«Θείος Βάνιας»: Ανατέμνοντας το πιο οικείο από τα έργα του Τσέχοφ

θείος βάνιας Facebook Twitter
O Αντόν Τσέχοφ διαβάζει το κείμενο στον θίασο του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας το 1899.
0

Το 1898 και 1899 παρουσιάζονται στο κοινό της Μόσχας από το Θέατρο Τέχνης τα έργα του Αντόν Τσέχοφ «Ο Γλάρος» και «Ο θείος Βάνιας» αντίστοιχα. 

Ο «Θείος Βάνιας», που ο Τσέχοφ χαρακτηρίζει «Σκηνές από τη ζωή στο χωριό σε τέσσερις πράξεις», θεωρείται ένα από τα αριστουργήματα της παγκόσμιας δραματολογίας. Ένας λόγος για τον οποίο ξεχωρίζει ανάμεσα στα σημαντικά θεατρικά που έγραψε ο συγγραφέας στο τέλος της ζωής του είναι ότι αποτελεί το μοναδικό από τα ύστερα έργα του που δημοσιεύτηκε πριν παρουσιαστεί και το μοναδικό που ανέβηκε πρώτα στην επαρχία και μετά έκανε τη μητροπολιτική του πρεμιέρα.

Οι Ρώσοι είχαν αρχίσει να αγαπούν τον «Θείο Βάνια» ακόμα και προτού η μυθική παράσταση του Στανισλάβσκι για το Θέατρο Τέχνης της Μόσχας σφραγίσει την επιτυχία του τον Οκτώβριο του 1899, δύο ολόκληρα χρόνια μετά την πρώτη παράσταση στο μακρινό Ροστόφ, στο Ντον. 

Ο «Θείος Βάνιας» είναι μια ιστορία χαρακτήρων που βρίσκονται μεταξύ παράδοσης και μεταμόρφωσης, προσωπικής απομόνωσης και συλλογικής δράσης, ανάμεσα στο δέλεαρ του έρωτα και την ασφάλεια του καθήκοντος.

Η συγκίνηση του Γκόρκι

Τον προηγούμενο χρόνο ο Μαξίμ Γκόρκι είχε γράψει στον Τσέχοφ για να του πει ότι είχε παρακολουθήσει μια παράσταση στο Νίζνι Νόβγκοροντ κλαίγοντας με λυγμούς.

Αγαπητέ μου Αντόν Πάβλοβιτς,

 … Τις προάλλες παρευρέθηκα σε μια παράσταση του «Θείου Βάνια». Κοίταζα τη σκηνή του θεάτρου και... έβαλα τα κλάματα σαν καλή κυρά, μόλο που δεν είμαι διόλου νευρικός. Γύρισα στο σπίτι μου σαστισμένος και συγκλονισμένος από το έργο σας σάς έγραψα ένα μακροσκελές γράμμα και... μετά το έσκισα.

Αδύνατο να περιγράψει κανείς με σαφήνεια τι ξυπνάει το έργο σας στα μύχια της ψυχής. Βλέποντας όμως τους ήρωές σας πάνω στη σκηνή, είχα την αίσθηση ότι μ’ έκοβε ολάκερο ένα μαλακό πριόνι: τα δόντια του μπήγονταν κατευθείαν στην καρδιά κι εκείνη από τον πόνο σφιγγόταν, βογγούσε, ξεσκιζόταν….

τσέχωφ γκόρκι Facebook Twitter
Ο Αντόν Τσέχοφ με τον Μαξίμ Γκόρκι

Ένα σύνολο δυστυχισμένων χαρακτήρων

Έχοντας κυκλοφορήσει το 1897, ο «Θείος Βάνιας» έγινε γρήγορα το αγαπημένο έργο των ερασιτεχνικών θεατρικών συλλόγων και χιλιάδες θεατρόφιλοι σε όλη τη χώρα είδαν παράστασή του πριν από τον ίδιο τον συγγραφέα του.

