Όταν ακούστηκαν οι οδηγίες ότι απαγορεύεται να φωτογραφίσουμε με φλας ή χωρίς, και να απενεργοποιήσουμε τα κινητά μας, το κοίλον δεν είχε γεμίσει όπως όλοι περίμεναν. Ίσως να έφταιγε η απειλή της βροχής, που άλλωστε είχε κάνει την εμφάνιση της λίγες ώρες νωρίτερα. Παρόλο το συνωστισμό των φωτορεπόρτερ που περίμεναν πληθώρα διασημοτήτων, η παράσταση ξεκίνησε με ελάχιστους από δαύτους.
Τέλος πάντων, μαζευτήκαμε περί τους 4500 θεατές, και ήταν 9:10 όταν άρχισαν να ακούγονται οι πρώτοι στίχοι από τον Ιππόλυτο του Ευριπίδη (το ίδιο έργο που εγκαινίασε πριν 60 χρόνια στις 11 Ιουλίου του 1954 τα Επιδαύρια σε σκηνοθεσία του Ροντήρη), σε ολοκαίνουργια μετάφραση της Νικολέττας Φριτζήλα δια στόματος της Μάρθας Φριτζήλα που υποδύθηκε τη θεά Αφροδίτη. Διασχίζοντας την ορχήστρα, ντυμένη όπως η Μελίνα στο Gaily Gaily του Νόρμαν Τζούισον – ιδιοκτήτρια παλιού αμερικάνικου σαλούν-, ενώ στο πέρασμα της τα άσπρα κύματα, δηλαδή κάτι άσπρα πανιά καταγής, έκαναν πέρα αποκαλύπτοντας το γαλάζιο δάπεδο – σαν τη θάλασσα στην οποία η αρχαία ποντοπόρος Αθήνα κυριαρχούσε. Με μια βεντάλια στο χέρι περιέγραψε την οργή της για το γιο του Θησέα του βασιλιά της Αθήνας που τολμάει να περιφρονεί τον έρωτα και να δηλώνει αφοσιωμένος στη θεά του κυνηγιού την Άρτεμη. Κι αποφασίζει να τον τιμωρήσει γι’ αυτό. Σε όλο το υπόλοιπο έργο θα επόπτευε τα τεκταινόμενα από τη ψηλότερη σιδεριά της επικλινούς πλατφόρμας σε σχήμα βεντάλιας - σκηνικό που διέθετε σκάλες, πατάρια αλλά και ένα είδος ανελκυστήρα που ανέβαζε και κατέβαζε ανθρώπους από τα ενδότερα του παλατιού. Το έργο συνέχισε με ιαχές νέων αντρών, η κουστωδία του Ιππόλυτου, από το βάθος του δάσους πίσω από την ορχήστρα να τρέχουν πέρα δώθε σαν αγριοκάτσικα κραδαίνοντας γαλάζια πανιά.
Η Αφροδίτη τελικά ρίχνει το δίχτυ του έρωτα στην Φαίδρα για τον πρόγονο της Ιππόλυτο, γιο του Θησέα και το όλον μοιραία οδηγείται σε τραγωδία. Η Φαίδρα, ερμηνευμένη από την Λυδία Κονιόρδου, σκηνοθέτη της παράστασης συγχρόνως, εμφανίστηκε μέσα σε πέπλα, μακριά κατάξανθα μαλλιά και διάθεση που δεν έμοιαζε ακριβώς ερωτική και πάντως ελάχιστα τραγική. Ο Ιππόλυτος μαθαίνει το πάθος της για εκείνον από την τροφό που του το εκμυστηρεύεται και θίγεται τόσο πολύ, αυτό το ενάρετο και παρθένο βασιλόπουλο, που το εκφράζει με έναν λόγο - μνημείο απαξίας για τη γυναίκα. Λόγος οργής και θυμού για το ερωτικό ενδιαφέρον της μητριάς του. Παρολ’ αυτά θα δώσει όρκο στη τροφό, ότι δεν θα το μαρτυρήσει.
