Φωτογράφος, κινηματογραφιστής αλλά και εννοιολογικός περφόρμερ, ο 43χρονος σήμερα Ζιάντ Αντάρ έχει κάνει όνομα συνδυάζοντας τον καλλιτεχνικό πειραματισμό με επίκαιρες όσο και διαχρονικές κοινωνικές, πολιτικές και οικολογικές θεματικές.
Γεννημένος στη Σιδώνα, σπούδασε αρχικά Γεωργική Μηχανική στο Αμερικανικό Πανεπιστήμιο της Βηρυτού, αλλά στην τέχνη βρήκε τον πραγματικό του εαυτό και τα μέσα να εκφράσει τα βιώματα και τις αναζητήσεις του.
Έβγαλε την παρισινή ΑΣΚΤ, έκτοτε εξέθεσε δουλειές του σε αρκετές ευρωπαϊκές και όχι μόνο πόλεις, απέρριψε όμως προτάσεις να εγκατασταθεί μόνιμα αλλού –μία από αυτές ήταν στην Αθήνα, όπου έρχεται συχνά και του αρέσει– γιατί έχει να κοιτάξει γέροντες γονείς αλλά και διότι αγαπάει τον ταλαιπωρημένο του τόπο και δεν σκοπεύει να τον αφήσει εύκολα, με όλα του τα προβλήματά, αντίθετα θέλει να γίνει «μέρος της λύσης», ει δυνατόν.
Στην τηλεφωνική μας επικοινωνία –που παρά την κακή σύνδεση κράτησε αρκετά, καθώς και πολλά ενδιαφέροντα είπαμε και ο ίδιος είναι ομιλητικότατος– αναφερθήκαμε στη ζωή και στο έργο του, στη δύσκολη φάση που διέρχεται ξανά η χώρα του, στην έμφυτη αισιοδοξία που τον κρατάει όρθιο, στον παραλίγο σοβαρό τραυματισμό του κατά τη φονική έκρηξη που προκάλεσε πλημμελώς αποθηκευμένο φορτίο νιτρικού αζώτου πέρσι το καλοκαίρι στο λιμάνι της Βηρυτού αλλά και στις εμπειρίες του από εμπόλεμες ζώνες και άλλες ακραίες συνθήκες.
Εμπειρίες που μπορεί να αποβούν δημιουργικές, όπως όμως τονίζει προτιμά να ζει πιο ξένοιαστα, πιο ειρηνικά κι ας μη γίνει ποτέ μεγάλη διασημότητα! Εντούτοις, λέει πως ο πιο ύπουλος πόλεμος είναι αυτός που στρέφεται κατά της πολυπολιτισμικότητας, της ανεκτικότητας και της συνύπαρξης.
Το χιούμορ, αυτό που βεβαίως μπορεί να έχει και πολιτική χροιά, είναι φανερό και στη «Διπλωματία της Ουροδόχου Κύστης», όπου ο Χάφεζ Αλ Άσαντ και ο Ρόναλντ Ρίγκαν «μπερδεύονται» σε ιστορίες παράλληλες με τις πατάτες, τις ντομάτες και τα ζιζάνια, πραγματικά και συμβολικά.
Αναφερθήκαμε, βεβαίως, και στη διάλεξη-περφόρμανς που θα παρουσιάσει στη Στέγη, ένα πνευματώδες, αλληγορικό πρότζεκτ στο οποίο συνεργάστηκε με τη Λιβανοκαναδέζα συγγραφέα Rasha Salti και όπου πραγματεύεται αλληγορικά τη λειτουργία της ουροδόχου κύστης σε σχέση με τη διεθνή διπλωματία, την ταραγμένη ιστορία της χώρας του και της ευρύτερης Μέσης Ανατολής, τη φονταμενταλιστική απειλή, τις εντατικές και τις παραδοσιακές αγροτοκαλλιέργειες, τις τράπεζες σπόρων και τα ζιζάνια, πραγματικά και συμβολικά, το πώς αποτυπώνονται ακραίες καταστάσεις στην καθημερινή διατροφή αλλά και στην αίσθηση της γεύσης ακόμα.
