Δαντέλες, μπισκότα, ανεξέλεγκτος τουρισμός: Μια βόλτα στο πολύχρωμο Μπουράνο
Το νησί της Βενετίας, που κάποτε ήταν ένα ψαροχώρι και κέντρο της τοπικής δαντελοποιίας, βρίσκεται στο έλεος του υπερτουρισμού, κινδυνεύοντας να χάσει τον χαρακτήρα και τους κατοίκους του.
Έξω από την παστιτσερία «Κονσταντίνι» στην καρδιά του Μπουράνο μασουλάμε ένα μπουρανέλο, τα μπισκοτάκια σε σχήμα S που είναι τοπική λιχουδιά. Τα μπουρανέλι (buranello-buranelli) του «Κονσταντίνι» έχουν έντονη γεύση βουτύρου με μια υποψία αλκοόλ, ρούμι, που σπάει τη γλύκα και κάνει τα μπισκοτάκια εθιστικά –είναι αδύνατο να φας μόνο ένα– και είναι ευχάριστα τραγανά, χωρίς να τρίβονται. Προσπαθώντας να συγκρατηθούμε για να μη φάμε όλο το πακέτο, μοιραζόμαστε ένα μπισκοτάκι από αμυγδαλόπαστα με κόκκινα και πράσινα κερασάκια γλασέ που μοιάζουν με γιορτινά πτιφούρ. Συνεχίζουμε τη βόλτα στους στενούς δρόμους του νησιού με τα πολύχρωμα σπίτια που βρίσκεται εννιάμισι χιλιόμετρα από το ιστορικό κέντρο της Βενετίας (45 λεπτά με το βαπορέτο) και στην ουσία είναι ένα σύμπλεγμα μικρών νησιών που ενώνονται με γέφυρες (πολλές γέφυρες).
Είναι ακόμα πρωί και παντού υπάρχει διάχυτη η μυρωδιά μαλακτικού (σαπούνι Μασσαλίας και μιστράλ) από τις πρωινές μπουγάδες, ενώ από τα σπίτια ακούγονται οι κραδασμοί από τους κάδους των πλυντηρίων που πλένουν τη δεύτερη (ή τρίτη) δόση. Οι κάτοικοι του Μπουράνο βιώνουν αυτή την εισβολή με απίστευτη στωικότητα, αντιδρούν στα πλήθη τουριστών που έχουν ξαμοληθεί σε όλο το νησί και καταπατούν κάθε όριο ιδιωτικότητας με χαμόγελα ή αδιαφορία, μάλλον επειδή ο τουρισμός είναι πλέον η κύρια πηγή εισοδήματός τους. Οι τουρίστες κάνουν αυτό ακριβώς που κάνουμε κι εμείς, μπαίνουν σε αυλές, κοιτάζουν μέσα από τις ανοιχτές πόρτες των σπιτιών που είναι καλυμμένες με υφασμάτινες κουρτίνες (για να εμποδίσουν τα αδιάκριτα βλέμματα), φωτογραφίζουν ασταμάτητα.
Φωτογραφίζουν τα σπίτια που είναι βαμμένα σε όλες τις αποχρώσεις του ουράνιου τόξου, φωτογραφίζουν τις μεταλλικές απλώστρες (τα απλωμένα ρούχα με φόντο τα κίτρινα, τα ροζ και τα γαλάζια κτίρια είναι μια ακαταμάχητα ελκυστική ινσταγκραμική εικόνα), φωτογραφίζουν τις γέφυρες, τις γυναίκες που βγαίνουν με τις λεκάνες για να απλώσουν ή να μαζέψουν ρούχα, το νερό, τον δρόμο, την πλατεία, τις βεράντες με τα λουλούδια, τις κούπες με τον καφέ, τα γλυκά του φούρνου, την καθημερινότητα των κατοίκων. Από τη μία αυτή η εισβολή των τουριστών που επισκέπτονται το Μπουράνο για να γεμίσουν τους αποθηκευτικούς χώρους των κινητών τους με εικόνες μοιάζει με κατάρα, από την άλλη φαίνεται ότι οι κάτοικοι έχουν εναποθέσει τις ελπίδες τους στον τουρισμό και στα λεφτά που θα αφήσουν οι επισκέπτες στο νησί. Γι’ αυτό και δίνουν ακόμα και συμβουλές για το πού ακριβώς πρέπει να σταθείς για να βγάλεις το τέλειο κάδρο (και να κάνεις ρεκόρ like στα social media).