Έχοντας μεγαλώσει στο απομακρυσμένο Ταγκανρόγκ, ο Τσέχοφ γνώριζε από πρώτο χέρι πόσο απελπιστική μπορεί να είναι η ζωή στην επαρχία και μέχρι τότε είχε γράψει πολλές ιστορίες για ευφυείς, αλλά αποπροσανατολισμένους ανθρώπους που μοιάζουν να υποφέρουν άδικα ή χωρίς να καταλαβαίνουν το γιατί. Στον «Θείο Βάνια» δημιούργησε επί σκηνής ένα σύνολο δυστυχισμένων χαρακτήρων, στους οποίους πολλοί άνθρωποι ένιωσαν για πρώτη φορά ότι έβλεπαν μια αντανάκλαση του εαυτού τους. 

Λίγα χρόνια νωρίτερα, το 1887, είχε ανέβει στη σκηνή του Θεάτρου Κορς στη Μόσχα το έργο του «Ιβάνοφ», το οποίο δέχτηκε αντικρουόμενες κριτικές. Αυτό το γεγονός έκανε τον Ρώσο συγγραφέα να μη δώσει σε επαγγελματικό θίασο το δεύτερο θεατρικό του έργο, τον «Δαίμονα του δάσους». Όμως μια δεκαετία αργότερα παρουσίασε τον «Θείο Βάνια», που προέκυψε μετά από εκτεταμένη επεξεργασία του αυτού του έργου. 

Κατά τη διάρκεια αυτής της αναθεωρητικής διαδικασίας, εκτός από τη μείωση του αριθμού των προσώπων επήλθε και η αλλαγή του αρχικού ευτυχισμένου τέλους προς μια πιο διφορούμενη, λιγότερο οριστική λύση. 

Ο κριτικός Ντόναλντ Ρέιφιλντ παρουσίασε μελέτες που υποδηλώνουν ότι ο Τσέχοφ αναθεώρησε τον «Δαίμονα του δάσους» κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του στο νησί Σαχαλίνη, μια αποικία φυλακών στην ανατολική Ρωσία, το 1891, όπου μελέτησε τις άθλιες συνθήκες διαβίωσης των καταδίκων.

Μια άλλη θεωρία θέλει τον Τσέχοφ να ολοκληρώνει τον «Θείο Βάνια» στο μικρό κτήμα του στην ύπαιθρο της Μόσχας, όπου, μεταξύ άλλων, είχε φυτέψει δέντρα, είχε περιθάλψει αγρότες και είχε γίνει φίλος με τον Πιοτρ Κούρκιν, έναν ιδεαλιστή νεαρό γιατρό του ζέμστβο (το ζέμστβο ήταν ένας θεσμός τοπικής αυτοδιοίκησης που δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της μεγάλης μεταρρύθμισης του 1861, η οποία πραγματοποιήθηκε στην αυτοκρατορική Ρωσία από τον Αλέξανδρο Β'), με τον οποίο είχε συνεργαστεί κατά τη διάρκεια της επιδημίας χολέρας του 1892. Ο Κούρκιν, ο οποίος εισήγαγε τον γεωγραφικό παράγοντα στη μελέτη των ασθενειών και δάνεισε τους χάρτες του στην παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας, ήταν μία από τις κύριες εμπνεύσεις για τον γιατρό Αστρόφ, ένα από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα του έργου.

ΕΠΕΞ Θείος Βάνιας Facebook Twitter
Ο Κονσταντίν Στανιλάβσκι ως Αστρόφ στην παραγωγή του Θεάτρου Τέχνης της Μόσχας το 1899.

Δράμα και κωμωδία μαζί

Η υπόθεση είναι γνωστή σχεδόν σε όλους. Ο Ιβάν, γνωστός και ως θείος Βάνιας, αγωνίζεται απελπισμένα να διαχειριστεί το οικογενειακό κτήμα μαζί με την ανύπαντρη ανιψιά του, τη Σόνια, που υπομένει σιωπηλά τον ανεκπλήρωτο έρωτά της για τον τοπικό γιατρό. Και οι δυο δουλεύουν σκληρά και ζουν φτωχικά και στερημένα για να στέλνουν όλα τα έσοδα στον πατέρα της Σόνια, που τον θεωρούν ως έναν εξαιρετικά καλλιεργημένο άνθρωπο, τρομερών πνευματικών ικανοτήτων.

