Η δημιουργία χώρων υψηλών λειτουργικών και αισθητικών προδιαγραφών και η ευκολία συντήρησής τους∙ η εργονομία, οι νέες τεχνολογίες, η σύγχρονη αισθητική∙ η ευελιξία που αποδίδεται με χώρους που μπορούν εύκολα να μετασχηματιστούν και επιτρέπουν διαφορετικές δραστηριότητες, ενθαρρύνοντας τη συμμετοχή και την ομαδική εργασία∙ η εκμετάλλευση και η ανάδειξη φυσικών στοιχείων, όπως το φως και ο αερισμός, που συμβάλλουν στη δημιουργία ενός υγιούς περιβάλλοντος. Αυτά είναι τα στοιχεία-βασικοί πυλώνες του σχεδιασμού του νέου τριώροφου σχολικού κτιρίου «Kassandra Center for Educational Excellence /IB DIPLOMA PROGRAMME» του Κολεγίου Ανατόλια στο Πανόραμα Θεσσαλονίκης, όπως εξηγεί η Μαρία Δέδα για το πιο πρόσφατο έργο που επιμελείται το αρχιτεκτονικό της γραφείο στην πόλη όπου γεννήθηκε.
Βασισμένος σε διεθνή παραδείγματα αντίστοιχων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που υλοποιούνται τώρα και επικεντρωμένος στα νέα δεδομένα μάθησης, ο σχεδιασμός του κτιρίου είναι επίκαιρος, μια και έχει διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να επιτυγχάνει την καλύτερη δυνατή απόδοση βιωσιμότητας και βελτιστοποίησης του εσωτερικού περιβάλλοντος αλλά και να καταναλώνει τη λιγότερη δυνατή ενέργεια. «H βιωσιμότητα είναι ούτως ή άλλως το μέλλον και αν δεν το λαμβάνουμε όλοι υπόψη μας στην καθημερινότητα, δεν θα υπάρξει αύριο. Το ίδιο ισχύει και για τα κτίρια μέσα στα οποία ζούμε, εργαζόμαστε, κινούμαστε. Οφείλουμε να σχεδιάζουμε οτιδήποτε νέο με φυσικά υλικά, προσπαθώντας για το ελάχιστο δυνατό αποτύπωμα στο περιβάλλον», λέει η κ. Δέδα.
Αρχιτεκτονική δεν σημαίνει ότι εμπνέεσαι και σχεδιάζεις όπως θα έκανες με έναν πίνακα, χωρίς κανείς και τίποτα να σε περιορίζει. Μοιάζει περισσότερο με μαθηματική εξίσωση.
Τα τελευταία χρόνια η έννοια της βιωσιμότητας ακούγεται και χρησιμοποιείται από την αρχιτεκτονική κοινότητα, ενώ όλο και περισσότεροι είναι οι αρχιτέκτονες παγκοσμίως που ασχολούνται με την επίτευξή της. Ωστόσο υπάρχει μία ακόμα τάση διεθνώς που παρατηρεί η Μαρία Δέδα και δεν τη βρίσκει σύμφωνη, «το φαινόμενο του κτιρίου-ορόσημου, το ότι είναι πολλοί εκείνοι που θέλουν να δημιουργήσουν σε μια πόλη κτίρια τα οποία θα φαίνονται πάρα πολύ έντονα. Που θα τους κάνουν να ξεχωρίσουν, κι ας μη βρίσκονται σε αρμονία με το περιβάλλον. Προσωπικά, πιστεύω στα landmarks κτίρια, αλλά πρέπει όχι μόνο να είναι συγκεκριμένα και σε χρήση αλλά και σε συγκεκριμένα σημεία σε ένα τοπίο και σε έναν πολεοδομικό ιστό, όχι πολλά μαζί, αποπροσανατολίζοντάς μας. Γιατί, στ’ αλήθεια, είναι πολύ δύσκολο να καταφέρεις να κάνεις ένα πολύ επιτυχημένο κτίριο-ορόσημο που θα αντέξει στον χρόνο και θα διατηρήσει την αίγλη του».
Εκτός από τη βιωσιμότητα, την ευελιξία και την καινοτομία, προτεραιότητα του γραφείου Deda & Architects είναι η συνύπαρξη των υφιστάμενων στοιχείων του εκάστοτε κτιρίου με το σύγχρονο ύφος και τη διαχρονικότητα. «Μας ενδιαφέρουν τα κτίρια που μπορούν να αντέξουν στον χρόνο, το να μπορείς να πεις κανείς γι’ αυτά ότι είναι ωραία μετά από δέκα, είκοσι, τριάντα χρόνια». Ένα από τα τελευταία και πιο σημαντικά σε εξέλιξη έργα του γραφείου είναι το συγκρότημα κατοικιών «Τhree Green Curves» στη Θέρμη Θεσσαλονίκης.
Βασικές αρχές στον σχεδιασμό του συγκεκριμένου έργου ήταν η χρήση μίας ξεχωριστής και συγχρόνως διαχρονικής μορφής, το μέγιστο δυνατό άνοιγμα των χώρων όλων των κατοικιών προς τη θέα, η διαμόρφωση μικροκλίματος και η προστασία από τα φυσικά στοιχεία με τη δημιουργία φυτεμένης στέγης και αρχιτεκτονικών σκίαστρων. «Φροντίζουμε να σεβόμαστε το οποιοδήποτε περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται το ακίνητο που αναπτύσσουμε, είτε αυτό είναι καινούργιο και νεόδμητο είτε έχουμε αναλάβει την ανακαίνιση και την ανάπλασή του. Η εντοπιότητα είναι κάτι που λαμβάνουμε σοβαρά υπόψη μας» λέει η Μαρία Δέδα.
