Ο Παναγιώτης Καπετανάκης είναι καταπληκτικός τρομπετίστας. Το συγκρότημα που δημιούργησε μέσα στην καραντίνα, οι Kapten, από μουσικούς που είναι από τους καλύτερους της γενιάς τους παίζει ένα μουσικό μείγμα μάλλον ακατάτακτο, που έχει την εξωτική γοητεία της αιθιοπικής μουσικής και τις μελωδίες του Mulatu Astatke και του Mahmoud Ahmed, τη μελαγχολική cinematic soul σε κομμάτια-έπη όπως το «Strange», αλλά και χιπ-χοπ και underground rock με ρυθμούς που σε ταρακουνάνε. Λίγο πριν από την εμφάνισή τους στο Κapani Rroject (την 1η/10) και πριν από την παρθενική τους εμφάνιση στην Αθήνα (στις 13/10, στο Αn Club), ο Παναγιώτης μιλάει για την προσωπική του πορεία στη μουσική και για την μπάντα του, που είναι από τα πιο συναρπαστικά σχήματα που διαθέτει αυτήν τη στιγμή η Θεσσαλονίκη (για μένα το καλύτερο).
«Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην τσιμεντένια Θεσσαλονίκη, μέσα στις αντιφάσεις που κρύβει αυτή η πόλη», λέει. «Οι γονείς μου δούλευαν πάντα πάρα πολύ, οπότε τους έβλεπα ελάχιστα. Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου είχα μια μεγάλη αγάπη για τον δρόμο. Ήθελα να είμαι όλη μέρα έξω, να παίζω και να τριγυρνάω. Από τότε συνεχίζω να θέλω να είμαι συνεχώς στον δρόμο, να ταξιδεύω και να παίζω μουσική.
Ενώ δεν ήμουν ποτέ λάτρης του αθλητισμού, πάντα λάτρευα το παιχνίδι. Έτσι, στη μουσική βρήκα τον χώρο να παίζω συνέχεια, να αισθάνομαι τη δημιουργία ως μια παράταση της παιδικότητας, αυτή που πολλοί άνθρωποι, δυστυχώς, καταπιέζουν και στερούνται.
Δεν ακούω, δυστυχώς, καθόλου ελληνική μουσική, η εμπειρία μου μαζί της ήταν, και είναι, τραυματική. Μάλλον αυτός είναι και ο βασικός λόγος που δεν προτίμησα τον ελληνικό στίχο. Πιστεύω πως είναι μεγάλο πισωγύρισμα όλος αυτός ο χαμός που έχει γίνει με το ελληνικό φολκλόρ. Το βρίσκω εντελώς στείρο. Σε καμία περίπτωση δεν είναι «επιστροφή στις ρίζες», όπως το ονομάζουν κάποιοι, είναι απλώς συγκαλυμμένη κατανάλωση που δεν προτείνει τίποτα το ουσιαστικό.
Πάντα σιχαινόμουν το σχολείο, την εκκλησία και τα σκυλολαϊκά. Ήταν ένα βασανιστήριο η έκθεσή μου σε αυτά, και δυστυχώς τα έβρισκα παντού μπροστά μου. Ευτυχώς, είχα τη μεγαλύτερη αδελφή μου, την Ελίνα, που πραγματικά με έσωσε κατά κάποιον τρόπο με τα μουσικά της ερεθίσματα και από τις τρεις πληγές.
Είμαι το τέταρτο παιδί, έχασα τον πατέρα μου στα δεκατρία και αυτό με βοήθησε να έχω από μικρός συμπυκνωμένα συγκινησιακά φορτία μέσα μου. Δεν ήμουν από τα τυχερά παιδιά που έχουν την ευκαιρία να πηγαίνουν ωδείο από τα έξι, και ίσως ήταν για καλό. Έκανα τεράστιο αγώνα για να καταφέρω να ασχοληθώ αποκλειστικά με τη μουσική και να σπουδάσω αυτό που αγαπάω. Δεν είχα την υποστήριξη της οικογένειάς μου, φοβόντουσαν ότι ήταν ένα εφηβικό όνειρο που θα περάσει.