— Πώς είναι η ζωή στη Βηρυτό έναν χρόνο μετά από εκείνη τη φοβερή έκρηξη στο λιμάνι που τόσους θανάτους, σοβαρούς τραυματισμούς και καταστροφές προκάλεσε;
Η πόλη, όπως και όλη η χώρα, βιώνει πάνω από δύο χρόνια τώρα μια βαθιά οικονομικοπολιτική κρίση. Η έκρηξη στο σιλό με το κατασχεμένο νιτρικό αμμώνιο απλώς τα έκανε όλα χειρότερα. Σοβαρές ζημιές έπαθε και το δικό μου διαμέρισμα –η πολυκατοικία βρίσκεται κοντά στην περιοχή με τις αποθήκες όπου συνέβη το κακό–, αλλά εγώ, ακούγοντας τον εκκωφαντικό κρότο, έπεσα ενστικτωδώς κατευθείαν στο δάπεδο κι έτσι τη γλίτωσα με λίγες γρατζουνιές. Όμως το σοκ ήταν τεράστιο, σαν να μας έριξαν ατομική βόμβα, πολλές ζωές χάθηκαν και οι ευθύνες για την απίστευτη αυτή τραγωδία ακόμα αναζητούνται.
Περνάμε γενικά δύσκολα, τι να σας λέω, το παλεύουμε όμως. Ευτυχώς, τουλάχιστον η πανδημία, που συνέβαλε και στην κρίση με τα συνεχή λοκντάουν, φαίνεται να υποχωρεί.
— Η λιβανέζικη κοινωνία θεωρούνταν ανέκαθεν πολυπολιτισμική και αρκετά ανοιχτή για τα δεδομένα της Μέσης Ανατολής. Ισχύει ακόμα αυτό ή όχι;
Ναι και όχι. Οι πόλεμοι, η ύφεση και οι διαρκείς πολιτικές αναταραχές έχουν αφήσει, όσο να ’ναι, το αποτύπωμά τους. Ο ανεκτικός, φιλελεύθερος, δημοκρατικός Λίβανος δεν έχει τελειώσει, δεν είναι όμως και αυτό που ήταν.
Στο παρελθόν, ξέρετε, καταφέρναμε να διαχειριζόμαστε τα προβλήματά μας, ακόμα και τις εισβολές από τρίτες χώρες ή τις εμφύλιες συγκρούσεις ακριβώς επειδή είμαστε μια κοινωνία που μπορούσε να συμβιβάσει πολλές διαφορετικές παραδόσεις και κουλτούρες. Το καταφέραμε εν μέρει ακόμα και μετά τον μακροχρόνιο εμφύλιο, από τον οποίο η χώρα, που προτού ξεσπάσει ο πόλεμος εκείνος (για τον οποίο η «διπλωματία της ουροδόχου κύστης» είναι συνυπεύθυνη!) βρισκόταν μάλλον στην καλύτερή της περίοδο, δεν συνήλθε ποτέ απόλυτα, και όχι μόνο οικονομικά. Σήμερα, ωστόσο, ο «πόλεμος» που έχει κηρυχθεί αφορά ακριβώς την ίδια την ουσία της πολυπολιτισμικότητας, πράγμα που τον κάνει πιο επίφοβο.
— Τον οποίο «πόλεμο» έχουν κηρύξει ποιοι;
Κοιτάξτε, η κατάσταση στον Λίβανο ανέκαθεν επηρεαζόταν από το τι συνέβαινε στον περίγυρό του, στη Μέση Ανατολή και στον αραβικό κόσμο γενικότερα, και ο περίγυρος αυτός σίγουρα δεν είναι το πιο ήσυχο μέρος του κόσμου – πόλεμοι, καταστροφές, προσφυγιά…
Επιπλέον, τόσο οι μεγάλες δυνάμεις, όπως οι ΗΠΑ και η Ρωσία, όσο και μικρότερες περιφερειακές προσπαθούν να τον προσεταιριστούν. Οτιδήποτε συμβαίνει στη Συρία, στο Ιράν, στη Σαουδική Αραβία, στο Ισραήλ, στα παλαιστινιακά εδάφη κ.λπ. αντανακλάται σ' εμάς. Όλοι θέλουν να έχουν λόγο στο τι γίνεται στον Λίβανο, όπου ταυτόχρονα δρουν και διάφορες φονταμενταλιστικές οργανώσεις.
— Πόσο εύκολο είναι για έναν καλλιτέχνη να ζει και να δημιουργεί σε ένα τέτοιο περιβάλλον;
Καθόλου εύκολο, όπως άλλωστε δεν είναι για κανέναν σε τέτοιες περιστάσεις. Πώς να εμπνευστείς, πώς να δημιουργήσεις και να κάνεις σχέδια όταν προέχει η καθημερινή επιβίωση, όταν υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις, όταν τίποτα δεν λειτουργεί; Πάντα βρίσκονται τρόποι, χρειάζεται όμως να παλεύεις διαρκώς με τις αντιξοότητες και την απογοήτευση.
