Λέα Ούπι: Η ζωή μου στην καταρρέουσα Αλβανία του Χότζα

lea ypi Facebook Twitter
Η Λέα Ούπι πετυχαίνει μια συναρπαστική αφήγηση με συναίσθημα και στοχαστικότητα, χωρίς το ένα στοιχείο να επισκιάζει το άλλο. Φωτ.: Getty Images/Ideal Image
0

Την ιστορία την ξέρουμε όλοι. Την ξέρουμε από την αποδώ πλευρά των συνόρων. Πολλοί την έχουμε ακούσει από πρώτο χέρι, από τους χιλιάδες μετανάστες που πέρασαν παράνομα τα βουνά της Ηπείρου όταν κατέρρευσε το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα στην Αλβανία.

Η Λέα Ούπι αφηγείται την ιστορία από την άλλη πλευρά των συνόρων. Γεννημένη στα Τίρανα το 1979, είναι δέκα χρονών όταν αρχίζει η κατάρρευση του καθεστώτος. Πίστευε ότι η «δίκαιη κοινωνία» της θα διαρκούσε για πάντα. Η δασκάλα της, Νόρα, ήταν απόλυτα κατηγορηματική ως προς αυτό.

Μάλιστα, μια μέρα, μετά το τέλος ενός λόγου της, σήκωσε το δεξί χέρι της και είπε: «Αυτό το χέρι θα είναι πάντα δυνατό. Αυτό το χέρι θα αγωνίζεται πάντα. Ξέρετε γιατί; Γιατί έχει σφίξει το χέρι του συντρόφου Ενβέρ. Έκανα μέρες να το πλύνω. Όμως, κι αφού το έπλυνα, η δύναμη παρέμεινε».

Η Λέα Ούπι, σήμερα καθηγήτρια Πολιτικής Θεωρίας στο London School of Economics, ανασυστήνει, μέσα από μια συναρπαστική αυτοβιογραφική αφήγηση, αυτήν τη «στιγμή» του τέλους της Ιστορίας. Αφηγείται το τέλος της δικής της μικροϊστορίας, την κατάρρευση των βεβαιοτήτων και των ψευδαισθήσεων και ταυτόχρονα την αναζήτηση της ελευθερίας, έστω κι αν αυτή η ελευθερία είναι ένα φάντασμα. Το βίωμά της γίνεται τελικά οικουμενικό, συνδέεται με την απώλεια και την ελπίδα.

Η αφήγηση της Λέα Ούπι καλύπτει το πέρασμά της από την παιδική στην εφηβική ηλικία καθώς και όλη την εφηβική ηλικία της. Είναι τα χρόνια από το 1990 έως 1997, δηλαδή από την κατάρρευση του κομμουνιστικού και κλειστού αυταρχικού καθεστώτος του Χότζα μέχρι τα γεγονότα του 1997, με την κατάρρευση του συστήματος των πυραμίδων.

Αυτή η τελευταία κατάρρευση έχει μείνει στην Ιστορία ως ο Αλβανικός Εμφύλιος, αφού συνοδεύτηκε από λεηλασίες, χιλιάδες νεκρούς (πάνω από δύο χιλιάδες άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους), επιθέσεις πολιτών σε στρατιωτικές φρουρές και ένα πρωτόγνωρο κύμα μετανάστευσης. Με την κατάρρευση των πυραμίδων ο μισός πληθυσμός της χώρας, ανάμεσά τους και η οικογένεια της Λέα Ούπι, έχασε όλες τις οικονομίες τους.

«Επικρατούσε το ίδιο χάος, η ίδια αίσθηση αβεβαιότητας, η ίδια κατάρρευση του κράτους, η ίδια οικονομική καταστροφή. Με μία διαφορά. Το 1990 δεν είχαμε τίποτα παρά μόνο την ελπίδα. Το 1997 την είχαμε χάσει κι αυτήν».

Στο εξώφυλλο του βιβλίου η φωτογραφία ενός άδειου κουτιού Coca-Cola συνδέεται με την αφήγηση, κυρίως όμως με την πραγματικότητα της αλβανικής κοινωνίας.

