Η Φαρίντα Ελ Γκαζάρ μιλάει αρτιότατα ελληνικά, αν και κάνει πολλές φορές λάθος τις κλίσεις, μπορεί να μιλήσει επίσης αραβικά, αν βρεθεί σε αραβόφωνο περιβάλλον και τα θυμηθεί, αλλά μιλάει εξαιρετικά και χωρίς λάθη τα αγγλικά. Γεννημένη στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από πατέρα Αιγύπτιο, που ανήκε στην παλιά μεγαλοαστική τάξη, η οποία συνυπήρχε αρμονικά με τους Έλληνες και τους υπόλοιπους ξένους, με θείο του τον τελευταίο πρωθυπουργό του Φαρούκ πριν καταλυθεί η εξουσία του από τον Νάσερ, και μητέρα Ελληνοαρμένισσα τρίτης γενιάς, από τις τελευταίες οικογένειες που εγκατέλειψαν οριστικά την ένδοξη πόλη της Μεσογείου.
Η ίδια μεγάλωσε στο Κουβέιτ, όπου ο πατέρας της διατηρούσε τουριστική επιχείρηση, και τα πρώτα της ελληνικά τα έμαθε στην ελληνική πρεσβεία. Στο σχολείο, αλλά και στο σπίτι, η κύρια γλώσσα ήταν τα αγγλικά, ενώ δεν της επιβλήθηκε καμία θρησκεία κι έτσι στο σπίτι της γιόρταζαν τις μουσουλμανικές και τις χριστιανικές γιορτές εξίσου, από το Ραμαντάν μέχρι τα Χριστούγεννα και το Πάσχα.
Ο πατέρας της ένιωθε μεγάλη νοσταλγία για την Αλεξάνδρεια, αγαπούσε πολύ τη γενέτειρα πόλη του και την προτιμούσε από το Κάιρο της βαβούρας και της σκόνης. Μακριά από την Αλεξάνδρεια αισθανόταν δυστυχισμένος. Ιδιαίτερα του έλειπαν οι βόλτες στην Κορνίς, η παραλιακή οδός, η θάλασσα, η Μεσόγειος. Εκεί επέστρεφε κάθε καλοκαίρι με την οικογένειά του και, φυσικά, με τη μικρή Φαρίντα, για να παραθερίσουν στα resorts της περιοχής Άγκαμι, όπου οι αστοί του Καΐρου και της Αλεξάνδρειας ξεκαλοκαιριάζουν. Είναι ένας τόπος από τον οποίο η Φαρίντα έχει κρατήσει μόνο όμορφες αναμνήσεις, τα υπέροχα πετρόχτιστα σπίτια, τις παρέες και τα πάρτι, και που σήμερα κατακλύζεται από μεγάλα συγκροτήματα θερινών κατοικιών.
Με τη ζωγραφική μου προσπαθώ να φέρω το παρελθόν στο παρόν. Οι άνθρωποι που έχω αναπαραστήσει θέλουν και οι ίδιοι να συντηρούν το ένδοξο παρελθόν τους, γι' αυτό τους ακούω συχνά να λένε ότι δεν ανήκουν πια στην ίδια τους την πόλη.
Στην ατομική της έκθεση που μόλις άνοιξε στην γκαλερί Καλφαγιάν με τίτλο «Glory», η μνήμη του ένδοξου παρελθόντος της πόλης των Ελλήνων, των Ιταλών και των Αρμενίων, της θρυλικής Αλεξάνδρειας, επανέρχεται μέσα από μια σειρά μικρών σε μέγεθος έργων, άλλοτε με χρώμα κι άλλοτε σε άσπρο-μαύρο. Τα ασπρόμαυρα σχέδια αναπαριστούν συγγενείς της Φαρίντα από στιγμιότυπα που έχει δανειστεί από οικογενειακά άλμπουμ και είναι όλοι τους νέοι, λαμπεροί, φωτεινοί. Στα έγχρωμα έργα της αναπαριστώνται διάφορα στοιχεία του παρελθόντος της αλλοτινής Αλεξάνδρειας της ευμάρειας και των ξένων, όπως βιτρίνες ιστορικών καταστημάτων, λεπτομέρειες από εσωτερικά αλλά και εξωτερικά αρχοντικών στην κατάσταση που βρίσκονται σήμερα, αλλά και κομμάτια του σύγχρονου αστικού τοπίου, που έρχεται σε αντιδιαστολή με το παλιό glam, καθώς εκπροσωπείται από λιγότερο ελκυστικά στοιχεία.