Για να σας δώσω ένα μέτρο σύγκρισης, είχα επισκεφθεί την Αθήνα στα χρόνια της μεγάλης κρίσης. Υπήρχε βέβαια ακρίβεια, ανεργία, περικοπές μισθών, γενικευμένη ανησυχία, όμως τουλάχιστον οι βασικές δομές, το νερό, το ηλεκτρικό, το ίντερνετ κ.λπ. λειτουργούσαν, όπως επίσης οι συγκοινωνίες και οι υπηρεσίες κοινής ωφελείας. Εδώ δεν μπορείς καν να πας εύκολα σε μια άλλη πόλη, να επισκεφθείς τους γονείς σου, να μαγειρέψεις, να έχεις κλιματισμό, να εργαστείς online, να τσεκάρεις έστω τα μέιλ σου, γιατί το ρεύμα κόβεται συνέχεια και τα καύσιμα, όταν βρεθούν, είναι «φωτιά».
Ο ξεσηκωμός του ’19 με πρωταγωνιστή τη νεολαία έδειξε καθαρά ότι η κρίση που περνάει η χώρα δεν είναι μόνο οικονομική, όπως λέγανε αρχικά κάποιοι δικοί μας και ξένοι πολιτικοί στις τηλεοράσεις, αλλά κρίση ταυτότητας κατ' αρχάς.
— Ακόμα όμως κι αν ένας καλλιτέχνης καταφέρνει να είναι παραγωγικός, πόσο σεβαστή είναι η ελευθερία έκφρασης, πόσο ανοιχτά περιθώρια έχει;
Σημειώνονται κάποια κρούσματα λογοκρισίας, στο θέατρο ας πούμε, όμως γενικά υπάρχει αρκετή ελευθερία λόγου και έκφρασης στον Λίβανο κι αυτό οφείλουμε να το διαφυλάξουμε γιατί δεν είναι, όπως είπαμε, καθόλου αυτονόητο σε αυτήν τη γεωγραφική περιοχή.
— Τι θα μας παρουσιάσεις στη Στέγη, τι είναι αυτή η μυστήρια «Διπλωματία της ουροδόχου κύστης», όπως μεταφράζεται στα ελληνικά το «Bladder Diplomacy»;
Σε αυτό το πρότζεκτ παραλληλίζω κατ' αρχάς τη λειτουργία της ουροδόχου κύστης με τη διπλωματία και τις διεθνείς εξελίξεις – ο πρώην Σύριος Πρόεδρος Χάφεζ Αλ Άσαντ συνήθιζε, ξέρετε, να εξαντλεί τους ξένους συνομιλητές του με πολύωρες συζητήσεις προκειμένου να πάρει στο τέλος αυτό που ήθελε και σε κρίσιμες συνομιλίες δύσκολα διακόπτεις έστω για να πας τουαλέτα.
Σκεφτόμασταν, λοιπόν, ότι σίγουρα θα χρειάζονταν πολλές αντοχές ώστε να μην κατουρηθούν πάνω τους ούτε εκείνοι ούτε ο Πρόεδρος κι αυτή η μακρά, πιεστική, στρεσαρισμένη αναμονή ταιριάζει απόλυτα με την κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Φανταστείτε ότι σε μια συνάντησή του με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Τζέιμς Μπέικερ, επί προεδρίας Ρόναλντ Ρίγκαν, ο Μπέικερ δεν είχε μιλήσει ούτε ένα εικοσάλεπτο ενόσω ο Χάφεζ αγόρευε ακατάπαυστα επί επτά ώρες!
— Σαν τους λόγους του Φιντέλ Κάστρο ένα πράγμα.
Ακριβώς! Δεν σταματούν όμως στην πολιτική καθαυτή και στη διεθνή διπλωματία οι παραλληλισμοί. Σχετίζονται επίσης με τη συμπεριφορά ενός πληθυσμού σε παρατεταμένες συνθήκες οικονομικής κρίσης, ταραχών και πολεμικών συγκρούσεων, τις αντοχές που προκαλούν και τις ελλείψεις βασικών ειδών διατροφής.
