ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΘΗ ΕΥΣΤΡΑΤΙΑΔΟΥ ο ρόλος της Ιφιγένειας στην τραγωδία του Ευριπίδη, Ιφιγένεια η εν Αυλίδι, δεν είναι κάτι καινούργιο. Είναι η δεύτερη φορά που καλείται να τον ερμηνεύσει, και μάλιστα στην ίδια μετάφραση, του Παντελή Μπουκάλα – η πρώτη ήταν το 2019, στο ΚΘΒΕ. Φέτος έχει τη μεγάλη τύχη να συμμετέχει στην πολυαναμενόμενη παράσταση του σημαντικού Ρώσου σκηνοθέτη Τιμοφέι Κουλιάμπιν, μαζί με άλλους εξαιρετικούς Έλληνες ηθοποιούς. Όλα τα βλέμματα είναι στραμμένα σε αυτή την παράσταση, καθώς δεν ανοίγει μόνο τα φετινά Επιδαύρια αλλά είναι και παγκόσμια πρεμιέρα για τον Κουλιάμπιν, που έρχεται πρώτη του φορά στο αργολικό θέατρο.
Η έμπειρη ηθοποιός δεν αντιμετωπίζει με δέος την εμφάνισή της στην Επίδαυρο. Ένα από τα πρώτα πράγματα που μου λέει στη σύντομη συνάντησή μας εν μέσω εντατικών προβών είναι ότι αν κάτι την αγχώνει είναι ακριβώς το γεγονός ότι η παράστασή τους είναι πολυαναμενόμενη. «Όμως, επειδή ο Τιμοφέι είναι ένας εξαιρετικά ευγενής, ακομπλεξάριστος και φοβερά συναισθητικός άνθρωπος, μου έχει αφαιρέσει την αγωνία. Έχει μπει αυτός στο κέντρο της παράστασης. Δεν αισθάνομαι ότι είμαι εγώ το κέντρο της, που ούτως ή άλλως ποτέ κανένας δεν είναι το κέντρο οποιαδήποτε παράστασης. Όταν ένας σκηνοθέτης σε φροντίζει ψυχικά τόσο πολύ, δηλαδή δεν πετάει τα ψυχικά του απόβλητα πάνω σου, τότε συμβαίνει κάτι μαγικό. Η ομάδα γίνεται ένα, φεύγει το βάρος και το άγχος από πάνω σου γιατί συμμετέχεις σε κάτι ομαδικό. Αυτό για μένα ήταν πολύ ωραίο δώρο».
Στην περίπτωση του Κουλιάμπιν, η οπτική είναι πολύ συγκεκριμένη και έχει αλλάξει το κείμενο. Δεν υπάρχει ο Χορός των κοριτσιών, οπότε μιλάμε για ένα εντελώς άλλο κείμενο, όπου η Ιφιγένεια δεν είναι ένας ρόλος αυθύπαρκτος, υπάρχει σε σχέση με ένα περιβάλλον που το ορίζει.
Αλλά γιατί είναι πολυαναμενόμενη η παράσταση; Ένας λόγος φυσικά είναι γιατί ό,τι δικό του έχουμε δει μέχρι τώρα στην Αθήνα (Τρεις αδελφές, Στη μοναξιά των κάμπων με βαμβάκι) είχε καθηλωτική δύναμη και τρομερή ποιητικότητα. Αυτό που ξέρουμε μέχρι στιγμής σχετικά με την προσέγγισή του στο έργο του Ευριπίδη είναι ότι έχει αφαιρέσει τον Χορό και ότι του έχει δώσει σύγχρονη όψη, θίγοντας ενδεχομένως πολιτικά γεγονότα της εποχής μας. Όπως διαβεβαιώνουν οι ηθοποιοί, έχει διαβάσει σε βάθος το κείμενο και το έχει φωτίσει με το δικό του βλέμμα. Ρωτάω την Ανθή Ευστρατιάδου αν οι αλλαγές που έχει κάνει θα ενοχλήσουν. Εξηγεί: «Έχει αλλαγές που θα ξαφνιάσουν κάποιον που ξέρει το κείμενο. Ωστόσο αυτό δεν θα έπρεπε να ενδιαφέρει τόσο πολύ. Ο θεατής πρέπει να έρθει καλή τη πίστη και να απολαύσει την παράσταση. Ο Τιμοφέι διαβάζει το έργο με έναν δικό του τρόπο κι ενώ υπάρχουν σκηνές ανάμεσα σε σκηνές που υπονοούνται στο κείμενο, δεν παρεκκλίνει από τη γραμμή του Ευριπίδη».