Kapten - Wolves
Ζήτησα από τον ξάδελφό μου να μου δώσει μια σπασμένη κιθάρα που είχε, γράφτηκα στο ωδείο μετά από πολλή πίεση στη μητέρα μου. Κάποια στιγμή, η αδελφή μου κατά λάθος πάτησε την ήδη ταλαιπωρημένη και δανεική κιθάρα και την έσπασε. Μετά από λίγο έφυγε Erasmus στο Λονδίνο και πήγα να τη βρω. Την τελευταία μέρα που ήμουν εκεί ήθελε να μου κάνει δώρο μια κιθάρα. Πήγαμε σε ένα τοπικό μαγαζί και στη βιτρίνα είδα μια τρομπέτα. Εκείνη την περίοδο δεν ήξερα τι κάνεις με αυτό το όργανο. Φυσάς, ρουφάς; Τι είναι; Για έναν περίεργο λόγο, κάτι ξύπνησε μέσα μου και είπα πως ήθελα να πάρω τρομπέτα. Δεν υπάρχει τρόπος να εξηγήσω πώς άλλαξε η ζωή μου, αλλά έγινε τόσο απλά. Ουδέν κακό αμιγές καλού. Αρκούσε να σπάσει η κιθάρα, τελικά. Από τότε έπαιξα με πολλά σχήματα, τα 63high, Οne Drop Forward, Βήτα Πείς, 12ο Πίθηκο, ΑnimaNation και Locomondo.
Η Ελίνα ήταν αυτή που με τροφοδοτούσε με μουσική. Κάποια στιγμή ανακάλυψα το live των Nirvana, "Unplugged in N.Y.", στη δισκοθήκη της και πραγματικά μαγεύτηκα. Ήταν η στιγμή που είπα: "Οk, θέλω να γίνω μουσικός". Μark Lanegan, Deus, Μassive Attack, Tuatara, Βob Marley, Beastie Boys και Miles Davis ήταν κάποια από τα πρώτα μου ακούσματα, ενώ ταυτόχρονα άρχισα να ανακαλύπτω το χιπ-χοπ.
Επίσης, η ραδιοφωνική εκπομπή της Μέμας Μπινοπούλου μου άνοιξε τα μάτια, καθώς και τον τρόπο σκέψης και παιξίματος.
Σπούδασα στο HKU, το Πανεπιστήμιο Τεχνών της Ουτρέχτης, τζαζ και ποπ τρομπέτα. Είχα έναν καταπληκτικό δάσκαλο στην Ολλανδία, τον Angelo Verploegen, άνθρωπο σπάνιου ήθους και αισθητικής, που με ενέπνευσε όχι μόνο σε μουσικό επίπεδο αλλά γενικότερα και στη ζωή. Με βοήθησε να βλέπω τα λάθη μου κατάματα, να σκέφτομαι περισσότερο παρά να καταναλώνω την πληροφορία, να ωριμάσω σαν άνθρωπος και μουσικός και να εξελιχθώ.
Η ακαδημαϊκή εκπαίδευση με βοήθησε απίστευτα να εξελιχθώ, ωστόσο είναι πολύ εύκολο να σε κάνει να χάσεις τον αυθορμητισμό και τη φαντασία σου, να σε κλείσει σε “καλούπια”. Δεν θεωρώ τον εαυτό μου σε καμία περίπτωση τζαζ μουσικό. Είναι πολύ βαρύς χαρακτηρισμός που δύσκολα κάποιος μπορεί να πει για τον εαυτό του.
Η ολλανδική ακαδημαϊκή προσέγγιση σε αυτόν τον τομέα είναι πολύ μακριά από την αφροαμερικανική, πράγμα λογικό βέβαια. Οι Ολλανδοί έχουν άλλη ιστορία, διαφορετικά ερεθίσματα και χαρακτηροδομές, οπότε και η προσέγγισή τους στη μουσική είναι διαφορετική. Μαθαίνοντας απλώς τα κλισέ και παπαγαλίζοντας φράσεις από ένα ιδίωμα δεν γίνεσαι αυθεντία. Είναι σαν να μαθαίνει κάποιος το σενάριο από τον “Νονό” και να λέει πως είναι γκάνγκστερ.