«Εκείνη την περίοδο ένα κουτάκι Coca-Cola αποτελούσε ένα εξαιρετικά σπάνιο θέαμα», γράφει η Ούπι. «Ακόμη πιο σπάνια ήταν η γνώση της λειτουργίας του. Συνιστούσε ένα σύμβολο κοινωνικού κύρους. Όταν κάποιος τύχαινε να έχει ένα κουτάκι, το επιδείκνυε στο καθιστικό του, συνήθως πάνω σε ένα σεμεδάκι στην τηλεόραση ή στο ραδιόφωνο, συχνά δίπλα στη φωτογραφία του Ενβέρ Χότζα. Χωρίς το κουτάκι της Coca-Cola, τα σπίτια μας έδειχναν ίδια. Ήταν βαμμένα στο ίδιο χρώμα, είχαν τα ίδια έπιπλα. Με το κουτάκι κάτι άλλαξε, όχι μόνο οπτικά».

ΣΑΒΒΑΤΟ Ο θείος Ενβέρ μας άφησε για πάντα Facebook Twitter
Η Λέα Ούπι σε παιδική ηλικία στην παραλία του Δυρραχίου. Φωτ.: Προσωπικό αρχείο της Λέα Ούπι.

Όταν γεννήθηκε η Λέα Ούπι, 8 Σεπτεμβρίου 1979, η εφημερίδα «Zeri I Populit», δηλαδή το επίσημο όργανο του Κόμματος, κατέγραφε ακόμη μία μέρα καπιταλιστικής κατάπτωσης, ιδεολογικής επιθετικότητας των Ηνωμένων Πολιτειών και της Σοβιετικής Ένωσης αλλά και εργατικής αλληλεγγύης.

Η Λέα γεννήθηκε με πολλές δυσκολίες και οι πιθανότητες επιβίωσής της ήταν μόλις 30%. Οι γονείς της δεν τόλμησαν να της δώσουν όνομα, αλλά αναθάρρησαν όταν το νοσοκομείο αρίθμησε το βρέφος: 471. «Μόνο τα νεκρά μωρά δεν έπαιρναν αριθμό και, απ’ τη στιγμή που δεν είχα πεθάνει ακόμα, είχαν κάθε λόγο να χαίρονται».

Η γιαγιά της, Νινί, η δυνατότερη προσωπικότητα της οικογένειας, που πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ζήσει στη Θεσσαλονίκη και είχε φοιτήσει στο εκεί γαλλικό σχολείο, είδε στην επιβίωση του μωρού την ελπίδα.

Αργότερα, όταν η γιαγιά θυμόταν τη στιγμή της γέννησης της Λέα, έλεγε: «Όταν γεννήθηκες, νιώσαμε την ελπίδα. Η ελπίδα είναι κάτι για το οποίο πρέπει να αγωνίζεσαι. Ωστόσο έρχεται κάποια στιγμή που μετατρέπεται σε ψευδαίσθηση. Είναι πολύ επικίνδυνο. Εξαρτάται από το πώς ερμηνεύεις τα γεγονότα». 

ΛΕΑ ΟΥΠΙ
ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ ΓΙΑ ΝΑ ΤΟ ΑΓΟΡΑΣΕΤΕ: Λέα Ούπι, Ελεύθερη, Μτφρ.: Αντώνης Καλοκύρης, Εκδόσεις Πατάκη, Σελ. 383

Η Νινί ήταν μια γυναίκα που γεφύρωνε την οικογενειακή ιστορία αλλά και την ιστορία της Αλβανίας. Είχε γεννηθεί το 1918, κόρη ανώτερων τοπικών κυβερνητών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στα είκοσί της έγινε σύμβουλος του πρωθυπουργού της Αλβανίας και ήταν η πρώτη γυναίκα που εργάστηκε στη διοίκηση. Γνώρισε τον άντρα της, τον παππού της Λέα, στον γάμο του βασιλιά Ζώγου. Μετά ήρθε το κομμουνιστικό καθεστώς.