Όταν ο πατέρας της Σόνιας και γαμπρός του Ιβάν έρχεται να περάσει μερικές μέρες στο κτήμα μαζί με τη νέα και όμορφη δεύτερη γυναίκα του, ο Βάνιας επιτέλους συνειδητοποιεί ότι ο άνδρας της συγχωρεμένης αδελφής του είναι ένας βαρετός, εγωιστής, αχάριστος και ματαιόδοξος ηλικιωμένος άνδρας. Ένας κενός άνθρωπος που δεν ενδιαφέρεται παρά μόνο για τον εαυτό του. Αδιαφορεί για το κτήμα, την κόρη του, τον γαμπρό, τους κόπους, τις θυσίες, τις στερήσεις των άλλων.

βανιας
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Άντον Τσέχωφ, Ο θείος Βάνιας, Κάπα Εκδοτική

Η πίκρα πλημμυρίζει τον Βάνια, ο οποίος αποχαιρετά με θλίψη όλα αυτά τα χρόνια που πήγαν χαμένα σε μια αυταπάτη, σε μια εσφαλμένη εκτίμηση. Η νέα γυναίκα του πληκτικού και άπληστου κύριου καθηγητή, η πανέμορφη Έλενα, πεθαίνει από ανία στη ρωσική εξοχή και ταυτόχρονα ανάβει φωτιές στις ανδρικές μαραμένες ψυχές. 

Η ιδιοφυΐα του Τσέχοφ βρήκε την κορυφαία της έκφραση μέσα από τα θεατρικά του έργα, εκεί όπου συνυπάρχουν το δράμα και η κωμωδία. Στον συγγραφέα Α. Σερεμπρόφ Τιχόνοφ, ο Τσέχοφ γράφει: «Λέτε πως κλάψατε στα έργα μου. Εγώ, όμως, δεν τα έγραψα γι' αυτό. Εγώ ήθελα να πω τίμια στους ανθρώπους: κοιταχτείτε, κοιτάξτε πόσο άσκημα και πληκτικά ζείτε όλοι σας». 

Συνεπής, είρων, ειλικρινής, ιδιοφυής, ο Τσέχοφ υποστήριζε ότι σκοπός της λογοτεχνίας είναι η απόλυτη, η τίμια αλήθεια, κάτι που επιδίωξε σε όλο του το έργο. Αντικειμενικός, λιτός, καίριος, σαρκάζει τη βλακεία, την έπαρση, την αμάθεια, την ψευτιά, τη σκληρότητα, ενώ δείχνει τη συμπάθειά του στους αφανείς ήρωες που δούλεψαν, κουράστηκαν, εξοντώθηκαν και στερήθηκαν τις χαρές της ζωής.

Η διαχείριση ενός οικογενειακού κτήματος αποτελεί τον πυρήνα γύρω από τον οποίο αναπτύσσεται μια ιστορία για τα οράματα που διαψεύστηκαν, τις ιδέες που προδόθηκαν, τα πάθη που άδοξα σβήστηκαν και τις ανθρώπινες σχέσεις που χτίζονται για να γκρεμιστούν, σε ένα συγκλονιστικά σύγχρονο σχόλιο για την «ατάραχη» ζωή της επαρχίας που αλλοτριώνει σε βάθος και καταρρακώνει ανθρώπους και συνειδήσεις. 