Μέχρι τα μισά, η παράσταση έμοιαζε ιλαροτραγωδία. Ουκ ολίγες φορές το κοινό ξέσπασε σε αυθόρμητα γέλια, όπως στις σκηνές μεταξύ της Φαίδρας και της τροφού. Η σπουδαία Λήδα Πρωτοψάλτη ως τροφός σοφά υπογράμμισε την λαϊκότητα και την αφέλεια του χαρακτήρα προξενώντας την ευθυμία. Αλλά και τα δεκατρία μέλη του γυναικείου χορού βοήθησαν οπωσδήποτε να υπογραμμιστεί το κωμικό στοιχείο, ντυμένα με παστέλ χρώματα σαν pinup girls, κομμώσεις ‘50s και από πάνω γυμνούς σκελετούς κρινολίνων με κυλινδρικές στήλες νέον λευκού φωτός, να παίζουν μεταξύ τους με μπάλες θαλάσσης. Ο αντρικός χορός κυνηγοί – σύντροφοι του Ιππόλυτου, οκτώ νεαροί γυμνασμένοι άντρες, γυμνοί από τη μέση και επάνω, σαν μέλη αδελφότητας φοιτητών της Οξφόρδης αλλοπαρμένοι με το όραμα μιας σύγχρονης Αρκαδίας, υπερκινητικοί καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης, όργωναν πάνω κάτω διατρέχοντας ολόκληρο το σκηνικό και τον περιβάλλοντα χώρο, βγάζοντας άναρθρες φωνές, ενίοτε φοβερίζοντας τις νεαρές παρθένες του γυναικείου χορού.
Οι προθέσεις της παράστασης άρχισαν να διαφαίνονται σαφέστερα όταν η Φαίδρα αυτοκτονεί στην απέλπιδα προσπάθεια της να σώσει την τιμή της. Η επιστροφή του Θησέα –καρικατούρα βασιλιά, ντυμένος σαν παπουτσωμένος γάτος με κατακκόκινη λιβρέα και ένα στέμμα σαν αυτά που βάζουν στα καρναβάλια τα παιδιά- σηματοδοτεί και την επιστροφή στην τραγικότητα. Η σύγκρουση Θησέα-Ιππόλυτου είχε άλλο βάρος με ό,τι είχε προηγηθεί μέχρι εκείνη τη στιγμή και η ένταση της αντιπαράθεσης μεταξύ τους προσγείωσε πετυχημένα την ευριπίδεια στιχομυθία στο σήμερα. Οι δύο ηθοποιοί, Θέμης Πάνου και Νίκος Κουρής, αναμετρήθηκαν σε επίπεδα αντάξια των χαρακτήρων που ερμήνευαν και έσωσαν, όσο μπόρεσαν, την τραγωδία. Ιδιαίτερα η ερμηνεία του Κουρή ως Ιππόλυτος θα καταγραφεί σαν προσωπική του επιτυχία.
Βέβαια, η τελευταία σκηνή όπου ο Ιππόλυτος μιλάει και συγχωρεί τον πατέρα του αργοπεθαίνοντας κατρακύλησε στην ίδια αμηχανία με τις αρχικές σκηνές ενώ η Άρτεμις με το χρυσοποίκιλτο φορεματάκι της ερμηνευμένη από την Φανή Αποστολίδου δεν σταμάτησε να επιδεικνύει τις γυμναστικές της επιδεξιότητες όσο αποκάλυπτε στον αλαζόνα πατέρα το μέγεθος της ακρισίας του. Το έργο έκλεισε με δύο κορυφαίες –θύμιζαν λίγο σαν να ξεπήδησαν από προηγούμενη παράσταση των φετινών Επιδαυρίων- οι οποίες μόνες πια στην ορχήστρα αν και με τον Ιππόλυτο δίπλα τους νεκρό και όρθιο, να λένε: «Οι ιστορίες των μεγάλων αξίζει να τις κλαις και να τις λες – για πάντα», κάνοντας και μία μικρή υπόκλιση σαν να είχα μόλις πει ποιηματάκι σε σχολική γιορτή. Τα φώτα σβήσανε, το χλιαρό χειροκρότημα έγινε δυνατότερο όταν εμφανίστηκαν όλοι οι συντελεστές και έγινε ακόμα πιο ηχηρό για την Λήδα Πρωτοψάλτη που συγκινημένη κάλυψε το πρόσωπο της σαν να ήθελε να συγκρατήσει κάποια δάκρυα χαράς. Το ναυάγιο όμως, κατά γενική ομολογία, δεν είχε αποφευχθεί. Κι όχι λόγω βροχής αφού δεν έβρεξε καθόλου. Αλλά ήταν μία ευχάριστη βραδιά στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου.
Όλες οι φωτογραφίες από τη σελίδα του Εθνικού Θεάτρου στο Facebook
σχόλια