Το συγκρότημα κατοικιών «Cascading Terraces» στο Κεφαλάρι, ένα από τα πιο πρόσφατα καινοτόμα έργα του πολυβραβευμένου αρχιτεκτονικού γραφείου Potiropoulos+Partners, σχεδιάστηκε με βασικό συνθετικό άξονα τον διάλογο που αναπτύσσει με το ευρύτερο φυσικό περιβάλλον του. Την αρχιτεκτονική «ιδέα» απασχόλησε εξαρχής η προοπτική μιας πολυαισθητηριακής εμπειρίας-σχέσης με τη φύση και το τοπίο, τόσο ως προς το πώς μπορεί κανείς να κάνει αρχιτεκτονική στην εποχή μας, για την εποχή μας, με τα μέσα της εποχής μας, όσο και ως προς την επανεξέταση πλευρών του σχεδιασμού που σχετίζονται με θεμελιώδεις αρχετυπικές ανθρώπινες ανάγκες αλλά και με το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής. Οι ίδιοι οι αρχιτέκτονες εξηγούν το σκεπτικό τους ως εξής:
Η συσχέτιση της «εικόνας» του κτιρίου με την «εικόνα» της πόλης ή, εναλλακτικά, της «εικόνας» του κτιρίου με την «εικόνα» του φυσικού τοπίου, δηλαδή της φύσης, είναι ενδιαφέρον ζήτημα και ταυτόχρονα πολύπλοκο. Αν «η πόλη είναι ένα είδος μεγάλου σπιτιού και, αντίστοιχα, το ίδιο είναι μια μικρή πόλη», στην περίπτωση της συσχέτισης του κτιρίου με το φυσικό τοπίο ο υπαίθριος χώρος και το πράσινο αναδεικνύονται σε κύριο συνθετικό άξονα, όπου εξίσου θεμελιώδη είναι η αδρότητα και το πρωτογενές των υλικών. Η φύση είναι ο τελικός υποδοχέας του ανθρώπινου παραγόμενου έργου αλλά και της ίδιας μας της ύπαρξης αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του κύκλου της ζωής, αντιπροσωπεύοντας για τον λόγο αυτό μια αρχετυπική αξία, σταθερή και αδιαπραγμάτευτη. Η «εικόνα» αποτελεί συνακόλουθα, τόσο σε πραγματολογικό όσο και σε σημειολογικό επίπεδο, τη συμπύκνωση σε μια «ιδέα» του πλούτου, της συνθετότητας και των τυχόν αντιθέσεων της πραγματικότητας —στην περίπτωση αυτή, στο συγκεκριμένο σημείο του προαστίου, εκεί όπου τελειώνει η πόλη και αρχίζει η φύση— που άμεσα ή έμμεσα αντανακλά τις εσωτερικές ποιότητες του σχεδιασμού, όπως ξεδιπλώνονται στη συνέχεια.
Κεντρικό θέμα του σχεδιασμου αποτέλεσε ο χειρισμός των ορίων που ιεραρχούν κινήσεις, στάσεις και ποιοτικές διαφοροποιήσεις, Αντιδρώντας στον προσανατολισμό, στις θέες, στη διεύθυνση των ανέμων και στις μεταμφιέσεις του τοπίου ανάλογα με την εποχή.
Κατά την επεξεργασία του concept προσεγγίστηκε η οργάνωση δύο συνδεδεμένων σε ενιαία δομή όγκων, παράλληλων προς τη μεγάλη πλευρά του οικοπέδου, που συνδιαλέγονται με τα φαινόμενα του τόπου. Κεντρικό θέμα αποτέλεσε ο χειρισμός των ορίων που ιεραρχούν κινήσεις, στάσεις και ποιοτικές διαφοροποιήσεις. Αντιδρώντας στον προσανατολισμό, στις θέες, στη διεύθυνση των ανέμων και στις μεταμφιέσεις του τοπίου ανάλογα με την εποχή, το συγκρότημα «ανοίγει» ή «κλείνει», υιοθετώντας κάθε φορά διαφορετικά πρόσωπα.