«Προτιμάς τις δικές σου μνήμες ή να καταγράφεις την πραγματικότητα;» τη ρωτάω Σάββατο μεσημέρι, κλέβοντάς την από τους αμέτρητους επισκέπτες, φίλους και συγγενείς που έχουν έρθει να δουν την έκθεση. Μου απαντάει: «Καταρχάς, όσο περνάει ο χρόνος, όλο και περισσότερο μου βγαίνει αυθόρμητα το παρελθόν. Δεν το είχα σκεφτεί παλιότερα ότι αυτό θα ήταν το θέμα μου. Απλώς το ένα έφερε το άλλο και όχι μόνο δεν απομακρύνομαι από αυτό αλλά δένομαι όλο και πιο πολύ μαζί του και ανακαλύπτω περισσότερα. Τα έγχρωμα έργα είναι η σύγχρονη Αλεξάνδρεια, ενώ τα ασπρόμαυρα είναι από οικογενειακά άλμπουμ και ιστορίες που έχω ακούσει, από παλιές φωτογραφίες, σαν απόδειξη αυτών των ιστοριών. Ήθελα να τις ξαναζωντανέψω και τις σχεδίασα με μολύβι. Προέρχονται τόσο από την πλευρά της μητέρας μου όσο και –θα έλεγα ακόμη περισσότερο– του πατέρα μου, που θυμούνται με νοσταλγία μια πόλη Ελλήνων, Αρμένιων και Ιταλών. Γι' αυτό κι εγώ κρατάω ένα τέτοιο στοιχείο, παρόλο που την Αλεξάνδρεια την ξέρω μόνο από καλοκαιρινές διακοπές και κάποια Χριστούγεννα. Όταν ήμουν μικρή, για μένα ήταν η πόλη των γονιών μου, όσο μεγάλωνα, παρατηρούσα το παλιό της μεγαλείο, στοιχεία και λεπτομέρειές της. Η θάλασσα βοηθάει τη νοσταλγία, σε αντίθεση με το Κάιρο, που έχει πολυκοσμία και θόρυβο. Οι Αλεξανδρινοί είναι πολύ νοσταλγικοί από τη φύση τους και όταν μιλάνε για όλα αυτά, λένε πόσο υπέροχα περνούσαν, πως τότε ήταν τα καλύτερα χρόνια της ζωής τους, πόσο όμορφα ήταν όλα και πως ήθελαν να ζουν με τους ξένους. Από εκείνη την πλευρά της οικογένειας πάντα νοσταλγούσαν το "Glory" του παρελθόντος, εξού και ο τίτλος της έκθεσής μου. Οι σύγχρονοι Αιγύπτιοι, βέβαια, το προτιμούν που έφυγαν οι ξένοι».