Στην Ουτρέχτη πήγα σε μια περίοδο που, όπως και πολλοί νέοι, είχα κουραστεί με την Ελλάδα και είχα τάσεις φυγής. Επίσης, ήθελα να ταξιδέψω και να δω καινούργια πράγματα. Ένας πολύ καλός φίλος, τρομπετίστας, μου έβαλε να ακούσω τον δάσκαλό του. Κατευθείαν κατάλαβα ότι ήταν αυτό που αναζητούσα. Ο ήχος του ήταν πολύ κοντά σε μένα. Δεν το σκέφτηκα δεύτερη φορά, οι σπουδές ήταν για μένα ο πιο ωραίος τρόπος να ξεφύγω από τη χώρα. Ήταν ένα ρίσκο που άξιζε τελικά πάρα πολύ.
Είχα μαζέψει κάποιο υλικό και είχα κάνει και κάποιες κυκλοφορίες που είχαν καλή ανταπόκριση. Στο μυαλό μου σχηματίστηκε η ιδέα ενός solo project, με το οποίο θα δούλευα με διάφορους μουσικούς, ανάλογα με την περίσταση. Λίγο πριν ξεκινήσει η πανδημία, ήρθα στην Ελλάδα για να κάνω κάποιες τυπικές ιατρικές εξετάσεις. Τελικά, διαγνώστηκα με καρκίνο. Η ζωή μου άλλαξε απότομα και έπρεπε να τα αφήσω όλα για να εγχειριστώ και να μείνω αναγκαστικά στη Θεσσαλονίκη. Η αγαπημένη μου φράση “ουδέν κακό αμιγές καλού” έπιασε γερά τόπο. Πέρασα πολλούς μήνες κλεισμένος στο σπίτι, χωρίς να μπορώ να παίξω μουσική. Παρότι ήταν δύσκολη περίοδος, προσπάθησα όσο μπορούσα να την αξιοποιήσω και να είμαι παραγωγικός. Έγραψα πολλά κομμάτια που έπειτα παίχτηκαν και ηχογραφήθηκαν με τους Kapten. Όταν μπόρεσα να ξαναπιάσω την τρομπέτα, ήταν ήδη πολύ δύσκολο να φύγω ξανά από τη χώρα, οπότε το πήρα απόφαση να στήσω τη ζωή μου και την μπάντα εδώ. Μάζεψα καλούς φίλους και μουσικούς, με τους οποίους παίζαμε για χρόνια σε διάφορα σχήματα, και κάπως έτσι ξεκίνησε η δημιουργία των Kapten.
Οι μουσικές αναφορές είναι πολλές και ποικίλες. Ενδεικτικά, αναφέρω τρεις διαφορετικές που συνδέονται κάπως στο ηχητικό τοπίο μας. Είναι οι Parliament-Funkadelic, ο Cristian Scott, οι Sonic Youth, Lounge Lizards, Beastie Boys, Tony Allen και Myka 9.
Συχνά μου αρέσει να συγκρίνω τη μουσική με το φαγητό, ανάλογα με τη διάθεσή σου έχεις και διαφορετικές ανάγκες. Σίγουρα έχω κάποιες προτιμήσεις, αλλά μου αρέσει να δοκιμάζω και να είμαι ανοιχτός σε καινούργια πράγματα.
Kapten - Strange
Η ανάγκη για δημιουργία μουσικής είναι πολύ βαθιά και χωρίς αυτή θα σταματούσαμε να είμαστε άνθρωποι. Μια εσωτερική συναισθηματική πίεση, η οποία πρέπει να εξωτερικευτεί. Νιώθω σαν τον Σίσυφο καμιά φορά, μια αέναη ματαιότητα, και λέω "για ποιον λόγο τα κάνουμε όλα αυτά;". Αυτή η προσπάθεια όμως ενάντια στη ματαιότητα είναι που μας κάνει ανθρώπους. Η επικοινωνία, η αυθόρμητη αυτοέκφραση, οι μηχανισμοί αυτορρύθμισης, είναι όλα στοιχεία που υπάρχουν μέσα στη δημιουργία της μουσικής. Μέσα από τη μουσική μπορούμε να συνεχίζουμε να παλεύουμε για τα αυτονόητα.