Στα τριάντα δύο της άρχισε να δουλεύει σε στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας. Στα σαράντα της, πολλοί συγγενείς είχαν εκτελεστεί ή αυτοκτονήσει, ενώ άλλοι είχαν καταλήξει σε ψυχιατρικά ιδρύματα, στην εξορία ή στη φυλακή.

Στα πενήντα πέντε της κόντεψε να πεθάνει από πλευρίτιδα. Και στα εξήντα της έγινε γιαγιά, όταν γεννήθηκε η Λέα. «Τα υπόλοιπα τα ήξερα», γράφει η Λέα Ούπι.

Το 1991, όταν το καθεστώς έχει πλέον καταρρεύσει και οι ανδριάντες του Χότζα και του Στάλιν έχουν γκρεμιστεί, η γιαγιά Νινί έλαβε ένα γράμμα από την Αθήνα. Παλιοί γνωστοί την καλούσαν να επισκεφτεί την Ελλάδα για να δει αν θα μπορούσε να διεκδικήσει κάποια περιουσιακά στοιχεία που είχε η οικογένεια του πατέρα της πριν από τον πόλεμο.

Η Λέα συνόδευσε τη γιαγιά στην Αθήνα, σ’ ένα ταξίδι που θα μπορούσε να ονομαστεί «πρώτη φορά». Η Λέα κατέγραφε σχολαστικά σ’ ένα ημερολόγιο όλα τα πράγματα που ανακάλυπτε για πρώτη φορά.

Η πρώτη φορά που ένιωσε τον αέρα από το κλιματιστικό στις παλάμες της, που δοκίμασε μπανάνες, που είδε φωτεινούς σηματοδότες, που είδε ουρές να σχηματίζονται από αυτοκίνητα και όχι από ανθρώπους, που κάθισε σε λεκάνη τουαλέτας, που είδε ανθρώπους να ακολουθούν σκύλους δεμένους με λουρί, που είδε σταυρούς σε τάφους, που είδε τοίχους καλυμμένους με διαφημίσεις, που είδε την Ακρόπολη, απέξω, αφού δεν είχαν χρήματα για το εισιτήριο.

Ο θείος Ενβέρ μας άφησε για πάντα Facebook Twitter
Τον Φεβρουάριο του 1997 πολλοί Αλβανοί έχασαν τις αποταμιεύσεις τους. Εδώ μια ομάδα ανθρώπων που είχαν έρθει στα Τίρανα από την ύπαιθρο για να μάθουν τι συνέβαινε με τα χρήματά τους. Φωτ.: In Pictures Ltd./Corbis via Getty Images/Ideal Image

Η οικογένεια της Λέα ανήκε στους διανοούμενους. Έτσι έλεγαν στη Αλβανία όσους είχαν πανεπιστημιακή μόρφωση. Αλλά το αν θα μπορούσε κανείς να σπουδάσει, όπως και το τι θα σπούδαζε είχε σχέση με το «βιογραφικό».

Το «βιογραφικό» ήταν κάτι σαν τον φάκελο στην Ελλάδα της μετεμφυλιακής εποχής. Αν το βιογραφικό σου δεν ήταν τόσο φιλικό προς το καθεστώς, δεν ήταν απίθανο να αποκλειστείς από τις σπουδές ή να σπουδάσεις κάτι που δεν ήθελες, ας πούμε Δασοκομία, όπως έγινε με τον πατέρα της Λέα. Δεν έπρεπε να διαμαρτύρεται.

Καθώς έπασχε από άσθμα, έπρεπε να ευγνωμονεί το σοσιαλιστικό καθεστώς. «Αν ζούσαμε στη Δύση, ο πατέρας μου θα είχε γίνει αλήτης και θ’ αναγκαζόταν να λέει τραγούδια μπομπντύλαν κάτω από μια γέφυρα για να βγάλει λεφτά». 

Πολλοί από τους συγγενείς της Λέα ήταν «απόφοιτοι». Όταν η οικογένειά της μιλούσε για αποφοίτηση συγγενών στην πραγματικότητα αναφερόταν στην αποφυλάκισή τους. Ολοκλήρωση σπουδών ήταν η κωδική ονομασία για την έκτιση της ποινής.