Το μεγαλύτερο πρόβλημα του Μπουράνο είναι ότι ο πληθυσμός του έχει γεράσει επικίνδυνα και το νησί κινδυνεύει να ερημώσει. Οι νέοι άνθρωποι έχουν φύγει –και φεύγουν συνέχεια– για να βρουν δουλειές και μένουν πίσω μόνο οι ηλικιωμένοι. Η λιμνοθάλασσα και τα άφθονα ψάρια της ήταν για εκατοντάδες χρόνια ο κύριος τρόπος βιοπορισμού των ανθρώπων του νησιού –το ψάρεμα ήταν ένας τομέας που ανθούσε μέχρι τη δεκαετία του ’90–, αλλά πλέον ο αριθμός των ψαράδων έχει μειωθεί δραματικά, οι νέοι ψάχνουν πιο αποδοτικές δουλειές και ακολουθούν τη μοίρα των κατοίκων της Βενετίας, που εγκαταλείπουν μαζικά την πόλη (τα τελευταία 70 χρόνια το 70% των Βενετσιάνων έχουν μετακομίσει σε άλλες πόλεις). Ο υπερτουρισμός κάνει δύσκολη τη ζωή των ντόπιων, αφήνει άδεια τα σπίτια τους, τα οποία πωλούνται σε ξένους, και το Μπουράνο σε μερικά χρόνια θα είναι μόνο σκηνικό, μια «Ντίσνεϊλαντ» με αμέτρητα μαγαζιά για τουρίστες.
Είναι πολλά τα σπίτια που έχουν κρεμασμένη μια πινακίδα που γράφει ψυχρά και άχαρα «πωλείται», τα περισσότερα εκ των οποίων παλιά, που χρειάζονται γερή ανακαίνιση για να κατοικηθούν, ωστόσο το Μπουράνο είναι υπερβολικά όμορφο και το ενδιαφέρον των ξένων αγοραστών τεράστιο. Ο φτωχός συγγενής της Βενετίας θα είναι σύντομα ένα ακόμα πανάκριβο προάστιό της, χωρίς ντόπιους και χωρίς κανένα από τα χαρακτηριστικά που αποτελούν ακόμα μέρος της παράδοσής της: τα φρέσκα θαλασσινά της Λαγκούνα Βενετσιάνα (τα μοναδικά ντόπια καβουράκια έχουν έτσι κι αλλιώς σχεδόν εξαφανιστεί) και την κατασκευή δαντέλας που εδώ και πέντε αιώνες είναι ασχολία των γυναικών του νησιού. Οι γυναίκες των ψαράδων κάθονταν για ώρες περιμένοντας τους συζύγους τους να επιστρέψουν από το ψάρεμα, πλέκοντας ή επιδιορθώνοντας δίχτυα, και αυτή η διαδικασία οδήγησε στην κατασκευή της πολύ ιδιαίτερης ντόπιας δαντέλας. Το «τούλι» που φτιάχνουν με την παραδοσιακή επίπονη τεχνική και μοιάζει με αραχνοΰφαντο δίχτυ αλιείας είναι τόσο ξεχωριστό που μπορεί να χρειαστεί και χρόνια ολόκληρα για να ολοκληρωθεί, και η αξία του σε μεγάλο μέγεθος ξεπερνάει τα 100 χιλιάδες ευρώ. Σήμερα στο Μπουράνο υπάρχει σχολή κατασκευής δαντέλας –που ιδρύθηκε στο τέλος του 19ου αιώνα– όπου διδάσκονται οι δύο τρόποι κατασκευής της, ενώ θαυμάσια δείγματα από τις ντόπιες δαντέλες που πωλούνταν κάποτε σε ολόκληρο τον κόσμο μπορεί να δει κανείς στο Μουσείο Δαντέλας του νησιού αλλά και στο μουσείο Κορέρ στη Βενετία.
Η ομιχλώδης ατμόσφαιρα της λιμνοθάλασσας τα πρωινά κάνει ακόμα πιο δύσκολη την ορατότητα και οι ψαράδες έβαφαν τα σπίτια τους με έντονα χρώματα, διαφορετικά από τα διπλανά τους, για να τα ξεχωρίζουν μέσα στην ομίχλη και να βρουν τον δρόμο επιστρέφοντας με την ψαριά της ημέρας. Η παλέτα των χρωμάτων είναι σταθερή και ο τοπικός νόμος απαγορεύει την αλλαγή χρώματος στην πρόσοψη, κι αυτό συντέλεσε στο να διατηρηθεί η παραμυθένια εικόνα που έχει το νησί.
Περνώντας από την κεντρική πλατεία όπου βρίσκεται η εκκλησία του Αγίου Μαρτίνου, με τον πύργο να γέρνει λόγω κλίσης του εδάφους (όλα τα νησιά της Βενετίας βυθίζονται στη λιμνοθάλασσα αργά και σταθερά), κάνουμε μια στάση για να δούμε τον πίνακα που απεικονίζει τον θρύλο του Μπουράνο (τα λείψανα τριών αγίων που ξεβράστηκαν στις ακτές του νησιού έσωσαν τους κατοίκους από τη θανατηφόρα επιδημία πανούκλας του 1670). Βγαίνοντας ξανά στον ήλιο και συνεχίζοντας τη βόλτα μας στο πολύχρωμο τοπίο, μέσα από γραφικά δρομάκια που οδηγούν όλα σε κάποια γέφυρα, φτάνει στη μύτη μας η γλυκιά μυρωδιά των μπουρανέλι που ψήνονται σε κάποιο σπίτι ή κάποιον φούρνο.