Η ελληνική πραγματικότητα είναι σαν μια μόνιμη σύγκρουση με νταλίκα. Εάν έχει μείνει έστω και λίγη ανθρωπιά μέσα σου, δεν γίνεται να μη σε καταβάλει όλο αυτό που συμβαίνει γύρω μας. Καθημερινά, κωμικοτραγικά γεγονότα συμβαίνουν που μουδιάζουν τις ζωές μας. Είναι σαν να ζούμε σε θεματικές περιόδους που το ένα ασύλληπτο γεγονός διαδέχεται το άλλο: ναυάγια, δολοφονίες, πυρκαγιές, πλημμύρες, καταστολή. Πραγματικά, ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Ζούμε σε ένα μέρος όπου ο πόνος ξεχειλίζει, η βλακεία είναι σε ασύλληπτα επίπεδα και επικρατεί η διαστρεβλωμένη ταύτιση της ελευθερίας με την ασυδοσία. Προφανώς, ό,τι κάνουμε είναι καθρέφτης του περιβάλλοντος στο οποίο ζούμε.
Το ελληνικό κοινό δύσκολα αποδέχεται τον αγγλικό στίχο, ειδικά αν προέρχεται από ελληνική μπάντα. Αλλά ποτέ δεν με ενδιέφερε αυτό, είναι κάτι που δεν με έχει απασχολήσει. Η μουσική έχει πολλούς τρόπους και πολλές γλώσσες να εκδηλώνεται. Η αγγλική γλώσσα, σε αυτήν τη φάση, μας ταιριάζει περισσότερο.
Δεν ακούω, δυστυχώς, καθόλου ελληνική μουσική, η εμπειρία μου από αυτήν ήταν, και είναι, τραυματική. Μάλλον αυτός είναι και ο βασικός λόγος που δεν προτίμησα τον ελληνικό στίχο. Πιστεύω πως είναι μεγάλο πισωγύρισμα όλος αυτός ο χαμός που έχει γίνει με το ελληνικό φολκλόρ. Το βρίσκω εντελώς στείρο. Σε καμιά περίπτωση δεν είναι “επιστροφή στις ρίζες”, όπως το ονομάζουν κάποιοι, είναι απλώς συγκαλυμμένη κατανάλωση που δεν προτείνει τίποτα το ουσιαστικό.
Δεν υπάρχουν πλέον σκηνές στην Ελλάδα που υποδέχονται νέα σχήματα. Ούτε καν τα πανεπιστήμια δεν λειτουργούν ως χώρος συνάντησης. Πέρα από αυτό, υπάρχουν οικονομικά ζητήματα, όπως η δυσκολία μετακίνησης από την περιφέρεια στην Αθήνα, όπου γίνονται όλα. Αυτήν τη στιγμή παράγεται ένας τεράστιος όγκος μουσικής, κάτι που ιστορικά είναι πρωτόγνωρο, αλλά υπάρχει έλλειψη τεχνογνωσίας και μεθοδολογίας στην Ελλάδα. Μέσα σε αυτό το χάος δεν ξέρεις πώς ακριβώς να κάνεις τα πρώτα σου βήματα, πώς να κινηθείς.
Η Θεσσαλονίκη μοιάζει σαν να έχει τελειώσει. Ποτέ πριν δεν ήταν σε τέτοια χάλια. Είναι μια καμένη γη που δύσκολα μπορεί να αναγεννηθεί. Το πράγμα είχε πάρει την κάτω βόλτα πολύ πριν από την πανδημία, που της έδωσε και τη χαριστική βολή. Η πανδημία έβαλε πολλούς μουσικούς στο λούκι να παίζουν μόνο διασκευές σε ξενοδοχεία. Μόνο λεφτά. Πολλά συγκροτήματα διαλύθηκαν. Στους τυφλούς επικρατεί ο μονόφθαλμος. Το επίπεδο στις τέχνες είναι πολύ χαμηλό, επικρατεί μαζική κατάθλιψη και έλλειψη μεθοδολογίας. Η πόλη δεν παράγει τίποτα, με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις.