Πόση σχεδιαστική ελευθερία έχει όμως ένας αρχιτέκτονας όταν δημιουργεί; «Ποτέ ένας αρχιτέκτονας δεν είναι απόλυτα ελεύθερος, κάθε έργο έχει τους δικούς του περιορισμούς. Υπάρχουν οι κανονισμοί που υπαγορεύει η νομοθεσία και πρέπει να τηρηθούν, είναι οι απαιτήσεις του πελάτη και, το βασικότερο απ’ όλα, έχεις να κάνεις με ένα συγκεκριμένο budget. Αρχιτεκτονική δεν σημαίνει ότι εμπνέεσαι και σχεδιάζεις όπως θα έκανες με έναν πίνακα, χωρίς κανείς και τίποτα να σε περιορίζει. Μοιάζει περισσότερο με μαθηματική εξίσωση. Πρέπει να συνυπολογίσεις όλα τα δεδομένα και να προσαρμόζεις σε αυτά εκείνο που έχεις σκεφτεί κάθε φορά και θα ήθελες να δεις να υλοποιείται. Ωστόσο στα τελευταία έργα του γραφείου, όσα θέλαμε και είχαμε φανταστεί μπορώ να πω ότι τα πετύχαμε».
Στην Αθήνα η εταιρεία Deda & Architects θα παρουσιάσει σύντομα ολοκληρωμένο ένα κτίριο γραφείων στην οδό Βερανζέρου, στην Ομόνοια. Σκοπός ήταν ο εκσυγχρονισμός, η αισθητική, λειτουργική και ενεργειακή αναβάθμιση ενός υφιστάμενου κτιρίου δέκα ορόφων, συμβατικής κατασκευής της δεκαετίας του ’60, αποτελούμενο από καταστήματα στο ισόγειο και γραφειακούς χώρους στους πάνω ορόφους, μέσα στο ιστορικό κέντρο της Αθήνας, ανάμεσα σε διατηρητέα κτίρια με θεά στην Ακρόπολη.
Μέσα στην πανδημία είδαμε ολόκληρα συγκροτήματα γραφείων να μένουν άδεια για μήνες. Από κει που τα γραφεία διαμορφώνονταν ως εντελώς ανοιχτοί χώροι, η πανδημία εμφανίστηκε αναπάντεχα και μας ανάγκασε να ζούμε και να εργαζόμαστε πιο ιδιωτικά. Όπως ο κορωνοϊός επαναπροσδιόρισε την καθημερινότητα όλων μας, έτσι συνέβη και με τις σχεδιαστικές προτεραιότητες αρχιτεκτόνων και γραφείων όπως αυτό της Μαρίας Δέδα. «Τόσο για τα γραφεία μας όσο και για τις κατοικίες η λογική μας είναι πλέον κοινή. Τα τελευταία δυόμισι χρόνια καταλάβαμε ότι το μέλλον δεν είναι κάτι το δεδομένο, γι’ αυτό τα νέα κτίρια και οι χώροι πρέπει να σχεδιάζονται έτσι ώστε να είναι όσο περισσότερο γίνεται ευέλικτοι, προκειμένου να μπορούν να τροποποιηθούν εύκολα, με τα λιγότερα δυνατά μέσα», επισημαίνει.
Αν και δεν διακρίθηκε στον διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό για την ανάπλαση του εκθεσιακού κέντρου Θεσσαλονίκης, το Studio Deda & Architects κατέθεσε τη δική του πρόταση σε συνεργασία με ένα πολυβραβευμένο και παγκοσμίως γνωστό γραφείο, το Heatherwick Studio του Λονδίνου που συνέβαλε στον σχεδιασμό των νέων γραφείων της Google στη Silicon Valley. Στην Ελλάδα μπορούμε να δούμε σπουδαία δείγματα σύγχρονης αρχιτεκτονικής; Η Μαρία Δέδα μοιάζει σίγουρη: «Πιστεύω πάρα πολύ στους Έλληνες αρχιτέκτονες και στην αισθητική τους. Το μειονέκτημά μας σε σχέση με άλλους διεθνείς επαγγελματίες του χώρου είναι ότι δεν έχουμε στη διάθεσή μας πολύ μεγάλα budgets όπως και ότι τα έργα μας καθυστερούν πάρα πολύ. Δεν έχουμε τη δυνατότητα να τα δούμε να υλοποιούνται πολύ γρήγορα ώστε να πάρουμε αυτή την εμπειρία και να την εξελίξουμε. Ο Έλληνας αρχιτέκτονας δυσκολεύεται πάρα πολύ να δημιουργήσει κάτι ιδιαίτερο και αξιοπρεπές με τα λίγα που του δίνονται, είναι τελείως άνιση η μάχη. Παρ’ όλα αυτά, πιστεύω πως αυτή η συνθήκη δημιουργεί δυνατές ιδέες, γι’ αυτό και πολλοί Έλληνες αρχιτέκτονες διαπρέπουν και στο εξωτερικό».
Από την ειδική έκδοση ADM/ LiFO x Design Ambassador/ Archisearch