Η κοκορομαχία του Drake και του Kendrick Lamar είναι χιπ χοπ ως τα μπούνια
Οι δυο μεγαλύτεροι ράπερ του πλανήτη, ζαβλακωμένοι από την πλήξη, αποφάσισαν να κάνουν το battle που δεν έκαναν ως έφηβοι. Και βγάζουν ακόμα πιο πολλά εκατομμύρια.
Για τους ανθρώπους που έχουν επαφή με την κουλτούρα του χιπ χοπ και την ιστορία του, η κοκορομαχία που μονοπωλεί το ενδιαφέρον τις τελευταίες δύο εβδομάδες στα αμερικανικά μέσα δεν είναι κάτι ανάρμοστο ή πρωτοφανές στο είδος, κάτι που να αξίζει τόσες αναλύσεις και σχόλια – αυτή ακριβώς είναι η ραπ κουλτούρα, το diss είναι μέρος της και είναι και ένα από τα βασικά στοιχεία της.
Αυτό που κάνει την κόντρα ενδιαφέρουσα ή, τουλάχιστον, άξια προσοχής, είναι το μέγεθος των ανθρώπων που εμπλέκονται, γιατί μιλάμε για δύο από τους πιο δημοφιλείς και σημαντικούς ράπερ στον πλανήτη, έναν που έχει το άγγιγμα του Μίδα και μετράει δισεκατομμύρια ακροάσεις, με αμέτρητες επιτυχίες, τον Drake, κι έναν που έχει κερδίσει ό,τι Grammy υπάρχει μαζί με Πούλιτζερ, τον Kendrick Lamar, οι οποίοι, ζαβλακωμένοι από τη χλιδή και τα εκατομμύρια, αποφάσισαν να κάνουν ένα διάλειμμα από την πλήξη τους και να βγάλουν τα πουλιά τους και να τα μετράνε, κάνοντας αυτό που δεν έκαναν όταν ήταν 13 και 15 χρονών: battle σε ένα ραπ πάρτι.
Μόνο που δεν είναι ούτε ’80s ούτε ’90s και αυτό το πάρτι δεν γίνεται πλέον σε ένα συγκρότημα κατοικιών στο Μπρονξ ή στο Κόμπτον, αλλά ιντερνετικά, με θεατές όλον τον πλανήτη. Γιατί; Επειδή μπορούν. Εδώ ο κόσμος καίγεται και όλοι ασχολούνται με δύο κακομαθημένα που έχουν λύσει όλα τους τα προβλήματα και θέλουν να παίξουν, τραβώντας όλη την προσοχή πάνω τους.
Σε ένα είδος στο οποίο η αυτοαναφορά, ο εγωισμός, το flex και το υπερεγώ κυριαρχούν σε τέτοιο βαθμό μετά τα ’00s που έχουν πάψει να υπάρχουν ραπ συγκροτήματα (κι όποια υπήρξαν διαλύθηκαν, γιατί είναι αδύνατο να συνυπάρξουν δύο «καλύτεροι», πόσο μάλλον περισσότεροι, όταν ο κάθε ένας διεκδικεί τον τίτλο του GOAT, greatest of all time), δεν είναι καθόλου περίεργο να «σκοτώνονται» λεκτικά οι άνθρωποι που είναι top μουσικοί για λόγους που σε κάποιον που είναι εκτός χώρου φαίνονται ηλίθιοι και αδιανόητοι: για το ποιος είναι το νούμερο ένα και το ποιος είναι πραγματικά ο καλύτερος. Γιατί η κορυφή είναι μία, και στο ραπ δεν γίνεται να είσαι νούμερο δύο. Τελεία.
Για κάποιον που το έχει παρακολουθήσει από την αρχή, το ραπ δεν ήταν ποτέ διαφορετικό από αυτό που είναι σήμερα, εξελίχθηκε σε απίστευτο βαθμό, ο ήχος του εμπλουτίστηκε αντλώντας στοιχεία από κάθε μουσικό είδος, παραδοσιακό, κλασικό, αλλόκοτο, φουτουριστικό, πέρασε από τον δρόμο και τη γειτονιά σε πιο σοφιστικέ μορφή και η θεματολογία των στίχων διευρύνθηκε, στον πυρήνα τους, ωστόσο, έμεινε ευλαβικά πιστό σε αυτό που ήταν ή θεωρούνταν ότι ήταν πάντα: πρόστυχοι, σεξιστικοί, ομοφοβικοί ύμνοι για γκάνγκστερ και τον τρόπο ζωής τους, με πολλές αναφορές σε ναρκωτικά και όπλα, ακόμα και ωδές γι’ αυτά.
Το ραπ είχε σε όλη την πορεία του flex, είχε diss, είχε beefs – μάλιστα τα battles ήταν από τα βασικά συστατικά της χιπ χοπ κουλτούρας. Δεν είχε μόνο αυτά, αλλά αυτά είχε κυρίως, ήταν και είναι ο κανόνας, με ελάχιστες εξαιρέσεις – οπότε μην απορείς για τα diss και στην ελληνική σκηνή.