Το περιβάλλον είναι ο πιο καθοριστικός παράγοντας για την ανάπτυξή μας σε προσωπικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο. Το να είσαι περιτριγυρισμένος από ανθρώπους που κοιτάνε μπροστά μόνο θετικό είναι. Σίγουρα, η κοινωνία στην Ελλάδα αυτήν τη στιγμή δεν κάνει κάτι τέτοιο. Εάν ζεις σε ένα μέρος που δεν σου προσφέρει θετικά ερεθίσματα και ουσιαστικά σε πολεμάει ασταμάτητα αισθάνεσαι σαν να σου έχουν τσιμεντώσει τα πόδια και να σε έχουν πετάξει σε έναν ωκεανό παραλογισμού. Αλλά είναι πρακτικό το θέμα. Η Θεσσαλονίκη και η Ελλάδα γενικότερα είναι αποκομμένες από τον υπόλοιπο κόσμο. Οι ανατιμήσεις και η αισχροκέρδεια που επικρατούν, π.χ. στις τιμές της βενζίνης, κάνουν τρομερά δύσκολες τις μετακινήσεις. Ένα πολυμελές σχήμα δεν μπορεί να κάνει εύκολα μετακινήσεις, πρόκειται για μια μεγάλη απόφαση που εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες, δυστυχώς.
Όλα είναι θέμα αισθητικής, η ηθική είναι θέμα αισθητικής. Όπως λέει και ο Ραφαηλίδης: "Τόσο η ηθική όσο και η αισθητική συμπεριφορά είναι καταστάσεις απολύτως προσωπικές". Τίποτε από τα δύο δεν υπάρχει σε αυτόν τον τόπο. Η πόλη αυτήν τη στιγμή είναι μια ανοιχτή πληγή, υπάρχουν αναρίθμητα προβλήματα. Από πού να το πιάσεις; Τα επίπεδα μόλυνσης έχουν σπάσει κάθε ρεκόρ, η διαφθορά το ίδιο. Η κοινωνία παρακολουθεί μουδιασμένη και αμέτοχη, προτιμώντας το safe zone, χωρίς να έχει καμία συνείδηση πως αποτελεί μέρος του προβλήματος. Ο κόσμος, αποπροσανατολισμένος, αναλώνεται σε posts στα social media, πιστεύοντας πως ασκεί πίεση. Ενδιαφέρονται περισσότερο για το παρουσιαστικό των πολιτικών, για το πόση εθνικοφροσύνη πουλάνε παρά για το τι όντως θα αλλάξουν. Ίσως οι εκλογές να γίνουν σαν το reality show GNTM· ο/η νικητής/νικήτρια να πηγαίνει κατευθείαν για δήμαρχος».
Kapten - What You Get
Ποιοι είναι οι Kapten;
«Η Αλεξάνδρα Καραμπουρνιώτη, η φωνή της μπάντας. Φίλη μου σχεδόν είκοσι χρόνια, ήμασταν μαζί στην Ολλανδία, εκείνη σπούδασε Αρχιτεκτονική. Παίζαμε μαζί σε διάφορα σχήματα στο παρελθόν και όταν είπα πως ήθελα να κάνω μπάντα ήταν το πρώτο άτομο που σκέφτηκα για φωνή.
Ο Maquitto (μπασίστας) είναι παλιός φίλος που παίζαμε στους one drop forward για χρόνια. Η dub-reggae αισθητική του μου ταιριάζει στον τρόπο με τον οποίο έχω το μπάσο στο κεφάλι μου.
Με τον Θωμά Κωστούλα (τύμπανα) μοιραζόμαστε το ίδιο στούντιο και είναι επίσης ντράμερ στους φοβερούς και τρομερούς M.A.T.E. Απίστευτος δεξιοτέχνης και άνθρωπος με βαθιά σκέψη. Πάντα ήθελα να είμαι στο ίδιο συγκρότημα μαζί του και ήρθε αυτή η ώρα.