Θείος Βάνιας 1899 Facebook Twitter
Σκηνή από τον «Θείο Βάνια», Πράξη Ι, Θέατρο Τέχνης της Μόσχας, 1899 (η Όλγα Κνίπερ ως Έλενα, δεξιά)

Οι καινοτομίες του Τσέχοφ

Ο Τσέχοφ βλέπει την αλληλοκαταστροφή των χαρακτήρων ως ένα μικρό οικοσύστημα που συμβολίζει την εσκεμμένη καταστροφή της φύσης. Αυτό συνέβαινε προτού όλοι μας αποκτήσουμε έντονη επίγνωση της κλιματικής καταστροφής. Σήμερα το έργο του Τσέχοφ έχει αποκτήσει νέες διαστάσεις. Η αγάπη του γιατρού Αστρόφ για το δάσος υπερισχύει κάθε άλλης αγάπης στο έργο. Μερικά από τα πιο όμορφα λόγια που ακούγονται προέρχονται από εκείνον και αφορούν την αγάπη του για το παρθένο τοπίο και την ιδέα της κατά το δυνατό διατήρησης του φυσικού κόσμου. Ο περιβαλλοντικός ακτιβισμός του ήρωα ευθυγραμμίζεται με τον προσωπικό σκεπτικισμό του Τσέχοφ απέναντι στην αχαλίνωτη εκβιομηχάνιση της Ρωσίας και τη νοσταλγία του για την ψυχολογική ελευθερία και αυτονομία που παρείχαν κάποτε τα άγρια τοπία της χώρας του.

Όταν παρουσιάστηκε ο «Θείος Βάνιας», η λεπτή και δραματική εναλλαγή της διάθεσης των ηρώων του Τσέχοφ απείχαν έτη φωτός από τα κλισέ του συμβατικού θεάτρου της Ρωσίας. Ο Τσέχοφ έγραψε ένα έργο που δεν είναι τραγωδία ούτε φάρσα, με ασήμαντους ανθρώπους που φαινομενικά έρχονται και φεύγουν τυχαία, αφού προηγουμένως έχουν κάνει αδιάφορες συζητήσεις που πάντα εκφυλίζονται σε καβγάδες.

Στα χέρια του το θεατρικό έργο αλλάζει οριστικά· έχει δημιουργήσει ένα δράμα με ραφές και συρραφές που δεν πρέπει να δει κανείς. Ασχολείται με τα αινίγματα της ανθρώπινης ύπαρξης, με την οποία όλοι μπορούμε να ταυτιστούμε, είναι τόσο επίκαιρα σήμερα όσο και τη δεκαετία του 1890 και μακριά από τις εγωκεντρικές ανησυχίες της διανόησης του τέλους του δέκατου ένατου αιώνα. 

Ίσως γι’ αυτό το κοινό της Μόσχας, στην αρχή, όπως και οι θεατές του έργου στην Ευρώπη, όταν πρωτοπαρουσιάστηκε, δεν ήξεραν ακριβώς τι αισθάνονταν. «Πού είναι το δράμα; Σε τι συνίσταται; Δεν οδηγεί πουθενά!» παραπονέθηκε ο Λέων Τολστόι.

Ποιοι ήταν αυτοί οι χαρακτήρες που ζούσαν σε ένα μισοερειπωμένο κτήμα στη ρωσική ύπαιθρο με αδύναμους οικογενειακούς δεσμούς, ενδιαφέρον για τα μέτρια έσοδά του και πάθη που έμοιαζαν πολύ χλιαρά για να τους συνδέουν; Γιατί ήταν όλοι μαζί; Γιατί ο συνδυασμός είναι ουσιώδης στον Τσέχοφ, περισσότερο από τα πάθη και τις ερωτικές ίντριγκες. Και ας είναι μόνη παρηγοριά του Βάνια το πάθος του για τη Έλενα, με την οποία είναι ερωτευμένος και ο Αστρόφ, και ας κρατά η ανεκπλήρωτη φύση αυτής της επιθυμίας και τους δυο άνδρες σε εγρήγορση. 

Ο Τσέχοφ ήταν μόλις τριάντα έξι ετών όταν ολοκλήρωσε τον «Θείο Βάνια» και γνώριζε ότι ο ίδιος δεν θα έφτανε ποτέ τα πενήντα. Σε ένα γράμμα στον καλύτερό του φίλο Alexei Suvorin εκείνη την εποχή, του εκμυστηρεύτηκε ότι έβηχε αίμα.