Προτεραιότητα του σχεδιασμού αποτέλεσε η αξιοποίηση της θέας σε ένα ψηλό σημείο της Κηφισιάς, στο Κεφαλάρι, που διακρίνεται για την οπτική εκτόνωση που προσφέρει τόσο προς τη νοτιοδυτική διεύθυνση όσο και προς τη βορειοδυτική. Ακολουθώντας την επιλεκτική αποκάλυψη ή απόκρυψη του τοπιακού πανοράματος, η εσωτερική οργάνωση προβλέπει διαφορετικές ποιότητες θεάσεων και χωρικών ρόλων, ταξινομώντας το εσωτερικό των κτιρίων σε ζώνες «δημόσιες» και «ιδιωτικές», σε εξωστρεφείς, που ανοίγονται προς τις βεράντες και τον ορίζοντα, και αντίστοιχα σε εσωστρεφείς, στην εσωτερική πλευρά του οικοπέδου. Προκύπτει έτσι μια σύνθεση διαδοχικών προβόλων-κήπων σε ήπια στροφή μεταξύ τους, έχοντας μια «πλάγια» σχέση με το Fallingwater του F.L. Wright.
Δύο υλικά, το εμφανές αδρό σκυρόδεμα, που κυριαρχεί στην κτιριακή επιδερμίδα και στην περίφραξη, και το λευκό σπατουλαριστό επίχρισμα, μοιράζονται σε όλες τις κλίμακες του φλοιού, χρησιμοποιώντας ένα λιτό κατασκευαστικό λεξιλόγιο. Ο χειρισμός αυτός, όπως εκφράζεται χωρικά, διαθέτει υλικότητα, θερμοκρασία, πυκνότητα, βαρύτητα και ακουστική ποιότητα, στοιχεία που δεν έχουν να κάνουν με κάτι αφηρημένο αλλά με ένα εμπεριστατωμένο βίωμα. Το συνθετικό process δεν απασχόλησε τόσο η «αισθητική ορθότητα» –εξού και η μορφολογική αφαίρεση– όσο το να τεθεί εξαρχής ως πρωταρχικό αίτημα η προοπτική μιας πολυαισθητηριακής εμπειρίας-σχέσης με τη φύση και το τοπίο. Παράλληλα, στόχευσε στην καταδήλωση της ατομικότητας της αρχιτεκτονικής έκφρασης μέσω της εκφραστικότητας του ίδιου του αρχιτεκτονικού αντικειμένου.
Ο μικρόκοσμος που γεννιέται προτρέπει τη συμμετοχή σε μια σειρά δράσεων που σχετίζονται με το οικείο και το αναπάντεχο, με το τεχνητό στοιχείο και το φυσικό, το πρώτο πλάνο και το φόντο, διεγείροντας αισθήσεις και συναισθήματα που αντιστοιχούν στη δυναμική της στιγμής. Το συγκρότημα αναδεικνύεται σε διαμεσολαβητή μεταξύ του χρήστη και του τοπίου, σε έναν πυκνωτή αφηγήσεων στον οποίο τέμνονται διαφορετικές διαδρομές διερευνήσεων, ενόσω ο διάλογος των δύο όγκων με τη φύση προτείνει μια απροσδόκητη αφομοίωση ομοιοτήτων και διαφορών όπου εμπειρίες και χώροι διασταυρώνονται μεταξύ τους ως παράλληλα γεγονότα. Στη ρητορική της σύνθεσης η παρατήρηση από και προς τα κτίρια εξελίσσεται σε ποιητική αποκαλύψεων, βασισμένη σε επάλληλες διαβαθμισμένες μεταβάσεις, όπου κάθε φορά φανερώνεται σε δεύτερο πλάνο η φύση, είτε η υπόσχεσή της.
Μια συνεργασία της Lifo με την Design Ambassador και το Archisearch.gr