Οι κρίσεις, ξέρετε, δεν επηρεάζουν μόνο την επάρκεια και την ποιότητα της διατροφής αλλά αποτυπώνονται και στην αίσθηση της γεύσης, αφού οι διαθέσιμες επιλογές περιορίζονται, όπως άλλωστε και το εισόδημα. Δεν έχεις την πολυτέλεια να διαλέξεις την τάδε ή τη δείνα ποικιλία ντομάτας ή πατάτας π.χ., θα πάρεις ό,τι βρεις στο μαγαζί –εφόσον βρεις– κι αυτό θα είναι είτε κονσέρβα είτε ένα βιομηχανοποιημένο λαχανικό θερμοκηπίου μαζικής παραγωγής.
Στη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια έβρισκες ουσιαστικά μόνο μία ποικιλία «βιομηχανοποιημένης» πατάτας, μεγάλης σε μέγεθος, αλλά άνοστης και άγευστης, ήταν όμως η μόνη σου επιλογή κι ένιωθες ευτυχής γι' αυτό. Στην Ελλάδα, όταν κορυφώθηκε η κρίση, πολύς κόσμος στράφηκε επίσης σε προϊόντα μαζικής παραγωγής.
Όταν το 2006 το Ισραήλ εισέβαλε στον νότιο Λίβανο για να χτυπήσει τη Χεζμπολάχ, βομβαρδίστηκε και η ιδιαίτερη πατρίδα μου, η Σιδώνα, όπου ζούσα τότε. Υπήρχαν εκτεταμένες διακοπές ρεύματος, εμφανίστηκαν ελλείψεις και αναζητούσαμε συσκευασμένα τρόφιμα μακράς διάρκειας που να μη χρειάζονται ψυγείο, ούτε μαγείρεμα.
Είχα κάνει τότε κάποια πρώτα πρότζεκτ, φιλμάροντας ανθρώπους μπροστά στα κατεστραμμένα σπίτια τους αλλά και τα τρόφιμα που έφερναν σπίτι οι γονείς μου. Όλα ήταν προϊόντα μαζικής παραγωγής, όπως κονσέρβες τόνου β’ διαλογής. Σε μια ειρωνική αντίστιξη, είδα ότι οι Ισραηλινοί στρατιώτες άφησαν πίσω, όταν αποχώρησαν, κάμποσες συσκευασίες vegan τροφίμων, που επίσης κατέγραψα!
— Ενδιαφέρουσες όλες αυτές οι αναφορές. Αλλά γιατί, εκτός από τις πατάτες, στέκεσαι ιδιαίτερα και στις ντομάτες;
Στον Λίβανο έχουμε μερικές ντόπιες, ιδιαίτερα γευστικές ποικιλίες ντομάτας, τις «ντομάτες της αντι-παγκοσμιοποίησης» όπως τις λέμε – θα μπορούσαν μάλιστα να πιάσουν καλή τιμή αν διαφημίζονταν ως βιολογικές και οργανικές, που σε συνθήκες ευημερίας είναι αυτές που έχουν ζήτηση.
Δεν είχαμε ποτέ κιόλας αθρόες εισαγωγές «βιομηχανοποιημένης» ντομάτας, από αυτές που είναι ισομεγέθεις, πανομοιότυπες, ή άλλων αγροτικών προϊόντων, γιατί δεν μας υποχρεώνει κανείς να εισάγουμε τρόφιμα που ήδη παράγονται ή μπορούν να παράγονται σε ικανοποιητικές ποσότητες στη χώρα, όπως συμβαίνει στην Ελλάδα και αλλού. Τα εισαγόμενα είναι μεν φτηνότερα, αλλά λιγότερο γευστικά και ποιοτικά.
Έχω μια εξοικείωση με το αντικείμενο λόγω του ότι αρχικά σπούδασα γεωργικός μηχανικός. Με την κρίση επετράπη σε κάθε ντοματοπαραγωγό να βγάλει πάγκο και να πουλάει μια μικρή ποσότητα στις αγορές, έτσι κρατήσαμε κάπως το γευστικό μας αισθητήριο, αποφύγαμε επίσης τις υψηλές ανατιμήσεις.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία είναι αυτή με το Διεθνές Κέντρο Γεωργικής Έρευνας σε Ξηρές Περιοχές (ICARDA), που επί Χάφεζ Αλ Άσαντ είχε αρχικά την έδρα του στην κοιλάδα Μπεκάα του Λιβάνου, όπου ο συριακός στρατός είχε μακρόχρονη παρουσία, προτού ο Χάφεζ αποφασίσει το ’77 να μετεγκατασταθεί το Κέντρο στο Χαλέπι για λόγους ασφαλείας.
