Όμορφες, άσχημες, καινούργιες, παλιές, διαφορετικές η μια από την άλλη, οι πολυκατοικίες κυριαρχούν στο δομημένο περιβάλλον, είναι τα κύτταρα μιας ανήσυχης πόλης, μια μικρογραφία συνηθειών, συμπεριφορών και εμπειριών που αποτυπώνει ανάγλυφα τις αλλαγές, κοινωνικές και πολιτικές, που συντελούνται στην ιστορία της Αθήνας παράλληλα με τις ιστορίες που εκτυλίσσονται σε διαδρόμους και σε ταράτσες, σε μικρά ή μεγάλα διαμερίσματα. Ψίθυροι σε κουζίνες που φτάνουν μέσα από τον φωταγωγό, μουσικές που πλημμυρίζουν τους διαδρόμους, φωνές σε συνελεύσεις, αιώνιες κόντρες γειτόνων, μάχες ιδιοκτητών - ενοικιαστών, μυρωδιές φαγητών, οι Έλληνες και οι «άλλοι»∙ το παλίμψηστο της πρωτεύουσας.
Μια ελεύθερη περιήγηση σε αυτόν τον μικρόκοσμο και το προφίλ του ξεδιπλώνεται μέσα από τις σελίδες της έκδοσης του Ιδρύματος Ωνάση 37 ιστορίες αθηναϊκών πολυκατοικιών. Με ιστορίες που εκτυλίσσονται σε πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους περιοχές του ευρύτερου κέντρου της Αθήνας –Πατήσια, Κυψέλη, Βικτώρια, Εξάρχεια, Γκύζη, Αμπελόκηποι, Σύνταγμα, Κολωνάκι, Παγκράτι, Κουκάκι, Νέος Κόσμος, Καλλιθέα–, το βιβλίο αυτό μας επιτρέπει να γνωρίσουμε και να κατανοήσουμε τις αθηναϊκές πολυκατοικίες της αντιπαροχής, μέσα από τις εμπειρίες και τις ιστορίες παλαιότερων και νέων κατοίκων.
Η μεταπολεμική οικοδομική περίοδος της αντιπαροχής άφησε ένα ασύγκριτο οικιστικό αποτύπωμα και διαμόρφωσε το κοινωνικό, αισθητικό και τεχνικό στίγμα της αθηναϊκής πολυκατοικίας.
Κτίρια που συμβολίζουν ολόκληρες εποχές, οι πολυκατοικίες της Αθήνας άρχισαν να χτίζονται στον Μεσοπόλεμο σε κεντρικές λεωφόρους, ως δείγματα του σύγχρονου τρόπου ζωής που απευθυνόταν στα υψηλότερα κοινωνικά στρώματα. Μέχρι τη δεκαετία του ’60, οι πολυκατοικίες αποτελούσαν ακόμα μειοψηφία. Τα διαμερίσματα στους επάνω ορόφους είχαν θέα ανεμπόδιστη, κάτι που άλλαξε όταν πύκνωσε η δόμηση, ενώ οι χιλιάδες πολυκατοικίες που χτίστηκαν μεταξύ του ’60 και του ’80 εξακολουθούν να στεγάζουν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού στο κέντρο της πόλης.
Οι περισσότερες πολυκατοικίες της Αθήνας κατασκευάστηκαν με έναν ιδιότυπο τρόπο, με αντιπαροχή, μια διαδικασία που βρισκόταν σε πλήρη αντιστοιχία με τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των εμπλεκόμενων μερών καθώς και με τις επιλογές της πολιτικής εξουσίας, που στη μετεμφυλιακή συνθήκη με αυτό τον τρόπο παρείχε ευκαιρίες ιδιοκατοίκησης στα μεσαία και τα λαϊκά στρώματα. Η μεταπολεμική οικοδομική περίοδος της αντιπαροχής άφησε ένα ασύγκριτο οικιστικό αποτύπωμα και διαμόρφωσε το κοινωνικό, αισθητικό και τεχνικό στίγμα της αθηναϊκής πολυκατοικίας. Η μοντέρνα πρωτοποριακή πολυκατοικία του Μεσοπολέμου υποχωρεί εξαιτίας των περιορισμένων πόρων, της περιορισμένης σχεδιαστικής ελευθερίας, του μικρού μεγέθους των οικοπέδων, ανάμεσα σε άλλα.