Έξι μήνες αργότερα, μια αιμορραγία στους πνεύμονες επιβεβαίωσε τη φυματίωση που θα τον σκότωνε πριν από τα τεσσαρακοστά πέμπτα γενέθλιά του. Έγραψε τον «Θείο Βάνια» έχοντας επίγνωση της θνητότητάς του και αυτό λέει πολλά για όσα ακούγονται στο έργο. Ο ίδιος αξιοποίησε στο έπακρο τη σύντομη ζωή του, αφιερώνοντάς τη στη φιλανθρωπία, στην οικολογία και στη σκληρή δουλειά για να τιμήσει τα δημιουργικά του χαρίσματα και τις ηδονιστικές αναζητήσεις. 

Θείος Βάνιας Facebook Twitter
Ο Αντόν Τσέχοφ το 1902

Το πιο οικείο από τα έργα του

Γράφοντας έργα για τον πόνο που προκύπτει όταν οι άνθρωποι που έχουν προσκολληθεί στις συνήθειες και στις αυταπάτες τους αναγκάζονται να αντιμετωπίσουν μια πραγματικότητα που τους διαψεύδει, ήλπιζε να ενθαρρύνει το αυτάρεσκο κοινό του να ζει κάθε μέρα σαν να ήταν η τελευταία του. Όπως έγραψε κάποτε σε ένα γράμμα του: «Παρ' όλες τις προσπάθειές μου να είμαι σοβαρός, δεν τα καταφέρνω – σε μένα το σοβαρό εναλλάσσεται πάντα με το τετριμμένο».

«Τον Τσέχοφ τον διασκέδαζε ιδιαιτέρως να δημιουργεί όλες τις ποικιλίες αυτού του προπολεμικού, προεπαναστατικού χαρακτήρα. Αυτοί οι άνθρωποι δεν ονειρεύονταν. Δεν εξουσίαζαν. Χαλούσαν τις ζωές τους και τις ζωές των άλλων, ήταν ανόητοι, αδύναμοι, ανεπαρκείς, υστερικοί. Αλλά ο Τσέχοφ λέει, "ευλογημένη η χώρα που παράγει αυτόν τον τύπο ανθρώπου". Έχαναν ευκαιρίες, απέφευγαν τη δράση, ξενυχτούσαν σχεδιάζοντας κόσμους που δεν μπορούσαν να χτίσουν. Αλλά από μόνη της η ύπαρξη τέτοιων ανθρώπων, γεμάτων τόση θέρμη, τόση φλογερή απάρνηση, τόση αγνότητα πνευματική, τόση ηθική ανύψωση, και μόνο το γεγονός πως τέτοιοι άνθρωποι έζησαν και πιθανά ακόμα ζούνε κάπου, κάπως, μέσα στην ανελέητη Ρωσία, είναι μια υπόσχεση ότι θα 'ρθουν καλύτερες μέρες για όλο τον κόσμο – ίσως γιατί ανάμεσα στους νόμους της φύσης ο πιο θαυμαστός είναι η επιβίωση του αδύναμου», γράφει ο Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ. 

Ο «Θείος Βάνιας» είναι μια ιστορία χαρακτήρων που βρίσκονται μεταξύ παράδοσης και μεταμόρφωσης, προσωπικής απομόνωσης και συλλογικής δράσης, ανάμεσα στο δέλεαρ του έρωτα και την ασφάλεια του καθήκοντος. Ο Τσέχοφ ασχολείται με αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «χαμένη ζωή». Οι άνθρωποι της ιστορίας του ζουν μέσα στον λήθαργο, την πλήξη και τη λύπη για τη μη ικανοποιητική ζωή τους.

