα παιδιά της εποχής που μάζευαν τα αίματα μετά τις εκτελέσεις. Οι σημερινοί υπερήλικες της περιοχής γύρω από τα στρατόπεδα που αποτελούν τον Χορό. Αλλά και οι αριθμοί, οι τελευταίες Ευρωεκλογές, τα νούμερα που αποτυπώνουν την άνοδο του φασισμού στην Ευρώπη. Όλα συνδέονται.
Στη Γαλλία, ύστερα από έρευνα στα αρχεία, προσκεκλημένη του Centre National des Ecritures du Spectacle (La Chartreuse), βρήκα επιστολές και έργα τέχνης και ιστορίες κάποιων ανθρώπων που με συντάραξαν.
— Ποιος είναι ο πιο σημαντικός ρόλος ενός σκηνοθέτη σε αυτές τις συνδέσεις της ιστορίας, της μνήμης, της συνέχειας και της πραγματικότητας που βιώνουμε;
Δεν ξέρω ποιος είναι ο ρόλος ενός σκηνοθέτη. Βλέπω τον εαυτό μου ως έναν κόκκο της άμμου. Ο χρόνος είναι πράγματι ένας και τα συνδέει όλα, ό,τι κι αν κάνουμε για να τον τεμαχίσουμε. Γιατί τώρα κλήθηκα να ζήσω αυτή την εμπειρία με τα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν το γνωρίζω. Είναι τόσο δύσκολο. Δεν είναι μια παράσταση μπροστά σε εκλεκτό κοινό και κριτικούς. Όποιος έχει πάει σε αυτά τα μέρη καταλαβαίνει. Αλλά αυτή η δυσκολία με μαθαίνει πολλά για τη δύναμη της τέχνης του θεάτρου.
— Πιστεύετε ότι όσο απομακρυνόμαστε από αυτό το ιστορικό γεγονός του Ολοκαυτώματος, της εξόντωσης του Β’ παγκόσμιου πολέμου, η μνήμη αυτή σβήνει και με ποιο τρόπο μπορούμε να την κρατήσουμε ζωντανή;
Μάλλον η μνήμη σβήνει και δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι για αυτό. Μόνον να μη φοβόμαστε, να μην εξωραΐζουμε την πραγματικότητα. Και να ζούμε, να ζούμε, να ζούμε!
— Μιλήστε μου λίγο για τον σκελετό της παράστασής σας. Τι είδη συνδέετε και τι θέλετε φεύγοντας να θυμάται ένας θεατής;
Είναι πολύ απλή. Τραπέζια σε ένα «Π» όπου κάθονται οι θεατές, τους σερβίρονται άδεια πιάτα. Στο κέντρο η Μαρία Πανουργιά φτιάχνει σε όλη τη διάρκεια των προβών και παραστάσεων ένα μάνταλα με υλικά της περιοχής (ξύλα, πέτρες) το οποίο στο τέλος της τελευταίας παράστασης το διαλύει. (Κάποια στοιχεία του μάνταλα μας ζήτησε η διεύθυνση του «Μεμόριαλ Μαουτχάουζεν» να παραμείνουν και να εκτεθούν εκεί εις μνήμην). Ο Μπλέιν Ρένιγκερ σε εξέδρα μαζί με τους ντόπιους κατοίκους, ως άλλος Απόλλων, παίζει μουσική που έγραψε για το έργο ενώ η Ρόζα Προδρόμου διαδρά με το κοινό. Μια μεταφράστρια κάθεται μαζί με τους θεατές, ακούγονται θραύσματα του κειμένου στην τοπική γλώσσα. Πίσω μας το στρατόπεδο, τα χελιδόνια και το κόκκινο ηλιοβασίλεμα. Ένας διαλογισμός στο τέλος, μια προσευχή.