Το έχουμε πει πολλές φορές πως τα βραβεία είναι μυστήρια και ανεξήγητα “τέρατα” αν τα εξετάζει κάποιος στο συγκριτικό μικροσκόπιο. Μέχρι και σήμερα, η Σουηδία είχε δύο νίκες, πριν καθιερωθεί ο Χρυσός Φοίνικας ως πρώτο βραβείο, με ισάριθμες ταινίες του Αλφ Σιόμπεργκ, το 1946 και το 1951. Το παράδοξο, ως και παράλογο, είναι πως ο μεγαλύτερος σκηνοθέτης της χώρας, ο Ίνγκμαρ Μπέργκμαν, αν και συμμετείχε στο Φεστιβάλ, δεν κέρδισε ποτέ- με το σενάριο του για τις Καλύτερες Προθέσεις, που χάρισε τον Χρυσό Φοίνικα στον Δανό Μπίλε Όγκουστ, να λογίζεται ως δοκάρι και μέσα. Έφτασε ομως η στιγμή που η γενέτειρα σπουδαίων δραματικών έργων και κορυφαίων δημιουργών, έλαμψε στις Κάννες στο πρόσωπο ενός δυναμικού και φιλόδοξου σκηνοθέτη. Ο Πέδρο Αλμοδόβαρ και η κριτική του επιτροπή αποφάσισαν λογικά και συνετά (αντίθετα με το περσινό χάος), δίνοντας τον Χρυσό Φοίνικα στο Τετράγωνο του Σουηδού Ρούμπεν Όστλουντ, ο οποίος έκανε αίσθηση πρόπερσι με την Ανωτέρα Βία, και με τη σοβαρή του σάτιρα για την υποκρισία του κόσμου της τέχνης και την ρευστή εθνική ταυτότητα της χώρας του, νίκησε τους 18 αντιπάλους του. Το The Square, που αναφέρεται σε μια πομπώδη εγκατάσταση μοντέρνας τέχνης, παρακολουθεί τη σταδιακή κατάρρευση ενός καθωσπρέπει επιμελητή του μουσείου, ο οποίος φορτώνεται τις πιο “τζιζ” κατηγορίες προς έναν επίσημο εκπρόσωπο του πολιτισμού: ρατσισμό και σεξισμό. Ο Όστλουντ διαθέτει δυνατές ιδέες, στήνει μερικές αξέχαστες σκηνές, αλλά απλώνει το point του και η διάρκεια το κάνει να φαίνεται πιο προφανές.
Eνα απόσπασμα της ταινίας:
Το Μεγάλο Βραβείο της Επιτροπής κατέληξε σε ένα από τα φαβορί, το 120 Χτύποι το Λεπτό, το υπέροχο χρονικό του Μαροκινής καταγωγής Γάλλου σεναριογράφου και σκηνοθέτη Ρομπέν Καμπιγιό για τα πρώτα χρόνια του AIDS στη Γαλλία και τη δράση της οργάνωσης ACT UP. Κατά τη γνώμη μου, η καλύτερη ταινία του Φεστιβάλ.
Η Σοφία Κόπολα απέσπασε το βραβείο σκηνοθεσίας για το remake του Beguiled κι έγινε μόλις η δεύτερη γυναίκα στην ιστορία του Φεστιβάλ που παίρνει το συγκεκριμένο βραβείο- η πρώτη ήταν η Σοβιετική Γιούλια Σόλντσεβα, πρώην ηθοποιός και διατεταγμένη του κόμματος, για μια ταινία που δεν θυμάται κανείς, το The Story of the Flaming Years, από το 1961. Η Κόπολα δεν ήταν παρούσα και η Μάρεν Άντε διαβίβασε τις ευχαριστίες της Αμερικανίδας, κάνοντας ειδική μνεία στην Τζέιν Κάμπιον, “στο πρότυπό της”.
Ένα ακόμη φαβορί, ο Αντρέϊ Σβιάγκιντσεφ, δεν έφυγε με άδεια χέρια, αφού το σημαντικό Loveless κέρδισε το βραβείο της επιτροπής, επικρατώντας του έτερου Ρώσου συμμετέχοντος, Σεργκέϊ Λόζνιτσα.
Το ειδικό έπαθλο για τα 70 χρόνια του Φεστιβάλ δόθηκε στην ακούραστη Νικόλ Κίντμαν, που ενώ δεν σταμάτησε να δίνει συνεντεύξεις τύπου και να φωτογραφίζεται καθόλη τη διάρκεια του φεστιβάλ, προφανώς είχε δουλειά και έπρεπε να φύγει επιτέλους από τις Κάννες, και αντ’ αυτής, την επετειακή πλάκα παρέλαβε το μέλος της κριτικής επιτροπής, Γουίλ Σμιθ.