Λυπούνται για τα γηρατειά τους, θρηνούν για τα χρόνια που σπατάλησαν στην αγγαρεία, θλίβονται για τις χαμένες αγάπες και συλλογίζονται πικρά τι θα μπορούσε να είχε γίνει αν η μοίρα τους ήταν διαφορετική. Υποφέρουν έτσι από ένα αίσθημα απώλειας, χωρίς να γνωρίζουν ακριβώς τι έχουν χάσει, ενώ οι προσωπικοί τους προβληματισμοί ξεπηδούν μέσα από την καθημερινότητα, δίνοντας τη θέση τους σε χείμαρρους δυστυχούς ενδοσκόπησης. «Είσαι πιο ψυχρός και από τον διάβολο με τους ανθρώπους», έγραψε ο Γκόρκι στον Τσέχοφ με αφορμή τον «Βάνια». «Είσαι τόσο αδιάφορος γι' αυτούς, όσο το χιόνι, μια χιονοθύελλα».

Ωστόσο ο «Θείος Βάνιας» θεωρείται από πολλούς το πιο οικείο από τα έργα του Τσέχοφ, ίσως γιατί ο θεατής αναγνωρίζει τη συναισθηματική πραγματικότητα μιας οικογένειας. Ο συγγραφέας θα μπορούσε να είναι ένας από το κοινό επειδή έβλεπε τόσο αποστασιοποιημένα τους άλλους όσο και τον εαυτό του. Πώς θα μπορούσε να μην το κάνει; Ασθενής στο μεγαλύτερο μέρος της σύντομης ζωής του, ήταν ένας γιατρός που δεν μπορούσε να θεραπεύσει τον εαυτό του. Ήταν μια κατάσταση της οποίας την ειρωνεία καταλάβαινε.

θειος βάνιας καραντζάς Facebook Twitter
Φωτογραφία από τον «Θείο Βάνια» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά που θα ανέβει στο θέατρο Προσκήνιο.

«Ή είμαι κανένας επηρμένος βλάκας ή ένας οργανισμός πραγματικά ικανός να γίνει καλός συγγραφέας. Ό,τι γράφουν τώρα δεν μου αρέσει, το βαριέμαι, αλλά βρίσκω συγκινητικά και ενδιαφέροντα όσα έχω εγώ στο μυαλό μου κι έτσι συμπεραίνω πως κανένας δεν κάνει ό,τι πρέπει και μόνο εγώ ξέρω το μυστικό για το τι θα έπρεπε να γίνει. Μα το πιο ωραίο είναι ότι όλοι οι συγγραφείς πιθανόν να σκέπτονται το ίδιο. Άλλωστε σ’ όλα αυτά τα προβλήματα κι ο διάολος χάνει τα πασχάλια!» γράφει. 

Το μοτίβο της αποξένωσης, που αναφέρεται τόσο στην αποξένωση του ατόμου από τους άλλους όσο και από τον εαυτό του, είναι κεντρικό για την κατανόηση του τρόπου με τον οποίο οι χαρακτήρες του «Θείου Βάνια» κατανοούν τα αντίστοιχα προβλήματά τους, με τον Τσέχοφ να μεταφέρει σύνθετες ιδέες όχι μόνο μέσω του κειμένου αλλά και μέσω του υποκειμένου.

«Ο Τσέχοφ είχε το δικό του έργο να επιτελέσει, παρότι ορισμένοι κριτικοί έγραφαν ότι υπηρετούσε την “καθαρή τέχνη”, τον συνέκριναν μάλιστα με ανέμελο πουλί που πετάει από κλαρί σε κλαρί. Προκειμένου να καθορίσω με δύο λέξεις την τάση του, θα πω το εξής: ο Τσέχοφ ήταν ο βάρδος της απελπισίας. Επίμονα, θλιμμένα, μονότονα, κατά τη διάρκεια όλης της εικοσιπενταετούς λογοτεχνικής του δραστηριότητας, ο Τσέχοφ δεν έκανε παρά ένα και μόνο πράγμα: να σκοτώνει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τις ελπίδες των ανθρώπων. Σε τούτο, κατ’ εμέ, έγκειται η ουσία του έργου του», γράφει ο Λεφ Σεστόφ. 

«Ρωτάτε τι είναι η ζωή», έγραψε στην Όλγα Κνίπερ λίγους μήνες πριν από τον θάνατό του. «Αυτό είναι σαν να ρωτάς τι είναι το καρότο. Ένα καρότο είναι ένα καρότο και δεν υπάρχει τίποτε άλλο να μάθεις».

