Kαιρό είχα να δω ένα τόσο ενδιαφέρον έργο (ως προς τη μορφή του αλλά και τα ζητήματα που θίγει) όσο οι Σκοτεινές Γλώσσες (1996) του Αυστραλού Άντριου Μποβέλ (γεν. 1962). Θυμίζει τις Ψευδαισθήσεις του Ιβάν Βιριπάγεφ, όπου δύο φιλικά ζευγάρια, παντρεμένα πολλά χρόνια, στο τέλος της ζωής τους αποκαλύπτουν μυστικές σχέσεις και συναισθήματα που έτρεφαν ο ένας για τον άλλον – ο έρωτας, η προδοσία, η ειλικρίνεια, εξετάζονται ξανά και ξανά, και οι τέσσερις διαφορετικές προσεγγίσεις καταλήγουν σε ένα μεγάλο ερωτηματικό. Κανέναν δεν γνωρίζουμε, ούτε καν τον εαυτό μας δεν μπορούμε να εμπιστευτούμε, και είμαστε αστείοι όσο και συγκινητικοί στις αυταπάτες μας και στις απεγνωσμένες προσπάθειές μας να ορίσουμε τον «χώρο» μας μέσα από πρόσωπα και πράγματα που θέλουμε να πιστεύουμε δικά μας.
Η σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου στο θέατρο Πόρτα δεν υπηρετεί απλώς, αλλά αναδεικνύει τη δραματουργική δεξιοτεχνία μέσω της εξαιρετικής δουλειάς που έχει κάνει με τους ηθοποιούς του.
Στο έργο του Βιριπάγεφ οι ιστορίες των τεσσάρων προσώπων διασταυρώνονται. Η εκδοχή του καθενός ξεκινά σαν αφήγηση από έναν τρίτο, αλλά στην εξέλιξή της μετατρέπεται σε προσωπική εξομολόγηση, έτσι ώστε αφηγητής και δρων πρόσωπο να γίνονται ένα. Ο Μποβέλ, όμως, προχωρεί σε μια πολύ πιο σύνθετη κατασκευή που εκπλήσσει με την ευρηματικότητά της. Στις Σκοτεινές Γλώσσες η ποικιλία των αφηγηματικών τρόπων και η «φυσικότητα» με την οποία εναλλάσσονται εντυπωσιάζει. Αν ήμουν μαθηματικός, θα αποτολμούσα να φτιάξω κύκλους, τομές, διαγράμματα ως προς τις σχέσεις προσώπων και ιστοριών – είμαι σίγουρη ότι η μαθηματική ανάλυση θα ήταν αποκαλυπτική της ιδιοφυούς δομής του έργου.
Το έργο χωρίζεται σε δύο μέρη. Στο πρώτο πρωταγωνιστούν 4 πρόσωπα, δύο παντρεμένα ζευγάρια. Όμως, προσέξτε, από την πρώτη κιόλας σκηνή τα πράγματα περιπλέκονται, γιατί βρίσκονται ανά δύο σε εξωσυζυγική περιπέτεια – την οποία καθένας βιώνει διαφορετικά, άρα οι εκδοχές του ίδιου γεγονότος πολλαπλασιάζονται.
Στο δεύτερο μέρος πρωταγωνιστούν άλλα 4+1 πρόσωπα (ο Τζον και η Βάλερι, ένα παντρεμένο ζευγάρι, ο Νιλ και η Σάρα, που χρόνια πριν είχαν σχέση, και ο Νικ, που η τυχαία συνάντησή του με τη Βάλερι προκαλεί το μοιραίο τέλος της). Το πρώτο και το δεύτερο μέρος συνδέονται, καθώς έχουμε ακούσει δύο ήρωες του πρώτου μέρους, τον άνδρα του ενός ζευγαριού και τη γυναίκα του άλλου, να εγκιβωτίζουν σε συνομιλίες με τον/τη σύζυγό τους τις ιστορίες δύο προσώπων του δεύτερου μέρους. Αργότερα, στο δεύτερο μέρος, θα ακούσουμε τις ίδιες ιστορίες, συμπληρωμένες με νέα στοιχεία, όπως τις έζησαν και τις μεταφέρουν οι πρωταγωνιστές τους.
