ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ ΣΤΗ ΓΑΖΑ οι παγκόσμιες αντιδράσεις συνοδεύονται από σοβαρές διαφωνίες και αναστάτωση, ιδίως στον χώρο της διανόησης και των πανεπιστημιακών (αν και όχι τόσο στη χώρα μας). Δεν θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά. Σκοτώνονται άνθρωποι, καταστρέφονται υποδομές, ο «πόλεμος του Ισραήλ με τη Χαμάς» έχει γίνει μια φονική εκστρατεία επί δικαίους και αδίκους και όλο αυτό περιπλέκει τη συζήτηση για τις ρίζες της σύγκρουσης, τον αντισημιτισμό και τον αντισιωνισμό, τις ευθύνες της Δύσης ή των αραβικών κρατών.
Η διαμάχη είναι πολυεπίπεδη και εμπλέκει, όπως είδαμε, και έναν αριθμό νέων ανθρώπων στις χώρες της Ευρώπης και στη Βόρεια Αμερική, ριζοσπαστικούς και αντιπολιτευόμενους χώρους που πολλοί βλέπουν την Παλαιστίνη ως ένα νέο Βιετνάμ.
Λέω πως δεν θα μπορούσε να συμβεί αλλιώς. Και κάτι ακόμα: δεν έχει τόση σημασία αν διαφωνεί κανείς με συγκεκριμένες διατυπώσεις, τη γραμμή της μίας ή της άλλης ανάλυσης ή μεμονωμένα συνθήματα (που φτιάχνουν, ωστόσο, ένα πλαίσιο ερμηνείας των γεγονότων). Το σημαντικό είναι ότι κάποιος κόσμος κινητοποιείται για μια υπόθεση ζωής και θανάτου και ξανασυζητούνται κρίσιμα για όλους μας ζητήματα της ειρήνης, του πολέμου, της δικαιοσύνης και των όρων της σε μια γωνιά του κόσμου.
Υποθέτω ότι η γενίκευση που έχει ηθική βαρύτητα είναι να είμαστε κατά της βαρβαρότητας. Έχουμε ωστόσο μάθει καλά πως η βαρβαρότητα δεν έχει ένα και μόνο πρόσημο, ούτε μια αποκλειστική πηγή προέλευσης.
Στη συγκεκριμένη συγκυρία όμως το χειρότερο θα ήταν η εύκολη απαξίωση και η διάθεση περιστολής του κριτικού λόγου. Όλοι/-ες έχουμε όχι απλώς το δικαίωμα αλλά και την υποχρέωση να μη σιωπούμε για εγκλήματα, μαζικές παραβιάσεις δικαιωμάτων, καταχρήσεις εξουσίας και στρατηγικές εκφοβισμού.
Όπως δεν είναι αντισημιτική η απόρριψη των επιλογών του ισραηλινού establishment και της ισοπεδωτικής εκστρατείας στη Γάζα και τώρα στη Ράφα, έτσι δεν είναι «ισλαμοφοβική» και η ρητή εναντίωση στα σχέδια της Χαμάς ή στα «αντιστασιακά» διαπιστευτήρια του Ιράν και των οργανώσεων που ελέγχει. Μπορούμε να είμαστε υπέρ του άμεσου τερματισμού του πολέμου και την ίδια στιγμή να λέμε ότι τα προβλήματα ρύθμισης της ειρήνης και της δικαιοσύνης για τους λαούς είναι σύνθετα, επίπονα και δεν χωρούν στο πρωτόλειο σχήμα «καλοί» vs «κακοί».
Προφανώς και μια τέτοια συζήτηση δεν θα είναι αποστασιοποιημένα ψύχραιμη, ούτε απαλλαγμένη από εντάσεις. Όταν έχεις δίπλα σου μια θερμή ζώνη πολέμου και βίας, οι απόψεις δεν μπορεί να είναι πάντα με διπλωματική αβροφροσύνη και ανεπίληπτη ευγένεια. Το πάθος, ωστόσο, δεν μπορεί να γίνεται δικαιολογία για να κατασκευάζουμε μάχιμες καρικατούρες, όπου οι μεν εμφανίζονται ναζί αντισημίτες και οι δε υποτακτικοί του Νετανιάχου, οι μεν χαμασίτες και οι δε γενοκτόνοι.
Υπάρχουν πολλές δίκαιες ευαισθησίες και μαζί –και δίπλα τους– κάποιες απαράδεκτες θέσεις. Η ευαισθησία για τις ζωές των Παλαιστινίων, για την τύχη των Ισραηλινών ομήρων, για την καταστροφή κρίσιμων υποδομών υγείας και περίθαλψης, για την επισιτιστική κρίση που σκοτώνει κι αυτή. Απαράδεκτη είναι όμως η προγραφή μιας πολυσύνθετης ιστορικής πραγματικότητας όπως ο σιωνισμός (με τις πολλές διαφορετικές εκδοχές του από τις αρχές του εικοστού αιώνα) ως εγκληματικής και ρατσιστικής ιδεολογίας. Και αδικαιολόγητη η ετοιμότητα κάποιων να δουν στα κινήματα αλληλεγγύης στα campus της Ευρώπης ή της Αμερικής έναν μαχητικό αντιεβραϊσμό «παρόμοιο» με των φασιστών.
Αν ψάξουμε, φυσικά, στις εικόνες ή στα κείμενα (μέσα στο χάος), θα βρούμε αρκετά πειστήρια για τη μία ή την άλλη θέση. Κείμενα που ερμηνεύουν τη λογική του Ισραήλ ως ενσάρκωση της αιώνιας δυτικής-λευκής αποικιοκρατίας ή άρθρα που βλέπουν στις διεθνείς κινητοποιήσεις για την Παλαιστίνη κάποιου είδους αντισημιτικό πογκρόμ, αν όχι μια αριστερο-ισλαμιστική εκστρατεία.
Τέτοιες θέσεις μπορεί να εντυπωσιάζουν μερικούς με την κρυστάλλινη απλότητά τους, δεν πρέπει όμως να υπονομεύουν την ελευθερία της κριτικής των υπολοίπων, όσων δεν συμμεριζόμαστε το απατηλό μεγαλείο της γενίκευσης. Υποθέτω ότι η γενίκευση που έχει ηθική βαρύτητα είναι να είμαστε κατά της βαρβαρότητας. Έχουμε ωστόσο μάθει καλά πως η βαρβαρότητα δεν έχει ένα και μόνο πρόσημο, ούτε μια αποκλειστική πηγή προέλευσης. Υπάρχουν εκδοχές βαρβαρότητας μέσα στον σιωνισμό, στο ριζοσπαστικό Ισλάμ, σε τομείς της παγκόσμιας δεξιάς και δυνάμεις που οι ίδιες αυτοτοποθετούνται στην αριστερά. Βαρβαρότητες στον φιλελεύθερο πρώτο κόσμο και σε καθεστώτα ή κινήματα που ανήκουν στον παγκόσμιο Νότο.
Επιδιώκοντας, τελικά, να σώσουμε το νόημα της αλληλεγγύης στα θύματα της βαρβαρότητας, χρειαζόμαστε ανοιχτές δυνατότητες κριτικής. Παραφράζοντας τον Τόνι Τζαντ, χρειάζεται να μιλάμε για τα «δεινά που μαστίζουν τις χώρες», δίχως απαίτηση να συμμορφωθούν και οι άλλοι, οι φίλοι και συνάδελφοί μας, στα δικά μας μέτρα και σταθμά.