Δείτε εδώ ώρες και μέρες παραστάσεων για τον Θείο Βάνια που σκηνοθετεί ο Δημήτρης Καραντζάς.

Πηγές:
Άντον Τσέχοφ, Αλληλογραφία, μτφρ. Μέλπω Αξιώτη, Εκδόσεις Κέδρος, 1968
Λεφ Σεστόφ, Αντόν Τσέχοφ: Δημιουργία εκ του μηδενός, μτφρ. Νάγια Παπασπύρου, εκδ. Ροές, 2014
Μαξίμ Γκόρκι - Άντον Τσέχωφ, Αλληλογραφία, μτφρ. Μαρία Τσάτσου, επιμέλεια Ελένη Βελνίδου, Εκδόσεις Printa - Εκ βαθέων, 2007
Vladimir Nabokov, Lectures on Russian Literature, Mariner Books, 2002. Μτφρ. Γκέλυ Καλαμπάκα (από το πρόγραμμα του «Θείου Βάνια» σε σκηνοθεσία Δημήτρη Καραντζά, θέατρο Προσκήνιο, 2022)






 

Θέατρο
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Δοκίμιο / Γιατί πρέπει να διαβάζουμε τους Ρώσους, σύμφωνα με τον Ναμπόκοφ

Στα απολαυστικά «Μαθήματα για τη ρωσική λογοτεχνία» (παραδόσεις για το έργο των Γκόγκολ, Γκόρκι, Ντοστογέφσκι, Τουργκένιεφ και Τσέχοφ) του Βλαντίμιρ Ναμπόκοφ μαθαίνουμε γιατί οι σπουδαίοι Ρώσοι του 19ου αιώνα είναι οι πραγματικά πρωτοπόροι στην ιστορία της λογοτεχνίας.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν

Θέατρο / Πού οφείλεται τόση δίψα για το θέατρο;

Το θέατρο εξακολουθεί να προκαλεί debates και ζωηρές συζητήσεις, παρά τις κρίσεις και τις οικονομικές περικοπές που έχει υποστεί, και φέτος ανεβαίνουν στην Αθήνα παραστάσεις για κάθε γούστο που θα συγκινήσουν, θα διασκεδάσουν και θα προβληματίσουν.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ανδρέας Κωνσταντίνου

Θέατρο / Ανδρέας Κωνσταντίνου: «Δεν μ' ενδιαφέρει τι υποστηρίζεις στο facebook, αλλά το πώς μιλάς σε έναν σερβιτόρο»

Ο ηθοποιός που έχει υποδυθεί τους πιο ετερόκλητους ήρωες και θα πρωταγωνιστήσει στην τηλεοπτική μεταφορά της «Μεγάλης Χίμαιρας» αισθάνεται ότι επιλέγει την τηλεόραση για να ικανοποιήσει την επιθυμία του για κάτι πιο «χειροποίητο» στο θέατρο.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Ο Στρίντμπεργκ και η «Ορέστεια» προσγειώνονται στον κόσμο της Λένας Κιτσοπούλου

Θέατρο / Η Μαντώ, ο Αισχύλος και ο Στρίντμπεργκ προσγειώνονται στον κόσμο της Κιτσοπούλου

Στην πρόβα του νέου της έργου όλοι αναποδογυρίζουν, συντρίβονται, μοντάρονται, αλλάζουν μορφές και λένε λόγια άλλων και τραγούδια της καψούρας. Ποιος θα επικρατήσει στο τέλος;
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Οι Αθηναίοι / «Η εποχή μας δεν ανέχεται το λάθος»

Η ηθοποιός Ρουμπίνη Βασιλακοπούλου θυμάται τα χρόνια του Θεάτρου Τέχνης, το πείραμα και τις επιτυχίες του Χυτηρίου, περιγράφει τι σημαίνει γι' αυτή το θεατρικό σανίδι και συλλογίζεται πάνω στο πέρασμα του χρόνου.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Θωμάς Μοσχόπουλος