Τα διάφορα επιστημονικά αντικείμενα αντιστοιχούσαν σε επίσημες κατηγορίες. Οι διεθνείς σχέσεις αντιστοιχούσαν στην κατηγορία της προδοσίας. Οι σπουδές λογοτεχνίας, στην υποκίνηση σε βία και προπαγάνδα. Οι οικονομικές σπουδές, σε απόκρυψη χρυσού.

Οι φοιτητές που κατέληγαν δάσκαλοι ήταν πρώην κρατούμενοι που είχαν γίνει χαφιέδες. Αποβολή σήμαινε θανατική καταδίκη, ενώ οικειοθελής εγκατάλειψη των σπουδών σήμαινε αυτοκτονία. Κωδικές γλώσσες και μετωνυμίες δημιουργούσαν ένα γλωσσικό πέπλο που τύλιγε τη ζοφερή πραγματικότητα.

ΣΑΒΒΑΤΟ Ο θείος Ενβέρ μας άφησε για πάντα Facebook Twitter
O παππούς και η γιαγιά της Λέα Ούπι. Φωτ.: Προσωπικό αρχείο Λέα Ούπι

«Όλοι θέλουν να φύγουν. Όλοι εκτός από μας», έγραφε η Λέα στο ημερολόγιό της το 1991. «Οι περισσότεροι φίλοι και συγγενείς μας περνούσαν μέρες, εβδομάδες, ακόμα και μήνες σχεδιάζοντας πώς να φύγουν».

Η Λέα, στην Αλβανία, συνέχισε τις σπουδές της στο λύκειο. Η τελευταία τάξη συνέπεσε με την οικονομική κατάρρευση του συστήματος των πυραμίδων. «Ήταν σαν να βρισκόμουν ξανά στο 1990», γράφει. «Επικρατούσε το ίδιο χάος, η ίδια αίσθηση αβεβαιότητας, η ίδια κατάρρευση του κράτους, η ίδια οικονομική καταστροφή. Με μία διαφορά. Το 1990 δεν είχαμε τίποτα παρά μόνο την ελπίδα. Το 1997 την είχαμε χάσει κι αυτήν».

Αυτή την ίδια χρονιά η Λέα έκανε τελικά τη δική της έξοδο. Έφυγε για να σπουδάσει Φιλοσοφία, αφού υποσχέθηκε στον πατέρα της ότι θα μείνει μακριά από τον Μαρξ. Διέσχισε την Αδριατική και πήγε στην Ιταλία μ’ ένα πλοίο που «ταξίδεψε πάνω από χιλιάδες πνιγμένους». Δεν επέστρεψε ποτέ.

Τώρα, στο Λονδίνο, στο London School of Economics, διδάσκει ένα μάθημα για τον Μαρξ, που είναι ένα μάθημα για την ελευθερία. Και διαπιστώνει, όπως γράφει στις τελευταίες αράδες του βιβλίου της, ότι ο κόσμος της απέχει τόσο πολύ την ελευθερία όσο κι εκείνος ο κόσμος από τον οποίο προσπάθησαν να ξεφύγουν οι γονείς της.

Η Λέα Ούπι, το είπαμε ήδη, πετυχαίνει μια συναρπαστική αφήγηση με συναίσθημα και στοχαστικότητα, χωρίς το ένα στοιχείο να επισκιάζει το άλλο. Είναι ένα επίτευγμα. Πολύ καλή η μετάφραση του Αντώνη Καλοκύρη.

Ο θείος Ενβέρ μας άφησε για πάντα Facebook Twitter
Έξοδος προς την Ελλάδα. © Ivo Lorenc/Sygma/CORBIS/Sygma via Getty Images/Ideal Image

ΑΓΟΡΑΣΤΕ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΔΩ

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.

To νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.