Μετά το ξέσπασμα του συριακού εμφυλίου το ’11 το Κέντρο αυτό, που διέθετε και μια μεγάλη, ονομαστή τράπεζα ντόπιων σπόρων, καταλήφθηκε το ’14 από αντάρτες, ανάμεσά τους και μια ομάδα τζιχαντιστών που ο Μπασάρ είχε αφήσει να πάνε στο Ιράκ να πολεμήσουν τους Αμερικανούς κι εκείνοι ενώθηκαν με τον ISIS για να επιστρέψουν ως αντίπαλοί του – υπήρξε μια συμφωνία του ICARDA με τους αντάρτες, κάποιοι από τους οποίους ήταν πρώην αγρότες και γνώριζαν το έργο του, ώστε να συνεχίσει τη λειτουργία του, παρότι πολλοί εργαζόμενοι εκεί είχαν καταφύγει ήδη σε άλλες χώρες, αφού πριν φρόντισαν να στείλουν δείγματα απ' όλη σχεδόν τη συλλογή στην Παγκόσμια Τράπεζα Σπόρων στη Νορβηγία (σ.σ. στις νήσους Σβάλμπαρντ).
Το ’16, το ICARDA «επέστρεψε» στην κοιλάδα Μπεκάα, καθώς η παλιότερα εμπόλεμη αυτή ζώνη κρίθηκε ασφαλέστερη από τη νυν, που ήταν τότε το Χαλέπι, μια κατάσταση επικίνδυνη που είχε δημιουργήσει και μεγάλα προβλήματα ύδρευσης, ηλεκτροδότησης κ.λπ. Υπάρχει κάτι το αστείο σε αυτή την ιστορία, παρότι τραγική, αφού μιλάμε για πόλεμο.
Ως τραγική ειρωνεία, με συμβολική επίσης σημασία, μπορεί κανείς να δει και τη μεγάλη έκρηξη της Βηρυτού, αφού το νιτρικό αμμώνιο που την προκάλεσε χρησιμοποιείται τόσο στην παρασκευή εκρηκτικών όσο και ως λίπασμα σε καλλιέργειες. Συμπτωματικά, λίγο πριν από την τραγωδία είχα κάνει κιόλας μια αναφορά σε αυτή την ουσία στο «Bladder Diplomacy» – ήδη τότε δούλευα την ενότητα όπου αναφέρομαι στη γεωργική παραγωγή, αλλά τελικά την αφαίρεσα, ώστε να μην πει κανείς ότι εκμεταλλεύτηκα καλλιτεχνικά μια τραγωδία.
— Το χιούμορ είναι συχνά παρόν στις δουλειές σου.
Ισχύει! Οι άνθρωποι, ξέρετε, ζούμε, αναπτυσσόμαστε, αναπαραγόμαστε και πεθαίνουμε, όπως κάνουν τα φυτά και τα ζώα, αλλά έχουμε μια ουσιώδη διαφορά από αυτά, που δεν είναι τόσο η νόησή μας –σχετικό είναι αυτό!– αλλά η ικανότητά μας να κάνουμε χιούμορ, να γελάμε, να αυτοσαρκαζόμαστε ακόμα.
Το χιούμορ, αυτό που βεβαίως μπορεί να έχει και πολιτική χροιά, είναι φανερό και στη «Διπλωματία της Ουροδόχου Κύστης», όπου ο Χάφεζ Αλ Άσαντ και ο Ρόναλντ Ρίγκαν «μπερδεύονται» σε ιστορίες παράλληλες με τις πατάτες, τις ντομάτες και τα ζιζάνια, πραγματικά και συμβολικά.
Μάλιστα, ένα συνηθισμένο ζιζάνιο που δύσκολα καταπολεμάται γιατί ξαναφυτρώνει εύκολα, η οροβάγχη, λέγεται και «λύκος» στα ελληνικά, μια ονομασία κατάλληλη για μεταφορικές έννοιες που μπορεί να αφορούν τόσο τις καλλιέργειες όσο και τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» που κήρυξαν οι ΗΠΑ μετά τις 11/9/2001, τον συριακό εμφύλιο και τον πόλεμο στο Αφγανιστάν. Τη σύνδεση, τώρα, όλων αυτών των ιστοριών την αφήνω στον θεατή, εγώ απλώς προσφέρω αφορμές.