Οι 26 συγγραφείς του βιβλίου, αφού μελέτησαν, αντλώντας από ερευνητικό υλικό, τις πολυκατοικίες, παρουσιάζουν μια συνεκτική και ενδιαφέρουσα ιστορία, που συνδέει την έρευνα και τη βιωμένη εμπειρία. Γραμμένες με τρόπο απλό, οι ιστορίες συνδέονται με τις αφηγήσεις κατοίκων και επαγγελματιών και επενδύονται με πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
Αφηγήσεις, μνήμες, προσωπικά βιώματα, φωτογραφίες, διαγράμματα, οικοδομικοί κανονισμοί, συμβόλαια και κανονισμοί λειτουργίας αποτυπώνουν ιστορίες ανθρώπων και κτιρίων, ενώ παράλληλα χαρτογραφούν τις σύνθετες διαδικασίες και αλλαγές που συντελούνται στο επίπεδο της γειτονιάς, αλλά και συνολικά στην αθηναϊκή κοινωνία.
Τρεις μικρές ιστορίες από αθηναϊκές πολυκατοικίες
Στην περιοχή του Αγίου Παντελεήμονα, που αρχίζει να αστικοποιείται από τη δεκαετία του ’60 με ταχείς ρυθμούς και είναι μια από τις πιο πυκνοδομημένες και πιο πυκνοκατοικημένες περιοχές της Αθήνας, η ζωή στο διαμέρισμα και στην πολυκατοικία σηματοδοτεί για τα νοικοκυριά της εποχής σημαντική αναβάθμιση των στεγαστικών τους συνθηκών και εκμοντερνισμό της οικιακής καθημερινής ζωής. Η αξία όμως των διαμερισμάτων δεν θα διαρκέσει για πολύ. Ειδικά στις δεκαετίες του ’80 και του ’90 ένας σημαντικός αριθμός ευκατάστατων νοικοκυριών θα εγκαταλείψει την περιοχή, όπως και πολλές άλλες κεντρικές γειτονιές της Αθήνας, αναζητώντας περισσότερο πράσινο, φως, καθαρό αέρα και χώρους στάθμευσης.
Η πολυκατοικία της ιστορίας μας χτίστηκε το 1963 από μια οικογένεια, με αντιπαροχή. Έχει έξι ορόφους και 24 διαμερίσματα και για τρεις δεκαετίες η σύνθεση των ενοίκων παραμένει αμετάβλητη. Την κατοικούν μέλη της οικογένειας και αποκλειστικά «ελληνικά» νοικοκυριά, πυρηνικές οικογένειες διαφόρων κοινωνικών κατηγοριών, άλλοι ιδιοκτήτες και άλλοι ενοικιαστές. Στη δεκαετία του ’80 κάποιοι αρχίζουν να την εγκαταλείπουν για τα προάστια. Το ’90 μετανάστες από την Αλβανία αρχίζουν να νοικιάζουν τα διαμερίσματα των χαμηλότερων ορόφων. Η νέα σύνθεση των κατοίκων μένει αμετάβλητη και αυτή μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 2000 και το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης. Έκτοτε θα συμβούν πολλές αλλαγές.
Σήμερα κανένα διαμέρισμα δεν ανήκει στους πρώτους ιδιοκτήτες και οικοπεδούχους και δεν κατοικείται από αυτούς. Οι Έλληνες κάτοικοι καταλαμβάνουν τα μισά διαμερίσματα και είναι περισσότερο ιδιοκτήτες προχωρημένης ηλικίας και όχι ενοικιαστές. Το ένα τρίτο των διαμερισμάτων είναι κενά. Οι μετανάστες ένοικοι μένουν στους χαμηλότερους ορόφους, είναι πολύ νεότεροι από τους ιδιοκτήτες και κάτω των 40 ετών. Τα τελευταία χρόνια η πολυκατοικία έχει και τρία νοικοκυριά μεικτής καταγωγής, με διαφορετικό προφίλ από αυτό των μεταναστών. Πρόκειται για έναν εργένη από το Ισραήλ, έναν από τη Γαλλία και ένα ομόφυλο ζευγάρι από την Ελλάδα και την Ολλανδία. Είναι όλοι σε παραγωγική ηλικία, μεταξύ 30-55 ετών, ιδιοκτήτες, και τα διαμερίσματά τους βρίσκονται ψηλά. Οι δυο από αυτούς διαμένουν στα διαμερίσματα, ενώ το τρίτο έχει γίνει Airbnb.
Η πολυκατοικία της Κυψέλης είναι από τη δεκαετία του ’60 και τα κλιματιστικά σε τυχαία σημεία της πρόσοψης δείχνουν τις ατομικές αποφάσεις των κατοίκων για λίγη δροσιά ή λίγη ζέστη, υποκαθιστώντας το κεντρικό σύστημα θέρμανσης που δεν λειτουργεί εδώ και χρόνια τον χειμώνα. Το ίδιο ισχύει και με τις πολλές κεραίες και τους ηλιακούς θερμοσίφωνες στις ταράτσες. Η αποσπασματική συντήρηση της πολυκατοικίας φαίνεται και από τις πολλές τέντες διαφορετικών χρωμάτων, ενώ στα ρετιρέ εμφανίζονται αυθαίρετες κατασκευές, μια καμινάδα από υπαίθρια ψησταριά και ένα δωμάτιο από γυψοσανίδες με οροφή από ελενίτ.