Ωστόσο, έχοντας παίξει παλιότερα σε μια πιο ακαδημαϊκή εκδοχή αναρωτιέμαι, σε ποιον βαθμό η προηγούμενη εμπειρία της είχε επηρεάσει την άποψή της για τον ρόλο της. «Στην αρχαία τραγωδία υπάρχουν πολλά μυθολογικά στοιχεία, δηλαδή θεολογικά, κι αυτό, αν το δεις θεατρολογικά, δημιουργεί πολλά επίπεδα. Οπότε, το πιο σημαντικό, είναι η οπτική κάθε σκηνοθέτη, τι θέλει να πει. Στην περίπτωση του Κουλιάμπιν, η οπτική είναι πολύ συγκεκριμένη και έχει αλλάξει το κείμενο. Δεν υπάρχει ο Χορός των κοριτσιών, οπότε μιλάμε για ένα εντελώς άλλο κείμενο, όπου η Ιφιγένεια δεν είναι ένας ρόλος αυθύπαρκτος, υπάρχει σε σχέση με ένα περιβάλλον που το ορίζει. Ωστόσο το γενικότερο σύμπαν το ορίζει η οπτική του σκηνοθέτη. Έχω επαφή με το κείμενο και ξέρω τη διαδρομή του, η οποία χρωματίζεται πολύ διαφορετικά από την εκάστοτε σκηνοθεσία».
Όπως διαπιστώσαμε κατά την πρώτη επαφή που είχαμε με την παράσταση στην πρώτη της ανάγνωση, και δεδομένου ότι στην θέση της Άρτεμης μπαίνει μια πολιτειακή ηγεσία, πρόκειται να δούμε μια καθαρά πολιτική παράσταση. Μου λέει: «Έχει πολιτικές προεκτάσεις, αλλά συγχρόνως είναι μια βαθιά ανθρώπινη παράσταση. Βλέποντάς την δεν θα πεις ότι είναι στρατευμένη αλλά μια παράσταση σχέσεων. Απλώς αυτές οι σχέσεις υπάρχουν και διαμορφώνονται υπό το ενδεχόμενο έναρξης ενός αναπόφευκτου πολέμου. Οπότε, αν αφαιρέσει κανείς τα μυθολογικά κομμάτια, τη σχέση της Άρτεμης με τον άνεμο και τον Αγαμέμνονα, πρέπει να βρεις μια άλλη συνθήκη που να απαιτεί τη δολοφονία ενός νέου παιδιού. Δεν λέω τη θυσία, γιατί ως έννοια η θυσία έχει πάντα κάτι το ηρωικό, και στη συγκεκριμένη περίπτωση υπάρχουν κι άλλοι παράμετροι. Εννοείται ότι είναι ηρωική η απόφαση που παίρνει η Ιφιγένεια, αν και, όπως ξέρουμε, είναι αναπόδραστος ο θάνατός της. Αυτή επιλέγει τον τρόπο».
Σκεπτόμενοι λογικά, θα λέγαμε ότι η λύση θα ήταν να πάψει ο Αγαμέμνονας να θέλει να επιβληθεί στους υπόλοιπους Έλληνες αρχηγούς. Δεν το κάνει όμως. Από τη στιγμή που ο Αγαμέμνονας δεν τολμάει να αλλάξει γνώμη, ακολουθεί ένα προδιαγεγραμμένο τέλος. Και, απ’ ό,τι φαίνεται, σε αυτή την παράσταση αναδεικνύεται σε μεγάλο βαθμό η απόλυτη δέσμευσή του στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία. Η δράση δημιουργεί συνεχώς νήματα που δεσμεύουν όλους τους ήρωες, σαν να μην υπάρχει καμία διέξοδος. «Αν είσαι εγκλωβισμένος σε ένα σύστημα, όπως προσπαθεί να δείξει ο Τιμοφέι στην παράσταση, δεν μπορείς να ξεφύγεις, όπως και κανένας από τους ήρωες που βλέπουμε», συμπληρώνει η ηθοποιός.