Θέατρο / «Άρχισα να βρίσκω αληθινή χαρά σε πράγματα για τα οποία πριν γκρίνιαζα»

Έπειτα από μια δύσκολη περίοδο, ο Θωμάς Μοσχόπουλος ανεβάζει τον δικό του «Γκοντό». Έχει επιλέξει μόνο νέους ηθοποιούς για το έργο, θέλει να διερευνήσει την επίδρασή του στους εφήβους, πραγματοποιώντας ανοιχτές πρόβες. Στο μεταξύ, κάνει μια πολύ ενδιαφέρουσα κουβέντα με την Αργυρώ Μποζώνη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Θέατρο / Τι είναι για σένα το «Οξυγόνο»;

Ένα συναρπαστικό υβρίδιο θεάτρου, συναυλίας, πολιτικοκοινωνικού μανιφέστου και rave party, βασισμένο στο έργο του επικηρυγμένου στη Ρωσία δραματουργού Ιβάν Βιριπάγιεφ, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης σε σκηνοθεσία Γιώργου Κουτλή και αποπειράται να δώσει απάντηση σε αυτό το υπαρξιακό ερώτημα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

The Review / Υπάρχει το «για πάντα» σε μια σχέση;

Ο Αλέξανδρος Διακοσάββας και ο δημοσιογράφος και κριτικός θεάτρου Γιώργος Βουδικλάρης μιλούν για την παράσταση «Ο Χορός των εραστών» της Στέγης, τα υπαρξιακά ερωτήματα που θέτει το κείμενο του Τιάγκο Ροντρίγκες και τη χαρά τού να ανακαλύπτεις το next best thing στην τέχνη.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Όπερα / Φανί Αρντάν: «Σκυλάκι δεν είμαι, προτιμώ να παραμείνω λύκος»

Πολυσχιδής και ανήσυχη, η Φανί Αρντάν δεν δίνει απλώς μια ωραία συνέντευξη αλλά ξαναζεί κομμάτια της ζωής και της καριέρας της, με αφορμή την όπερα «Αλέκο» του Σεργκέι Ραχμάνινοφ που σκηνοθετεί για την Εθνική Λυρική Σκηνή.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΚΟΥΤΣΟΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟΣ
Το «Κυανιούχο Κάλιο» είναι μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων 

Θέατρο / «Κυανιούχο Κάλιο»: Μια παράσταση για το ταμπού των αμβλώσεων στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά

Όχι μόνο σε ανελεύθερα ή σκοταδιστικά καθεστώτα, αλλά και στον δημοκρατικό κόσμο, η συζήτηση για το δικαίωμα της γυναίκας σε ασφαλή και αξιοπρεπή ιατρική διακοπή κύησης παραμένει τρομακτικά επίκαιρη.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

Θέατρο / Τενεσί Ουίλιαμς: Ο ποιητής των χαμένων ψυχών

«Εκείνο που με σπρώχνει να δημιουργώ θεατρικούς χαρακτήρες είναι ο έρωτας», έλεγε ο Ουίλιαμς, που πίστευε ότι ο πόθος «είναι κάτι που κατακλύζει πολύ μεγαλύτερο χώρο από αυτόν που μπορεί να καλύψει ένας άνθρωπος». Σε αυτόν τον πόθο έχει συνοψίσει τη φυγή και την ποίηση, τον χρόνο, τη ζωή και τον θάνατο.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Οι δυο Ιφιγένειες του Ντμίτρι Τσερνιακόφ

Όπερα / Οι δυο βραβευμένες Ιφιγένειες του Ντμίτρι Τσερνιακόφ ανεβαίνουν σε περίοδο πολέμου

Λίγο πριν σηκωθεί η αυλαία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής για τις δύο εμβληματικές όπερες του Γκλουκ, ο σημαντικός Ρώσος σκηνοθέτης εξηγεί τις σύγχρονες παραμέτρους της θυσίας της αρχαίας τραγικής ηρωίδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