Βιβλίο
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Η ξεχασμένη ελληνική μειονότητα της Αλβανίας

LiFO politics / Η ξεχασμένη ελληνική μειονότητα της Αλβανίας

Ποια είναι η κατάσταση της ελληνικής μειονότητας στην Αλβανία και τι γνωρίζουμε για αυτήν; Με αφορμή την πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού στην Αλβανία και τα χωριά της ελληνικής μειονότητας, η Βασιλική Σιούτη συζητά για το θέμα με τον Νίκο Ευσταθίου, δημοσιογράφο και συγγραφέα.
ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΣΙΟΥΤΗ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Βιβλίο / Μανώλης Ανδριωτάκης: «Δεν φοβάμαι τις μηχανές, τους ανθρώπους φοβάμαι»

Με αφορμή το τελευταίο του μυθιστόρημα «Ο θάνατος του συγγραφέα» ο δημοσιογράφος μιλά για την τεχνητή νοημοσύνη, την εικονική πραγματικότητα και την υπαρξιακή διάσταση της τεχνολογίας.
ΕΙΡΗΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΗ
Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Βιβλίο / Η συγγραφέας που έδωσε στον Στάινμπεκ το υλικό για «Τα σταφύλια της οργής» καταδικάζοντας το δικό της βιβλίο στην αφάνεια

Η Σανόρα Μπαρμπ είχε περάσει πολύ καιρό στους καταυλισμούς των προσφύγων από την Οκλαχόμα που είχαν πληγεί από την Μεγάλη Ύφεση και την ξηρασία, προκειμένου να γράψει το μυθιστόρημά της. Έκανε όμως το λάθος να δείξει την έρευνά της στον διάσημο συγγραφέα, ο οποίος την πρόλαβε.
THE LIFO TEAM
Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι σπουδαιότερες μορφές του 19ου αιώνα

Βιβλίο / Μαρξ - Βάγκνερ - Νίτσε: Oι παρεξηγημένοι του 19ου αιώνα

Το βιβλίο του Γερμανού θεωρητικού και πανεπιστημιακού Χέρφριντ Μίνκλερ αναλαμβάνει να επαναπροσδιορίσει το έργο τους, που άλλαξε τα δεδομένα του αστικού κόσμου από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Το κρητικό φαγητό είναι πολιτισμικός πλούτος, κληρονομημένη γνώση, καταστάλαγμα εμπειριών, και πηγή έμπνευσης

Βιβλίο / Mια ζωή αφιερωμένη στην καταγραφή της κρητικής παράδοσης και κουζίνας

Ο Νίκος Ψιλάκης ερευνά και μελετά την κρητική παράδοση εδώ και τέσσερις δεκαετίες. Τα βιβλία του είναι μνημειώδεις εκδόσεις για το φαγητό, τις λαϊκές τελετουργίες και τα μοναστήρια της Κρήτης που διασώζουν και προωθούν τον ελληνικό πολιτισμό.
M. HULOT
«Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Βιβλίο / «Δυστυχώς ήταν νυμφομανής»: Ανασκευάζοντας τα στερεότυπα για τις γυναίκες της αρχαίας Ρώμης

Ένα νέο βιβλίο επιχειρεί να καταρρίψει τους μισογυνιστικούς μύθους για τις αυτοκρατορικές γυναίκες της Ρώμης, οι οποίες απεικονίζονται μονίμως ως στρίγγλες, ραδιούργες σκύλες ή λάγνες λύκαινες.
THE LIFO TEAM
Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Βιβλίο / Γιώργος Συμπάρδης: «Ήθελα οι ήρωές μου να εξαφανίζονται, όπως οι άνθρωποι στη ζωή μας»

Σε όλα τα έργα του πρωταγωνιστούν οι γυναίκες και μια υπόγεια Αθήνα, ενώ ο ίδιος δεν κρίνει τους ήρωές του παρά το αφήνει σε εμάς: Μια κουβέντα με τον χαμηλόφωνο συγγραφέα του «Άχρηστου Δημήτρη» και της «Πλατείας Κλαυθμώνος».
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που δεν βλέπεις σχεδόν κανέναν να διαβάζει ένα βιβλίο στο μετρό»   

Βιβλίο / Ρίτα Κολαΐτη: «Με θυμώνει που σχεδόν κανείς δεν διαβάζει βιβλίο στο μετρό»   