Τα βραβεία στους ηθοποιούς παρουσιάζουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο Χοακίν Φίνιξ κέρδισε για το You were never really here, μια παραλλαγή του Ταξιτζή, και η Ντιάνε Κρούγκερ για το In the Fade, παίζοντας μια γυναίκα που χάνει σύζυγο και γιό σε μια βομβιστική επίθεση. Για τον Φίνιξ δεν υπάρχει καμμία αμφιβολία πως πρόκειται για ένας από τους μεγαλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του, ο οποίος δεν πήρε το Όσκαρ για το Walk the Line- ίσως και γιατί η αφασική, έξωθεν μαρτυρία του δεν προδιαθέτει πάντα τη βιομηχανία να πιστέψει πως τα βραβεία τον αφορούν. Στην ταινία της Λιν Ράμσεϊ ήταν καταπληκτικός. Δηλαδή, τι καταπληκτικός: ήταν όλη η ταινία, δεν έλειπε ούτε από ενα πλάνο, κι ένωσε τις γραμμές ενός ελλειπτικά σκηνοθετημένου προσωπικού δράματος κακοποίησης και εκδίκησης.
Από την άλλη, η Κρούγκερ είναι πολύ γνωστή αλλά ποτέ ουσιαστικά υπολογίσιμη ως πραγματικά καλή ηθοποιός, παρά την παρουσία της σε ταινίες γνωστών σκηνοθετών, στο περιθώριο των ξεχασμένων της εμφανίσεων. Στην πρώτη της γερμανική ταινία (κι όχι γερμανόφωνη ερμηνεία, όπως είχα γράψει εκ παραδρομής) καταπλήσσει. Στο In the Fade του Φατίχ Ακίν ξεδιπλώνει όλα τα συναισθήματα της απώλειας και της οργής, μέχρι το σκληρό, αποφασιστικό φινάλε. Με τη συγκυρία υπέρ της, μπορεί να φτάσει ως τα Όσκαρ.
Η κριτική επιτροπή του Φεστιβάλ Καννών απένειμε, από κοινού με το You were never really here της Λιν Ράμσεϊ, το βραβείο σεναρίου στην ταινία Killing of a Sacred Deer, σε σκηνοθεσία του Γιώργου Λάνθιμου και σενάριο του ίδιου και του Ευθύμη Φιλίππου. Μετά το βραβείο της επιτροπής (Jury Prize) πριν από δύο χρόνια με τον Αστακό καθώς και τη νίκη στο τμήμα Ένα Κάποιο Βλέμμα για τον Κυνόδοντα, το συγγραφικό δίδυμο συνεχίζει ένα σερί διακρίσεων- ας μην ξεχνάμε και το βραβείο σεναρίου των κριτικών του Λος Άντζελες, μαζί με την υποψηφιότητα για Όσκαρ, πάντα στην ίδια κατηγορία, για τον Αστακό, αλλά και τη νίκη τους στη Βενετία για τις Άλπεις και ένα ευρωπαϊκό βραβείο σεναρίου.
Η τιμητική επισήμανση για το Ελάφι (με την επιπλέον ελληνική παρουσία του Θύμιου Μπακατάκη στη φωτογραφία και το Γιώργου Μαυροψαρίδη στο μοντάζ) επιβεβαιώνει την ισχυρή παρουσία των Λάνθιμου-Φιλίππου στο διεθνές σινεμά, μαζί με τη δεδομένη “αδυναμία” του Φεστιβάλ Καννών στη δουλειά τους. Στην περίπτωση του Killing of a Sacred Deer, το σενάριο και η σκηνοθεσία είναι άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους, όπως σε όλη τη φιλμογραφία του Λάνθιμου άλλωστε, αλλά στο φιλμ της Ράμσεϊ το σκηνοθετικό ύφος υπερισχύει, δηλαδή επικρατεί έναντι του στόρι, ο τρόπος που η σκηνοθέτις γυρίζει τον χρόνο για να δείξει σπαράγματα του τραύματος και των κινήτρων του ήρωα, αποφεύγοντας να παρουσιάσει την πλήρη εικόνα μιας πολύπλοκης κατάστασης που τον εμπλέκει σε ένα πολιτικό σκάνδαλο και τη διάσωση μιας αθώας νεαρής κοπέλας. Εδώ ωστόσο, πρέπει να εμπιστευτούμε τον Πέδρο Αλμοδόβαρ, έναν υπέρμαχο του σκηνοθετικού στιλ αλλά και τόσο σπουδαίο σεναριογράφο, και την τελική του κρίση.