— Ταξιδεύεις συχνά στο εξωτερικό, συνεργάζεσαι με γκαλερί και καλλιτεχνικά ιδρύματα στην Ευρώπη. Δεν σκέφτηκες ποτέ να ζήσεις αλλού;
Ναι, ακόμα και στην Αθήνα με προσκάλεσαν φίλοι να εγκατασταθώ μόνιμα, αποφάσισα όμως ότι αγαπώ τον τόπο μου και δεν θα τον αφήσω εύκολα. Και γιατί δεν γίνεται να εγκαταλείψω τους ηλικιωμένους γονείς μου –ποιος θα τους φροντίζει σε μια «παραλυμένη» χώρα;– αλλά και επειδή μου αρέσει εδώ.
Έπειτα, παρά τις τόσες αντιξοότητες, διατηρώ –πρέπει να διατηρώ!– την αισιόδοξη πεποίθηση ότι τα πράγματα θα φτιάξουν, ότι λύσεις θα βρεθούν και ότι σε αυτό οφείλουμε να συμβάλουμε οι άνθρωποι με ανοιχτούς ορίζοντες.
— Μας έρχεσαι, πάντως, τακτικά τελευταία. Είχες συμμετάσχει και στο πρόγραμμα «Enter» της Στέγης τον Μάιο του ’20 με το βίντεο «The little boat - Il était un…».
Μου αρέσει, ομολογώ, η Αθήνα, παρότι έχει κι αυτή τα προβλήματά της, νομίζω όμως ότι το Airbnb και το gentrification έχουν κάνει μεγάλη ζημιά στο κέντρο. Η ζωή, όπως και ενοίκια, έχει ακριβύνει πολύ, τα πάντα προσανατολίζονται στην εξυπηρέτηση των υψηλών εισοδημάτων και των καλοβαλμένων τουριστών. Παρά ταύτα, οι Αθηναίοι διατηρούν, νομίζω, το χιούμορ, την αισιοδοξία και τη θετική τους ενέργεια.
— Εξαρτάται. Πολλοί άνθρωποι, ειδικά νέοι, αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν με την κρίση.
Οι περισσότεροι, αργά ή γρήγορα, θα επιστρέψουν, πιστεύω. Τα πράγματα δεν είναι πλέον τόσο πολύ καλύτερα στις ανεπτυγμένες ευρωπαϊκές χώρες ούτε στο οικονομικό κομμάτι, ενώ γενικά η ποιότητα ζωής σε χώρες όπως η Ελλάδα υπερέχει κι ας μην υπάρχουν τόσο καλές υποδομές. Το ίδιο ισχύει για τον Λίβανο – γιατί να πιεστώ να ξενιτευτώ στην Ευρώπη, όπου άλλωστε μπορώ να πηγαίνω όποτε θελήσω;
— Λέγεται ότι οι κρίσεις, όσο απευκταίες κι αν είναι, ενισχύουν τη δημιουργικότητα, αρκεί βέβαια να περάσουν από πάνω σου χωρίς να σε πατήσουν.
Σου δίνουν πράγματι ερεθίσματα οι κρίσεις, χρειάζεται όμως αρχικά να έχεις βρει τη σειρά, τον εαυτό και τον βηματισμό σου. Και φυσικά να έχεις εξασφαλίσει κάπως την καθημερινή επιβίωση, γιατί τι να δημιουργήσεις αν βρεθείς ξαφνικά στον δρόμο με άδειες τσέπες; Ή μήπως νομίζει κανείς ότι αν αρχίσουν να πέφτουν βόμβες γύρω μου, το πρώτο που θα σκεφτώ θα είναι να πιάσω την κάμερα και να τραβήξω μερικές αρτιστίκ λήψεις της καταστροφής που συντελείται;
Ναι, αν το έκανα αυτό –και είχα την ευκαιρία–, μπορεί οι εικόνες μου να έδειχναν πιο συγκλονιστικές και από τα καλύτερα χολιγουντιανά εφέ, γιατί, βλέπεις, η πραγματικότητα είναι πάντα τρομερή, αλλά, όχι, ευχαριστώ, δεν είναι αυτό το δικό μου ζητούμενο. Προτιμώ χίλιες φορές την ειρήνη κι ας είμαι λιγότερο creative!
Lecture-Performance
Ziad Antar – «Bladder Diplomacy»
16 & 17/10/2021, 21:00
Στέγη Ιδρύματος Ωνάση, Μικρή Σκηνή
Στα αγγλικά, χωρίς ελληνικούς υπέρτιτλους