Rap battle είναι ο διαγωνισμός που γινόταν στα block party, όπου δύο ράπερ «μάχονταν» με αυτοσχεδιαστικούς ή γραμμένους στίχους προσπαθώντας να επιβληθούν ο ένας στον άλλο με τον λόγο, ακόμα και με προσβλητικό τρόπο. Ήταν πολύ συνηθισμένο να ξεφεύγουν, να βγαίνουν εκτός ορίων ευπρέπειας και οι λεκτικές επιθέσεις να παίρνουν προσωπικό χαρακτήρα, αλλά το diss, το να μιλάς προσβλητικά για κάποιον, ήταν από την αρχή βασικό μέρος της χιπ χοπ κουλτούρας.
Ο νικητής έπαιρνε χρηματικό βραβείο ή αποκτούσε respect στη γειτονιά, οπότε υπήρχε ισχυρό κίνητρο για να επιδείξει ένας ράπερ τις ικανότητές του στις ρίμες. Ακόμα και αν πρόσβαλλε, ακόμα κι αν διέλυε μια φιλία. Από γεννησιμιού του το ραπ ήταν έντονα ανταγωνιστικό, το να είσαι ο καλύτερος ήταν θέμα επιβίωσης, κι αργότερα αυτό μεταφέρθηκε σε μεγαλύτερη κλίμακα. Και, δυστυχώς, αυτό δεν έμεινε μόνο στη λεκτική διαμάχη.
Τα battles ήταν πάντα ένας τρόπος έκφρασης, και έκαναν το ραπ ενδιαφέρον γιατί του έδιναν έναν οπαδικό χαρακτήρα, αλλά όταν το ραπ άρχισε να γίνεται εμπορικό και το ανέλαβαν οι εταιρείες, υπήρξε μεγάλος έλεγχος στο κομμάτι «κόντρα», γιατί πέρα από τις διαστάσεις που έπαιρνε μια διαμάχη μέσω μιας εταιρείας, κανείς δεν ήθελε να χάσει από μια αδέσποτη σφαίρα τους ράπερ πάνω στους οποίους είχαν επενδύσει εκατομμύρια. Μέχρι που ήρθαν τα social media και το τέλος των εταιρειών, κι ο κάθε ράπερ –που έχει πλέον δικιά του εταιρεία– μπορεί να ανεβάσει όποια ώρα θέλει ό,τι θέλει, με ό,τι στίχους θέλει, και να έχει την ευθύνη των πράξεών του.
Και να λάβει και τα εκατομμύρια, φυσικά, που έρχονται μέσω μιας κόντρας, η οποία λειτουργεί για το κοινό ηδονοβλεπτικά και το αναγκάζει να παρακολουθήσει και να πάρει θέση. Και ο Kendrick και ο Drake στην ουσία είναι δύο κακομαθημένα παιδιά, που ξεκίνησαν ως συνεργάτες, με πολύ καλή σχέση, και όσο ανέβαιναν προς την κορυφή έγιναν εχθροί. Δεν είναι οι μόνοι, είναι αμέτρητα τα diss και στην Αμερική και παντού όπου υπάρχουν ράπερ, και όπως έχει καταντήσει το εμπορικό ραπ, χορός εκατομμυρίων, ακόμα κι αν είσαι ο Kendrick Lamar ή ο Drake, που έχεις με το έργο σου δείξει τι αξίζεις, είναι θέμα πρεστίζ και τιμής να αποδείξεις ακόμα και με τους πιο ταπεινούς τρόπους ότι είσαι GOAT.
Ξεφτιλίζοντας όπως μπορείς τον «αντίπαλό» σου, με επιθέσεις που έχουν καταλήξει να γίνουν τόσο προσωπικές που απορείς πόσο πιο χαμηλά μπορούν να φτάσουν. Σε αυτήν τη λεκτική ξιφομαχία που δεν έχει τελειωμό έχουν εμπλέξει και τις οικογένειές τους, τα παιδιά τους, με πολύ βαριές και προσβλητικές κατηγορίες– σε κάθε τραγούδι και χειρότερες. Αν ακούσεις τι λένε στους στίχους, θα φρίξεις.
Από την άλλη, η διαμάχη τους (που δεν φαίνεται να έχει τέλος) έχει κάνει συναρπαστική για το κοινό που τους παρακολουθεί τη φετινή άνοιξη, προσθέτει και στους δύο εκατομμύρια ακροάσεις (που σημαίνει και δολάρια) και τους δίνει και credits, γιατί σε μια εποχή που το ραπ είναι σε πτώση παγκοσμίως (το 2023 υπήρξαν ελάχιστα ραπ άλμπουμ σχεδόν σε όλες τις λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς) και ενώ η μουσική βιομηχανία στρέφεται σε άλλα είδη για να επενδύσει, το ενδιαφέρον του κόσμου για το ραπ κάπως ανανεώνεται.
Και γίνεται η αφορμή να γράψουν καλή μουσική – και τα οχτώ κομμάτια που έχουν εμφανίσει μέχρι τώρα σε διάστημα μερικών ημερών είναι από τα πιο δυνατά που έχουν φτιάξει. Το ότι δεν τα γράφουν ακριβώς οι ίδιοι δεν έχει και τόση σημασία…