Οι φανερές, αλλά κυρίως οι αφανείς σχέσεις μεταξύ των προσώπων ανακαλούν τους «six degrees of separation» (έξι βαθμοί χωρισμού) του κοινωνιοψυχολόγου Stanley Milgram (1933-1984), που υποστήριξε ότι αν ερευνήσουμε πόσο μακρύς είναι ο δρόμος που συνδέει δύο τυχαία επιλεγμένους ανθρώπους, η αλυσίδα προσωπικών γνωριμιών σπανίως ξεπερνά τους έξι κρίκους.
Η δραματουργική ευφυΐα του Μποβέλ δεν αποδεικνύεται, ωστόσο, μόνο στον τρόπο που οι ζωές/ιστορίες των προσώπων συνδέονται μεταξύ τους αλλά και στη χρήση του δραματικού χρόνου. Το πρώτο μέρος εξελίσσεται σε «πραγματικό χρόνο». Το δεύτερο είναι ένα διευρυμένο flash back, μια σειρά αφηγήσεων (διαφορετικής μορφής: επιστολή του Νιλ, μονόλογος της Σάρας στο πλαίσιο ψυχοθεραπευτικής συνεδρίας, κατάθεση του Νικ και του Τζον στην αστυνομία), που όμως περιλαμβάνει μια σκηνή σε real time (η Βάλερι αφήνει τρία μηνύματα στον τηλεφωνητή του σπιτιού της – τα οποία θα ξανακούσουμε κατά τη διάρκεια της κατάθεσης του συζύγου της).
Με δεδομένο ότι, πρώτον, οι ιστορίες των 8+1 προσώπων τέμνονται και καθένας τις αναπαράγει διαφορετικά και, δεύτερον, ότι τέσσερις ηθοποιοί ερμηνεύουν όλα τα πρόσωπα, η σύνθεση αποκτά ένα πολυπρισματικό ενδιαφέρον που καθιστά τα γεγονότα της μικρο-ιστορίας (γάμος-απιστία-συναντήσεις με ανθρώπους που σημαδεύουν τη ζωή τους) αφορμές για να σκεφτούμε τα μεγάλα ζητήματα της ύπαρξης: τη δύναμη του τυχαίου, τη σημασία –συχνά διχαστική– της επιλογής και την γκρίζα ζώνη των ταλαντευόμενων επιθυμιών, τις μεταμορφώσεις του Καλού σε Κακό και αντίστροφα, ανάλογα με τη γωνία προσέγγισής τους, τα επικοινωνιακά όρια της γλώσσας.