Ο Θάνος Τσακιλτζίδης (σαξόφωνο) είναι ο μικρότερος της παρέας και είναι το δίδυμό μου. Παίζουμε παντού μαζί και πέρα από την μπάντα, το ταλέντο του πραγματικά ξεχειλίζει και έχει καταφέρει απίστευτα πράγματα για την ηλικία του.
Ο Γρηγόρης Λιόλιος, μαζί με τον Θάνο, είναι τα νεότερα μέλη της μπάντας. Είναι ένας πολύ ταλαντούχος μουσικός με πολύ ιδιαίτερα skills και μουσική ενσυναίσθηση, εμπιστεύομαι με κλειστά μάτια την κρίση του και μου δίνει συνεχώς τροφή για σκέψη. Ακρογωνιαίος λίθος της μπάντας και πολύτιμος συνεργάτης.
Με τον Αλέξη Μακατσέλο (τύμπανα) και τον Νίκο Tsop (φωνή) ήμασταν συμφοιτητές στην Ολλανδία και ήταν από τα πιο κοντινά μου άτομα εκεί. Το χτύπημα του Αλέξη στα ντραμς ξεκολλάει σφραγίσματα και ο συνδυασμός του με τον Θωμά είναι ο ήχος που ήθελα στα τύμπανα. Ο Νίκος έχει γράψει φωνητικά στο “Strange” και έχουμε δουλέψει μαζί σε πάρα πολλά πρότζεκτ. Έχει ένα πηγαίο ταλέντο που σπάνια συναντάς και η ενέργειά του γεμίζει τη σκηνή.
Αλλά και άλλοι φίλοι εκτός μπάντας έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωσή της, όπως ο ξάδελφος, ο Βίκτωρ Τσιλιμπάρης, που έχει παίξει πλήκτρα σε πολλά κομμάτια, ο Πασχάλης Ιγνατιάδης, ο πρώτος ντράμερ του σχήματος, ο Βαγγέλης Βραχνός, ο Πάνος Παπάζογλου και άλλοι πολλοί.
Οι Kapten έχουν κυκλοφορήσει ένα ΕP με τίτλο "Polarity" στο οποίο συμμετέχουν ο Myka9 και ο Bert Van Den Brink, δυο πραγματικά απίστευτοι άνθρωποι και μοναδικοί μουσικοί. Ο Myka 9 έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη του χιπ-χοπ και ο Bert είναι ένας από τους πιο όμορφους ανθρώπους, από τους καλύτερους μουσικούς που έχω γνωρίσει και ακούσει.
Επίσης, έχουμε τρία singles μέχρι στιγμής, τo “Strange” (2021), με τη συμμετοχή του TSOP, το “What you get” (2022) και το “Take a good look” (2023), το οποίο είναι και η πρώτη μας κυκλοφορία με αυτήν τη σύνθεση ως μπάντα. Ετοιμάζουμε ένα EP με έξι κομμάτια, το οποίο θα θέλαμε ιδανικά να κυκλοφορήσει την άνοιξη. Ηχογραφούμε στο στούντιό μας, το οποίο είναι ένας χώρος που μας κάνει να νιώθουμε άνετα, μπορούμε να πειραματιστούμε πιο εύκολα εκεί, πράγμα που θεωρώ πιο σημαντικό από το να πηγαίναμε σε ένα ακριβό στούντιο και να είχαμε από πάνω μας συνέχεια το άγχος του ρολογιού. Επίσης, έχουμε έναν πάρα πολύ καλό σύμμαχο εκεί, τον Αδάμ Σιάγα, έναν καταπληκτικό παραγωγό, επίσης μέλος των Μ.A.T.E.
Η δημιουργία ενός άλμπουμ εξαρτάται από πολλούς παράγοντες και δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση, ειδικά σε DIY παραγωγές. Οι καλές προθέσεις δεν φτάνουν. Αν δεν είσαι πάρα πολύ καλά οργανωμένος, είναι εύκολο να χαωθείς.