Η πολυκατοικία της ιστορίας μας δεν μοιάζει να έχει περάσει σε φάση απόπειρας να προσελκύσει νέα ζήτηση στην αγορά ακινήτων της περιοχής, που θα φαινόταν μέσα από συγκεκριμένα συστατικά στοιχεία και την αισθητική στον τρόπο επισκευής και συντήρησης. Η κατάσταση του κτιρίου δείχνει ότι κατοικείται από ηλικιωμένους παλιούς ιδιοκτήτες που γέρασαν μαζί με το κτίριο ή από κληρονόμους τους με χαμηλό εισόδημα που είτε μένουν οι ίδιοι είτε το νοικιάζουν. Αυτοί είναι μεταξύ των νέων κατοίκων της Κυψέλης που αλλάζουν την κοινωνική φυσιογνωμία της τα τελευταία χρόνια.
Η πολυκατοικία στο Παγκράτι ή στην περιοχή Χίλτον, όπως την τοποθετούν οι νεότεροι, προέρχεται από συνένωση δυο μικρότερων οικοπέδων δυο διαφορετικών ιδιοκτητών που ενοποίησαν τις ιδιοκτησίες τους. Τα οικόπεδα δόθηκαν αντιπαροχή και εξήντα χρόνια αργότερα οι χώροι, οι χρήσεις και οι ένοικοι έχουν αλλάξει. Στο ισόγειο υπάρχουν καταστήματα, άλλα επιτυχημένα και ανθεκτικά στο πέρασμα των χρόνων και άλλα με μικρή διάρκεια ζωής.
Η πολυκατοικία είναι γωνιακή και τα καταστήματα στην πλευρά του κεντρικού δρόμου έχουν υψηλά ενοίκια, καθώς η «βιτρίνα» παίζει σημαντικό ρόλο στην προσέλκυση πελατών. Κάποια έμειναν κλειστά στα χρόνια της κρίσης και ανακαινίστηκαν με νέες χρήσεις, κομμωτήριο, περιποίηση κατοικίδιων, προϊόντα βιολογικής κάνναβης. Η πολυκατοικία διαθέτει 21 διαμερίσματα, με τα πιο μικρά να βρίσκονται στους χαμηλότερους ορόφους, ενώ τα μεσαία και μεγαλύτερα διάσπαρτα από τον πρώτο μέχρι τον πέμπτο.
Το σύνολο των διαμερισμάτων που νοικιάζονται βρίσκεται σε χαμηλότερους ορόφους, ενώ τα διαμερίσματα που ιδιοκατοικούνται στους ψηλότερους. Με εξαίρεση ένα οδοντιατρείο, τα υπόλοιπα χρησιμοποιούνται ως κατοικίες. Επίσης, οι κάτοικοι δεν είναι φιλικοί προς όσους έχουν κατοικίδιο, με εξαίρεση τον πρώτο ιδιοκτήτη, που στον κανονισμό της πολυκατοικίας αναγράφεται ότι μπορεί να έχει τον σκύλο «Ποπ» εφ’ όρου ζωής. Οι πρώτοι ιδιοκτήτες ή πούλησαν τα διαμερίσματά τους ή είναι σήμερα κενά, και εξαιτίας των κληρονόμων που αυξάνονται στο πέρασμα του χρόνου. Επίσης απαξιώθηκαν χώροι που ήταν κάποτε ενεργοί, το θυρωρείο, το δεύτερο κρυφό ασανσέρ και η δεύτερη είσοδος για το υπηρετικό προσωπικό. Η αθέατη κίνηση της πολυκατοικίας εκλείπει σήμερα.
Με τα χρόνια υπάρχουν σημάδια φθοράς. Άβαφοι τοίχοι, σημάδια υγρασίας και κατεστραμμένα στηθαία στις σκάλες. Οι οικονομικές δυσκολίες των σημερινών νοικοκυριών της πολυκατοικίας φαίνονται στην περιορισμένη χρήση κεντρικής θέρμανσης, ιδιαίτερα μετά την κρίση. Αυτή η πολυκατοικία είναι ένα δείγμα και της κοινωνίας μας σήμερα. Κανένας δεν θέλει να αναλάβει μια ευθύνη, η συλλογική διαχείριση τής καθημερινότητάς της προκαλεί αποστροφή στους κατοίκους, και ακόμα χειρότερα η πορεία προς τον ατομισμό και την αδιαφορία δεν φαίνεται να αλλάζει κατεύθυνση, ειδικά μπροστά σε κοινές δυσκολίες, οικονομικές αντιξοότητες και την αδυναμία συνύπαρξης και συνεννόησης, που γίνεται ολοένα πιο σύνθετη και σοβαρή.
Δείτε στο slideshow σελίδες από το βιβλίο που κυκλοφορεί