Τι είναι για εκείνη η Αλεξάνδρεια σήμερα, που ο πατέρας, στο μεταξύ, έχει φύγει και η πόλη έχει αλλάξει άρδην; «Κάθε φορά που επιστρέφω στην Αλεξάνδρεια, νιώθω ότι γυρνάω στην πατρίδα μου. Δεν μπορώ να το εξηγήσω αυτό το συναίσθημα, αλλά αισθάνομαι ότι ένα κομμάτι μου βρίσκεται εκεί και με το που φτάνω, επανέρχεται και πρέπει να εκφραστεί – σαν να ανακαλύπτω τον εαυτό μου. Τρέχω να δω τους συγγενείς μου και μετά διασχίζω το downtown, ώστε να αισθανθώ μέρος της πόλης, ντόπια. Κάθομαι στα παραδοσιακά καφενεία της Κορνίς, αυτά που βλέπουν τη θάλασσα, με τις τέντες, όπως ένα πολύ ωραίο δίπλα στο Σέσιλ. Αλλά και στην πλατεία με το άγαλμα του Σαάντ Ζαχλούλ, μπροστά από το ξενοδοχείο "Μετροπόλ". Μου αρέσει να επισκέπτομαι και το ελληνικό νεκροταφείο με τα υπέροχα γλυπτά, όπου νιώθεις τη γαλήνη και είναι σαν να έχει σταματήσει ο χρόνος. Εκεί είναι θαμμένος ο παππούς μου, ο πατέρας της μητέρας μου. Αλλά δεν μου αρέσει να είμαι νοσταλγική και να με κρατάει πίσω το παρελθόν. Μου αρέσει και το παρόν, δεν θέλω να αγνοώ το σήμερα, είμαι περήφανη και για το σημερινό στοιχείο. Με τη ζωγραφική μου προσπαθώ να φέρω το παρελθόν στο παρόν. Οι άνθρωποι που έχω αναπαραστήσει θέλουν και οι ίδιοι να συντηρούν το ένδοξο παρελθόν τους, γι' αυτό τους ακούω συχνά να λένε ότι δεν ανήκουν πια στην ίδια τους την πόλη. Όταν τον περασμένο Απρίλιο έκανα την πρώτη μου ατομική στο Κάιρο, στην Gypsum Gallery, εξέθεσα αρκετά από τα οικογενειακά πορτρέτα, που ήταν σαν να επέστρεφαν σπίτι τους. Οι άνθρωποι αντίκρισαν τη νεανική τους μορφή, δεν το περίμεναν κι έτσι ενθουσιάστηκαν. Από τη μια αποδέχονται το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα, αλλά συγχρόνως θέλουν να διατηρήσουν την παλιά τους ποιότητα. Αυτό τους κάνει να νιώθουν καλύτερα. Δυστυχώς, και η πόλη πια αλλάζει. Ρίχνουν τα παλιά σπίτια, καθώς δεν υπάρχουν χρήματα να τα συντηρήσουν».
Ακόμα κι ένας επισκέπτης που πάει πρώτη φορά στην Αλεξάνδρεια, μιλάει γι' αυτήν με νοσταλγία. Είναι κάτι που σου το μεταδίδει η ίδια η πόλη, το μεταφέρει η ατμόσφαιρα, και λένε "είναι σαν να έχω ξανάρθει εδώ".