Τα μπουρανέλι, τα κουλουράκια του Μπουράνο, είναι δύο τύπων: ένα στρογγυλό με τρύπα σαν κουλούρι Θεσσαλονίκης (το bussolà buranello) και ένα σχήματος S (esse buranello), με την ίδια ακριβώς γεύση, γιατί είναι φτιαγμένα από την ίδια ζύμη.
Παραδοσιακά αυτά τα ιδιαίτερα μπισκότα με την τρύπα στη μέση –τα οποία τότε ονομάζονταν μπουσολάι, busa σημαίνει «τρύπα»– παρασκευάζονταν σε μεγάλες ποσότητες από τις γυναίκες των ψαράδων και των ναυτικών για να παίρνουν οι σύζυγοί τους μαζί τους στη θάλασσα κάτι θρεπτικό και νόστιμο, που μπορούσε να διατηρηθεί για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η φήμη των γευστικών μπουσολάι διαδόθηκε και εκτός του νησιού και έτσι άρχισε η μαζική κατασκευή και η πώλησή τους, και με τα χρόνια από μπισκότα των ναυτικών έγιναν το γλυκό που καταναλωνόταν κυρίως την περίοδο του Πάσχα από όλους τους κατοίκους της Βενετίας. Μάλιστα, καταναλώνονταν σε τόσο μεγάλες ποσότητες, που τον 16ο αιώνα η ηγουμένη του μοναστηριού του Αγίου Ματθαίου διέταξε τις καλόγριες να περιορίσουν τα έξοδα για την αγορά μπουρανέλι – γιατί η λαιμαργία είναι θανάσιμο αμάρτημα. Δεν κατάφερε και πολλά, γιατί το νησάκι τους, το Μάζορμπο, επικοινωνεί με γέφυρα με το Μπουράνο, και οι καλόγριες συνέχισαν να αγοράζουν τα αρωματισμένα με βανίλια μπουρανέλι, με τη δικαιολογία ότι τα χρησιμοποιούσαν να αρωματίσουν τα συρτάρια με τα ρούχα τους.
Λίγους αιώνες αργότερα, ένας διάσημος εστιάτορας του Μπουράνο ζήτησε από έναν τοπικό ζαχαροπλάστη να παρασκευάσει ένα μπουσολάι για να το προσφέρει στους πελάτες του ως επιδόρπιο, μαζί με ένα ποτήρι γλυκό κρασί. Ο ζαχαροπλάστης δημιούργησε ένα νέο μπισκότο, με την ίδια ζύμη, αλλά σε σχήμα «S», που επέτρεπε το εύκολο βούτηγμα, κάνοντάς το απαραίτητο και στο πρωινό, με ένα ποτήρι γάλα. Σήμερα, τα μπουσολάι καταναλώνονται ανεξαρτήτως εποχής, αν και η παράδοση του Πάσχα παραμένει πολύ ισχυρή στο Μπουράνο.
Μισή μέρα είναι αρκετή για την εκδρομή στο Μπουράνο, με απαραίτητο το γεύμα στις τρατορίες του νησιού – που είναι πιο φτηνό από ό,τι στις αντίστοιχες της Βενετίας και σε κάποιες αρκετά καλύτερο.
Μπουσολάι μπουρανέλο (για 24 κομμάτια περίπου)
Υλικά
500 γρ. αλεύρι
6 κρόκοι αυγών
200 γρ. βούτυρο, σε θερμοκρασία δωματίου, κομμένο σε κομμάτια
250 γρ. ζάχαρη
1 κουταλιά σούπας ρούμι
ξύσμα από μισό λεμόνι
μια πρέζα αλάτι
2 ασπράδια αυγών, χτυπημένα
Eκτέλεση
Χτυπάμε σε ένα μπολ τους κρόκους αυγών με τη ζάχαρη μέχρι να ενσωματωθούν καλά, προσθέτουμε το ρούμι, το αλάτι και το ξύσμα λεμονιού και χτυπάμε ακόμα λίγο.
Προσθέτουμε σταδιακά στο μπολ το αλεύρι και το βούτυρο, ανακατεύοντας με μίξερ ή με το χέρι, μέχρι να σχηματιστεί μια θρυμματισμένη ζύμη που να κρατάει το σχήμα της όταν την πιέζουμε. Φτιάχνουμε μια μπάλα με τη ζύμη, τη σκεπάζουμε με πλαστική μεμβράνη και την αφήνουμε σε θερμοκρασία περιβάλλοντος για μισή ώρα να ξεκουραστεί.
Στο μεταξύ προθερμαίνουμε τον φούρνο στους 150ο C. Στρώνουμε ένα ταψί με λαδόκολλα και πλάθουμε κουλουράκια σχήματος S ή κύκλου, προσέχοντας να είναι στο ίδιο πάχος. Αλείφουμε με το χτυπημένο ασπράδι και ψήνουμε μέχρι να αρχίσουν να ροδίζουν ελαφρά (περίπου 20-22 λεπτά).