Η Ανθή Ευστρατιάδου δεν παίζει μια ανήλικη Ιφιγένεια, ένα αθώο παιδί, αλλά μια νέα γυναίκα που πάει να παντρευτεί γιατί της το ζητάει ο πατέρας της. Σε μια περισσότερο συμβατική παράσταση θα τη χαρακτήριζε μια αθωότητα. Τι θα δούμε εδώ; Μου εξηγεί: «Ακόμα και στη δική μας εκδοχή το γεγονός ότι δεν γνωρίζει ποιος ακριβώς είναι ο πατέρας της ή ποια ακριβώς είναι η μητέρα της, εννοώ την εξουσιομανή και πολεμοχαρή πλευρά τους, την κάνει αθώα. Άρα, στην πραγματικότητα δεν τους γνωρίζει. Ούτε γνωρίζει όλο αυτό που πρόκειται να της συμβεί ή σχεδιάζεται και την εμπεριέχει. Πηγαίνει σε έναν γάμο που και η ίδια επιθυμεί. Όμως το κομμάτι της αθωότητας, έχει να κάνει –και είναι πολύ σημαντικό αυτό– με το πώς βλέπει τους γονείς της, επομένως και τον κόσμο· γιατί οι γονείς είναι ο κόσμος. Αυτό συμβαίνει σε όλους τους ανθρώπους. Σε διαφορετικές χρονικές στιγμές κάποια στιγμή οι γονείς μας αποκαλύπτονται στα μάτια μας με τρόπο που δεν είχε γίνει όταν ήμασταν παιδιά. Αυτό συμβαίνει στην Ιφιγένεια και όπως σπάει το κέλυφος της οικογένειας, σπάει και του κόσμου της, γιατί αυτά ταυτίζονται κάποια στιγμή στην παράσταση. Η αλήθεια γίνεται ψέμα, καταλαβαίνει σε τι κόσμο ζει. Και αυτός ο κόσμος είναι ένας κόσμος ψεύτικος και φαύλος».
Πώς αντιδράει η δική της Ιφιγένεια; Πιστεύει ότι οφείλει να θυσιαστεί για χάρη της πατρίδας της; «Σίγουρα η μεταστροφή της δεν έχει να κάνει μόνο με τα ηρωικά και αγνά στοιχεία μιας αθώας παιδίσκης η οποία θα αναλάβει αυτή την ευθύνη και ειλικρινώς την ενδιαφέρει να βοηθήσει την πατρίδα της. Δεν είναι αυτή η δική μας εκδοχή, γιατί η ηρωίδα καταλαβαίνει πια ότι βρίσκεται σε έναν κόσμο ψεύτικο, δεν υπάρχει ούτε ένας άνθρωπος που να μιλάει ειλικρινά. Μένει μόνη και απροστάτευτη απέναντι σε ένα ολόκληρο σύστημα».
Μα γιατί απροστάτευτη; Υπάρχει και η μάνα που την υπερασπίζεται, η Κλυταιμνήστρα. «Στο αρχικό κείμενο μπορεί η Κλυταιμνήστρα να υπερασπίζεται την Ιφιγένεια, να παρακαλεί τον Αγαμέμνονα να τη σώσει, αλλά στη δική μας παράσταση δεν είναι τόσο καθαρή αυτή η σχέση ακριβώς επειδή αν κάποιος διαβάσει πολύ ψύχραιμα το έργο, συνειδητοποιεί ότι είχε κι άλλες επιλογές, θα μπορούσε να κάνει κι άλλα πράγματα, αν δεν ήθελε να πεθάνει το παιδί – αλλά δεν τα κάνει. Βγαίνουν στη φόρα κι άλλα ενδιαφέροντα, κατά τη γνώμη μου, στοιχεία, ότι μπορεί ένας γονιός να προτιμάει εν τέλει να ζήσει αυτός και όχι το παιδί του. Δηλαδή, αν μπει το δίλημμα ποιος από τους δύο πρέπει να ζήσει, η ίδια ή το παιδί, μπορεί να επιλέξει το πρώτο. Κι αυτό είναι πολύ σκληρό».
Δείτε εδώ περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.