Οι βιτρίνες της Φαρίντα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, γιατί αποτελούν τα τελευταία εναπομείναντα καταστήματα (ένδυσης, υπόδησης, ένα κοσμηματοπωλείο και μία αντικερί), μαρτυρίες μιας ολόκληρης εποχής. Όλα ανήκαν κάποτε σε Έλληνες και Αρμένιους που τροφοδοτούσαν με αγαθά deluxe τους εύπορους Αλεξανδρινούς, ενώ σήμερα ανήκουν σε Αιγύπτιους, συνήθως ηλικιωμένους, που συντηρούν τις τελευταίες αποδείξεις μιας πάλαι ποτέ ευημερούσας πολιτείας. Από αυτά η καλλιτέχνις απομόνωσε μερικά και τα αναπαρήγαγε στον καμβά: Joseph & Alfred Yousofian, NaimKerolos, Sofianopoulos (γραμμένο στα αραβικά), El Par shoes, ραφείο Ibrahim. Κι ενώ όλα έχουν αλλάξει γύρω τους, αυτά παραμένουν τα ίδια. Αν μπεις σε αυτά, νομίζεις ότι έχει σταματήσει ο χρόνος. Λέει η ίδια: «Η ατμόσφαιρά τους ανήκει στο παρελθόν. Εκεί μέσα θα σου μιλήσουν για ιστορίες παλιές, κάτι που στοιχειώνει όλους τους μεγαλύτερους, αλλά έτσι είναι όλοι οι Αλεξανδρινοί. Ακόμα κι ένας επισκέπτης που πάει πρώτη φορά στην Αλεξάνδρεια, μιλάει γι' αυτήν με νοσταλγία. Είναι κάτι που σου το μεταδίδει η πόλη, το μεταφέρει η ατμόσφαιρα, λένε "είναι σαν να έχω ξανάρθει εδώ". Καλλιτεχνικά, με εμπνέει απίστευτα. Αλλά όσο άσχημα και να φαίνεται, εμένα με ενδιαφέρει και το σύγχρονο αστικό τοπίο, όπως τα ομοιόμορφα συγκροτήματα με τα κόκκινα τούβλα. Όποτε φτάνω με αεροπλάνο, βλέπω από ψηλά πόσο γρήγορα επεκτείνεται η πόλη και σοκάρομαι. Τα κόκκινα κτίρια είναι το καινούργιο φαινόμενο. Υπάρχουν από χρόνια, αλλά έχουν πολλαπλασιαστεί».
Ανάμεσα στα έργα, παρατηρώ και έναν μιναρέ βαμμένο πράσινο, το χρώμα του Ισλάμ. Μου εξηγεί: «Είναι ένα τζαμί το οποίο έχει βαφτεί με φλούο χρώματα, πράσινο και πορτοκαλί. Σαν να συναντιέται η ποπ αρτ με τη θρησκεία. Συχνά βλέπεις βαμμένα μπαλκόνια. Ο καθένας βάφει διαφορετικά το δικό του, ώστε να το κάνει ομορφότερο και να μη μοιάζει με τα υπόλοιπα. Το βρίσκω αστείο, αλλά για εκείνους είναι ένδειξη υπερηφάνειας, και όσο πιο έντονο, μαζί με το χρυσό, που το αγαπάνε ιδιαίτερα, τόσο πιο σημαντικό. Το χρυσό στην Αίγυπτο το βάζουν παντού, αφού πιστεύουν ότι προσδίδει τιμή, μεγαλείο. Είναι όλα αυτά, είναι και κιτς. Πάντως, δεν φθείρεται με τον χρόνο. Κι εγώ το αγαπώ το χρυσό και το χρησιμοποιώ πολύ. Έχω κάνει μια ολόκληρη σειρά με βιτρίνες κοσμηματοπωλείων. Νιώθω μεγάλη ευφορία όταν βλέπω χρυσό και οι Αιγύπτιοι έμποροι δεν ντρέπονται να δείχνουν τα κοσμήματα όλα μαζί, συγκεντρωμένα στις βιτρίνες τους».
Η τελευταία μου απορία έχει να κάνει με τη δεύτερη (ή πρώτη) πατρίδα της. Πώς ένιωσαν οι συνομήλικοί της καλλιτέχνες όταν είδαν τη δουλειά της στο Κάιρο; «Είχε σημασία γι' αυτούς το ότι βλέπω την Αίγυπτο με άλλη ματιά οπτική. Τα κτίρια με τα κόκκινα τούβλα τους απωθούν και δεν θέλουν να τους τα θυμίζουν. Για μένα, που τα χρησιμοποιώ, είναι κάτι ξεχωριστό, ενώ για εκείνους ήταν έκπληξη. Τους πήρε χρόνο, αλλά στο τέλος το είδαν θετικά. Ωστόσο, δύσκολα θα τα έβαζαν στον τοίχο τους».
Farida El Gazzar, «Glory», γκαλερί Καλφαγιάν, Χάρητος 11, Κολωνάκι. Έως 20/2.