Θέλουμε να εμπνεύσουμε τον κόσμο με τη μουσική και τη στάση μας, αυτό βλέπω ως βαθύτερο στόχο της μουσικής και πιστεύω πάρα πολύ στο ότι οι τέχνες πρέπει να είναι εργαλείο κοινωνικής αλλαγής. Είναι ένας από τους βασικούς λόγους που παίζω μουσική. Ιδανικά θα θέλαμε να έχουμε πολλές συναυλίες, να κυκλοφορήσουμε ένα LP και να είμαστε δημιουργικοί προς οποιαδήποτε κατεύθυνση.
Θεωρώ πως η μουσική που παίζουμε είναι ένα κράμα συναισθημάτων, χαράς, θυμού και θλίψης. Λατρεύω το χιούμορ και το θεωρώ πολύ σημαντικό στη μουσική – υποβόσκει συνεχώς με καυστικό τρόπο.
Την Κυριακή 1/10 παίζουμε στο Κapani Project, ένα από τα λίγα μουσικά φεστιβάλ που έχουν απομείνει στην πόλη, το οποίο μάλιστα είναι με ελεύθερη είσοδο. Σίγουρα είναι κάτι αισιόδοξο για την πόλη και το πολιτιστικό της μέλλον.
Την Παρασκευή 13/10 παίζουμε στο Αn Club, το οποίο είναι και η παρθενική μας συναυλία στην Αθήνα, με δύο από τις αγαπημένες μου ελληνικές μπάντες, τους Los Tre και τους Μissingo. O ήχος τους είναι πάρα πολύ φρέσκος και πραγματικά δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από συγκροτήματα του εξωτερικού».
— Πώς τα βλέπετε τα πράγματα γενικά;
H κατάσταση έχει ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Ποτέ τα πράγματα δεν ήταν εύκολα, αλλά αυτό που έχουμε να αντιμετωπίσουμε με την κλιματική αλλαγή είναι πρωτόγνωρο. Ταυτόχρονα, έχουμε να κάνουμε με τον απίστευτο εκφασισμό της κοινωνίας και την τρελή πορεία της τεχνολογίας, με ανθρώπους που νομίζουν πως είναι μικροί θεοί. Όλα αυτά και άλλα πολλά δημιουργούν ένα κοκτέιλ καταστροφής.
Kapten - Take A Good look
Οι φωτογραφίες που δημοσιεύονται στο κείμενο είναι των Ηλιάνας Τολιοπούλου, Βαγγέλη Αμεράνη και Αναστασίας Κωστοπούλου
Το πρόγραμμα του διημέρου στο Κapani Project (η είσοδος είναι δωρεάν)
Σάββατο 30 Σεπτεμβρίου
Live Stage
18:00 - 19:00 | Vivienne
19:15 - 20:30 | Foreplay
20:45 - 21:45 | Argalios
22:00 - 23:30 | Κούπες
23:30 - 00:30 | Mr. Gore
00:30 - Closing | Tikis b2b Jose Amba
Alternative Stage
17:00 - 18:00 | Στέφανος Τσιτσόπουλος
18:00 - 19:00 | Amano
19.00 - 20:30 | Chef Gee
20:30 - 22:00 | Anna Maria Papagianni
22:00 - 23:30 | Dennis Liber
23:30 - 01:00 | Love Issues (Simeon & The Dreamer)
01:00 - Closing | Arthur K. & Irine
Performance
17:00 - 21:00 | Μαρία Λάππα - «Re-think your food character»
Μask Performance Master Class
Κυριακή 1 Οκτωβρίου
Live Stage
18:00-19:00 | Mr. Collage
19:15-20:15 | HAAL
20:30-22:00 | Γιαγκίνηδες
22:15-23:15 | Coslee
23:30-01:00 | Kapten
Alternative Stage
17:00-18:00 | Srek
18:00-19:00 | Tengu Ni Naru (Live)
19:00-20:30 | Stefy
20:30-22.00 | Bakerman
22:00-23:30 | Pekkuliar
23:30-Closing | Bengoa
Performance
20:00-21:00 | Sasori aka Μαρία Ζούρου - Dinner, Diatribes and Λove talks.