Η πολυβραβευμένη μεταφράστρια μιλά για την προσωπική της διαδρομή στον χώρο της λογοτεχνίας, για το στοίχημα της καλής μετάφρασης και εξηγεί τι σημαίνει να δουλεύεις πάνω σε κορυφαία έργα του Φλομπέρ, του Καμί, του Μαρκήσιου ντε Σαντ και της Ανί Ερνό. 
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
«Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Βιβλίο / «Ρουφιανεύοντας τον εαυτό μου»: Τα απομνημονεύματα του Αλ Πατσίνο

Ο 84χρονος ηθοποιός κοιτάζει προς τα πίσω και βλέπει τα δύσκολα παιδικά χρόνια, την καταθλιπτική μητέρα του, τον Τσέχoφ, τις σχέσεις που δεν έφτασαν ποτέ στον γάμο, τις έντονες αναταράξεις μιας πολυκύμαντης διαδρομής.
THE LIFO TEAM
Πέτρος Τατσόπουλος: «Η οργή σε κάποιες περιπτώσεις επιβάλλεται γιατί είναι απελευθερωτική»

Πέτρος Τατσόπουλος / «Δεν τα έχω με τους πιστούς αλλά με τους απατεώνες ρασοφόρους»

Μια χειμαρρώδης συνέντευξη με τον γνωστό συγγραφέα, δημοσιογράφο, παρουσιαστή και πρώην βουλευτή Πέτρο Τατσόπουλο, με αφορμή το τελευταίο του βιβλίο «Το παιδί του διαβόλου - Μια αληθινή ιστορία», όπου εστιάζει στη μεγάλη δύναμη της Εκκλησίας στην Ελλάδα, στη διαπλοκή της με την πολιτεία και στις σκοταδιστικές απόψεις που κατά κανόνα πρεσβεύει καθώς και στην ιδιαίτερα επικερδή «μπίζνα» που έχει στηθεί γύρω από ιερά λείψανα, ιερά κειμήλια, «άγιους» γέροντες και «θαύματα» για κάθε χρήση.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
«Μαργκερίτ Ντιράς: Ζωή σαν μυθιστόρημα»

Το Πίσω Ράφι / To βιβλίο για τη Μαργκερίτ Ντιράς που προκάλεσε σάλο στη Γαλλία

Η προσωπικότητα που αναδύθηκε για τη συγγραφέα του «Εραστή» μέσα από το βιβλίο της δημοσιογράφου Λορ Αντλέρ είναι αμφιλεγόμενη, καθώς η πολιτική και προσωπική διαδρομή της εμφανίζουν αρκετά σκοτεινά σημεία.
ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΠΑΠΑΣΠΥΡΟΥ
Εθισμοί, τραγωδίες και ανατριχιαστικές αποκαλύψεις: Τα απομνημονεύματα της Λίζα Μαρί Πρίσλεϊ

Βιβλίο / Εθισμοί, τραγωδίες και ανατριχιαστικές αποκαλύψεις: Τα απομνημονεύματα της Λίζα Μαρί Πρίσλεϊ

Ένα βιβλίο που βασίζεται στη θλίψη και στο πένθος: της Λίζα Μαρί Πρίσλεϊ για τον πατέρα και τον γιο της, αλλά και μιας κόρης –της Ράιλι Κίου που το συνυπογράφει– για τη μητέρα της.
THE LIFO TEAM
Ράτζα Σεχάντε: «Στη Ραμάλα είμαστε περικυκλωμένοι από εξτρεμιστές Ισραηλινούς εποίκους»

Βιβλίο / «Στη Ραμάλα είμαστε περικυκλωμένοι από εξτρεμιστές Ισραηλινούς εποίκους»

Μια κουβέντα με τον έγκριτο Παλαιστίνιο δικηγόρο, συγγραφέα και πολιτικό ακτιβιστή Ράτζα Σεχάντε με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του «Τι φοβάται το Ισραήλ από την Παλαιστίνη;», έναν χρόνο μετά το ξέσπασμα της πιο άγριας ισραηλινο-παλαιστινιακής σύγκρουσης των τελευταίων δεκαετιών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