ΟΙ ΠΑΝΔΗΜΙΕΣ ΜΟΙΑΖΟΥΝ ΜΕ ΤΙΣ δασικές πυρκαγιές του καλοκαιριού: πρέπει να τις αντιμετωπίζεις έγκαιρα, ρίχνοντας όλα τα πολεμοφόδια στη μάχη, προτού φουντώσουν και επεκταθούν, και να μοιράζεις τις προσπάθειες ισότιμα σε όλα τα μέτωπα, ώστε να σβήσεις όλες τις εστίες. Αυτό μας το έμαθε η πανδημία του κορωνοϊού και αυτή η γνώση γίνεται τώρα πολύτιμη παρακαταθήκη για την αντιμετώπιση νέων υγειονομικών κινδύνων. Κι επειδή ένας πολύ υπολογίσιμος εχθρός ακούει στο όνομα «γρίπη των πτηνών», η παγκόσμια κοινότητα βρίσκεται σε εγρήγορση για να σηκώσει και να στείλει τα νέα πυροσβεστικά, που δεν είναι άλλα από τα νέα εμβόλια. Σε αυτό το πλαίσιο, το πράσινο φως έλαβε ένα νέο φιλόδοξο πρότζεκτ για την επιτάχυνση της ανάπτυξης ενός υποψήφιου mRNA εμβολίου έναντι του επικίνδυνου ιού της γρίπης των πτηνών Α (Η5Ν1). Μπροστάρισσες στον αγώνα δρόμου είναι φαρμακοβιομηχανίες από τρίτες χώρες που θα μπορέσουν να το διανείμουν με διευρυμένη πρόσβαση στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, όπως η εταιρεία Sinergium Biotech της Αργεντινής. Το νέο πρότζεκτ συντονίζει το Πρόγραμμα μεταφοράς mRNA τεχνολογίας της δεξαμενής πατεντών των φαρμάκων MPP.
Το Πρόγραμμα Μεταφοράς Τεχνολογίας mRNA αποτελεί τον καρπό της συνέργειας Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και MPP και τέθηκε σε λειτουργία τον Ιούλιο του 2021, ώστε να εξασφαλίσει στα πιο φτωχά κράτη τη δυνατότητα παραγωγής mRNA εμβολίων σε πολύ προσιτές τιμές. Η Sinergium Biotech, που είναι συνεργάτις του Προγράμματος Μεταφοράς Τεχνολογίας, διαθέτει ένα υποψήφιο εμβόλιο έναντι του ιού της γρίπης Α (Η5Ν1) που ήδη δοκιμάζεται σε προκλινικό στάδιο, δηλαδή σε πειραματόζωα. Μόλις ολοκληρωθεί αυτό, τα ευρήματα θα γνωστοποιηθούν σε όλους τους εταίρους του προγράμματος προκειμένου να επιταχυνθεί η παραγωγή κι άλλων υποψήφιων εμβολίων που σε κλινικό στάδιο θα δοκιμαστούν σε υγιείς εθελοντές.
Από τη στιγμή που δημιουργήθηκε, το Πρόγραμμα Μεταφοράς Τεχνολογίας ανέπτυξε μια πλατφόρμα που στην αρχή χρησιμοποιήθηκε για να αποδείξει και να αξιολογήσει την ανοσογονικότητα, την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια κάθε πειραματικού υποψήφιου εμβολίου κατά του Covid-19 σε προκλινικό στάδιο.
Όπως επισημαίνει ο δρ. Tedros Adhanom Ghebreyesus, γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, στόχος του προγράμματος είναι η ενίσχυση της έρευνας και της ανάπτυξης στα φτωχότερα κράτη, ώστε όταν μας πλήξει η επόμενη πανδημία να είμαστε σε μεγάλο βαθμό ετοιμότητας ώστε να έχουν όλα τα κράτη ισότιμη πρόσβαση στα νέα εμβόλια και να μην υπάρξουν (ξανά) χώρες διαφορετικών ταχυτήτων εντός και εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«Όταν δημιουργήσαμε αυτό το πρόγραμμα, θελήσαμε να δώσουμε στις λιγότερο εύρωστες χώρες την ευκαιρία να ηγηθούν αυτής της κούρσας, να ενώσουν τις δυνάμεις τους και να μοιραστούν τη γνώση τους, αποδεικνύοντας στην πράξη το σοφό ρητό “η ισχύς εν τη ενώσει”», προσθέτει ο Charles Gore, γενικός διευθυντής του Προγράμματος MPP. Οι ιοί της γρίπης των πτηνών αποτελούν σημαντικό κίνδυνο για τη δημόσια υγεία, καθώς μπορούν να προκαλέσουν πανδημία εξαιτίας της υψηλής διασποράς τους σε πολλά είδη της άγριας πανίδας και σε ζώα που ζουν σε κτηνοτροφικές φάρμες. Γι’ αυτό ο ΠΟΥ έχει σχεδιάσει ήδη ένα πλαίσιο ετοιμότητας έναντι μελλοντικών πανδημιών γρίπης, ώστε να αυξηθεί η πρόσβαση όλων των λαών στον εμβολιασμό.
Από τη μεριά του κατασκευαστή, δηλαδή της αργεντίνικης φαρμακοβιομηχανίας, ο δρ. Alejandro Gil, γενικός διευθυντής της, εξηγεί ότι η μεγάλη γνώση και εμπειρία των ερευνητών θα συμβάλει καθοριστικά στην αύξηση της παγκόσμιας ετοιμότητας έναντι νέων επικίνδυνων παθογόνων. Από τη στιγμή που δημιουργήθηκε, το Πρόγραμμα Μεταφοράς Τεχνολογίας ανέπτυξε μια πλατφόρμα που στην αρχή χρησιμοποιήθηκε για να αποδείξει και να αξιολογήσει την ανοσογονικότητα, την αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια κάθε πειραματικού υποψήφιου εμβολίου κατά του Covid-19 σε προκλινικό στάδιο. Η πλατφόρμα εδράζεται στο βιοτεχνολογικό hub Afrigen Biologics & Vaccines που βρίσκεται στη Νότια Αφρική και τον τελευταίο καιρό γίνεται ολοένα πιο συχνά πρωτοσέλιδο στον διεθνή Τύπο. Πραγματοποιεί συνεργασίες με φαρμακευτικούς κολοσσούς των ΗΠΑ, όπως είναι η Merck, και αποδεικνύει πως η έρευνα και η ανάπτυξη (R&D) δεν γνωρίζουν όρια ούτε μπορούν να περιοριστούν γεωγραφικά.