Ο συγγραφέας φωτίζει την εγγενή «διπολικότητα» της ύπαρξης και την ετερογένεια των ομοίων. Τι εννοώ; Η ζωή μας ακολουθεί κοινούς κύκλους (ένας απ' αυτούς αφορά την ηλικιακή διαίρεση: παιδική ηλικία, ενήλικη ζωή, γήρας) και μοτίβα (patterns). Οι ιστορίες μας μοιάζουν, όμως καθένας μας δεν μπορεί παρά να αντιμετωπίζει την προσωπική του ιστορία (αυτή που στην ουσία συγκροτεί την ταυτότητά του) ως μοναδική και ανεπανάληπτη. «Ο κόσμος της ζωής μας μπορεί να παραγοντοποιηθεί σε ένα πλήθος προβλημάτων, που μόνο χαλαρά συνδέονται μεταξύ τους. Υπάρχει, φυσικά, ένας αμέτρητος αριθμός μεταβλητών που θα μπορούσαν να αλληλοεπηρεάζονται, αλλά σε κάθε συγκεκριμένη κατάσταση της ζωής οι καθοριστικές για μας μεταβλητές είναι σχετικά λίγες και εποπτεύσιμες. Έτσι, λοιπόν, μπορούμε να περιγράψουμε με επαρκή ακρίβεια την πραγματικότητα, αρκεί να λάβουμε υπόψη ένα μικρό τμήμα όλων των δυνατών συσχετισμών. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει τη συμπεριφορά του συνολικού συστήματος χωρίς να υπεισέλθει στις λεπτομέρειές του, όπως μπορεί να περιγράψει τη (βραχυπρόθεσμη) συμπεριφορά υποσυστημάτων χωρίς να υπεισέλθει στη διάδρασή τους μέσα στο συνολικό σύστημα» σημειώνει ο Νorbet Bolz στο συναρπαστικό Αλφαβητάρι των μέσων (εκδ. Σμίλη 2008), μιλώντας για δεσμούς, συνδέσεις και αποσυνδέσεις εντός δικτύων, κοινωνικών και ψηφιακών. Μέσα σ' αυτήν τη συνθήκη (πολύ απλά και πολύ σύνθετα, την ίδια στιγμή τα στοιχεία που μας καθορίζουν) συνεχώς αναπαράγονται δράματα. Κι αν μοιάζουν μεταξύ τους, καθένα είναι μοναδικό.
Η σκηνοθεσία του Θωμά Μοσχόπουλου στο θέατρο Πόρτα δεν υπηρετεί απλώς, αλλά αναδεικνύει τη δραματουργική δεξιοτεχνία μέσω της εξαιρετικής δουλειάς που έχει κάνει με τους ηθοποιούς του: την Άννα Μάσχα, τον Χρήστο Λούλη, την Άννα Καλαϊτζίδου και τον Γιώργο Χρυσοστόμου. Ειδικά στις δύο πρώτες σκηνές, όπου μέρη των διαλόγων, αν και εξελίσσονται σε διαφορετικούς χώρους, επαναλαμβάνονται την ίδια στιγμή από δύο διαφορετικά πρόσωπα, ο συγχρονισμός είναι καθ' όλα εντυπωσιακός. Όσο για το δεύτερο μέρος (όταν ο λόγος κομματιάζεται την ίδια στιγμή σε τρία και τέσσερα πρόσωπα που βρίσκονται σε διαφορετική φάση), δεν θα μπορούσε να «βγει» αν οι τέσσερις δεν ήταν απολύτως εκεί, στη σκηνή, αφοσιωμένοι στην κοινή υπόθεση.
Θαυμάσια η (αφαιρετική) σκηνογραφική δουλειά της Ευαγγελίας Θεριανού: τέσσερις οθόνες στις οποίες προβάλλονται βίντεο «τόπων» (πόλη, παραλία κ.ο.κ.) σε διαφορετικούς σχηματισμούς στο πρώτο και στο δεύτερο μέρος, και μερικά ακόμη βασικά αντικείμενα, διαμορφώνουν σπίτια και μπαρ, έναν ερημικό δρόμο και το γραφείο της ψυχοθεραπεύτριας. Σε συνεργασία με τους φωτισμούς της Σοφίας Αλεξιάδου η σκηνογραφία υποστηρίζει ιδανικά τη σκηνική πράξη.
Και οι Σκοτεινές Γλώσσες στη βραχεία λίστα των παραστάσεων που δεν πρέπει να χάσετε.
info
Σκοτεινές Γλώσσες
του Άντριου Μποβέλ
Σκηνοθ.: Θ. Μοσχόπουλος
Ερμηνεύουν:
Άννα Καλαϊτζίδου,
Χρ. Λούλης, Άννα Μάσχα,
Γ. Χρυσοστόμου
Θeατρο Πoρτα
Λεωφ. Μεσογείων 59, Αμπελόκηποι, 210 7711333
Κυρ. 18:30, Τετ. 20:00,
Πέμ.-Σάβ. 21:15,
Εισιτήριο: €8